«Θα λειτουργούμε εμείς θέτοντας το ερώτημα τι θα πουν και τι θα πράξουν οι άλλοι ή μήπως πρέπει να λειτουργούν οι άλλοι θέτοντας τα ερωτήματα τι θα πει η Τουρκία και τι θα γίνει αν τη χάσουμε;»
Ταγίπ Ερντογάν, πρωθυπουργός της Τουρκίας, μετά το επεισόδιο στο Νταβός.
Οταν κάποιος χαράσσει την εξωτερική πολιτική ενός κράτους, φροντίζει να θέτει εκτός τα όποια συναισθήματα και αντι-ισμούς (π.χ. αντι-αμερικανισμός) και επικεντρώνει την προσοχή του στη ρεαλιστική αντιμετώπιση των υφιστάμενων δεδομένων. Ακόμη και όταν αυτά δεν συμβαδίζουν με τα εθνικά του συμφέροντα, προσπαθεί να μετατρέψει το μειονέκτημα σε πλεονέκτημα, εφαρμόζοντας τη διπλωματία σε συνδυασμό με την ισχύ που του παρέχουν η γεωπολιτική θέση της χώρας του και οι Ενοπλες Δυνάμεις της.
Η Τουρκία έχει κατορθώσει, ακολουθώντας αυτό τον κανόνα, να χαράξει μια νέα πολιτική, οι βασικές παράμετροι της οποίας παρουσιάζονται στην εξαιρετική ανάλυση του καθηγητή Ιωάννη Μάζη την οποία φιλοξενούμε στο παρόν τεύχος.
Στις 30 Μαρτίου δημοσιεύθηκε από το αμερικανικό Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (Center for Strategic and International Studies - CSIS) μια εισήγηση-ανάλυση προς την αμερικανική κυβέρνηση, με επίκεντρο την Τουρκία και επικεφαλίδα «Turkey’s evolving dynamics, Strategic choices for US-Turkey Relations».
Το κείμενο αυτό είχε γραφεί τον Ιούνιο του 2008 και ουσιαστικά προχωρεί σε μια αναδόμηση των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων, στις οποίες δίδεται μια ακόμη πιο «ισχυρή» διάσταση. Βάσει της εισηγούμενης πολιτικής, η Τουρκία θα αναδειχθεί σε ένα «νέο Ισραήλ», ως περιφερειακός χωροφύλακας των Βαλκανίων, του Καυκάσου, της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Προτείνεται οι ΗΠΑ να ενθαρρύνουν την Τουρκία να αναπτύξει μια μορφή αυτόνομης πολιτικής και να αναδειχθεί σε ενεργειακό κόμβο.
Παράλληλα η χώρα θα πρέπει να υποστηριχθεί από την Ουάσιγκτον ώστε να καταστεί πλήρες μέλος της ΕΕ, με το γνωστό επιχείρημα ότι είναι ένα μουσουλμανικό κράτος-υπόδειγμα για τα υπόλοιπα ασταθή καθεστώτα. Οσον αφορά τα ελληνο-τουρκικά, η παραπάνω ανάλυση «δεν μασά τα λόγια της». Η Κύπρος θα μετατραπεί, μέσω ενός νέου σχεδίου, στο κρατικό μόρφωμα που επιθυμεί η Τουρκία (το ψευδοκράτος εξισώνεται με τη νόμιμη κυπριακή κυβέρνηση) και η Ελλάδα θα πρέπει να στηρίξει τις προσπάθειες επίλυσης του ζητήματος.
Η ανάλυση αναφέρει και άλλα στοιχεία τα οποία επιβεβαιώνουν την ανάδειξη της Τουρκίας σε νέα «αγαπημένη» περιφερειακή δύναμη των ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση Ομπάμα επιθυμεί σαφέστατα την αξιοποίηση της Αγκυρας σε ρόλο του πιστού στη Δύση μουσουλμάνου χωροφύλακα, ο οποίος θα συνεισφέρει στην αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ και ακολούθως θα αναλάβει να διατηρήσει την τάξη.
