Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020

Θανάσης Τερζής: Οι Έλληνες προπονητές είναι ικανότατοι και έχουν όλες τις προϋποθέσεις να κάνουν καριέρα στο εξωτερικό


   
  Ο Θανάσης Τερζής είναι ένας προπονητής ο οποίος τα τελευταία χρόνια κάνει καλή δουλειά στο εξωτερικό και είναι εισηγητής σε διάφορα σεμινάρια. Ο κ. Τερζής είναι καθηγητής φυσικής αγωγής, κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος, καθώς επίσης και διπλώματος UEFA A. Το... 

 
 
 
 
συγγραφικό του έργο έχει φτάσει αυτή τη στιγμή στα 15 βιβλία με αντικείμενο την προπονητική.Βιβλία του έχουν μεταφραστεί πέρα από τα αγγλικά, τα γερμανικά, τα ισπανικά και τα ιταλικά και σε άλλες γλώσσες, όπως τα ιαπωνικά, τα κορεατικά, τα αραβικά και τα κινεζικά. Ο Δραμινός σε καταγωγή προπονητής ασχολείται με το θεωρητικό μέρος του ποδοσφαίρου, δηλαδή με την ανάλυση τακτικών πάνω στο ποδόσφαιρο μελετώντας εις βάθος προπονητικές μεθόδους ομάδων

Έχει συμμετάσχει σαν εισηγητής σε πολλά σεμινάρια στο εξωτερικό, αναλύοντας τακτικές μεγάλων προπονητών, όπως επίσης και το πως θα πρέπει να γίνεται μια προπόνηση για να έχει θετικά αποτελέσματα. Σε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη που παραχώρησε στα «Χ» και στον Δημήτρη Μπουτζέκη μίλησε για όλα. Για το πόσο δύσκολο είναι από το θεωρητικό κομμάτι του ποδοσφαίρου να περάσει ένας προπονητής στο πρακτικό, για το που βρίσκεται το ελληνικό Ποδόσφαιρο σε σχέση με αυτό του εξωτερικού, για την έλλειψη παραγόντων που βλέπουμε στο ελληνικό πρωτάθλημα, για την πορεία της Δόξας Δράμας και του Πανδραμαϊκού και αν θα ήθελε να συνεργαστεί στο μέλλον με τις δύο μεγάλες ομάδες του νομού μας.


Αναλυτικά τα όσα δήλωσε :

