Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΚΕΡΔΙΣΕΙ ΦΙΛΟΥΣ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΕΙ ΜΕ ΤΟ ΖΟΡΙ ΕΧΘΡΟΥΣ.
ΟΠΟΙΟΣ ΔΕ ΣΥΜΜΕΡΙΖΕΤΑΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΑΚΡΙΤΑ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤ ΑΝΑΓΚΗΝ ΕΧΘΡΟΣ.
ΚΙ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΧΘΡΟΣ, ΑΝ ΕΜΠΝΕΥΣΤΕΙ ΠΟΛΙΤΙΚΑ, ΤΟΤΕ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΕΙ ΑΝΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΥΤΙΜΟΣ ΣΥΜΜΑΧΟΣ
του Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
http://ellinikoforum.blogspot.com/2009/10/blog-post_3541.html
Κι αυτή την αυτονόητη αλήθεια δείχνει να την αγνοεί πεισματικά η ηγεσία του ΚΚΕ.
Όχι στα λόγια ίσως και πάντα, όσο κυρίως στην ίδια της την πρακτική.
Όποιος τολμήσει να κρίνει την πολιτική στάση της, βαφτίζεται αντικομουνιστής.
Εκείνος που θα επιχειρήσει να αποστασιοποιηθεί από την πολιτική τακτική της, βαφτίζεται βολεμένος.
Όποιος τολμήσει να έχει αυθεντική άποψη και χρησιμοποιεί τη γλώσσα του «πεζοδρομίου» δηλαδή της καθημερινότητας για να την εκφράσει, πολιτογραφείται οχτρός του κινήματος και κατ επέκταση φθονερός αντίπαλος του κόμματος.
Κι αυτή η ιδιότυπη ενοχική κολυμπήθρα, που λειτουργεί 24 ώρες το 24ωρο επιδίδεται αδιάκοπα στο προσφιλές σπορ της απονομής χαρακτηρισμών και προσωνυμίων.
Το πόσο αδιέξοδη υπήρξε αυτή η τακτική (έστω και αν κάποιες ελάχιστες φορές υπήρξε βάσιμη και δικαιολογημένη), αρκεί μια απλή αλλά αμερόληπτη και πραγματική ματιά στην ιστορική διαδρομή του ΚΚΕ για να το διαπιστώσει κανείς με τρόπο αδιαμφισβήτητο.
Δεκάδες μέλη και στελέχη του «βούτηξαν» σ αυτή την παράλογη κολυμπήθρα, και βγήκαν με τη ρετσινιά του πουλημένου, του αντικομματικού ακόμη και του προδότη.
Απ αυτή την κολυμπήθρα δε γλύτωσαν ούτε καν κορυφαία του στελέχη. Ζαχαριάδης, Πλουμπίδης, Βελουχιώτης. και ο κατάλογος αυτός δεν έχει τέλος αν προσθέσει κανείς και τους χιλιάδες ανώνυμους αγωνιστές που τους έπνιγε το δίκιο και η αλήθεια και τόλμησαν κάποια στιγμή να την εκφράσουν με λόγια απλά και σταράτα.
Δεν είναι όμως η κολυμπήθρα η πραγματική ένοχη.
Ένοχη είναι η «εν λευκώ» εξουσιοδότηση κάποιων να τη χρησιμοποιούν αυθαίρετα αυτή την κολυμπήθρα.
Και πρόκειται κατά κανόνα για ανθρώπους που είναι παντελώς ξεκομμένοι από την κοινωνία, τον παλμό της και τις ανάγκες της, κι ας κόπτονται περί του αντιθέτου καθημερινά.
Το να στηλιτεύεις έτσι και με τέτοιους χαρακτηρισμούς τη φωνή και την ψυχή των ανθρώπων, συνιστά πράξη μέγιστης ευθύνης, και ως τέτοια κανείς δε δικαιούται να προβαίνει σ αυτήν εύκολα, αβασάνιστα και παραμυθιάζοντας τον εαυτό του πως διεκδικεί το αλάθητο εξ ονόματος όλων και για λογαριασμό των πάντων.