Πρακτικά οι Αμερικανοί ενθαρρύνουν τον νέο-οθωμανισμό τον οποίο θα χρησιμοποιήσουν για να «λογικέψουν» το Ισραήλ και να αρχίσουν να εφαρμόζουν μια πιο φιλοϊσλαμική πολιτική στην περιοχή. Αραγε οι εξ ανατολών σύμμαχοί μας έχουν τα τυπικά προσόντα για μια τέτοια αναβάθμιση; Η απάντηση είναι καταφατική και προσθέτουμε ότι η γείτων, χωρίς να ενισχύεται από κοινοτικά κονδύλια, όπως η Ελλάδα, υλοποιεί με συνέπεια μια σειρά από φιλόδοξα προγράμματα.
Η Αγκυρα προωθεί τα δύο σημαντικότερα και φιλόδοξα προγράμματα-σταθμούς, μέσω των οποίων θα ενισχύσει κατά πολύ την προσπάθεια αναβάθμισής της ως περιφερειακής υπερδύναμης. Αναφερόμαστε στην κατασκευή του πρώτου πυρηνικού εργοστασίου της και ενός υπερφράγματος μέσω του οποίου θα ελέγχει τη ροή των υδάτων του ποταμού Τίγρη.
Το ζήτημα του πυρηνικού εργοστασίου θα φθάσει σύντομα στην τελική φάση, με την υπογραφή του σχετικού συμβολαίου εντός του επόμενου μήνα. Η Αγκυρα θα προχωρήσει στην κατασκευή και άλλων πυρηνικών εργοστασίων, μέσω των οποίων μεσοπρόθεσμα (την επομένη δεκαετία) θα αναδειχθεί και σε πυρηνική δύναμη. Ετσι σταδιακά θα αποκτήσει το «status» που αρμόζει σε μια ηγεμονεύουσα δύναμη με την πλήρη υποστήριξη και ενθάρρυνση των ΗΠΑ.
Το υπερφράγμα Ιλίσου, κόστους 2,7 δις δολαρίων, θα παράγει ενέργεια 1.200 MW και αποτελεί μέρος του αναπτυξιακού σχεδίου GAP το οποίο ξεκίνησε το 1977 στη νοτιοανατολική Τουρκία.
Οταν ολοκληρωθεί το GAP, θα έχουν κατασκευασθεί 21 φράγματα και 19 υδροηλεκτρικά εργοστάσια συνολικού κόστους 32 δις δολαρίων. Το έργο αυτό έχει ως στόχο την υδροδότηση των υπανάπτυκτων κουρδικών περιοχών (εκτιμάται ότι θα υδροδοτηθεί έκταση 16.850 τ.χλμ.) και παράλληλα λειτουργεί σαν «δούρειος ίππος» για την καταστροφή χωριών και κωμοπόλεων και την εκδίωξη δεκάδων χιλιάδων Κούρδων από τις εστίες τους. Επίσημες πηγές υπολογίζουν την απομάκρυνση περί των 78.000 κατοίκων από τις περιοχές που θα πλημμυρίσουν λόγω του φράγματος.
Σημαντική θα είναι και η καταστροφή αρχαιολογικών χώρων (ιδιαίτερα εκείνων με έντονη ελληνική παρουσία). Ο μεγαλύτερος, όμως, στόχος είναι ο έλεγχος των υδάτων και ο περιορισμός της ροής των στρατηγικής αξίας ποταμών Τίγρη και Ευφράτη. Ετσι η Τουρκία θα καταστεί η δύναμη που θα επιβάλλει τη θέλησή της μέσω της κατακράτησης των υδάτων, εξαρτώντας τις άλλες χώρες της περιοχής (βλ. Ισραήλ) από τις διαθέσεις της.
Εκτός αυτών, η Τουρκία προχωρεί στον εκσυγχρονισμό του σιδηροδρομικού της δικτύου.
