Στις 2 Μαϊου(σαν σήμερα) συμπληρώνονται 90 χρόνια από την αποβίβαση των πρώτων Ελλήνων στρατιωτών στην παραλία της Σμύρνης. Εκείνος ο Μάιος του 1919 πέρασε στη μνήμη ως μια από τις πλέον υπέροχες περιόδους της Ιστορίας μας και χαιρετίσθηκε ως η απαρχή της υλοποίησης της «Μεγάλης Ιδέας».
Είχε προηγηθεί η εξαιρετικά πειστική επιχειρηματολογία του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος ανέπτυξε τις εθνικές διεκδικήσεις στο Ανώτατο Συμβούλιο των Συμμάχων στις 4 Φεβρουαρίου 1919. Ωστόσο ακόμη και σήμερα ελάχιστοι γνωρίζουν ότι οι ΗΠΑ και η Ιταλία ήταν τελείως αντίθετες στο ενδεχόμενο υλοποίησης των προτάσεων Βενιζέλου.
Η Ιταλία θεωρούσε ότι η Μικρά Ασία περιλαμβανόταν στη δική της σφαίρα επιρροής, όπως προβλεπόταν από τη μυστική Συνθήκη του Λονδίνου τον Απρίλιο του 1915 (διεκδίκηση της περιοχής της Αττάλειας, αναγνώριση «δικαιώματος ισορροπίας στη Μεσόγειο») και τη Συνθήκη του Αγίου Ιωάννη της Μωριέννης στη Σαβοϊα τον Απρίλιο του 1917. Η Ρώμη, που είχε λάβει σοβαρά ανταλλάγματα για να εισέλθει στον πόλεμο κατά της Γερμανίας (Αύγουστος 1916), υπέβαλε σειρά αιτημάτων ζητώντας την παραχώρηση, εκτός από την περιοχή της Αττάλειας, των παρακείμενων βιλαετίων του Ικονίου, των Αδάνων και του Αϊδινίου. Μάλιστα ο τότε Ιταλός υπουργός Εξωτερικών, Σονίνο, αναγνώρισε την κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης μόνο μετά τη διαβεβαίωση των Συμμάχων ότι δεν ίσχυαν οι υποσχέσεις τους προς τον Βενιζέλο για τη Μικρά Ασία. Οι Ιταλοί ήταν τόσο επίμονοι στις διεκδικήσεις τους ώστε όταν τέθηκαν τα εδαφικά ζητήματα κατά τη συνδιάσκεψη του Αγίου Ιωάννη της Μωριέννης, ο Βρετανός πρωθυπουργός, Λόυντ Τζωρτζ, τους προσέφερε τη Σμύρνη και ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών, Ριμπώ, το Ικόνιο (προσπαθώντας να θέσει εκτός τη Σμύρνη), προκειμένου να παραιτηθούν από τις εδαφικές βλέψεις τους στην Αυστρία! Η ιταλική απληστία αποδείχθηκε τεράστια όταν ο Σονίνο ζήτησε το Ικόνιο και τη Σμύρνη! Τελικά η συμφωνία δεν απέκτησε ποτέ νομική ισχύ διότι θα έπρεπε να την αναγνωρίσει και η Ρωσία.
Η Ρώμη, ας σημειωθεί, έβλεπε την εδαφική της «αποζημίωση» στη Μικρά Ασία ως δίκαιη, λόγω της υποχώρησής της στο ζήτημα της διεκδίκησης αυστριακών εδαφών. Η έξοδος στον πόλεμο με την πλευρά των Συμμάχων πριν από την Ελλάδα, η οποία εισήλθε ενωμένη τον Ιούνιο του 1917, είχε δημιουργήσει ένα προηγούμενο. Από τις αρχές του 20ού αιώνα η ιταλική προπαγάνδα είχε παρουσιάσει αξιόλογη ανάπτυξη στην περιοχή των βιλαετίων Σμύρνης και Αϊδινίου. Φορείς της ήταν οι Ιταλοί εργάτες των σιδηροδρόμων και οι Μαλτέζοι της Σμύρνης και μέσα εκδήλωσής της τα ιταλικά σχολεία και ιδρύματα.