Οι 60.000 ψήφοι που χάθηκαν σ αυτές τις εκλογές, είναι 60.000 ψυχές που ο καημός τους περιφρονήθηκε.
Είναι 60.000 φωνές που είχαν κάτι να πουν και κανείς δε τους άκουσε.
Είναι 120.000 ψήφοι που θα μπορούσαν να κερδηθούν αν είχαν εμπνευστεί να φέρει ο καθένας απ τους 60.000 άλλον ένα.
Και οι 420.000 ψήφοι που παρέμειναν στο ΚΚΕ, θέλουν μια πειστική εξήγηση για όλους εκείνους που αυτή τη φορά του «κούνησαν το μαντήλι»
Το να το αποδώσει κανείς στο γενικό κλίμα αυτό το φαινόμενο, είναι μια εξήγηση. Σαν τέτοια έχει το δικό της ειδικό βάρος.
Αλλά δεν είναι η εξήγηση που τολμά να δει κατάματα την αλήθεια.
Προσδιορίζει ένα εμπόδιο, ένα πρόβλημα αν θέλετε, αλλά δεν απαντά στο αμείλικτο ερώτημα: «ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΝΕΠΝΕΥΣΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ Η ΤΑΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΚΕ»
ΚΙ ΑΥΤΟ ΔΕ ΣΥΝΙΣΤΑ ΜΗΔΕΝΙΣΜΟ (άλλωστε δεν αφορά στο σύνολο της πολιτικής του πρότασης), ΑΛΛΑ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΔΙΕΙΣΔΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΚΕΨΗ.
Το κυνήγι των φαντασμάτων είναι μια προσφιλής και δοκιμασμένη τακτική. Αυτός που καταφεύγει σ αυτήν την τακτική, έχει έναν βολικό τρόπο να προσπερνά και να υπεκφεύγει την αλήθεια, και κυρίως την ανάγκη να απαντήσει με σαφήνεια σε συγκεκριμένα ερωτηματικά.
Αυτό όμως ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ. αλλά ένα κακομούτσουνο κακέκτυπο της αλήθειας.
Είναι το κρυφτό με την αλήθεια και ως τέτοιο ισούται με ψέμα και μάλιστα ανεπίτρεπτο.
Το να αποδίδει κανείς αυτό το φαινόμενο της διαρκούς εκλογικής αφαίμαξης στην «άλλη ποιότητα» που έχει η ψήφος στο ΚΚΕ, και στην ελλειπή κοινωνική ωριμότητα για την επαρκή κατανόηση του πολιτικού του λόγου, συνιστά παλιό και ξεπερασμένο στις μέρες μας επιχείρημα.
Όχι γιατί δεν είναι βάσιμο σ ένα βαθμό. Αλλά γιατί από το 1974 και μετά, στα 35 χρόνια που έχουν περάσει, το 90% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού της χώρας έχει περάσει από τις γραμμές του ΚΚΕ και της ΚΝΕ για κάποια περίοδο της ζωής του.
Επομένως αυτός ο κόσμος έχει «εκπαιδευμένα» αυτιά και προσαρμοσμένη κρίση που του επιτρέπει και ΝΑ ΑΚΟΥΕΙ, και ΝΑ ΔΙΑΒΑΖΕΙ ΣΩΣΤΑ, και ΝΑ ΚΑΤΑΝΟΕΙ ΕΠΑΡΚΩΣ το περιεχόμενο του πολιτικού λόγου του ΚΚΕ.
