Η εξομολόγηση ενός πατέρα (μέρος 3ο)
Λάβαμε το παρακάτω e-mail-καταγγελία στο blog και το παραθέτουμε αυτούσιο, αφαιρώντας μόνο τα ονόματα των δυο δικαστικών λειτουργών (τρομάρα τους) τα οποία είναι στην διάθεση μας...
"Την Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2008 στις 6 μ.μ. ξύπνησα τον υιό μου λέγοντας του ότι ήρθε η ώρα να επιστρέψει στη μητέρα του. Αμέσως άρχισε να παραπονείται ότι δεν θέλει να πάει στο σπίτι της μητέρας του. Όταν διαπίστωσε ότι οι παρακλήσεις του δεν εισακούγονται, άρχισε να κλαίει γοερά και να παρακαλεί να τον πάω στην αστυνομία να τα πει όλα, με την ελπίδα ότι έτσι δεν θα αναγκαστεί να επιστρέψει στη μητέρα του. Αναγκάστηκα να του πω ότι θα πάμε, οπότε ηρέμησε, και τότε πια δεν μπορούσα παρά να κάνω αυτό που του υποσχέθηκα: να τον πάω στην Αστυνομία.
Στην Αστυνομία δήλωσα ότι αδυνατώ και δεν αναλαμβάνω την ευθύνη να επιστρέψω το παιδί σε ένα περιβάλλον όπου το παιδί μου καταγγέλλει ότι κακοποιείται. Ενημερώθηκε η Εισαγγελέας και μου είπαν ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτε και αν δεν επιστρέψει το παιδί στην μητέρα του θα αναγκαστούν να το πάρουν βίαια και να με συλλάβουν.
Επέστρεψα στο... σπίτι με το παιδί, όπου ενημέρωσα τον αστυνομικό υπηρεσίας ότι θα είμαι και του έδωσα και τα τηλέφωνά μου. Εκεί το παιδί δέχθηκε τηλεφώνημα στο κινητό του, που του προμήθευσε η μητέρα του, για να επιστρέψει στο σπίτι. Το παιδί της απάντησε «να πας στην αστυνομία να με πάρεις» και μου έδωσε το τηλέφωνο. Ενημέρωσα την πρώην σύζυγό μου ότι για τους λόγους που ήδη ανέφερα στην από 1.2.2008 αίτησή μου δεν μπορώ να παραδώσω το παιδί.
Γύρω στις 10 μ.μ. ήρθε στο σπίτι η πρώην σύζυγός μου συνοδεία δύο αστυνομικών και όλοι μαζί με το παιδί πήγαμε στο αστυνομικό τμήμα. Το παιδί κράτησε από το χέρι ο αστυνομικός, μιας και αρνήθηκε να πιάσει το χέρι της μαμάς Εκεί βρισκόταν ήδη από την πλευρά της συζύγου μου η συνήθης συνοδός και μάρτυρας, δικηγόρος Χχχχχχ Χχχχ, μια ξαδέλφη της συζύγου μου ονόματι Χχχχχχ και ο αργότερα ήρθε ο δικηγόρος της πρώην συζύγου μου Χχχχχχ Χχχχ. Μετά από λίγο ήρθε και η μητέρα μου Χχχχχχ Χχχχ
Στην αστυνομία όταν ρωτήθηκα είπα ότι γνωρίζω την απόφαση περί επικοινωνίας με το παιδί, αλλά ως άνθρωπος και πατέρας, αλλά και ως πολίτης, αδυνατώ να παραδώσω ο ίδιος το παιδί στη μητέρα του, αφού σύμφωνα με όσα μου λέει το παιδί και πολλές φορές διαπιστώνω ο ίδιος, κακοποιείται τόσο από την ίδια όσο και από το περιβάλλον της. Είναι ηθικό καθήκον και χρέος μου να υπερασπιστώ το παιδί μου.