Οι ΗΠΑ αντιδρούσαν σε οποιαδήποτε εδαφική μεταβολή στη Μικρά Ασία, εμμένοντας στην αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών, όπως προωθούσε ο πρόεδρος Ουίλσον με το διάγγελμα των «14 σημείων». Μάλιστα στο 12ο από αυτά τα σημεία ο πρόεδρος εμφανιζόταν κατηγορηματικά αντίθετος στον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το ελληνικό κράτος ενδιαφερόταν αρχικά για την τύχη των ελληνικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας και δεν είχε προχωρήσει στην εκδήλωση εδαφικών διεκδικήσεων. Οι Σύμμαχοι ήταν εκείνοι που «άνοιξαν τον χορό», προσφέροντας εδαφικά ανταλλάγματα προκειμένου να δελεάσουν την Ελλάδα να εξέλθει στον πόλεμο στο πλευρό τους. Τον Απρίλιο του 1915 γνωστοποίησαν στην κυβέρνηση Γούναρη ότι αν η Ελλάδα μετείχε στον πόλεμο, θα ελάμβανε εδάφη στην περιοχή του Αϊδινίου.
Η κατάσταση μεταβλήθηκε ριζικά στις 12 Μαρτίου 1919, όταν το ιταλικό θωρηκτό «Regina Elena» κατέπλευσε στο λιμάνι της Αττάλειας και ο κυβερνήτης του ζήτησε να αναλάβει την ασφάλεια της πόλης. Επειτα από τρεις ημέρες και αφού προηγήθηκε άρνηση των οθωμανικών αρχών, σημειώθηκε έκρηξη στην οικία του μοναδικού Ιταλού κατοίκου της πόλης, που βρισκόταν εντός της ελληνικής συνοικίας. Ακολούθησε κατάληψη της πόλης από ναυτικό άγημα, η οποία επισφραγίστηκε με την υπογραφή 40 προυχόντων της Αττάλειας, αρχικά σε λευκό χαρτί (!), κειμένου με το οποίο ευχαριστούσαν τους Ιταλούς ως σωτήρες και ζητούσαν να γίνει η περιοχή ιταλικό προτεκτοράτο.
Η καθαρά πραξικοπηματική αυτή ενέργεια κινητοποίησε τους Συμμάχους και ειδικά τη Βρετανία. Οταν μάλιστα οι Ιταλοί κατέλαβαν τη Μάκρη και ετοιμάζονταν να αποβιβαστούν στην Αλικαρνασσό, κατέστη σαφές ότι επόμενος στόχος τους ήταν η Σμύρνη.
Γάλλοι, Βρετανοί, ακόμη και οι ΗΠΑ, για τους δικούς τους λόγους, συναίνεσαν στην εσπευσμένη αποστολή ελληνικών δυνάμεων στη Σμύρνη προκειμένου να αποτραπεί η κατάληψή της από τους Ιταλούς.
Οι στρατιώτες της Ι Μεραρχίας που συγκεντρώθηκαν στο λιμάνι των Ελευθερών το πρωί της 27ης Απριλίου 1919 και επιβιβάστηκαν με άκρα μυστικότητα στα πλοία, αγνοούσαν ότι θα αποβιβάζονταν στην πρωτεύουσα της Ιωνίας, τη Σμύρνη. Μετά από παλινωδίες, 18 ελληνικά μεταγωγικά συνοδευόμενα από επτά αντιτορπιλικά (τέσσερα ελληνικά και τρία βρετανικά) έφθασαν στις 2 Μαϊου στον κόλπο της Σμύρνης.
Οι στρατιώτες πληροφορήθηκαν, μόλις τα πλοία απέπλευσαν από την Ελλάδα, ότι δεν θα μετέβαιναν στην Ουκρανία αλλά στη Σμύρνη. Εκείνο που δεν έμαθαν ήταν το παρασκήνιο μιας απόφασης η οποία θα άλλαζε την πορεία του Ελληνισμού.