Αντί να αφορίζει λοιπόν κανείς το βαθμό της ικανότητας του κόσμου να αντιλαμβάνεται αυτά που του λένε, είναι προτιμότερο και εποικοδομητικότερο ν ασχοληθεί σοβαρά προκειμένου να κατανοήσει γιατί αυτός ο λόγος δεν εμπνέει, γιατί δεν πείθει, και γιατί ενίοτε γίνεται ακόμη και αντιπαθής σ έναν κόσμο που δεν είναι προδιατεθειμένος προκαταβολικά να τον αντιπαθήσει.
Είναι αλήθεια ότι τη φιλεργατική πολιτική του ΚΚΕ κανείς δεν μπορεί να την αμφισβητήσει.
Είναι αλήθεια πως αυτή η πολιτική είναι αντικείμενο σεβασμού ακόμη και από τους πολιτικούς της αντιπάλους.
Διότι έχει και ΣΥΝΕΠΕΙΑ, και ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ και ΞΕΚΑΘΑΡΟ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟ.
Όπως είναι και αλήθεια πως τυγχάνει μιας καθολικότερης αποδοχής ακόμη και στις περιπτώσεις που την χαρακτηρίζει μια υπερβολική εργατολαγνεία, ακόμη και στις περιπτώσεις που αποδεικνύεται άτολμη να ξεφύγει από τις αναχρονιστικές λογικές του συντεχνιασμού.
Γι αυτό και συνιστά πολιτικό και κοινωνικό αποκούμπι για το σύνολο των εργαζομένων, πέρα και ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση.
Αυτό όμως δε συνιστά ούτε ικανή ούτε και αναγκαία συνθήκη για να εμπνεύσει μια πολιτική.
Είναι επίσης αλήθεια, πως διαφορετικά πράγματα περιμένει το εκλογικό σώμα από τα κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία, και διαφορετικά πράγματα από το ΚΚΕ.
Τα κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία έχουν ακόμη και το ρουσφέτι ή την ταπεινωτική αυταπάτη του βολέματος στο πολιτικό τους οπλοστάσιο.
Το ΚΚΕ έχει μόνο τον πολιτικό του λόγο που εκτός από κρυστάλλινος και «ιδεολογικά» καθαρός, οφείλει και να εμπνέει, οφείλει και να «χαλάει χατίρια» όταν αυτό επιβάλλεται, και φυσικά οφείλει να μην διολισθαίνει σε απατηλά ιδεολογήματα που αντιστρατεύονται την κοινωνική συνείδηση του λαού.
Η ιστορία του κομουνιστικού κινήματος, σημαδεύτηκε από δυο μεγάλα ορόσημα που με τη σειρά τους σημάδεψαν και τον ρου της ίδιας της ιστορίας.
1. Όσο αμφιλεγόμενη προσωπικότητα και αν υπήρξε ο Στάλιν και η εποχή του, το σίγουρο είναι πως με το σύνθημα του ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ συσπείρωσε την συντριπτική πλειοψηφία του Σοβιετικού λαού, και με την προέκταση αυτού του πολέμου άλλαξε τον πολιτικό χάρτη του κόσμου.
2. «ΤΟ ΕΙΠΕ ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΑΡΑ ΕΧΕΙ ΔΙΚΙΟ». Αυτή ήταν η λογική που παρόπλισε τα μέλη του κόμματος και τις κοινωνίες που οικοδόμησαν, και αυτή η λογική εκδικήθηκε τον ίδιο το σοσιαλισμό και τον γκρέμισε μέσα σε μια νύκτα. Γιατί αυτή η λογική επένδυσε σε μέλη χωρίς φωνή, σε κοινωνίες χωρίς άποψη, και καταδίκασε ως αιρετικές, αντικομματικές και επικίνδυνες τις φωνές που τόλμησαν ν αντισταθούν στο «αλάθητο» των ηγεσιών.
Τι κάνει σήμερα η ηγεσία του ΚΚΕ?
Ποινικοποιεί τον πατριωτικό λόγο. Και τον παραδίδει ως μίασμα στους καιροσκόπους του εθνικισμού.