Τον προηγούμενο μήνα ο πρωθυπουργός Τ. Ερντογάν εγκαινίασε τη νέα σιδηροδρομική γραμμή η οποία ενώνει την Αγκυρα με το Ικόνιο, πάνω στην οποία κινείται το τραίνο TCDD HT65000 που αναπτύσσει ταχύτητα 250 km/h. Ηδη η Τουρκία στο εργοστάσιό της EUROTEM, στο Αντάπαζαρί, κατασκευάζει την υπερταχεία HSR-350x, η οποία θα αναπτύσσει ταχύτητα 350+ km/h. Οταν ολοκληρωθεί το σιδηροδρομικό δίκτυο, σε συνδυασμό με το πρόγραμμα Marmaray, η Τουρκία θα διαθέτει δυνατότητα ταχύτατης μεταφοράς εμπορευμάτων και επιβατών από το ευρωπαϊκό στο ασιατικό τμήμα της και αντίστροφα.
Σε μια περίοδο κατά την οποία σημειώνονται μείζονες-ιστορικής σημασίας ανακατατάξεις στην περιοχή μας, είναι τουλάχιστον λυπηρό να συγκρίνουμε την ελληνική με την τουρκική πραγματικότητα και κυρίως το διαμορφούμενο μέλλον. Η Αθήνα βυθίζεται στο τέλμα της εσωτερικής κρίσης (πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής, δημογραφικής, θεσμικής), η στρατιωτική ισχύς της μειώνεται και η κοινή γνώμη στην Ελλάδα μόλις τώρα αρχίζει να αντιλαμβάνεται πού την έχει οδηγήσει η άφρων πολιτική δεκαετιών.
Σύντομα έρχεται η ώρα του τελικού λογαριασμού, τον οποίο θα κληθούμε να πληρώσουμε όλοι ανεξαιρέτως. Επιτέλους, οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι εμείς, ο ελληνικός λαός, είμαστε οι αποκλειστικοί υπεύθυνοι για την παρούσα κατάσταση.
Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος
Διευθυντής Σύνταξης
ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ
http://egersis.blogspot.com/2009/04/blog-post_4332.html
Ταγίπ Ερντογάν, πρωθυπουργός της Τουρκίας, μετά το επεισόδιο στο Νταβός.
Οταν κάποιος χαράσσει την εξωτερική πολιτική ενός κράτους, φροντίζει να θέτει εκτός τα όποια συναισθήματα και αντι-ισμούς (π.χ. αντι-αμερικανισμός) και επικεντρώνει την προσοχή του στη ρεαλιστική αντιμετώπιση των υφιστάμενων δεδομένων. Ακόμη και όταν αυτά δεν συμβαδίζουν με τα εθνικά του συμφέροντα, προσπαθεί να μετατρέψει το μειονέκτημα σε πλεονέκτημα, εφαρμόζοντας τη διπλωματία σε συνδυασμό με την ισχύ που του παρέχουν η γεωπολιτική θέση της χώρας του και οι Ενοπλες Δυνάμεις της.
Η Τουρκία έχει κατορθώσει, ακολουθώντας αυτό τον κανόνα, να χαράξει μια νέα πολιτική, οι βασικές παράμετροι της οποίας παρουσιάζονται στην εξαιρετική ανάλυση του καθηγητή Ιωάννη Μάζη την οποία φιλοξενούμε στο παρόν τεύχος.
Στις 30 Μαρτίου δημοσιεύθηκε από το αμερικανικό Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (Center for Strategic and International Studies - CSIS) μια εισήγηση-ανάλυση προς την αμερικανική κυβέρνηση, με επίκεντρο την Τουρκία και επικεφαλίδα «Turkey’s evolving dynamics, Strategic choices for US-Turkey Relations».