IΩΑΝΝΗΣ Σ. ΘΕΟΔΩΡΑΤΟΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
Είχε προηγηθεί η εξαιρετικά πειστική επιχειρηματολογία του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος ανέπτυξε τις εθνικές διεκδικήσεις στο Ανώτατο Συμβούλιο των Συμμάχων στις 4 Φεβρουαρίου 1919. Ωστόσο ακόμη και σήμερα ελάχιστοι γνωρίζουν ότι οι ΗΠΑ και η Ιταλία ήταν τελείως αντίθετες στο ενδεχόμενο υλοποίησης των προτάσεων Βενιζέλου.
Η Ιταλία θεωρούσε ότι η Μικρά Ασία περιλαμβανόταν στη δική της σφαίρα επιρροής, όπως προβλεπόταν από τη μυστική Συνθήκη του Λονδίνου τον Απρίλιο του 1915 (διεκδίκηση της περιοχής της Αττάλειας, αναγνώριση «δικαιώματος ισορροπίας στη Μεσόγειο») και τη Συνθήκη του Αγίου Ιωάννη της Μωριέννης στη Σαβοϊα τον Απρίλιο του 1917. Η Ρώμη, που είχε λάβει σοβαρά ανταλλάγματα για να εισέλθει στον πόλεμο κατά της Γερμανίας (Αύγουστος 1916), υπέβαλε σειρά αιτημάτων ζητώντας την παραχώρηση, εκτός από την περιοχή της Αττάλειας, των παρακείμενων βιλαετίων του Ικονίου, των Αδάνων και του Αϊδινίου. Μάλιστα ο τότε Ιταλός υπουργός Εξωτερικών, Σονίνο, αναγνώρισε την κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης μόνο μετά τη διαβεβαίωση των Συμμάχων ότι δεν ίσχυαν οι υποσχέσεις τους προς τον Βενιζέλο για τη Μικρά Ασία. Οι Ιταλοί ήταν τόσο επίμονοι στις διεκδικήσεις τους ώστε όταν τέθηκαν τα εδαφικά ζητήματα κατά τη συνδιάσκεψη του Αγίου Ιωάννη της Μωριέννης, ο Βρετανός πρωθυπουργός, Λόυντ Τζωρτζ, τους προσέφερε τη Σμύρνη και ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών, Ριμπώ, το Ικόνιο (προσπαθώντας να θέσει εκτός τη Σμύρνη), προκειμένου να παραιτηθούν από τις εδαφικές βλέψεις τους στην Αυστρία! Η ιταλική απληστία αποδείχθηκε τεράστια όταν ο Σονίνο ζήτησε το Ικόνιο και τη Σμύρνη! Τελικά η συμφωνία δεν απέκτησε ποτέ νομική ισχύ διότι θα έπρεπε να την αναγνωρίσει και η Ρωσία.
Η Ρώμη, ας σημειωθεί, έβλεπε την εδαφική της «αποζημίωση» στη Μικρά Ασία ως δίκαιη, λόγω της υποχώρησής της στο ζήτημα της διεκδίκησης αυστριακών εδαφών. Η έξοδος στον πόλεμο με την πλευρά των Συμμάχων πριν από την Ελλάδα, η οποία εισήλθε ενωμένη τον Ιούνιο του 1917, είχε δημιουργήσει ένα προηγούμενο. Από τις αρχές του 20ού αιώνα η ιταλική προπαγάνδα είχε παρουσιάσει αξιόλογη ανάπτυξη στην περιοχή των βιλαετίων Σμύρνης και Αϊδινίου. Φορείς της ήταν οι Ιταλοί εργάτες των σιδηροδρόμων και οι Μαλτέζοι της Σμύρνης και μέσα εκδήλωσής της τα ιταλικά σχολεία και ιδρύματα.
