Δευτέρα 26 Ιουλίου 2021

Η «Aγία Εβίτα» της Aργεντινής


Συμπληρώνονται σήμερα 65 χρόνια από τον θάνατο της Εβίτα Περόν, σύμβολο του Αργεντίνικου Εθνικισμού και του Δικαοσυνισμού του Χουάν Περόν. H Εβίτα Περόν γεννήθηκε ως Εύα Ντουάρντε στις 7 Μαΐου 1919 στο χωριό Λος Τόλδος στις πάμπες της Αργεντινής. Υπήρξε ένα από πέντε εξώγαμα παιδιά...  

 
του γαιοκτήμονα Τζων Ντουάρτε και της Χουάνα Ιμπαργκουρέν. Το 1920, ο Ντουάρντε γύρισε πίσω στην γυναίκα του και χωρίς την οικονομική στήριξη του, η Εβίτα και η οικογένεια της πήγαν να ζήσουν στο φτωχικό Χουνίν.
 
 Η καλλιτεχνική της καριέρα 
 
Σε ηλικία 15 χρόνων φεύγει για το Μπουένος Άιρες για να γίνει ηθοποιός. Από το 1936, δουλεύει ως μοντέλο και ως ηθοποιός στο θέατρο, τον κινηματογράφο και αργότερα στο ραδιόφωνο. Η μεγάλη της επιτυχία ήλθε το 1942 με την ιστορική δραματική εκπομπή «Μεγάλες γυναίκες της Ιστορίας» στο δημοφιλές Ράδιο Μπελγκράνο, που διήρκεσε πέντε χρόνια. 
 
Όμως όπως γράφει και η ίδια στην αυτοβιογραφία της, η σημαντικότερη μέρα της ζωής της ήταν η 22η Ιανουαρίου 1944, όταν συνάντησε τον συνταγματάρχη Χουάν Ντομίνγκο Περόν. Ο Περόν ήταν Υπουργός Εργασίας και Πρόνοιας στην εθνικιστική κυβέρνηση του στρατηγού Ραμίρεζ και ιθύνουν νους της μυστικής στρατιωτικής οργάνωσης GUO («Ομάδα Ενωμένων Αξιωματικών» ή «Κυβέρνηση, Ένωση, Τάξη»), που ανέτρεψε τον συντηρητικό πολιτικό Ραμόν Καστίλιο ως εκπρόσωπο της ολιγαρχίας των γαιοκτημόνων και υποτελή στην Αγγλία. 
 
Η συνάντηση της με τον Περόν 
 
Αφορμή για αυτή την συνάντηση υπήρξε ένα φιλανθρωπικό γκαλά, όπου ο Περόν καλώντας δημοφιλείς καλλιτέχνες, προσπαθούσε να μαζέψει χρήματα για τα θύματα του καταστρεπτικού σεισμού του Σαν Χουάν, που είχε σκοτώσει 10.000 πολίτες. Ο έρωτας ήταν αμοιβαίος και σύντομα άρχισαν να συγκατοικούν παρ’ όλο που δεν ήταν ακόμα παντρεμένοι. Με απόφαση του Περόν, η Εύα άρχισε να παρίσταται στα συμβούλια, δυσανασχετώντας τους αξιωματικούς. 
 
Ως υπουργός, ο Περόν ξεσήκωνε τις εργατικές μάζες με πατριωτικά και αλληλεγγυϊκά κηρύγματα και πολεμούσε την διείσδυση των Μαρξιστών στην εργατική τάξη. Από την άλλη, συνεργαζόταν με σοσιαλιστές ηγέτες της Γενικής Εργατικής Συνομοσπονδίας της Αργεντινής για να περάσει φιλεργατικά μέτρα, όπως το 8ωρο, το πάγωμα των ενοικίων και καλύτερους μισθούς. Με αυτήν την φιλολαϊκή πολιτική, ο Περόν μάζευε γύρω του τους «ντεκαμισάδος» (χωρίς πουκάμισο), τους εργάτες και πτωχούς της Αργεντινής, που θα γινόταν οι προσωπικοί του οπαδοί. 
 
Ήταν αυτή η πλευρά του Περόν που ερωτεύθηκε η Εβίτα. Συμμεριζόταν απόλυτα τις ιδέες του Περόν και την είχε συνεπάρει με τις ιδέες του για κοινωνική δικαιοσύνη, μιας και η ίδια είχε μεγαλώσει μέσα στην φτώχεια και την ανέχεια. Όπως είχε δηλώσει αργότερα: «Παντρευτήκαμε γιατί αγαπιόμασταν, κι αγαπιόμασταν γιατί θέλαμε το ίδιο πράγμα. Εκείνος με το μυαλό. Εγώ με την καρδιά». Μάλιστα θα δραματοποιούσε τις ιδέες και τις ομιλίες του Περόν στην ραδιοφωνική της εκπομπή «Για ένα καλύτερο μέλλον».   
 


