Μάθετε τώρα όλη την αλήθεια για το πώς προέκυψαν τα "ασυνάρτητα" κάλαντα που λέμε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Άλλο ένα love story που έμεινε στην ιστορία έστω με αυτόν τον περίεργο τρόπο. Πρώτα από όλα ας θυμηθούμε λίγο τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς (γιατί έχουμε και κάποια χρόνια να τα πούμε)!
Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά
ψιλή μου δεντρολιβανιά (*)
Κι αρχή καλός μας χρόνος
εκκλησιά με τ' άγιο θόλος (*)
Άγιος Βασίλης έρχεται
και δε μας καταδέχεται (*)
από την Καισαρεία
συ σ' αρχόντισσα κυρία (*)
Βαστάει πένα και χαρτί
Ζαχαροκάντυο ζυμωτή (*)
Χαρτί χαρτί και καλαμάρι
δες και με το παλικάρι (*)
---------------------------------
Εσείς βγάζετε νόημα; Εγώ πάντως όχι! Ιδού λοιπόν η εξήγηση....
Η ιστορία μας διαδραματίζεται στον μεσαίωνα. Σε εκείνα τα χρόνια οι φτωχοί και χαμηλών στρωμάτων άνθρωποι δεν είχαν το δικαίωμα να μιλούν στους αριστοκράτες παρά μόνο σε γιορτές όπου μπορούσαν να τους απευθύνουν ευχές.
Ήταν λοιπόν ένας νεαρός (βλέπε Ρωμαίος και Ιουλιέτα - Μοντέγοι και Καπουλέτοι) αλλά φτωχό το παλικάρι, που είχε ερωτευθεί μια όμορφη αριστοκράτισσα. Σκαρφίστηκε λοιπόν το εξής ώστε να εκφράσει τον έρωτά του με τρόπο που να μην γίνει αντιληπτός όμως από τους υπόλοιπους.
Σου λέει θα πάω την πρωτοχρονιά να της πω τις ευχές μου για το νέο έτος αλλά θα φτιάξω ένα δικό μου ποίημα που θα έχει έναν στίχο από τα κάλαντα, έναν στίχο που θα απευθύνεται στη γκόμενα (!) και έτσι δεν θα με πάρουν χαμπάρι!
Αρχίζει λοιπόν και βάζει ενδιάμεσους στίχους (αυτούς με τα αστεράκια).
Την αποκαλεί ψηλή, σαν δεντρολιβανιά. Επειδή φορούσε ένα από τα ψηλά τα κωνικά καπέλα με το τούλι στην κορυφή, την παρομοιάζει με Εκκλησιά με το Άγιο θόλος (θόλος εκκλησίας).
Της λέει ότι δεν τον καταδέχεται (ο Αι Βασίλης δεν έχει να κάνει!) γιατί είναι αρχόντισσα κυρία.
Τέλος κλείνει με τις γαλιφιές! Την λέει ζαχαροκάντυο ζυμωτή, δηλαδή φτιαγμένη από ζάχαρη (γλυκιά μου) και την παρακαλεί να του ρίξει μια ματιά.
Έτσι λοιπόν μια καψούρα έγινε τραγούδι και για αιώνες εμείς το τραγουδάμε και κονομάμε. Γιατί η καψούρα πουλάει, δεν το έμαθες;
Για την αντιγραφή: Ι.Φ.
Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά
ψιλή μου δεντρολιβανιά (*)
Κι αρχή καλός μας χρόνος
εκκλησιά με τ' άγιο θόλος (*)
Άγιος Βασίλης έρχεται
και δε μας καταδέχεται (*)
από την Καισαρεία
συ σ' αρχόντισσα κυρία (*)
Βαστάει πένα και χαρτί
Ζαχαροκάντυο ζυμωτή (*)
Χαρτί χαρτί και καλαμάρι
δες και με το παλικάρι (*)
---------------------------------
Εσείς βγάζετε νόημα; Εγώ πάντως όχι! Ιδού λοιπόν η εξήγηση....
Η ιστορία μας διαδραματίζεται στον μεσαίωνα. Σε εκείνα τα χρόνια οι φτωχοί και χαμηλών στρωμάτων άνθρωποι δεν είχαν το δικαίωμα να μιλούν στους αριστοκράτες παρά μόνο σε γιορτές όπου μπορούσαν να τους απευθύνουν ευχές.
Ήταν λοιπόν ένας νεαρός (βλέπε Ρωμαίος και Ιουλιέτα - Μοντέγοι και Καπουλέτοι) αλλά φτωχό το παλικάρι, που είχε ερωτευθεί μια όμορφη αριστοκράτισσα. Σκαρφίστηκε λοιπόν το εξής ώστε να εκφράσει τον έρωτά του με τρόπο που να μην γίνει αντιληπτός όμως από τους υπόλοιπους.
Σου λέει θα πάω την πρωτοχρονιά να της πω τις ευχές μου για το νέο έτος αλλά θα φτιάξω ένα δικό μου ποίημα που θα έχει έναν στίχο από τα κάλαντα, έναν στίχο που θα απευθύνεται στη γκόμενα (!) και έτσι δεν θα με πάρουν χαμπάρι!
Αρχίζει λοιπόν και βάζει ενδιάμεσους στίχους (αυτούς με τα αστεράκια).
Την αποκαλεί ψηλή, σαν δεντρολιβανιά. Επειδή φορούσε ένα από τα ψηλά τα κωνικά καπέλα με το τούλι στην κορυφή, την παρομοιάζει με Εκκλησιά με το Άγιο θόλος (θόλος εκκλησίας).
Της λέει ότι δεν τον καταδέχεται (ο Αι Βασίλης δεν έχει να κάνει!) γιατί είναι αρχόντισσα κυρία.
Τέλος κλείνει με τις γαλιφιές! Την λέει ζαχαροκάντυο ζυμωτή, δηλαδή φτιαγμένη από ζάχαρη (γλυκιά μου) και την παρακαλεί να του ρίξει μια ματιά.
Έτσι λοιπόν μια καψούρα έγινε τραγούδι και για αιώνες εμείς το τραγουδάμε και κονομάμε. Γιατί η καψούρα πουλάει, δεν το έμαθες;
Για την αντιγραφή: Ι.Φ.