Οι ΗΠΑ αντιδρούσαν σε οποιαδήποτε εδαφική μεταβολή στη Μικρά Ασία, εμμένοντας στην αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών, όπως προωθούσε ο πρόεδρος Ουίλσον με το διάγγελμα των «14 σημείων». Μάλιστα στο 12ο από αυτά τα σημεία ο πρόεδρος εμφανιζόταν κατηγορηματικά αντίθετος στον διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Το ελληνικό κράτος ενδιαφερόταν αρχικά για την τύχη των ελληνικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας και δεν είχε προχωρήσει στην εκδήλωση εδαφικών διεκδικήσεων. Οι Σύμμαχοι ήταν εκείνοι που «άνοιξαν τον χορό», προσφέροντας εδαφικά ανταλλάγματα προκειμένου να δελεάσουν την Ελλάδα να εξέλθει στον πόλεμο στο πλευρό τους. Τον Απρίλιο του 1915 γνωστοποίησαν στην κυβέρνηση Γούναρη ότι αν η Ελλάδα μετείχε στον πόλεμο, θα ελάμβανε εδάφη στην περιοχή του Αϊδινίου.
Η κατάσταση μεταβλήθηκε ριζικά στις 12 Μαρτίου 1919, όταν το ιταλικό θωρηκτό «Regina Elena» κατέπλευσε στο λιμάνι της Αττάλειας και ο κυβερνήτης του ζήτησε να αναλάβει την ασφάλεια της πόλης. Επειτα από τρεις ημέρες και αφού προηγήθηκε άρνηση των οθωμανικών αρχών, σημειώθηκε έκρηξη στην οικία του μοναδικού Ιταλού κατοίκου της πόλης, που βρισκόταν εντός της ελληνικής συνοικίας. Ακολούθησε κατάληψη της πόλης από ναυτικό άγημα, η οποία επισφραγίστηκε με την υπογραφή 40 προυχόντων της Αττάλειας, αρχικά σε λευκό χαρτί (!), κειμένου με το οποίο ευχαριστούσαν τους Ιταλούς ως σωτήρες και ζητούσαν να γίνει η περιοχή ιταλικό προτεκτοράτο.
Η καθαρά πραξικοπηματική αυτή ενέργεια κινητοποίησε τους Συμμάχους και ειδικά τη Βρετανία. Οταν μάλιστα οι Ιταλοί κατέλαβαν τη Μάκρη και ετοιμάζονταν να αποβιβαστούν στην Αλικαρνασσό, κατέστη σαφές ότι επόμενος στόχος τους ήταν η Σμύρνη.
Γάλλοι, Βρετανοί, ακόμη και οι ΗΠΑ, για τους δικούς τους λόγους, συναίνεσαν στην εσπευσμένη αποστολή ελληνικών δυνάμεων στη Σμύρνη προκειμένου να αποτραπεί η κατάληψή της από τους Ιταλούς.
Οι στρατιώτες της Ι Μεραρχίας που συγκεντρώθηκαν στο λιμάνι των Ελευθερών το πρωί της 27ης Απριλίου 1919 και επιβιβάστηκαν με άκρα μυστικότητα στα πλοία, αγνοούσαν ότι θα αποβιβάζονταν στην πρωτεύουσα της Ιωνίας, τη Σμύρνη. Μετά από παλινωδίες, 18 ελληνικά μεταγωγικά συνοδευόμενα από επτά αντιτορπιλικά (τέσσερα ελληνικά και τρία βρετανικά) έφθασαν στις 2 Μαϊου στον κόλπο της Σμύρνης.
Οι στρατιώτες πληροφορήθηκαν, μόλις τα πλοία απέπλευσαν από την Ελλάδα, ότι δεν θα μετέβαιναν στην Ουκρανία αλλά στη Σμύρνη. Εκείνο που δεν έμαθαν ήταν το παρασκήνιο μιας απόφασης η οποία θα άλλαζε την πορεία του Ελληνισμού.
IΩΑΝΝΗΣ Σ. ΘΕΟΔΩΡΑΤΟΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