Στο αστυνομικό τμήμα το παιδί αρνιόταν ακόμη και να πλησιάσει τη μητέρα του και άρχισε να την κατηγορεί παρουσία όλων των αστυνομικών: ότι τον δέρνει συνέχεια, ότι φέρνει τους φίλους της στο σπίτι, τους βάζει και τον δέρνουν και μετά κοιμάται μαζί τους, ότι τον κλειδώνει στο δωμάτιό του όταν έρχονται οι φίλοι της, ότι τον τιμωρεί βγάζοντάς τον στο μπαλκόνι ή έξω από την πόρτα του σπιτιού και τον αφήνει εκεί για ώρες, ότι τον απειλεί ότι θα τον πετάξει από το μπαλκόνι, ότι κάποια φορά του έβαλε το μαχαίρι στο λαιμό για να τον σφάξει, ότι βάζει τον θείο Χχχχχχ Χχχχ να τον δέρνει, ότι επίσης τον δέρνουν μπροστά της η γιαγιά του (από την μητέρα του – Χχχχχχ Χχχχ), η Χχχχχχ Χχχχ (νταντά της πρώην συζύγου μου) και κάποιος Χχχχχχ (φίλος της πρώην συζύγου μου), το επώνυμο του οποίου αγνοώ. Ταυτόχρονα σε οποιονδήποτε προσπαθούσε να του πει κάτι φώναζε πολύ δυνατά «Αλήθεια λέω!». Ακόμη και στην ερώτηση του δικηγόρου της πρώην συζύγου μου με ποιόν θέλει να μείνει απάντησε έντονα και φωναχτά: «Με τον πατέρα μου!». Η δε μητέρα του το μόνο που του έλεγε ήταν «Έλα, βρε μπουνταλά, τι είναι αυτά που λες!». Σε όλες αυτές τις γοερές εκκλήσεις του παιδιού, στις οποίες λύγισε ακόμη και ένας κρατούμενος στο κρατητήριο της αστυνομίας και έβαλε τα κλάματα, η μητέρα του απαντούσε χωρίς ίχνος συγκίνησης ότι το παιδί έχει υποχρεώσεις και πρέπει την άλλη μέρα να πάει στο σχολείο.
Γύρω στις 11:15 μ.μ. με πληροφόρησαν ότι περιμένουν την Εισαγγελέα να έρθει. Σε λίγο ήρθε και ο Ιάκωβος χαμογελώντας με ανακούφιση και μου είπε ότι έρχεται ο Εισαγγελέας και αυτός θα λύσει το πρόβλημα. Στο σημείο αυτό οφείλω να αναφέρω ότι ο Ιάκωβος είχε μέχρι την Κυριακή μεγάλη ελπίδα και εμπιστοσύνη στους δικαστές και την αστυνομία και εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια μου ζητούσε να πάμε στο δικαστήριο για να πει στο δικαστή τι τραβάει. Εξ άλλου, όπως ήδη ανέφερα στην από 1.2.2008 αίτησή μου, είχαμε πάει στην αστυνομία μετά από εντονότατες και επίμονες παρακλήσεις του άλλες δύο φορές.
Ξαφνικά και ενώ περιμέναμε την Εισαγγελέα χτύπησε το τηλέφωνο στο γραφείο του αστυνομικού υπηρεσίας και κάποιος ρώτησε τι δουλειά κάνει η πρώην σύζυγός μου. Πέντε λεπτά αργότερα μου ανακοινώθηκε ότι η εισαγγελέας διέταξε την κράτησή μου και ότι το παιδί δεν μπορεί να μείνει στο Τμήμα. Τότε και επειδή το παιδί ήταν σε απελπιστική κατάσταση, αντιδικώντας συνεχώς με τη μητέρα του και κατηγορώντας την για ότι του κάνει, αρνούμενος να πλησιάσει τη μητέρα του αλλά και αυτούς που τη συνόδευαν, προσκολλημένος στη γιαγιά του (μητέρα μου) και σε εμένα, ζήτησα να αφήσουν το παιδί να κοιμηθεί το βράδυ στο σπίτι μου με τη μητέρα μου. Παρακάλεσα μάλιστα την πρώην σύζυγό μου να συμφωνήσει προς τούτο. Η απάντησή της, χωρίς ίχνος ευαισθησίας, ήταν ότι το παιδί έχει υποχρεώσεις και πρέπει να πάει στο σχολείο.