Ενοχοποιεί τους αρνητές του εθνομηδενισμού. ταυτίζει δηλαδή το υγιέστερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που αντιστέκεται πεισματικά στα σχέδια της Νέας Τάξης για την μετατροπή των κοινωνιών σε φρουτοσαλάτα εποχής, με τους αρρωστημένους ρατσιστές και μελανοχίτωνες.
Φλερτάρει με το δηλητήριο της λαθρομετανάστευσης υποκλινόμενη σε ψευτοϊδεολογήματα και πάνω απ όλα στα συμφέροντα των εργολαβίσκων συνδικαλιστών του συνδικάτου οικοδόμων, και αντιστρατεύεται τις κοινωνικές αντιστάσεις που εκδηλώνει ο Ελληνικός λαός απέναντι σ αυτόν τον επικίνδυνο καρκίνο.
Ακυρώνει στην πράξη τις επί της ουσίας σωστές θέσεις της που αντιστρατεύονται τις κεντρικές επιλογές της Νέας Τάξης και στην πράξη προσχωρεί και στηρίζει τα επικίνδυνα εργαλεία που χρησιμοποιεί για να επιβάλει αυτές της τις επιλογές.
Αρνείται να συνειδητοποιήσει πως τα διεθνιστικά συνθήματα του Μαρξισμού δεν έχουν τίποτε κοινό με τις εθνικές αποδομήσεις και τις πολυπολιτισμικές σούπες των εθνών και των κοινωνιών, που μαγειρεύει η Νέα Τάξη για να εξοντώσει έθνη και λαούς.
Αρνείται να συνειδητοποιήσει πως η Σαουδική Αραβία που στηρίζει αυτή την κατάσταση και η Τουρκία που την οργανώνει και την κατευθύνει, δεν το κάνουν επειδή ξαφνικά αναγορεύτηκαν σε φανατικοί διεθνιστές και μαρξολόγοι, αλλά γιατί έχουν συγκεκριμένη στρατηγική που κρύβει πίσω της εφιαλτικούς κινδύνους για τον τόπο.
Ο μαρξισμός όμως σαν μέθοδος ανάλυσης και ο λενινισμός σαν πολιτικό εργαλείο δράσης, δεν συνιστά εμπόδιο στην αποκωδικοποίηση των στρατηγικών, αλλά πολύτιμο εργαλείο ικανό να την αποκαλύπτει.
Αλλοίμονο σ αυτούς που υποτάσσουν το μαρξισμό - λενινισμό σε εφήμερους καιροσκοπισμούς και σε σχηματική αντίληψη περί της κοινωνίας.
Επιμένει να μιλά για θύματα του ιμπεριαλισμού ενώ ξέρει πως τα πραγματικά θύματα του ιμπεριαλισμού δεν έχουν 7.000 ευρώ για να μοιράζουν στους δουλεμπόρους, προσδοκώντας να τα αποσβέσουν σε 30 χρόνια δουλεύοντας στην Ελλάδα για 10 ευρώ μεροκάματο μισθωμένοι από τους συνδικαλισταράδες στο γιαπί. στο χωράφι. η ακόμη και στο εργοστάσιο.
Επιμένει να μιλά για θύματα του ιμπεριαλισμού ενώ ξέρει πως πρόκειται για άτομα που στην συντριπτική τους πλειοψηφία, ούτε ταξική ούτε πατριωτική συνείδηση διαθέτουν.
Ξέρει πως έφυγαν από τη χώρα τους κυνηγημένοι από τους Ταλιμπάν επειδή ακριβώς συνεργάστηκαν με τον ιμπεριαλισμό σε βάρος της ίδιας τους της πατρίδας, και όμως επιμένει να αποκαλεί θύματα του ιμπεριαλισμού τα καλομαθημένα βαποράκια και τους απανταχού δοσίλογους.
