Τ᾿ ὁλόχρυσο ποτάμι
Τρέχ᾿ ἡ ματιά μου ἐλεύθερη, χάνεται, σχίζει
κάτου τὰ κύματα τὰ σύννεφα ψηλά,
καὶ πάει καὶ σταματᾷ ἐκεῖ ποὺ γλυκογγίζει
καὶ μὲ τὴ θάλασσα ὁ οὐρανὸς μιλᾷ.
Κοιμᾶται τ᾿ ἀκρογιάλι, ἡ αὔρα πλέει δειλά,
ἀσπρίζει ἐδῶ πουλὶ κι ἐκεῖ οὐρανὸς μαυρίζει.
Ἡ νύχτα ἐχύθ᾿ ἡ δύσις μοναχὰ ροδίζει,
ἡ μέρα εἶναι νεκρὸς ὁποῦ χαμογελᾷ.
Μὰ καὶ τῆς δύσεως σὲ λίγο φεύγ᾿ ἡ χάρη,
καὶ μέσ᾿ στὴ λίμνη μας θὰ δοῦμε τὸ φεγγάρι
ἕνα ποτάμι ὁλόχρυσο πλατὺ νὰ κάμει.
Καὶ τότε θὰ σοῦ πῶ ἀγάπη μου δροσάτη:
-Μέσ᾿ στὴν καρδιά μας, θάλασσα πάθη γεμάτη,
ὁ Ἔρως εἶν᾿ αὐτὸ τ᾿ ὁλόχρυσο ποτάμι.
Κωστής Παλαμάς