Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2016

«Το ιδεολογικό σφάλμα της Αναρχίας» του Γιώργου Ψωμιάδη

 
Μπογιά κόκκινη, πηχτή. Τι μπορεί να συμβολίζει όταν την βλέπεις ραντισμένη στους τοίχους μιας μητρόπολης; Το χρώμα της επανάστασης; Του επαναστατημένου ανθρώπου; Το αίμα του; Σορός τα νοήματα. Θα μπορούσαμε να πιαστούμε από την βιαιοπραγία, την έλλειψη σεβασμού, ή από το κατά πόσο ο «ελαιοχρωματισμός» των τοίχων της μητρόπολης Θεσσαλονίκης από αναρχικούς ή αντιεξουσιαστές επικρίνει όντως μια αλλοτριωμένη αντίπερα όχθη. Όμως επειδή... 

ο τρόπος σκέψης προηγείται της δράσης, η ανάλυση στην καισαρική τομή της αναρχικής ιδεολογίας θα αποδείκνυε μια αντίφαση στον τρόπο σκέψης των αυτό-χαρακτηριζόμενων ως αναρχικών.

Μπορούμε να εξετάσουμε την αναρχική ιδεολογία με δύο άξονες, από τους οποίους ο δεύτερος προϋποθέτει τον πρώτο για αυτό και προέχει στην ανάλυση. Αρχικά, η αναρχία στην υπερβατική της θεώρηση σημαίνει πως δεν δέχομαι αρχές έξω από εμένα, που δεν προέρχονται από την κυριότητα του εαυτού μου. Οτιδήποτε μου πλασάρεται ως θέσφατο, ως αξίωμα, και που δεν πηγάζει λογικά από την συνειδησιακή μου κρίση ως αποτέλεσμα, το πολεμάω. Θεοί, δαίμονες, μετά-θάνατον λουλουδάκια και καζάνια που κοχλάζουν σε άυλα σύμπαντα, όλα τα αρνούμαι. Μέχρι εδώ όλα κατανοητά. Όμως για μην χρειάζομαι έναν θεό, ένα απώτερο νόημα, έναν ανώτερο νόμο, για να «σκοτώσω τον θεό» όπως ακριβώς έκανε ο Νίτσε, είναι πρώτα απ'όλα αναγκαίο να έχω μια συνειδησιακή διαύγεια που θα οδηγήσει στην κατανόηση της ανθρώπινης φύσης και κοινωνίας. Εάν ακριβώς ο παράδεισος δεν μου κάνει, τότε μοναδικό πεδίο είναι το εγκόσμιο, και πρέπει πρώτα από όλα να γνωρίσω τους κανόνες του

Ο αναρχικός ωθούμενος από την επαναστατική φλόγα και από ένα αγαθοποιό σκοπό, αφού καταρρίψει τον ανώτερο νόμο, δεν σταματά εκεί. Έτσι φτάνουμε στην δεύτερη, θεώρηση της αναρχίας, αυτή των εγκόσμιων. Πιστεύει πως ο άνθρωπος όπως δεν χρειάζεται έναν νομοθέτη θεό, έτσι δεν χρειάζεται και έναν νόμο-οδηγό στον κτιστό κόσμο. Ή μάλλον νόμος για τον αναρχικό γίνεται ένας αγαθός, ειρηνιστής άνθρωπος. Εδώ τα προβλήματα πέφτουν με το τσουβάλι, καθώς η μετά-θάνατον θεού προσέγγιση του κόσμου είναι εσφαλμένη. Πρώτον ο «νόμος», «το μότο» του αναρχικού είναι ουσιαστικά το ποθητό αποτέλεσμα, το τέλος, ο σκοπός κι όχι ο τρόπος ή η ανάγκη μεταβολής μιας κοινωνίας. Πρόκειται για τον πανάγαθο άνθρωπο που μπορεί να συμβιώνει χωρίς την αρχή του νόμου τέλεια με τον συνάνθρωπό του. Δεύτερον, πρέπει να είσαι αφελής για να πιστεύεις ότι ο άνθρωπος ως ον είναι από την φύση του Παναγίτσα (εδώ ο αναρχικός ταυτίζεται με το «κατ'εικόνα και καθ'ομοίωση ενός ουδενός κακού υπαίτιο θεό» που ορίζει η θρησκεία). Υπάρχουν μέσα μας εκ γενετής αγαπητικά και επιθετικά ένστικτα τα οποία ακριβώς επηρεάζονται από το περιβάλλον μέσα στο οποίο μεγαλώνουμε. Εάν λοιπόν αύριο εξαφανίζαμε κάθε νόμο, κάθε ρυθμιστική αρχή τότε τα φύσει εγωιστικά ένστικτα μας θα κάναν πάρτυ. Ή ακόμη κι αν πιστεύεις πως η παιδεία μπορεί να δοθεί σε κάθε πλάσμα και να μεταβάλει κάθε πλάσμα σε έναν τέλειο άνθρωπο, παρόλα τα φύσει ανήθικα του ένστικτα, (πράγμα για το οποίο αμφιβάλω)-τότε πάλι κάτι τέτοιο θα ήθελε χρόνια και σταδιακή μεταβολή. Κι όχι τσεκούρια και μολότοφ αύριο στο σπίτι του νομοθέτη.

Κλείνοντας, στο μυαλό του Καμύ «το κίνημα της εξέγερσης φτάνει σε αδιέξοδο, είναι μόνο μια μαρτυρία χωρίς συνοχή, αντίθετα η επανάσταση αρχίζει από μια ιδέα» Όταν λοιπόν η ιδέα για την οποία-ας πούμε ότι- επαναστατείς είναι απλά ανεδαφική, τότε όσες κόκκινες μπογιές και να ρίξεις, όσες μολότοφ κι όσα λοστάρια, παραμένεις ένας τραμπούκος που εξεγείρεται τυφλά για ένα άπιαστο τίποτα.