κ. Τερζή, αρχικά να σας ρωτήσω με τι ασχολείστε σήμερα και μια σύντομη αναφορά στο βιογραφικό σας
Όπως ίσως θα γνωρίζουν ήδη οι αναγνώστες σας κατάγομαι από την Δράμα αλλά τα τελευταία 10 χρόνια ζω και εργάζομαι στο νησί της Ρόδου ως καθηγητής φυσικής αγωγής. Είμαι κάτοχος διπλώματος UEFA A και μεταπτυχιακού διπλώματος στην προπονητική ατομικών και ομαδικών αθλημάτων. Έχοντας περάσει από αρκετές ομάδες του Νομού Δράμας ως προπονητής ανδρικών ομάδων αλλά και τμημάτων υποδομής, είχα πάντα πάθος με την ανάλυση και την κατανόηση του ποδοσφαίρου από την πλευρά του προπονητή. Θυμάμαι, πριν ακόμη αποσυρθώ από την ενεργό δράση ως ποδοσφαιριστής, ότι κρατούσα σημειώσεις από οτιδήποτε μου έκανε εντύπωση στους αγώνες που παρατηρούσα από την τηλεόραση καθώς και απ’ οτιδήποτε πίστευα ότι θα μου χρησίμευε από τις προπονήσεις που έκανα ως παίκτης. Είχα την τύχη να έχω πολλούς αξιόλογους προπονητές και πήρα ότι καλύτερο μπορούσα από τον καθένα. Μερικά χρόνια αργότερα, ως προπονητής πλέον, το πάθος μου για την ανάλυση και την κατανόηση του παιχνιδιού με οδήγησε στην συγγραφή του πρώτου μου βιβλίου. Το ένα έφερε το επόμενο και μέχρι σήμερα έχουν εκδοθεί 15 βιβλία μου, που έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες, όπως Αγγλικά, Ισπανικά, Ιταλικά, Γερμανικά, Κορεάτικα, Ιαπωνικά και Κινέζικα. Το 2014 το βιβλίο μου ‘’FC Barcelona Training sessions’’ βραβεύτηκε ως καλύτερο βιβλίο προπονητικής από την Ιταλική Ομοσπονδία, έπειτα από υπόδειξη του προπονητή θρύλου Αρίγκο Σάκι. Υπό έκδοση βρίσκονται τρία ακόμη βιβλία μου, δύο στα Αγγλικά και ένα στα Γερμανικά. Η συγγραφή βιβλίων, μου άνοιξε νέους ορίζοντες καθώς έγινε η αιτία για να δεχτώ προσκλήσεις για την συμμετοχή μου ως εισηγητής σε συνέδρια προπονητικής ποδοσφαίρου τόσο στην Ελλάδα αλλά κυρίως στο εξωτερικό. Μεταξύ άλλων προσκλήθηκα σε συνέδρια στην Γερμανία, την Κύπρο, την Σαουδική Αραβία, το Κουβέιτ και το Ομάν. Ιδιαίτερη όμως τιμή ήταν η πρόσκληση μου για τρεις εισηγήσεις, στο μεγαλύτερο συνέδριο προπονητικής στην Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ το 2018, μαζί με θρύλους του ποδοσφαίρου όπως ο Τιερί Ανρί και ο Βιθέντε Ντελ Μπόσκε. Οι συμμετέχοντες προπονητές ήταν πάνω από 13000 σε έναν τεράστιο χώρο όπου λάμβαναν χώρα 15-20 εισηγήσεις ταυτόχρονα κάθε ώρα, τόσο σε πρακτικό όσο και σε θεωρητικό επίπεδο. Όσον αφορά την ενασχόληση μου με την προπονητική, μετά από ένα διάστημα αποχής όπου αποφάσισα να διοχετεύσω όλη μου την ενέργεια στην συγγραφή, την περίοδο 2017-18 και 2018-19 διετέλεσα προπονητής στην ομάδα του Ιάλυσου στην Γ΄Εθνική. Ανέλαβα την ομάδα ενώ βρίσκονταν στην 6η θέση τον Δεκέμβριο του 2017 και καταφέραμε να τερματίσουμε στην 3η. Την επόμενη χρονιά παρέμεινα ως την μέση της περιόδου, οπότε και αποχώρησα για οικογενειακούς λόγους και ενώ η ομάδα βρίσκονταν στην πρώτη θέση με έξι πόντους διαφορά από τον δεύτερο και ρεκόρ επτά νίκες, μία ισοπαλία και μία ήττα. Στο τέλος της περιόδου ο Ιάλυσος κατάφερε να επιτύχει την άνοδο στην Football league 2. Τα τελευταία δύο χρόνια φοιτώ στην σχολή εκπαιδευτών προπονητών ποδοσφαίρου της ΕΠΟ με στόχο να διδάξω κάποια στιγμή στις σχολές προπονητών. Τέλος στο διάστημα της καραντίνας συμμετείχα ως εισηγητής σε διάφορα διαδικτυακά σεμινάρια προπονητικής εντός και εκτός Ελλάδας.