 
Η συγκέντρωση της 17ης Οκτωβρίου 1945 
 
Η δημοτικότητα και δύναμη του Περόν, απειλούσε τον στρατηγό Ραμίρεζ, που τελικά παραιτήθηκε, αλλά και τον στρατηγό Φαρέλ που ακολούθησε. Έτσι στις 11 Οκτωβρίου 1945, ο Περόν, που ήταν παράλληλα Αντιπρόεδρος και Υπουργός Στρατιωτικών, συλλαμβάνεται από τους υπόλοιπους αξιωματικούς της GUO.
 
 Τότε ήταν που η Εβίτα κινητοποίησε τους «ντεκαμισάδος» και την Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας. Έτσι στις 17 Οκτωβρίου 1945, 350.000 μέλη της Εργατικής Συνομοσπονδίας μαζεύτηκαν έξω από το Προεδρικό Μέγαρο, ζητώντας και πετυχαίνοντας την απελευθέρωση του αγαπημένου τους ηγέτη. Η Εύα ανέβηκε στο μπαλκόνι στις 11 π.μ, ενώ ο Περόν, θυμίζοντας τους καουντίγιο της Αργεντινής, ζήτησε από τον λαό να τον στηρίξει στις προεδρικές εκλογές για να φτιάξουν μαζί «μια Αργεντινή πιο ανθρώπινη και πιο αξιοπρεπή». Η όλη σκηνή είχε μια μυστικιστική χροιά και ήταν σαν ένα άτυπο συμβόλαιο να είχε υπογραφεί ανάμεσα στους ντεκαμισάδος και τον Περόν. Από εκείνη την στιγμή η Εύα Ντουάρτε έγινε η Εβίτα, η μικρή Εύα του Αργεντίνικου λαού και λίγο αργότερα η δεύτερη σύζυγος του Περόν. 
 
Με την νίκη του στις προεδρικές εκλογές της 22ης Φεβρουαρίου 1946, ο Περόν θα εφάρμοζε την ιδεολογία που θα έφερε το όνομα του, που συνδύαζε ανεξαρτησία σε εσωτερικό και εξωτερικό και κοινωνική δικαιοσύνη για τον λαό, παίρνοντας μέτρα, όπως οι συντάξεις και η αργία της Κυριακής. Αποτελούσε δε την Τρίτη Θέση, πέρα από τον Καπιταλισμό και τον Κομμουνισμό, μαζεύοντας οπαδούς από όλο το πολιτικό και κοινωνικό φάσμα.

Το κοινωνικό της έργο 
 
Η Εβίτα Περόν θα γινόταν η δημοφιλέστερη έκφραση του Περονισμού μέσω του ιδρύματος «Ίδρυμα Εβίτα Περόν», που αντικατέστησε τον παραδοσιακό «Οργανισμό Αρωγής», προκαλώντας μεγαλύτερη ρήξη με την κοινωνική «ελίτ». Τα έσοδα για το ίδρυμα, που έφταναν κάθε χρόνο τα 3 δισεκατομμύρια πέσος, προερχόταν από φόρους στα καζίνο, τα λαχεία, τον ιππόδρομο και τα εισιτήρια των κινηματογράφων. Υπήρχαν επίσης συνεισφορές των περονικών συνδικάτων, της Γενικής Εργατικής Συνομοσπονδίας, αλλά και ιδιωτών. 
 
Το ίδρυμα απασχολούσε 14.000 εργαζομένους και κάθε χρόνο αγόραζε και διέμεινε 40.000 ζευγάρια παπούτσια, 500.000 ραπτομηχανές και 200.000 κατσαρόλες. Επίσης ανελάμβανε την κατασκευή ολόκληρων οικοδομικών τετραγώνων για τους εργάτες, καθώς και προσωρινών καταλυμάτων για τους φοιτητές που ερχόταν στην πρωτεύουσα και τις μοναχικές γυναίκες που δεν είχαν σπίτι και που έψαχναν για δουλειά. Έδινε επίσης υποτροφίες, έκτιζε νοσοκομεία και σχολεία και δημιουργούσε θερινές κατασκηνώσεις και χώρους άθλησης για τα παιδιά. Όλα αυτά γινόταν υπό την επίβλεψη της ίδιας της Εβίτα Περόν. 
 
