Τρίτη 18 Μαΐου 2010

Κατάθλιψη – διαχρονική μάστιγα της ανθρωπότητας


Του Καθηγητή ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΙΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ



«Θεωρεί τον εαυτό του ως άτομο που μίσησαν οι Θεοί και το κατατρέχουν με τον παντοδύναμο θυμό τους…Ανίκανο να κάνει κάτι για τη βελτίωση της κατάστασής του, το άτομο που πάσχει από κατάθλιψη αρνείται τη βοήθεια των φίλων του, των ψυχολόγων, των ιατρών: αφήστε με τον ασεβή, τον καταραμένο, τον μισητό των Θεών, να υποστώ μόνος μου το μαρτύριό μου. Κάθε πράξη, κάθε προσπάθεια, κάθε ενέργειά μου να ξεφύγω από την κατάθλιψή μου μπορεί να θεωρηθεί ασεβής αντίσταση στη θέληση των θεών…»

Ακούγεται και ζωντανή και επίκαιρη η παραπάνω υποκειμενική περιγραφή ενός ατόμου που πάσχει από κατάθλιψη αλλά όσο και αν προσιδιάζει στη σύγχρονη πραγματικότητα παρακαλώ σημειώστε ότι γράφτηκε από τον Πλούταρχο και δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά τον 2ο προ Χριστού αιώνα!...Φυσικά δεν αναφέρομαι στην περίπτωση μελαγχολίας ή παροδικής συναισθηματικής δυσθυμίας αλλά στην ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ η οποία από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα ταλανίζει απίστευτα μεγάλους αριθμούς συνανθρώπων μας και μαζί τους συγγενείς τους και η οποία, σύμφωνα με κάποιες στατιστικές προγνωστικές προβολές για τις αιτίες θανάτου σε παγκόσμιο επίπεδο μέχρι το 2020 θα φτάσει την δεύτερη θέση στις 5 κυρίαρχες αιτίες θανάτου διεθνώς (την πρώτη θέση θα έχουν οι ισχαιμικές καρδιοπάθειες, την τρίτη τα τροχαία ατυχήματα, την τέταρτη τα εγκεφαλικά και την Πέμπτη η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια).

Η κατάθλιψη εμφανίζεται σε μια πρώτη, επιπόλαια εξέταση ως μια διογκωμένη κατάσταση του αισθήματος της κοινής λύπης. Εκφράζοντας τα υποκειμενικά του συναισθήματα σε τρίτους, το άτομο που αρχίζει να βυθίζεται στον αδυσώπητο κόσμο της κατάθλιψης χρησιμοποιεί το λεξιλόγιο, τις εκφράσεις κάθε ατόμου που διέρχεται μια κρίση οδύνης, λύπης ή μελαγχολίας. Σε αντίθεση όμως, με την περίπτωση της συνηθισμένης και παροδικής θλίψης και μελαγχολίας, που όλοι μας κατά καιρούς περνάμε, στην περίπτωση της κατάθλιψης η συμπτωματολογία ενέχει τον καθοριστικό χαρακτήρα της βαθμιαίας, αλλά σαφέστατης, αλλαγής προς το χειρότερο.

Συναισθηματικά το άτομο που πάσχει από κατάθλιψη δηλώνει τη σταδιακή απώλεια κοινών συναισθημάτων που καλύπτουν το φάσμα από το ενδιαφέρον για γνωστούς και φίλους μέχρι και την αγάπη για οικείους, τον έρωτα για το ταίρι του. Ταυτόχρονα το άτομο χάνει την αίσθηση του χιούμορ και συχνά, χωρίς προφανείς αιτίες, ξεσπά σε κλάμα. Καθώς η κατάσταση χειροτερεύει το άτομο αδυνατεί, ακόμη και όταν συντρέχουν λόγοι, να κλάψει.

Βυθιζόμενο στην κατάθλιψη το άτομο αποζητά καταστάσεις εξάρτησης και, βαθμιαία γίνεται παθητικό αποφεύγοντας έτσι τις ευθύνες που συνοδεύουν το ρόλο κάθε ώριμου ατόμου. Συγκεκριμένα, το άτομο εγκαταλείπει την οικογένεια, τους φίλους, τις κοινωνικές δραστηριότητες, τα επαγγελματικά του ενδιαφέροντα, κλείνεται στον εαυτό του και στο βουβό δράμα της καταθλιπτικής μελαγχολίας του. Με το πέρασμα του χρόνου το άτομο φτάνει στο σημείο όπου αδυνατεί – ή δεν βρίσκει μέσα του την ενέργεια – να ολοκληρώσει συνηθισμένες πράξεις και ασχολίες, πλύσιμο, ντύσιμο, μαγείρεμα. Με λίγα λόγια, το άτομο καταντάει ένα άβουλο όν, κλείνεται στο καβούκι του και παύει να έχει οποιοδήποτε ενδιαφέρον για τον εαυτό του και τους γύρω του.