Οδηγείται στον παραλογισμό εμποδίζοντας την αστυνομία να κάνει αυτό που οφείλει να κάνει. Βάζει τα μέλη του κόμματος μπροστά για να προστατεύσει εγκληματίες, και μαχαιροβγάλτες αλλοδαπούς.
Αρνείται να κατανοήσει πως δεν είναι θύμα του ιμπεριαλισμού ο λαθρομετανάστης που απαγάγει το συμπατριώτη του για λύτρα, αλλά ένας στυγνός εγκληματίας.
Αρνείται να αποδεχτεί πως τα θύματα του ιμπεριαλισμού δεν είναι φορτωμένα με το θάνατο των ναρκωτικών.
Δεν διαθέτουν γιάφκες με όπλα και πλαστά διαβατήρια.
Αρνείται να συνειδητοποιήσει πως η λαίλαπα των εκατομμυρίων που εισέβαλε στη χώρα δεν είναι τα παιδάκια που χορεύουν στα φεστιβάλ που οργανώνει αλλά ένας επικίνδυνος καρκίνος για τον τόπο μας.
Αυτή όμως την τακτική η κοινωνία τη βλέπει. την κρίνει. και επέτρεψε στην ηγεσία του ΚΚΕ να θερίσει τους καρπούς που έσπειρε με την παράλογη και πεισματική επιμονή της.
Διότι δεν δικαιούται η ηγεσία του ΚΚΕ να παραβλέπει το πρώτο ορόσημο της ιστορίας, τον πατριωτικό αγώνα δηλαδή, και να κάνει εχθρό τον έλληνα πολίτη για να υποστηρίξει το δικαίωμα του Αφγανού να ασυδοτεί.
Δεν δικαιούται η ηγεσία του ΚΚΕ να παραδίδει βορά στον αρρωστημένο εθνικισμό την υγιή αγωνία του ελληνικού λαού για το μέλλον το δικό του και για τον τόπο του.
Έτσι δεν οικοδομείς ταξική συνείδηση αλλά την αποδομείς.
Έτσι δεν μετατρέπεις την πολιτική σου σε πηγή έμπνευσης αλλά την καθιστάς απεχθή για την κοινωνία.
Κι όταν όλα τα παραπάνω τολμά να τα θίξει κανείς, τότε επιστρατεύεται το γνωστό αλάθητο του «ΤΟ ΕΙΠΕ ΤΟ ΚΟΜΜΑ ΑΡΑ ΕΙΝΑΙ ΣΩΣΤΟ».
Και φυσικά τίθεται σε άμεση εφαρμογή το εντατικό πρόγραμμα της κολυμπήθρας που μοιράζει χαρακτηρισμούς, ταμπέλες και ετικέτες στο όνομα της ευθυκρισίας και της υποτιθέμενης ιδεολογικής καθαρότητας.
Ετσι λοιπόν αντιλαμβάνεται η ηγεσία του ΚΚΕ πως πρέπει να εμπεδώσει τα δύο σημαντικά ορόσημα - διδάγματα της πρόσφατης ιστορίας.
Μόνο που αυτή τη φορά, η ιστορία δε θα αφήσει τα περιθώρια σε κάποιους να επανέλθουν με το γνωστό: «ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ ΚΑΝΑΜΕ ΛΑΘΟΣ. ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ ΜΑΣ»
Πολύ δε περισσότερο δεν θα εκχωρήσει σε κανέναν το δικαίωμα να επαναλάβει το γνωστό: «ΦΤΑΙΜΕ ΟΛΟΙ. Η ΕΥΘΥΝΗ ΕΙΝΑΙ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ» γιατί απλούστατα. «ΔΕΝ ΦΤΑΙΜΕ ΟΛΟΙ».
Φταίνε εκείνοι που δεν άκουσαν.
Εκείνοι που δε ρώτησαν.
Φταίνε εκείνοι που συνήθισαν να «βολεύονται» πίσω από βουβές «συμφωνίες» με τους χειρισμούς.