Η Εβίτα είχε αναλάβει να συναντά προσωπικά τους πολίτες δουλεύοντας, παρ’ όλο που δεν χρειαζόταν, 18 και 20 ώρες. Η βιογράφος της Αλίσια Ορτίζ («Εβίτα», εκδόσεις Λιβάνη, 1996) περιγράφει μια τέτοια σκηνή: «Μια γυναίκα θέλει ένα στρώμα. Είναι μόνη, χωρίς σύζυγο. «Έχετε κρεβάτι» ρωτά η Περόν. «Εεε, όχι!» «Σημειώστε ένα κρεβάτι για την κυρία. Έχετε παιδιά;» «Πέντε» «Σημειώστε: πέντε. Αλλά για μια στιγμή. Υπάρχει χώρος στο σπίτι σας για όλα αυτά τα κρεβάτια;» «Όχι Εβίτα. Μένουμε σε ένα δωματιάκι» Σύντομος διάλογος με τους συνεργάτες της. «Σας σημειώσαμε για τις νέες κατοικίες για την Σααβέντρα». Η γυναίκα φεύγει ήδη, όταν η Εβίτα την φωνάζει για να την ρωτήσει κάτι τελευταίο: «Έχετε χρήματα για το λεωφορείο;» 
 
Έτσι ανάμεσα στον λαό και την Εβίτα υπήρχε μια ειλικρινής συμφωνία, που βασιζόταν στο γεγονός ότι η Εβίτα καταγόταν από τον λαό και ότι καλυτέρευσε ουσιαστικά τις ζωές χιλιάδων λαού.

Αγία Εβίτα 
 
Όσο περισσότερο δούλευε με τους φτωχούς, τόσο περισσότερο εξοργιζόταν με την ύπαρξη της φτώχιας. Κάποια μέρα δήλωσε: «Μερικές φορές εύχομαι οι προσβολές μου να ήταν χαστούκια ή μαστίγια. Θα ήθελα να κτυπήσω τους ανθρώπους στο πρόσωπο για να τους κάνω να δουν, έστω για μια μέρα, αυτά που βλέπω κάθε μέρα, βοηθώντας τους φτωχούς». 
 
Στην διάρκεια των συναντήσεων με τον λαό της Αργεντινής, συνήθως φιλούσε τους φτωχούς και επέτρεπε και εκείνοι να την φιλούν. Επίσης έβαζε τα χέρια της στις πληγές των άρρωστων και φτωχών, άγγιζε τους λεπρούς, φιλούσε τους συφιλιδικούς, χωρίς να παθαίνει τίποτα. Αυτό έκανε χιλιάδες να την θεωρούν Αγία. 
 
Πέρα από το κοινωνικό της έργο, δύο ήταν τα πράγματα που την έδεσαν με τον λαό. Τον Αύγουστο του 1948, με προτροπή της Εβίτας οι ηλικιωμένοι κέρδισαν συντάξεις. Δεύτερον πάλεψε για τα εκλογικά δικαιώματα των γυναικών και ίδρυσε το Γυναικείο Κόμμα του Περονισμού. Έτσι οι γυναίκες της Αργεντινής ψήφισαν για πρώτη φορά στις 4 Ιουνίου 1952. 
 
Η Αντιπροεδρία και η αρρώστια της
 
 Στην διάρκεια μιας διαδήλωσης στις 22 Αυγούστου 1951, 2 εκατομμύρια κόσμου ζητούσαν από την Εβίτα να δηλώσει δημόσια την υποψηφιότητα για την Αντιπροεδρία. Εκείνη ζήτησε λίγο χρόνο να το σκεφτεί. Τότε η σχέση Εβίτας και λαού μεταμορφώθηκε σε ένα γνήσιο και αυθόρμητο διάλογο. Ο λαός της φώναζε: «Τώρα Εβίτα! Τώρα!» Τελικά συμβιβάσθηκε με το να ανακοινώσει η Εβίτα την απόφαση από την ραδιοφωνική της εκπομπή. Η Εβίτα τελικά απέρριψε την πρόσκληση να είναι αντιπρόεδρος. Ο λόγος ήταν ότι εξόργισε πολλούς ηγέτες του στρατεύματος. Τιμήθηκε όμως ως Πνευματικός Ηγέτης του Έθνους. 
 
Όμως η υγεία της είχε αρχίσει να κλονίζεται. Ήδη από το 1950 είχε καρκίνο της μήτρας, όμως μόνο μετά την άρνηση της αντιπροεδρίας έκανε υστερεκτομή. Όμως ο καρκίνος ξαναεμφανίσθηκε και στις 26 Ιουλίου 1952, η Εβίτα πέθανε σε ηλικία 33 ετών, ζυγίζοντας 36 κιλά. Εκατομμύρια λαού την συνόδευσαν στην τελευταία κατοικία της. Ενώ για μέρες, όλες οι εργασίες στην χώρα σταματούσαν μια συγκεκριμένη ώρα ως ένδειξη πένθους. Αλλά όπως είπε και η ίδια: «Θα γυρίσω και θα είμαι χιλιάδες».
 
elkosmos.gr