Από την θεωρεία στην πράξη υπάρχει διαφορά και χρειάζεται από όσο ξέρουμε εμπειρία. Πόσο δύσκολο είναι για έναν νέο προπονητή ο οποίος είναι καλός στο θεωρητικό κομμάτι να αναλάβει μια ομάδα και να έχει να κάνει με 25 διαφορετικούς χαρακτήρες;
Εδώ έχουμε δύο διαφορετικούς τομείς για να εστιάσουμε. Πρώτον η μεταφορά της θεωρίας στο πρακτικό κομμάτι και δεύτερον η διαχείριση του έμψυχου δυναμικού. Όσον αφορά το πρώτο, η γνώμη μου είναι ότι το πέρασμα από την θεωρία στην πράξη μπορεί να γίνει πολύ εύκολα όταν ένας προπονητής έχει την ικανότητα να κατανοεί το ποδόσφαιρο. Όταν υπάρχει αυτή η ικανότητα ο προπονητής μπορεί να περνάει ξεκάθαρα μηνύματα και να δημιουργεί ρεαλιστικές καταστάσεις στην προπόνηση που βοηθούν τους ποδοσφαιριστές να επιτυγχάνουν τους τεχνικούς και τακτικούς στόχους. Όταν δεν υπάρχει κατανόηση του παιχνιδιού τότε η σύνδεση θεωρίας και πράξης γίνεται δύσκολη. Για να μπορέσει ένας προπονητής να κατανοήσει το παιχνίδι σίγουρα χρειάζεται τριβή με το αντικείμενο, καθώς η ικανότητα αυτή βελτιώνεται χρόνο με τον χρόνο, αλλά σίγουρα κάποιοι την αναπτύσσουν σε πολύ συντομότερο χρονικό διάστημα. Όσον αφορά το δεύτερο, η διαχείριση του έμψυχου δυναμικού μιας ομάδας είναι επίσης σημαντικό κομμάτι που είτε οδηγεί τους προπονητές, είτε τους απομακρύνει από την επιτυχία. Οι γνώσεις ψυχολογίας αλλά και η παιδαγωγική κατάρτιση είναι σε μεγάλο βαθμό απαραίτητες. Από την στιγμή που ένας προπονητής αναλαμβάνει μια ομάδα που αποτελείται από 25 π.χ. παίκτες, έχει 25 προβλήματα να λύσει. Κάποια από αυτά είναι μεγαλύτερης δυσκολίας από τα υπόλοιπα, καθώς κάθε παίκτης έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες. Ωστόσο η ικανότητα διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού μπορεί να αναπτυχθεί και σε τομείς εκτός του ποδοσφαίρου π.χ. σε σχολείο, σε κάποια επιχείρηση ή σε έναν οργανισμό. Αν λάβουμε υπόψη ότι οι Γερμανοί προσανατολίζονται στο να προσλαμβάνουν όλο και περισσότερους νεαρούς προπονητές (Τζούλιαν Ναιγκελσμαν 28χρ., Ντομένικο Τεντέσκο 32χρ., Μάνουελ Μπάουμ 36χρ., Φλόριαν Κόφελντ 34χρ., Σάντρο Σβάρτς 36χρ.), μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι δεν χρειάζεται κάποιος να φτάσει στην ηλικία των σαράντα για να αναπτύξει τις παραπάνω ικανότητες ώστε να του εμπιστευτεί μια ομάδα το πόστο του προπονητή.

Πέρα από το να ξέρει ένας προπονητής το θεωρητικό κομμάτι του ποδοσφαίρου και του παιχνιδιού, πρέπει να έχει και χαρακτηριστικά ηγέτη αν θέλει να πετύχει στην προπονητική;
Σαφώς και οι ηγετικές ικανότητες ενός προπονητή είναι σημαντικές. Για να μπορεί όμως ένας προπονητής να καθοδηγήσει πρέπει να έχει και γνώση του αντικειμένου. Αυτά τα δυο πιστεύω ότι πάνε χέρι-χέρι. Αν οι παίκτες συνειδητοποιήσουν ότι ο προπονητής δεν έχει τις τεχνικές γνώσεις ή η φιλοσοφία και το μοντέλο παιχνιδιού που προσπαθεί να αναπτύξει έχει φανερές αδυναμίες ή κενά, αρχίζουν να αμφιβάλουν. Και αν υπάρχει αμφιβολία δύσκολα ο ποδοσφαιριστής μπορεί να εμπιστευτεί και να ακολουθήσει τον προπονητή. Σε κάθε περίπτωση η γνώση είναι δύναμη.

Τι χρειάζεται κάποιος να έχει για να γίνει έστω προπονητής σε ένα ερασιτεχνικό σωματείο, ποια είναι διαδικασία;
Πρέπει να φοιτήσει σε κάποια από τις σχολές της ΕΠΟ ξεκινώντας από το UEFA C. Δίπλωμα UEFA C και UEFA B δίνεται και σε απόφοιτους των ΤΕΦΑΑ με ειδικότητα ποδόσφαιρο αλλά δεν γνωρίζω αν αυτό ισχύει για τους αποφοίτους όλων των ΤΕΦΑΑ της Ελλάδας.

Βλέπουμε τον τελευταίο καιρό από την ΕΠΣ Δράμας να διοργανώνει πολλά σεμινάρια και ημερίδες για τους προπονητές της. Η δια βίου μάθηση των προπονητών είναι κάτι το οποίο είναι αναγκαίο;
Οι εξελίξεις, όχι μόνο στο ποδόσφαιρο, αλλά και σε όλους τους τομείς τρέχουν και μας προσπερνούν. Γι’ αυτό και η δια βίου μάθηση είναι καθοριστική και πολύ καλά πράττει η ΕΠΣ Δράμας. Άλλωστε ο ασφαλέστερος τρόπος να οδηγηθεί κάποιος στην αποτυχία είναι να πιστέψει ότι γνωρίζει τα πάντα. Ένα από τα μότο μου είναι: ‘’Κάθε μέρα που περνάει χωρίς να μάθεις κάτι νέο είναι μια χαμένη μέρα’’.