Όλη αυτή την ώρα το παιδί ήταν γαντζωμένο στη γιαγιά του και μητέρα μου. Ο αστυνομικός υπηρεσίας κινήθηκε προς το παιδί λέγοντάς του ότι θα πάει στη μητέρα του. Ξαφνικά ο χώρος γέμισε αστυνομικούς που έκαναν κλοιό γύρω από το παιδί. Στο άκουσμα αυτό το παιδί άρχισε να κλαίει και με τρόμο του είπε ότι αν πάει με την μητέρα του θα τον δείρει και τρέχοντας έσπασε τον κλοιό των αστυνομικών, ήρθε και γαντζώθηκε στο λαιμό μου. Όταν ο αστυνομικός ήρθε προς τα εμάς, το παιδί ζήτησε να μείνει μαζί μου στο τμήμα και ο αστυνομικός απάντησε: «η εισαγγελέας είπε ότι ο μπαμπάς σου θα κρατηθεί και εσύ δεν μπορείς να μείνει στο τμήμα». Το παιδί ψάχνοντας μια ελπίδα ζήτησε να πάει με τη γιαγιά του (τη μητέρα μου). Όταν ο αστυνομικός του είπε ότι πρέπει να πάει με τη μητέρα του, το παιδί πάντα κλαίγοντας απελπισμένο και φοβισμένο είπε ότι αν πάει στο σπίτι η μητέρα του ή θα τον δείρει η ίδια ή θα βάλει το θείο Χχχχχχ Χχχχ να τον δείρει. Η μητέρα του του ψέλιζε ότι δεν θα το δείρει και ότι θα πάνε στο σπίτι να φάνε γλυκό και θα κοιμηθούν. Τότε το παιδί κλαίγοντας και φωνάζοντας της ζήτησε δύο φορές να ορκιστεί δυνατά ότι δεν θα τον δείρει, πράγμα που η μητέρα του έκανε. Παρ΄ όλ’ αυτά παρέμενε γαντζωμένος επάνω μου με χέρια και με πόδια. Βλέποντας αυτή την κατάσταση, όντας κρατούμενος και ανήμπορος να κάνω οτιδήποτε άλλο, του είπα «παιδί μου, σ’ αγαπώ πολύ».
Ο αστυνομικός τον πήρε από την αγκαλιά μου. Το παιδί κατέρρευσε και αφέθηκε με λυγμούς να το οδηγήσει ο αστυνομικός στη μητέρα του. Εκείνη τον πήρε σηκωτό και τον έβγαλε από το Τμήμα.
Όλα τελείωσαν στις 12:10 τα ξημερώματα…
Κρατήθηκα όλο το βράδυ στο τμήμα αγωνιώντας για την τύχη του παιδιού μου από την απρόβλεπτη συμπεριφορά της μητέρας του. Την άλλη μέρα το πρωί οδηγήθηκα στην εισαγγελέα και ορίστηκε ρητή δικάσιμος για τη μήνυση που κατέθεσε η πρώην σύζυγός μου για παραβίαση δικαστικής απόφασης .
Η Εισαγγελέας κα Λιάσου μου είπε ότι δεν με οδηγεί στο αυτόφωρο προκειμένου να εκτονωθεί η κατάσταση. Ζήτησα από την κα Εισαγγελέα την άμεση προστασία του παιδιού και την εφαρμογή του άρθρου 1532 παρ. γ ΑΚ, ξεκινώντας να της περιγράψω τι μου λέει το παιδί ότι περνά και αυτά που συνέβησαν στην αστυνομία. Μου είπε ότι ήταν ενήμερη για όλα από την αστυνομία ήδη από το βράδυ, ότι το άρθρο 1532 ΑΚ έχει καταργηθεί και να απευθυνθώ στην αρμόδια εισαγγελέα ανηλίκων όταν έρθει.