Αιτιολογία

Ψυχοδυναμικά η κατάθλιψη εξηγήθηκε από τον Φρόιντ σαν περίπτωση εσωτερίκευσης κάποιας αποτυχίας στην οποία το ΕΓΩ του ατόμου ταυτίζεται με το χαμένο αντικείμενο, άτομο ή κατάσταση. Στη Φροϋδική θεωρία υποτίθεται ότι σε μια κατάσταση ερωτικής απογοήτευσης, το πρόσωπο που πληγώνει το άτομο ενσωματώνεται στο ΕΓΩ του, ταυτίζεται συμβολικά μ΄αυτό, και κατά συνέπεια η διάλυση της προσωπικότητας του ατόμου (με τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της κατάθλιψης) αποτελεί για το άτομο την πρέπουσα τιμωρία για το ένοχο πρόσωπο.

Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ μιας συνηθισμένης θλίψης ή λύπης που έρχεται σαν λογικό επακόλουθό μιας οποιοσδήποτε ερωτικής απογοήτευσης και της κατάθλιψης έγκειται, ψυχαναλυτικά, στο γεγονός ότι ο καθένας αφού θρηνήσεις τη συγκεκριμένη απογοήτευση θα ξεχάσει το συγκεκριμένο πρόσωπο που τον πλήρωσε και θα αναζητήσει νέες χαρές σε άλλα πρόσωπα.

Οι ψυχολογικές θεωρίες της συμπεριφοράς – οι μπηχεβιοριστές – διατείνονται ότι μερικά άτομα δεν δημιουργούν στην παιδική τους ηλικία τις απαιτούμενες βάσεις, τις δομές της προσωπικότητάς τους, τους υγιείς μηχανισμούς ομοιοστατικού ελέγχου και διακατέχονται από έντονη ανασφάλεια και αβεβαιότητα στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Μια δυνατή συγκίνηση απώλειας ή αποτυχίας που φέρνει θλίψη στον καθένα μας, οδηγεί τα άτομα αυτά σε απόγνωση και κατάθλιψη με συνέπεια τον αποσυντονισμό των δομών της προσωπικότητάς τους..

Σύγχρονες βιοχημικές έρευνες και μελέτες αποσκοπώντας στην εδραίωση κάποιας οργανικής αιτίας για το φαινόμενο της κατάθλιψης έχουν στοιχειοθετήσει τη συσχέτιση υπέρμετρης ποσότητας κορτιζόνης στο αίμα ή τις διαταραχές στο μεταβολισμό σοδίου και ποτασσίου με την παρουσία κατάθλιψης και καταθλιπτικής μελαγχολίας. Ταυτόχρονα οι χημικές έρευνες ελέγχουν και το ρόλο που διαδραματίζει η κληρονομικότητα στην εδραίωση της προδιάθεσης μερικών ατόμων, για δημιουργία καταθλιπτικών ψυχολογικών καταστάσεων.

Θεραπεία

Όπως και με άλλες μορφές ψυχολογικών-ψυχιατρικών προβλημάτων η πρόοδος της βιοχημείας και η ανάπτυξη ψυχοφαρμάκων, παρέχει ελπιδοφόρα αποτελέσματα στις περιπτώσεις καταθλιπτικών νευρώσεων (και ψυχώσεων) που κάποτε θεωρούσαμε ανίατες αδρανοποιώντας το άτομο ή οδηγώντας το στην αυτοαναίρεση, στην αυτοκτονία! Τα αποτελέσματα γίνονται ακόμη πιο θετικά όταν η ιατροφαρμακευτική αγωγή με ψυχοφάρμακα συνδυάζεται και με την κατάλληλη ψυχοθεραπευτική υποστήριξη.

Στην εποχή μας η κατάθλιψη, την οποία στην αρχαιότητα είχαν χαρακτηρίσει ως κατάρα των θεών, εφόσον διαγνωσθεί έγκαιρα και αντιμετωπιστεί με τα κατάλληλα ψυχοφάρμακα και ψυχοθεραπευτική αγωγή υποστήριξης επιτρέπει στο άτομο να παραμείνει περιπατητικό, να λειτουργήσει μέσα και γύρω από το σπίτι του χωρίς να χρειαστεί εισαγωγή σε ψυχιατρική-νευρολογική κλινική. Από πρόσφατες σχετικές μάλιστα έρευνες πιστοποιείται και συνάγεται το συμπέρασμα ότι η φαρμακευτική και ψυχοθεραπευτική αγωγή που παρέχεται εκτός κλινικής προφυλάσσει το άτομο και από τα γνωστά σύνδρομα «ιδρυματοποίησης» που δημιουργούν, σχεδόν κατά κανόνα, οι συνθήκες ζωής και το περιβάλλον των κλασικών ψυχιατρικών νοσηλευτικών ιδρυμάτων.

Είναι γνωστό ότι το άτομο που βυθίζεται στην κατάθλιψη συχνά προβαίνει στην πράξη αυτοαναίρεσης (αυτοκτονίας), κλείνω επισημαίνοντας τις γοργά αυξανόμενες οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ήδη μεγάλος αριθμός Ελλήνων, που μπορεί να λειτουργήσουν επιβαρυντικά στον ψυχισμό μας και θα παροτρύνω τα άτομα, ή εφόσον αυτά αδυνατούν, τους συγγενείς, να προστρέξουν σε αναζήτηση ψυχολογικής και ψυχιατρικής βοήθειας όταν αντιληφθούν ότι η συμπτωματολογία που περιληπτικά περιέγραψα παραπάνω τους αφορά.