Φταίνε εκείνοι που δεν προκάλεσαν την γνώμη των μελών τους και της κοινωνίας κάνοντας ακόμη και το συνήγορο του διαβόλου, για να μπορούν έτσι να έχουν μια εικόνα αυθεντική για την άποψη και των μελών τους και της κοινωνίας.
Κι ας μη βιαστεί κανείς να καταφύγει στο .εξυπνακίστικο επιχείρημα του στυλ: «Δηλαδή αν δε στηρίζαμε τους λαθρομετανάστες θα ήταν διαφορετική η εκλογική συμπεριφορά του λαού?»
Γιατί σ αυτούς - σε όλους αυτούς τους υπεραπλουστευτές της πολιτικής σκέψης θα πούμε ότι:
Το να αποδεικνύεις πως η πολιτική σου είναι ρεαλιστική δε σημαίνει πως κάνεις εκπτώσεις στις αρχές σου για να το πετύχεις.
Το να μην αμφισβητείς με τρόπο ολοφάνερα προκλητικό το κοινωνικό αισθητήριο και να εναρμονίζεις στα αυτονόητα τις πολιτικές σου προτεραιότητες με αυτό, δε συνιστά έκπτωση στην ιδεολογική καθαρότητα. Εκτός αν μπορείς να αποδείξεις ότι η αγανακτισμένη γιαγιούλα σε κάθε γειτονιά της Αθήνας, έχει βαθύτατα λερωμένη τη συνείδησή της από το μικρόβιο του .ρατσισμού.
Παρεμπιπτόντως, αυτή τη γιαγιούλα κανένας δε την «κόβει» για μισθωμένο όργανο του ιμπεριαλισμού.
Το να αρνείσαι να καταφεύγεις σε καιροσκοπικά ιδεολογήματα δεν σημαίνει πως εγκαταλείπεις την ιδεολογία σου, αλλά ότι τιμάς την ικανότητά της να σε οδηγεί μπροστά και δε την υποβαθμίζεις σε εργαλείο που εμποδίζει τη σκέψη σου να κοιτά κατάματα την αλήθεια.
Το να μη διεκδικείς το αλάθητο, αλλά να διακρίνεις πότε η γνώμη σου βγαίνει χαμένη στην αντιπαράθεσή της με την κοινωνία και πρωταρχικά με την κοινωνική βάση στην οποία απευθύνεσαι, σε κάνει πιο σοφό και αποτελεσματικότερο στη δράση σου.
Το να φροντίζεις η πολιτική σου σε συγκεκριμένα ζητήματα που απασχολούν ευρύτερα την κοινωνία ( και δεν είναι μόνο το μεροκάματο το αποκλειστικό) να κερδίζει το νου και την καρδιά των ανθρώπων και όχι το βουβό ή και εκπεφρασμένο «μίσος» τους, είναι καθήκον και υποχρέωση σου και όχι αναγκαστική παραχώρηση.
Το να συνειδητοποιείς ότι εσύ σαν ΚΚΕ κρίνεσαι πιο αυστηρά για κάποια ζητήματα, έστω και αν οι άλλοι κρίνονται επιεικέστερα για τα ίδια ακριβώς ζητήματα, δεν είναι παραλογισμός. Άλλωστε εσύ δεν υπόσχεσαι στην κοινωνία τα «αντισταθμίσματα» που παρέχουν όλοι οι άλλοι. Γι αυτό και η ποιότητα των απαιτήσεων από την κοινωνία είναι διαφορετική.
Όσο αυτό δεν το κατανοείς θα παραμένεις ένα πολύτιμο μεν αποκούμπι, αλλά ποτέ δε θα καταστείς εμπνευστής και ηγέτης ικανός να πείσεις για τη ρεαλιστικότητα των αλλαγών που επαγγέλλεσαι.