Το κείμενο αυτό είχε γραφεί τον Ιούνιο του 2008 και ουσιαστικά προχωρεί σε μια αναδόμηση των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων, στις οποίες δίδεται μια ακόμη πιο «ισχυρή» διάσταση. Βάσει της εισηγούμενης πολιτικής, η Τουρκία θα αναδειχθεί σε ένα «νέο Ισραήλ», ως περιφερειακός χωροφύλακας των Βαλκανίων, του Καυκάσου, της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Προτείνεται οι ΗΠΑ να ενθαρρύνουν την Τουρκία να αναπτύξει μια μορφή αυτόνομης πολιτικής και να αναδειχθεί σε ενεργειακό κόμβο.
Παράλληλα η χώρα θα πρέπει να υποστηριχθεί από την Ουάσιγκτον ώστε να καταστεί πλήρες μέλος της ΕΕ, με το γνωστό επιχείρημα ότι είναι ένα μουσουλμανικό κράτος-υπόδειγμα για τα υπόλοιπα ασταθή καθεστώτα. Οσον αφορά τα ελληνο-τουρκικά, η παραπάνω ανάλυση «δεν μασά τα λόγια της». Η Κύπρος θα μετατραπεί, μέσω ενός νέου σχεδίου, στο κρατικό μόρφωμα που επιθυμεί η Τουρκία (το ψευδοκράτος εξισώνεται με τη νόμιμη κυπριακή κυβέρνηση) και η Ελλάδα θα πρέπει να στηρίξει τις προσπάθειες επίλυσης του ζητήματος.
Η ανάλυση αναφέρει και άλλα στοιχεία τα οποία επιβεβαιώνουν την ανάδειξη της Τουρκίας σε νέα «αγαπημένη» περιφερειακή δύναμη των ΗΠΑ.
Η κυβέρνηση Ομπάμα επιθυμεί σαφέστατα την αξιοποίηση της Αγκυρας σε ρόλο του πιστού στη Δύση μουσουλμάνου χωροφύλακα, ο οποίος θα συνεισφέρει στην αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ και ακολούθως θα αναλάβει να διατηρήσει την τάξη.
Πρακτικά οι Αμερικανοί ενθαρρύνουν τον νέο-οθωμανισμό τον οποίο θα χρησιμοποιήσουν για να «λογικέψουν» το Ισραήλ και να αρχίσουν να εφαρμόζουν μια πιο φιλοϊσλαμική πολιτική στην περιοχή. Αραγε οι εξ ανατολών σύμμαχοί μας έχουν τα τυπικά προσόντα για μια τέτοια αναβάθμιση; Η απάντηση είναι καταφατική και προσθέτουμε ότι η γείτων, χωρίς να ενισχύεται από κοινοτικά κονδύλια, όπως η Ελλάδα, υλοποιεί με συνέπεια μια σειρά από φιλόδοξα προγράμματα.
Η Αγκυρα προωθεί τα δύο σημαντικότερα και φιλόδοξα προγράμματα-σταθμούς, μέσω των οποίων θα ενισχύσει κατά πολύ την προσπάθεια αναβάθμισής της ως περιφερειακής υπερδύναμης. Αναφερόμαστε στην κατασκευή του πρώτου πυρηνικού εργοστασίου της και ενός υπερφράγματος μέσω του οποίου θα ελέγχει τη ροή των υδάτων του ποταμού Τίγρη.
Το ζήτημα του πυρηνικού εργοστασίου θα φθάσει σύντομα στην τελική φάση, με την υπογραφή του σχετικού συμβολαίου εντός του επόμενου μήνα. Η Αγκυρα θα προχωρήσει στην κατασκευή και άλλων πυρηνικών εργοστασίων, μέσω των οποίων μεσοπρόθεσμα (την επομένη δεκαετία) θα αναδειχθεί και σε πυρηνική δύναμη. Ετσι σταδιακά θα αποκτήσει το «status» που αρμόζει σε μια ηγεμονεύουσα δύναμη με την πλήρη υποστήριξη και ενθάρρυνση των ΗΠΑ.
Το υπερφράγμα Ιλίσου, κόστους 2,7 δις δολαρίων, θα παράγει ενέργεια 1.200 MW και αποτελεί μέρος του αναπτυξιακού σχεδίου GAP το οποίο ξεκίνησε το 1977 στη νοτιοανατολική Τουρκία.