Γνωρίζω ότι είστε λάτρης του ποιοτικού ποδοσφαίρου. Μελετώντας προπονητές όπως ο Πεπ Γκουαρντιολα, Μουρίνιο, Κλοπ κτλ, που πιστεύετε ότι βρίσκεται το ελληνικό ποδόσφαιρο σε σχέση με το ποδόσφαιρο που παίζεται στην υπόλοιπη Ευρώπη;
Δυστυχώς το επίπεδο του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι υποβαθμισμένο, αλλά αυτό δεν οφείλεται στην έλλειψη κατάρτισης και ικανοτήτων των Ελλήνων προπονητών. Η πεποίθηση μου είναι ότι οι Έλληνες προπονητές είναι ικανότατοι και έχουν όλες τις προϋποθέσεις να κάνουν καριέρα στο εξωτερικό. Σε αυτό το συμπέρασμα έχω καταλήξει έχοντας παραστεί σε πολλά σεμινάρια στο εξωτερικό όπου και παρακολούθησα εισηγήσεις ξένων προπονητών ή γυμναστών (Γερμανών, Ιταλών, Ισπανών) αλλά και αντίστοιχες Ελλήνων επαγγελματιών, που όχι μόνο δεν είχαν τίποτα να ζηλέψουν, αλλά μπορώ να πω ότι ήταν πληρέστερες και πολύ καλύτερα δομημένες. Άλλωστε έχουμε το παράδειγμα του Γιώργου Δώνη, ενώ σε αυτό συνηγορεί και το γεγονός ότι οι Έλληνες προπονητές του μπάσκετ διαπρέπουν τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και παγκόσμιο επίπεδο. Οι ικανότητες λοιπόν του Έλληνα είναι αδιαμφισβήτητες. Κατά συνέπεια δεν είναι οι προπονητές αυτοί οι οποίοι ευθύνονται για το σχετικά χαμηλό επίπεδο του ελληνικού ποδοσφαίρου. Το προϊόν είναι υποβαθμισμένο για άλλους λόγους και κυρίως γιατί δεν υπάρχει η αντίστοιχη οργάνωση, ο προγραμματισμός αλλά και η χρηματοδότηση που υπάρχει στα προηγμένα πρωταθλήματα.

Αγωνιστήκατε σαν ποδοσφαιριστής στον Πανδραμαϊκό. Πώς είδατε την πορεία των Ερυθρόλευκων στο πρωτάθλημα της Γ’ εθνικής στην επιστροφή της ομάδας στις εθνικές κατηγορίες ύστερα από περίπου 10 χρόνια;
Πέρασα πέντε χρόνια αγωνιζόμενος με τα χρώματα του Πανδραμαϊκού και αν και βρίσκομαι μακριά πάντα παρακολουθώ την ομάδα. Ο Πανδραμαϊκος ήταν μια πολύ ευχάριστη έκπληξη την φετινή χρονιά. Πιστεύω ότι κανείς δεν περίμενε μια τόσο επιτυχημένη πορεία. Γνωρίζοντας όμως πολύ καλά τον προπονητή του τον κ. Καζεπίδη, το πόσο πολύ αγαπάει και μελετάει το αντικείμενο και πόσο πολύ προσπαθεί να βελτιώνεται διαρκώς, δεν μπορώ να πω ότι μου προκάλεσε εντύπωση. Εύχομαι να υπάρξει ανάλογη συνέχεια και να επανέλθει ο Πανδραμαϊκος στις επαγγελματικές κατηγορίες.