Και εν πάση περιπτώσει, αν δεν στηρίζατε τους λαθρομετανάστες ως κατευθυνόμενο φαινόμενο απρόσκλητης εισβολής και ιδιότυπης κατοχής της χώρας, θα διακρίναμε και τη διαφορά τακτικής και στάσης - ως προς το ζήτημα αυτό - ανάμεσα στο ΚΚΕ και στο SOROSεμπνευσμένο «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΕΛΣΙΝΚΙ», αλλά και στην ανεξήγητα φορτική επιμονή των κοινοτικών επιτροπάτων, να καταγγέλλει τον ελληνικό λαό ως αμετανόητο ρατσιστή. Εκτός πια αν αποδεχτούμε πως όλα τούτα τα φιλεύσπλαχνα καλόπαιδα, έχουν επιδοθεί σε ταχύρυθμη εφαρμογή και προώθηση των αρχών του διεθνισμού ανά την υφήλιο.
Και το σημαντικότερο, όσο θα καταφέρνει το ΚΚΕ να απεγκλωβίζεσαι από πλαστά και αυθαίρετα ιδεολογήματα, που πνίγουν την ουσία της μαρξιστικής σκέψης, αυτό θα συμβάλλει καταλυτικά στη ζωντάνια της ποιότητας της επαφής με τα προβλήματα, με την αλήθεια, και με τις κοινωνικές δυνάμεις στις οποίες απευθύνεται, κι αυτό με τη σειρά του δίνει «ζωντάνια» στην πολιτική γλώσσα, την κάνει πιο προσιτή στο λαό, αναδεικνύει την ουσία και ξεφεύγει από τον αυστηρό εναγκαλισμό με στον τύπο των πραγμάτων, και σε τελευταία ανάλυση την καθιστά ικανή ΝΑ ΕΜΠΝΕΥΣΕΙ και ΝΑ ΠΕΙΣΕΙ τους εργαζόμενους, ταυτίζοντάς τους με την ουσία της πολιτικής, και όχι τραβώντας στους στο ψυχοφθόρο άρμα της ονοματολογίας.
Εκτός πια αν κάποιοι θεωρούν πως η επανάληψη κατά δέκα τουλάχιστον φορές της λέξης «ΕΥΡΩΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ» σ ένα κείμενο ή σε μια ομιλία, προσδίδει έξτρα επαναστατικότητα τόσο στην πολιτική όσο και στον ομιλούντα.
Να την βράσω την γιαλατζή επαναστατικότητα μιας πολιτικής, αν αυτή συνοψίζεται στην αλλεπάλληλη επανάληψη πέντε λέξεων, και δεν αναζητά πεισματικά δέκα άλλες λέξεις που θα ήταν ικανές να εμπνεύσουν την κοινωνία χωρίς να απαιτούν από κανέναν να ρίξει νερό στο κρασί της επαναστατικότητάς τους.
Η αναζήτηση της δημοφιλίας φυσικά δεν είναι αυτοσκοπός, πολύ δε περισσότερο αν προαπαιτούνται εκπτώσεις θεμελιακές για να την εξασφαλίζει κανένας.
Κατά μείζονα λόγο δεν είναι αυτοσκοπός και η τεχνητή περιχαράκωση, πολύ δε περισσότερο αν στηρίζεται σε ψευδεπίγραφα ιδεολογήματα που βιάζουν την αλήθεια.
Η ηγεσία του ΚΚΕ οφείλει επιτέλους να κατανοήσει πως το κόμμα δε της ανήκει για να χειραγωγεί με τέτοιον τρόπο τις πολιτικές του επεξεργασίες, έστω και αν «περιβάλλει» αυτές τις επεξεργασίες με μια επίπλαστη δήθεν αποδοχή από την κομματική του βάση.
