Ο συγγραφέας αποτυπώνει με τον πιο γλαφυρό τρόπο όσα έζησε και γνώρισε στους κόλπους του Πυροσβεστικού Σώματος στα τριάντα έτη της υπηρεσίας του• και με ιδιαίτερη συγκίνηση και σεβασμό, αποτίει φόρο τιμής στους πραγματικούς ήρωες, εκλιπόντες συναδέλφους που έπεσαν στο καθήκον.
Στον πρόλογό του ο συγγραφέας σημειώνει:
Νεότατος πυροσβέστης κλήθηκα να προσφέρω τις υπηρεσίες μου, όπως και ολόκληρη η δύναμη της Αττικής, σε μια πολύ μεγάλη πυρκαγιά, πραγματική κόλαση, που όσα χρόνια κι αν περάσουν, θα μείνει χαραγμένη βαθιά στη μνήμη μου. Τα ουρλιαχτά των ανθρώπων που βρίσκονταν μέσα στα καταστήματα, τις στιγμές εκείνες, ακόμη αντηχούν στ’ αυτιά μου. Πανικός, αλλοφροσύνη, κλάματα, τρεχαλητά, κάποιες εκρήξεις. Όλα μια πύρινη κόλαση. Κι εμείς, να προσπαθούμε να σβήσουμε τις τεράστιες φλόγες που ξεπηδούσαν από όλους τους ορόφους, και ταυτόχρονα να σώσουμε, όσες περισσότερες ανθρώπινες ζωές μπορούσαμε. Κάποτε, ύστερα από πολλές ώρες υπεράνθρωπων προσπαθειών, όλα τέλειωσαν. Τα άλλοτε φωτολουσμένα μαγαζιά κατάντησαν τώρα ένα κατάμαυρο τοπίο, πλημμυρισμένο από νερά, γεμάτο λάσπες, αντικείμενα σκόρπια παντού και πολύ, μα πάρα πολύ πόνο... |