Αγωνιστήκατε με μεγάλη επιτυχία και στη Δόξα Δράμας. Πώς είδατε τη φετινή πορεία της Δόξας Δράμας;
Δεν θα έλεγα ότι αγωνίστηκα με μεγάλη επιτυχία. Μπορεί να ξεκίνησα ως ταλέντο αλλά δεν είχα την ανάλογη συνέχεια ως ποδοσφαιριστής ή τουλάχιστον αυτή που περίμεναν κάποιοι. Κατά συνέπεια δεν μπορώ να πω ότι είχα μεγάλη επίδραση στην ομάδα. Επιπλέον βρέθηκα στην ομάδα σε πολύ δύσκολες εποχές και συγκυρίες στην Γ’ και στην Δ’ εθνική. Ωστόσο πέρασα στη Δόξα τέσσερα χρόνια ως παίκτης και άλλον έναν ως υπεύθυνος της Ακαδημίας αλλά και προπονητής, οπότε υπήρξε σημαντικό κομμάτι της ποδοσφαιρικής ζωής μου, γι’ αυτό και την παρακολουθώ όπως και τον Πανδραμαϊκό. Είναι πραγματικά κρίμα για την ομάδα που ενώ τις προηγούμενες χρονιές δαπανήθηκαν σημαντικά χρηματικά ποσά, δεν κατάφερε να πετύχει κάτι ουσιαστικό. Δεν θα πω τον στόχο της ανόδου, γιατί εκτός απ’ αυτόν υπάρχουν και άλλοι επιμέρους στόχοι που θα ανέβαζαν την ομάδα επίπεδο και θα έβαζαν τις βάσεις για την άνοδο (π.χ. η δημιουργία ενός σύγχρονου προπονητικού κέντρου). Αυτό αποδεικνύει ότι κάτι δεν έγινε σωστά. Όσον αφορά την φετινή χρονιά, ήταν μια χρονιά μεταβατική και η έλλειψη σταθερότητας που υπήρχε επέδρασε αρνητικά σε όλους τους τομείς.

Τι πρέπει να αλλάξει στο δραμινό ποδόσφαιρο για να δούμε τις ομάδες σε υψηλότερες κατηγορίες στο μέλλον;
Αυτό που λείπει από το δραμινό και κατ’ επέκταση από το εληνικό ποδόσφαιρο είναι ο μακροχρόνιος προγραμματισμός και η οργάνωση. Δυστυχώς σαν λαός είμαστε πολύ παρορμητικοί. Ενθουσιαζόμαστε πολύ εύκολα με κάτι αλλά και απογοητευόμαστε πολύ γρήγορα όταν δεν δούμε άμεσα αποτελέσματα. Αυτή η ιδιοσυγκρασία έχει ως αποτέλεσμα να μην είμαστε αποτελεσματικοί όταν επιχειρούμε να καταρτίσουμε ένα πλάνο που θα αποδώσει σε 3, σε 5 ή περισσότερα χρόνια. Εξαίρεση ίσως αποτελέσει ο ΟΦΗ. Δεν θα πω μοναδική γιατί δεν γνωρίζω τον σχεδιασμό άλλων ομάδων. Είχα όμως την ευκαιρία να γνωρίσω προσωπικά τον Γιάννη Σαμαρά ο οποίος και ηγείται του σχεδιασμού της κρητικής ομάδας. Από την επαφή που είχαμε κατάλαβα ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο ο οποίος και την τεχνογνωσία διαθέτει αλλά και διαφορετική – ολλανδική νοοτροπία ώστε να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ένα πρότζεκτ που έχει ορίζοντα τουλάχιστον πενταετίας. Αυτό ξεκινά με την αναδιοργάνωση των υποδομών και επεκτείνεται σε όλους τους τομείς της πρώτης ομάδας όπως το σκάουτινγκ, την μηχανογράφηση κ.α.. Ο ΟΦΗ έχει στόχο να παράγει ποδοσφαιριστές μέσα από τα σπλάχνα του αλλά και να ‘’ανακαλύψει’’ ποδοσφαιριστές μέσω του σκάουτινγκ οι οποίοι θα ενταχθούν, θα προσφέρουν και θα μεταπωληθούν με υψηλότερα ποσά από όσα είχαν δαπανηθεί για την απόκτηση τους. Με τον τρόπο αυτό θα είναι μια κερδοφόρα επιχείρηση η οποία θα αγωνίζεται σε υψηλό επίπεδο στην Ελλάδα και θα διεκδικεί την έξοδο της στην Ευρώπη και γιατί όχι και τον τίτλο του πρωταθλητή. Ο ΟΦΗ είχε μια αξιοζήλευτη φετινή χρονιά με έναν νέο και πολύ αξιόλογο τεχνικό τον Γιώργο Σίμο. Είμαι όμως σίγουρος ότι ακόμη κι αν η ερχόμενη χρονιά δεν είναι εξίσου καλή με την φετινή, από άποψη αποτελεσμάτων, ο τεχνικός του θα στηριχθεί και η υλοποίηση του πρότζεκτ θα συνεχιστεί απρόσκοπτα για τα επόμενα πέντε χρόνια. Ανάλογα πρότζεκτ είναι που λείπουν και από τις περισσότερες ελληνικές ομάδες και κατ’ επέκταση από τις δραμινές.