Γιατί αυτή η κομματική βάση ΔΕΝ ΡΩΤΗΘΗΚΕ αν εγκρίνει τους χειρισμούς της ηγεσίας στο λαθρομεταναστευτικό. Τη γνώμη της την εκφράζει στις προσωπικές συζητήσεις αλλά δεν τολμά να την εκφράσει διαφορετικά, φοβούμενη μήπως έτσι εναντιώνεται στην επαναστατική θεωρία. Κι αυτό γιατί έτσι την κάνουν να αισθάνεται αυτοί που κακοποιούν την επαναστατική θεωρία.
Αυτή η κομματική βάση ΔΕΝ ΡΩΤΗΘΗΚΕ γιατί θαυμάζει και καμαρώνει για τον πολιτικό λόγο κάποιων στελεχών (πχ Μπογιόπουλος) και κουράζεται από τον «ευρωμονόδρομο» του Μαϊλη. Κάποιοι επιμένουν πως σημασία έχει να εκφράζεις την ουσία της πολιτικής (και σωστά). Αλλά αν και οι δύο πολιτικοί λόγοι εκφράζουν την ουσία της πολιτικής, τότε γιατί να μην είναι κυρίαρχος ο πειστικός πολιτικός λόγος που εμπνέει, και να αναγορεύεται σε κυρίαρχο αυτός που κουράζει και απωθεί???
Αυτό το κόμμα, δεν ανήκει στην ηγεσία του για να χαλιναγωγείται τόσο βάναυσα η πολιτική του σκέψη.
Ανήκει στα μέλη του και στην κοινωνία.
Ανεξάρτητα από το αν συμφωνεί η αν διαφωνεί κανείς μαζί του, έχει να επιτελέσει συγκεκριμένο ρόλο, και οφείλει να τον επιτελέσει σωστά.
Οφείλει να αφουγκράζεται την κοινωνία και τις ανάγκες της, τα θέλω της και τους καημούς της.
Οφείλει να συνειδητοποιήσει πως στη ζωή δεν υπάρχει μονάχα η λέξη «ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ». Παράλληλα μ αυτήν συνυπάρχει και η λέξη «ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ».
Και μόνο αν την εντάξει δημιουργικά στο πολιτικό του λεξιλόγιο, θα καταστεί αποτελεσματικότερος υπερασπιστής των πραγματικών δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Η ηγεσία του ΚΚΕ οφείλει να κατανοήσει πως η κοινωνία αυτό το κόμμα το χρειάζεται ανεξάρτητα από το αν διαφωνεί ή συμφωνεί κανείς με την πολιτική του. Οφείλει λοιπόν να το αφήσει να κατακτήσει τον πραγματικό του ρόλο σ αυτή την κοινωνία, χωρίς να το εγκλωβίζει σε αδιέξοδες πολιτικές και σε απατηλά ιδεολογήματα.
Κι αυτή την κατάκτηση οφείλουν να τη δρομολογήσουν τα ίδια τα μέλη του κόμματος και οι οπαδοί του.
Όσο για την ταμπέλα του αντικομουνισμού, ο έχων το μαχαίρι έχει και το πεπόνι και εύκολα την τοποθετεί.
Στην εποχή μας όμως, όλοι γνωρίζουν πλέον πως αυτή η τακτική είναι μια τακτική ενοχικής άμυνας που «κατασκευάζει» εχθρούς για να περιχαρακώσει τους φίλους.
Γι αυτό και ο πραγματικός αντίπαλος του ΚΚΕ δεν είναι ο δήθεν «αντικομουνισμός» αλλά ο κακός εαυτός του, όσο αφήνεται να τον περιχαρακώνουν σ έναν κάλπικο προστατευτισμό που καμιά ανάγκη δε τον έχει σε τελευταία ανάλυση.
Η κατάρρευση των σοσιαλιστικών χωρών, απέδειξε με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο τον εγκληματικό χαρακτήρα αυτής της περιχαράκωσης του κόμματος, από μια κοινωνία που φωνάζει αλλά κανείς δεν ακούει με τρόπο αληθινό και ειλικρινή τη φωνή της.