«Ντου» νταβατζήδων για τα 15 δισ. του τζόγου
Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία, αλλά κοστίζει... Για την ακρίβεια, όσο μεγαλύτερη είναι η απελπισία – όπως ακριβώς συμβαίνει αυτήν την περίοδο με την κατάρρευση της οικονομίας της χώρας – τόσο μεγαλώνει ο τζίρος των «μαγαζιών» που πουλούν ελπίδα. Ένα τέτοιο μαγαζί γωνία, ο ΟΠΑΠ, βρίσκεται στο στόχαστρο της παγκόσμιας βιομηχανίας του τζόγου, καθώς, σύμφωνα και με τους όρους της δανειακής σύμβασης που έχει υπογράψει με την τρόικα η ελληνική κυβέρνηση, κάθε ελληνική κότα που γεννά χρυσά αυγά είναι για (ξε)πούλημα.
Είναι, προφανώς, δύσκολο να οικοδομήσει κανείς επιχειρήματα για το ξεπούλημα μιας επιχείρησης όπως ο ΟΠΑΠ, καθώς:
● Όχι μόνο δεν έχει ελλείμματα, αλλά «γράφει» κέρδη.
● Ο κύκλος των εργασιών του διευρύνεται.
● Συνεισφέρει στην κοινωνική πολιτική.
Έτσι, λοιπόν, για να εμπεδωθεί η «ανάγκη» της ιδιωτικοποίησης της κότας που γεννά τα χρυσά – ελπιδοφόρα – αυγά, απαιτούνται μεθοδεύσεις. Επτά μήνες από τότε που βγήκαν σε δημόσια διαβούλευση οι προτάσεις για το άνοιγμα της αγοράς των τυχερών παιχνιδιών (τεχνικών παιγνίων, όπως κομψά ονομάζονται τώρα), αλλά και του τζόγου γενικότερα, έχουμε:
● Πρώτον: Εγκρίθηκε από το υπουργικό συμβούλιο το σχέδιο νόμου για τη ρύθμιση της αγοράς παιγνίων που φιλοδοξεί να ρυθμίσει το απέραντο χάος που ονομάζεται τζόγος στην Ελλάδα (με τζίρους άνω των 10 δισ. ευρώ σε νόμιμα και παράνομα παιχνίδια, και κοντά στα 15 δισ. μαζί με τα λαχεία) προβλέπεται ρητά από το μνημόνιο (και μάλιστα ως προϋπόθεση της τρίτης και τέταρτης δόσης του δανείου), ώστε να εισπραχθούν κάπου 700 εκατ. ευρώ τα επόμενα δύο χρόνια.
● Δεύτερον: Στο διάστημα που μεσολάβησε (και μάλιστα πριν από μερικές μέρες) ο ΟΠΑΠ, ο οποίος έχει το αποκλειστικό δικαίωμα οργάνωσης και διεξαγωγής παιγνίων μέχρι το 2010, δέχθηκε ένα πολύ ισχυρό πλήγμα καθώς το Συμβούλιο της Επικρατείας παρέπεμψε στo Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) το μονοπώλιο του Οργανισμού, αμφισβητώντας τη νομιμότητά του.
● Τρίτον: Η καθυστέρηση αφήνει μέχρι τώρα ελεύθερο το πεδίο στους ανεξέλεγκτους τζογαδόρους του παράνομου στοιχήματος να συνεχίζουν να καταστρέφουν ανθρώπους και οικογένειες. Και αυτό είναι ένα τεράστιο ερώτημα από ηθική άποψη, αφού το νέο νομοθετικό πλαίσιο προβλέπει τη λεγόμενη «κάρτα παίκτη», η οποία θα θεσπίσει και ανώτατα όρια στοιχηματισμού κατ’ άτομο!
Ποιοι ωφελήθηκαν από την καθυστέρηση, που μην είστε σίγουροι ότι σταματά εδώ με την κατάθεση του σχεδίου νόμου; Μα βέβαια οι ξένοι τζογαδόροι, το παράνομο στοίχημα και κάποιοι ακόμη εγχώριοι.
Είναι γνωστό ότι η δανειακή σύμβαση και το Μνημόνιο επιβάλλουν την πλήρη ιδιωτικοποίηση κάθε οικονομικού πόρου ιδιοκτησίας του Δημοσίου, κάθε υπηρεσίας ή οργανισμού που μπορεί να συμβάλει στα κρατικά έσοδα και την άσκηση κοινωνικής πολιτικής. Απλώς και μόνο επειδή αποτελεί δημόσια περιουσία, έννοια απαγορευμένη σε έναν κόσμο στον οποίο κυριαρχούν απολύτως τα κέφια των αγορών. Και η κυβέρνηση Παπανδρέου συγκατανεύει αφού πρώτα αυτοδεσμεύθηκε σε μια τέτοια επιλογή στο όνομα της προστασίας των μισθών και των συντάξεων.
Η ιδέα και μόνο του τζόγου είναι ίσως απεχθής σε πάρα πολλούς. Και ίσως πολλοί να τάσσονταν υπέρ μιας κυβέρνησης που θα τον απαγόρευε ή, ίσως, θα αποδυόταν σε μια μεγάλη προσπάθεια για τη μείωσή του στο ελάχιστο.
Η πραγματικότητα όμως είναι σκληρή. Ο τζόγος υπήρχε και θα υπάρχει παράγοντας μάλιστα υπερκέρδη. Το ερώτημα είναι γιατί θα έπρεπε τα έσοδα που προκύπτουν απ' αυτόν να περιέρχονται εξ ολοκλήρου στη διάθεση των ιδιωτών «επενδυτών» αφήνοντας ψίχουλα για τα κρατικά ταμεία. Ακόμη και στο πλαίσιο των «αγορών» θα μπορούσε να υπάρχει ένας κρατικός οργανισμός δίπλα στους ιδιωτικούς. Και ο ανταγωνισμός ας έδινε τη δική του διέξοδο.
Όμως στην Ελλάδα εδώ και αρκετά χρόνια η είσοδος των ιδιωτών σε κάθε τομέα οικονομικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας γίνεται με όρους διάλυσης του δημόσιου τομέα. Τώρα, υπό τις ευλογίες και τις δεσμεύσεις της δανειακής σύμβασης και του Μνημονίου που τη συνοδεύει, (και) αυτή η επιλογή είναι «μονόδρομος».
Το σημερινό μεγάλο ρεπορτάζ του «Π» (σελίδες 3 και 16-18) είναι με το παραπάνω αποκαλυπτικό για το έχει συμβεί. Επί της ουσίας προδιαγράφει το μέλλον κάθε επιχείρησης και περιουσίας που αποτελεί δημόσια περιουσία...