Δευτέρα 9 Μαρτίου 2009

ΛΥΧΝΟΣ ΤΟΥ ΑΛΑΔΙΝΟΥ

Στο Ν. Χατζηκυριάκο-Γκίκα


Την ανεξήγητη γραφή να λύσω πολεμώ
που σου χαράξαν πειρατές Κινέζοι στις λαγόνες.
Γυμνοί με ξύλινους φαλλούς τριγύρω απ' το λαιμό,
μας σπρώχναν προς τη θάλασσα με τόξα οι Παταγόνες.

Κόκαλο ρίξε στο σκυλί το μαύρο που αλυχτά
και στείλε τη «φιγούρα» μας στον πειρατή ρεγάλο.
Πες μου, πού βρέθηκε η στεριά στου πέλαου τ' ανοιχτά
και το δεντρί με το πουλί που κρώζει το μεγάλο;

Για το άστρο της Ανατολής κινήσαμε μικροί.
Πουλί, πουλάκι στεριανό, θάλασσα δε σου πρέπει!
Και σε που σε φυτέψαμε, παιδί, στο Κονακρί,
με γράμμα συμβουλευτικό της μάνας σου στην τσέπη.

Του ναύτη δος του στη στεριά κρεβάτι, και να πιει.
- Όλο τον κόσμο γύρισες, μα τίποτα δεν είδες... -
Μεσ' στο μετάξι κρύβονταν της Ίντιας οι σκορπιοί
κι έφερνε ο αγέρας της νοτιάς στην πλώρη άμμο κι ακρίδες.

Σημάδι μαύρο απόμεινε κι ας έσπασε ο χαλκάς.
- Στην αγορά του Αλιτζεριού δεμένη να σε σύρω. -
Και πήδηξε ο μικρός θεός μια νύχτα, των Ινκάς,
στου Αιγαίου τα γαλανά νερά, δυο μίλια όξω απ' τη Σκύρο.

Μεσάνυχτα και ταξιδεύεις δίχως πλευρικά!
Σκιάζεσαι μήπως στο γιαλό τα φώτα σε προδίνουν,
μα πρύμα πλώρα μόνο εσύ πατάς στοχαστικά,
κρατώντας στα χεράκια σου το λύχνο του Αλαδί

Νίκος Καββαδίας