Όλα όσα διαδραματίστηκαν στο αστυνομικό τμήμα αποτελούν συναισθηματική κακοποίηση του παιδιού, η οποία σύμφωνα με όσα μου έλεγαν οι αστυνομικοί έγινε με τις εντολές της Εισαγγελέως κας Λιάσου*. Ουσιαστικά με τις εντολές της η κα Εισαγγελέας κατέστησε ένα παιδί ιδιοκτησιακό αντικείμενο της Χχχχχ Χχχχχ. Ούτε όλα όσα κατήγγειλα ο ίδιος, ούτε όσα φώναζε το παιδί μέσα στο τμήμα κατηγορώντας τη μητέρα του, πολύ δε περισσότερο οι εκκλήσεις και οι λυγμοί του στάθηκαν ικανά για να αντιμετωπισθεί το παιδί σαν άνθρωπος με ανθρώπινα δικαιώματα. Αντίθετα το παιδί κακοποιήθηκε συναισθηματικά, αγνοήθηκε το δικαίωμα της κρίσης και της γνώμης του, του στερήθηκε ακόμη και αυτή η ελπίδα που είχε στη δικαιοσύνη και στους λειτουργούς της. Με τις εντολές της Εισαγγελέως δεν έγινε καμία απολύτως προσπάθεια να προστατευθεί το παιδί από όλα όσα το ίδιο καταμαρτυρούσε φωνάζοντας «Αλήθεια λέω!», αντίθετα το μόνο που επιδιώχθηκε και τελικά επιτεύχθηκε ήταν να οδηγηθεί το παιδί πίσω στο περιβάλλον όπου το ίδιο το παιδί φώναζε ότι κακοποιείται.*
Το βράδυ της 3ης Φεβρουαρίου 2008 στο αστυνομικό τμήμα Καβάλας καταπατήθηκαν τα ανθρώπινα δικαιώματα του παιδιού μου, αφού οποίες ουδείς είδε, ουδείς άκουσε ή εξέτασε της καταγγελίες του περί κακοποίησης με αποτέλεσμα την περαιτέρω ψυχολογική και συναισθηματική κακοποίησή του, και όλα τούτα δυστυχώς με εντολή της Εισαγγελέως.
Αργότερα έμαθα πως η υπεράσπιση των Δικαιωμάτων του 6άχρονου παιδιού μας είχε ανατεθεί στην Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών κα. Χρ****** Φα*****, που το έπραξε με τον παραπάνω τρόπο.
Ακόμα νοιώθω συγκλονισμένος από την... "επαγγελματική ευσυνειδησία" του Αξιωματικού Υπηρεσίας. Με τη ψυχή μπόρεσε να κάνει την "παραδώσει"
Μέχρι και σήμερα το παιδί παραμένει στο ίδιο περιβάλλον (προφανώς κρίθηκε ικανοποιητικό για την ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη) και πρόσφατα άρχισε και η παρακολούθηση του από παιδοψυχίατρο.
Ικανή παραμένει και η ψυχιατρικά ασθενής μητέρα (Διπολική). Ικανότερη πάντα από τον υγιή πατέρα!!!
Παρόμοια περιστατικά συμβαίνουν συνεχώς σε όλες τις πόλεις.
Σε ένα τουλάχιστον από αυτά (ήμουν παρόν) μετείχε Δικαστική και Κοινωνική λειτουργός.
Το τη άκουσε ένα 7χρονο παιδί με ψυχολογικά προβλήματα λόγω της χρόνιας κακοποίησης του, για να πεισθεί να επιστρέψει στην ..."μητέρα", είναι πέρα από κάθε φαντασία.
Όλα αυτά με τις ευλογίες της Εισαγγελέας Πρωτοδικών κα. Κα*********."
Η εξομολόγηση ενός πατέρα (μέρος 1ο) και (μέρος 2ον)
«Ο Νόμος αν δεν είναι η εύρεση του πραγματικού, δεν είναι νόμος αλλά τυραννικόν πρόσταγμα».