Οταν ολοκληρωθεί το GAP, θα έχουν κατασκευασθεί 21 φράγματα και 19 υδροηλεκτρικά εργοστάσια συνολικού κόστους 32 δις δολαρίων. Το έργο αυτό έχει ως στόχο την υδροδότηση των υπανάπτυκτων κουρδικών περιοχών (εκτιμάται ότι θα υδροδοτηθεί έκταση 16.850 τ.χλμ.) και παράλληλα λειτουργεί σαν «δούρειος ίππος» για την καταστροφή χωριών και κωμοπόλεων και την εκδίωξη δεκάδων χιλιάδων Κούρδων από τις εστίες τους. Επίσημες πηγές υπολογίζουν την απομάκρυνση περί των 78.000 κατοίκων από τις περιοχές που θα πλημμυρίσουν λόγω του φράγματος.
Σημαντική θα είναι και η καταστροφή αρχαιολογικών χώρων (ιδιαίτερα εκείνων με έντονη ελληνική παρουσία). Ο μεγαλύτερος, όμως, στόχος είναι ο έλεγχος των υδάτων και ο περιορισμός της ροής των στρατηγικής αξίας ποταμών Τίγρη και Ευφράτη. Ετσι η Τουρκία θα καταστεί η δύναμη που θα επιβάλλει τη θέλησή της μέσω της κατακράτησης των υδάτων, εξαρτώντας τις άλλες χώρες της περιοχής (βλ. Ισραήλ) από τις διαθέσεις της.
Εκτός αυτών, η Τουρκία προχωρεί στον εκσυγχρονισμό του σιδηροδρομικού της δικτύου.
Τον προηγούμενο μήνα ο πρωθυπουργός Τ. Ερντογάν εγκαινίασε τη νέα σιδηροδρομική γραμμή η οποία ενώνει την Αγκυρα με το Ικόνιο, πάνω στην οποία κινείται το τραίνο TCDD HT65000 που αναπτύσσει ταχύτητα 250 km/h. Ηδη η Τουρκία στο εργοστάσιό της EUROTEM, στο Αντάπαζαρί, κατασκευάζει την υπερταχεία HSR-350x, η οποία θα αναπτύσσει ταχύτητα 350+ km/h. Οταν ολοκληρωθεί το σιδηροδρομικό δίκτυο, σε συνδυασμό με το πρόγραμμα Marmaray, η Τουρκία θα διαθέτει δυνατότητα ταχύτατης μεταφοράς εμπορευμάτων και επιβατών από το ευρωπαϊκό στο ασιατικό τμήμα της και αντίστροφα.
Σε μια περίοδο κατά την οποία σημειώνονται μείζονες-ιστορικής σημασίας ανακατατάξεις στην περιοχή μας, είναι τουλάχιστον λυπηρό να συγκρίνουμε την ελληνική με την τουρκική πραγματικότητα και κυρίως το διαμορφούμενο μέλλον. Η Αθήνα βυθίζεται στο τέλμα της εσωτερικής κρίσης (πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής, δημογραφικής, θεσμικής), η στρατιωτική ισχύς της μειώνεται και η κοινή γνώμη στην Ελλάδα μόλις τώρα αρχίζει να αντιλαμβάνεται πού την έχει οδηγήσει η άφρων πολιτική δεκαετιών.
Σύντομα έρχεται η ώρα του τελικού λογαριασμού, τον οποίο θα κληθούμε να πληρώσουμε όλοι ανεξαιρέτως. Επιτέλους, οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι εμείς, ο ελληνικός λαός, είμαστε οι αποκλειστικοί υπεύθυνοι για την παρούσα κατάσταση.
Ιωάννης Σ. Θεοδωράτος
Διευθυντής Σύνταξης
ΑΜΥΝΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ
http://egersis.blogspot.com/2009/04/blog-post_4332.html