«Πάνω από τρεις δεκαετίες – στην ουσία στο μεγαλύτερο διάστημα της μεταπολίτευσης – τη δημοκρατία τη σφυγμομετρεί ο δημοσκόπος· πιο απλά, οι εταιρείες δημοσκοπήσεων, που ενεργούν για λογαριασμό των εκάστοτε πελατών τους, οι οποίοι κρίνουν πότε είναι καιρός να δοθεί το… μήνυμα. Μεγάλες και μικρές εφημερίδες, κανάλια, διάσημοι δημοσιογράφοι, όλοι παραγγέλνουν – πάντα στο όνομα της δημοκρατίας και για το καλό του τόπου – τα πασίγνωστα γκάλοπ που βασίζονται σε… επιστημονικά πάντα δεδομένα. Σε αυτό το παιχνίδι έχει παραδοθεί η πολιτική μας ζωή μαζί με τους πολιτικούς εκπροσώπους της χώρας. Απίθανες και συνεχείς μετρήσεις… της δημοκρατίας και των ψυχολογικών μεταπτώσεων του εκλογικού σώματος έχουν καταστήσει το πολιτικό μας σύστημα ασθενή και τον πολιτικό βίο αβίωτο.
Το «εργαλείο» αυτό τείνει να ελέγχει πλέον το πολιτικό παιχνίδι λειτουργώντας σαν ένα ιδιότυπο σύστημα παρακολούθησης, που στην ουσία είναι δυνατόν μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα να δυναμιτίσει και την πιο σαφή και ξεκάθαρη λαϊκή εντολή.
Τι κι αν μια κυβέρνηση έχει εκλεγεί «αέρα» για να κυβερνήσει στην τετραετία της; Όταν ο εκάστοτε αναλυτής ή το σύστημα γενικά, αποφασίσει μέτρηση, η δημοκρατία εξαρτάται από τις πάντα «επιστημονικές» ερωτήσεις – απαντήσεις (;) της δημοσκόπησης. Έτσι, στη ζωή μας μπήκε αδιαμαρτύρητα ο «καταλληλότερος» (που πάντα στο τέλος μονίμως ηττάται παταγωδώς, αν και… καταλληλότερος) σαν μια ερώτηση – παγίδα: βρείτε μας τον καταλληλότερο για να σας πούμε ποιος θα χάσει σίγουρα τις εκλογές.
Κατά καιρούς έχουμε γίνει μάρτυρες κραυγαλέων αποτυχιών των προβλέψεων· κι όμως, όλοι όσοι αποτυγχάνουν, ξαναεμφανίζονται στις μικρές οθόνες σαν οι απόλυτοι ερμηνευτές της λαϊκής ψήφου. Λένε δηλαδή στον ψηφοφόρο γιατί ψήφισε αυτό το κόμμα και όχι το άλλο και γιατί προτίμησε αυτόν ή τον άλλον υποψήφιο. Αποτέλεσμα αυτών των συνεχών δημοσκοπήσεων είναι κατά πρώτον να πλουτίζουν οι δημοσκοπικές εταιρείες και οι δημοσκόποι και κατά δεύτερον να παίρνουν μερικά φύλλα οι εφημερίδες και κάποια ψίχουλα τηλεθέασης τα κανάλια και οι σταρ γκαλοποδημοσιογράφοι, να γίνεται τζίρος διαφημιστικός κ.τ.λ.
Ποιοι χάνουν; Πρώτον, οι πολίτες, οι οποίοι δεν χρειάζονται μεσάζοντα για να τους ερμηνεύει… Δεύτερον, η δημοκρατία, γιατί αποπροσανατολίζεται από μια σειρά προβοκατόρικων ερωτήσεων. Τρίτον, το πολιτικό σύστημα, το οποίο με τα όποια προβλήματά του πρέπει να ανακόψει την πορεία του και να αντιμετωπίσει τα θέματα που δημιουργεί η γκαλοπική «παρέμβαση στην κοινωνία» έτσι όπως τη σερβίρει η εταιρεία δημοσκοπήσεων, που κόπτεται για δημοκρατία και διάλογο.»
(Ξενοφών Μπουντζάκης για το «Ποντίκι«)
Το «εργαλείο» αυτό τείνει να ελέγχει πλέον το πολιτικό παιχνίδι λειτουργώντας σαν ένα ιδιότυπο σύστημα παρακολούθησης, που στην ουσία είναι δυνατόν μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα να δυναμιτίσει και την πιο σαφή και ξεκάθαρη λαϊκή εντολή.
Τι κι αν μια κυβέρνηση έχει εκλεγεί «αέρα» για να κυβερνήσει στην τετραετία της; Όταν ο εκάστοτε αναλυτής ή το σύστημα γενικά, αποφασίσει μέτρηση, η δημοκρατία εξαρτάται από τις πάντα «επιστημονικές» ερωτήσεις – απαντήσεις (;) της δημοσκόπησης. Έτσι, στη ζωή μας μπήκε αδιαμαρτύρητα ο «καταλληλότερος» (που πάντα στο τέλος μονίμως ηττάται παταγωδώς, αν και… καταλληλότερος) σαν μια ερώτηση – παγίδα: βρείτε μας τον καταλληλότερο για να σας πούμε ποιος θα χάσει σίγουρα τις εκλογές.
Κατά καιρούς έχουμε γίνει μάρτυρες κραυγαλέων αποτυχιών των προβλέψεων· κι όμως, όλοι όσοι αποτυγχάνουν, ξαναεμφανίζονται στις μικρές οθόνες σαν οι απόλυτοι ερμηνευτές της λαϊκής ψήφου. Λένε δηλαδή στον ψηφοφόρο γιατί ψήφισε αυτό το κόμμα και όχι το άλλο και γιατί προτίμησε αυτόν ή τον άλλον υποψήφιο. Αποτέλεσμα αυτών των συνεχών δημοσκοπήσεων είναι κατά πρώτον να πλουτίζουν οι δημοσκοπικές εταιρείες και οι δημοσκόποι και κατά δεύτερον να παίρνουν μερικά φύλλα οι εφημερίδες και κάποια ψίχουλα τηλεθέασης τα κανάλια και οι σταρ γκαλοποδημοσιογράφοι, να γίνεται τζίρος διαφημιστικός κ.τ.λ.
Ποιοι χάνουν; Πρώτον, οι πολίτες, οι οποίοι δεν χρειάζονται μεσάζοντα για να τους ερμηνεύει… Δεύτερον, η δημοκρατία, γιατί αποπροσανατολίζεται από μια σειρά προβοκατόρικων ερωτήσεων. Τρίτον, το πολιτικό σύστημα, το οποίο με τα όποια προβλήματά του πρέπει να ανακόψει την πορεία του και να αντιμετωπίσει τα θέματα που δημιουργεί η γκαλοπική «παρέμβαση στην κοινωνία» έτσι όπως τη σερβίρει η εταιρεία δημοσκοπήσεων, που κόπτεται για δημοκρατία και διάλογο.»
(Ξενοφών Μπουντζάκης για το «Ποντίκι«)