Πιστεύεται ότι υπάρχει έλλειψη ισχυρών παραγόντων στο Ελληνικό ποδόσφαιρο και άνθρωποι που θέλουν να το βελτιώσουν και όχι να κερδίσουν από αυτό;
Ένα πρότζεκτ όπως το παραπάνω απαιτεί παράγοντες που θέλουν να βελτιώσουν το ελληνικό ποδόσφαιρο. Δυστυχώς από την εμπειρία μου μπορώ να πω ότι η πλειοψηφία των παραγόντων που ασχολείται με το αντικείμενο έχουν ως στόχο κάτι να κερδίσουν. Είτε προβολή είτε χρήματα. Υπάρχουν φυσικά και οι ‘’ρομαντικοί’’ οι οποίοι όμως συνήθως δεν θα βρουν τους κατάλληλους ανθρώπους για να υλοποιήσουν το όραμα τους.

Βλέποντας τις δύο ομάδες της Δράμας, Δόξα Δράμας και Πανδραμαϊκό, θα σας ενδιέφερε να ασχοληθείτε μελλοντικά με αυτές τις ομάδες; Υπάρχει λύση πιστεύετε για να δούμε ξανά μεγάλες αυτές τις δύο ιστορικές ομάδες;
Δεν θα έλεγα όχι σε μια τέτοια προοπτική. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της ερώτησης νομίζω ότι έχει ήδη απαντηθεί παραπάνω. Αυτό που χρειάζεται είναι καλή οργάνωση και σωστός προγραμματισμός.

Τι μήνυμα θέλετε να στείλετε σε όλα τα αυτά τα παιδιά που θέλουν να ασχοληθούν με το ποδόσφαιρο και αν πιστεύετε ότι ο συνδυασμός μαθήματα και ποδόσφαιρο μπορούν να συνδυαστούν το ίδιο επιτυχημένα
Έχοντας περάσει από αντίστοιχες καταστάσεις όντας μαθητής στην τρίτη τάξη του Λυκείου, σε αντίστοιχη χρονική περίοδο, πεποίθηση μου είναι ότι όταν αγαπάς κάτι πάρα πολύ, βρίσκεις χρόνο για να ασχοληθείς μ’ αυτό χωρίς να στερείς χρόνο από το διάβασμα σου. Θυμάμαι τον εαυτό μου να τελειώνει το σχολείο, να πηγαίνει στο φροντιστήριο και στην συνέχεια τρέχοντας στην προπόνηση. Εκείνο τον καιρό αγωνιζόμουν στην δεύτερη ομάδα της Δόξας. Οι δύο ώρες της προπόνησης για μένα ήταν η διασκέδαση μου. Άλλοι συμμαθητές μου περνούσαν αυτόν τον χρόνο στις καφετέριες. Στο σπίτι κατέληγα το απόγευμα για φαγητό και διάβασμα μέχρι αργά το βράδυ. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την εισαγωγή μου στο πανεπιστήμιο, ενώ παράλληλα συνέχιζα να ασχολούμαι επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο (Γ έθνικη με τον Πανδραμαϊκό), και φυσικά τον διορισμό μου ως καθηγητή φυσικής αγωγής κάποια χρόνια αργότερα. Το ποδόσφαιρο είναι κάτι που έχει ημερομηνία λήξης και ποτέ δεν ξέρεις αν θα αγωνιστείς σε υψηλό επίπεδο, ώστε να έχεις κερδίσει τα προς το ζην στο τέλος της καριέρας σου. Έτσι θα συμβούλευα όλα τα παιδιά που έχουν όνειρο να ακολουθήσουν επαγγελματική ποδοσφαιρική καριέρα να επιδιώξουν να έχουν και εναλλακτική λύση για επαγγελματική αποκατάσταση. Αυτή είναι και μια από τις βασικές επιδιώξεις όλων των προηγμένων τμημάτων υποδομής στην Ευρώπη ώστε οι νεαροί ποδοσφαιριστές παράλληλα με την ποδοσφαιρική τους εκπαίδευση να ολοκληρώνουν και την εκπαίδευση σε κάποιο αντικείμενο που θα τους εξασφαλίσει επαγγελματικά αν αυτοί δεν καταφέρουν να παίξουν σε υψηλό επίπεδο.