Κωνσταντίνος Χολέβας-Πολιτικός Επιστήμων
Στις 5 συνταξιοδοτήσεις Δημοσίων Υπαλλήλων, ένας θα προσλαμβάνεται. Τάδε έφη ΔΝΤ, αυτά προτείνει και η Κυβέρνηση, ώστε να ξελαφρώσει ο Δημόσιος τομέας από το υπερβάλλον προσωπικό. Υπάρχει όμως λόγος να εφαρμοσθεί ο ίδιος κανόνας και στις χειροτονίες ιερέων; Σαφώς όχι.
Πρώτον, διότι οι ιερείς δεν είναι απλοί Δημόσιοι Υπάλληλοι, αλλά θρησκευτικοί λειτουργοί. Αυτό το αναγνώρισε και επισήμως η Πολιτεία εξαιρώντας από τη δικαιοδοσία του ΑΣΕΠ τον διορισμό εφημερίων. Δεύτερον, διότι τη διακονία και τις πνευματικές, κοινωνικές και διοικητικές υπηρεσίες που προσφέρει ο ιερέας δεν μπορεί να τις προσφέρει οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο με άλλη ιδιότητα. Μπορεί τα κενά που έχει λ.χ. το ΙΚΑ να τα συμπληρώσουμε με διοικητικούς υπαλλήλους που περισσεύουν από μία ΔΕΚΟ, όμως την κενή θέση ιερέως στο χωριό, δεν μπορεί να την καλύψει ο μηχανοδηγός του ΟΣΕ ή ο πιλότος της πρώην κρατικής ΟΛΥΜΠΙΑΚΗΣ. Μόνο χειροτονημένος από Ορθόδοξο κανονικό Επίσκοπο κληρικός μπορεί να εκπληρώσει αυτά τα καθήκοντα. Τρίτον, διότι οι χειροτονίες κάθε χρόνο ανέρχονται σε λίγες εκατοντάδες, άρα δεν προκύπτει ιδιαίτερη επιβάρυνση του Δημοσίου. Τέταρτον, διότι θα πληγούν κυρίως οι ακριτικές Μητροπόλεις που έχουν πολλά κενά. Πέμπτον, διότι θα υπάρξουν σοβαρές συνέπειες και για τα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία μας. Η Εκκλησία της Ελλάδος έχει αποσπάσει κληρικούς της σε περιοχές ποιμαντικής ευθύνης του Οικουμενικού Πατριαρχείου (π.χ. Γερμανία), αλλά και άλλων Πατριαρχείων, όπως π.χ. στην Αφρική. Αλλά και κατά τρόπο άμεσο πλήττεται το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στο οποίο υπάγονται εκκλησιαστικώς η Κρήτη και τα Δωδεκάνησα. Πώς θα ζητεί η Ελληνική Πολιτεία από την Τουρκία και τη διεθνή κοινότητα να σεβασθούν τα θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και ιδιοκτησιακά δικαιώματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όταν η ίδια θα έχει περιορίσει τη δυνατότητα του Πατριαρχείου να χειροτονεί κληρικούς;
Σε πολλές ακριτικές περιοχές, αλλά και σε ορεινά η απομακρυσμένα χωριά της υπόλοιπης Ελλάδας ο παπάς είναι ο μόνος που έχει μείνει κοντά στους λίγους κατοίκους και τους προσφέρει στήριγμα, παρηγοριά, ηθική συμπαράσταση, πνευματική συμβουλή, κοινωνική διακονία. Το κτύπημα της καμπάνας είναι το μόνο που έχει απομείνει σ’ αυτούς τους ανθρώπους για να μην απογοητευθούν τελείως και φύγουν. Κάποτε υπήρχε αστυνομικός σταθμός. Τώρα έφυγε και μεταφέρθηκαν οι αρμοδιότητες στη γειτονική -ή και σε πιο μακρυνή πόλη. Υπήρχαν πριν από λίγες δεκαετίες δημοτικά σχολεία, έστω και μονοθέσια ή διθέσια. Έκλεισαν και αυτά. Λειτουργούσε υποτυπωδώς κάποιο γραφείο των ΕΛΤΑ ή κάποια θυρίδα Τραπέζης. Πάνε, έφυγαν, έπεσαν θύμα του συγκεντρωτισμού. Ο Καποδίστριας και ο Καλλικράτης κατήργησαν και την βαθμίδα της κοινοτικής αυτοδιοίκησης που έδινε μία αίσθηση ζωντάνιας στα χωριά. Τώρα ταξιδεύει χιλιόμετρα ο κάτοικος του χωριού για να βρει το Δημαρχείο. Στις μεθοριακές περιοχές της Ηπείρου και της Μακεδονίας διαλύθηκαν τα στρατόπεδα ή μειώθηκαν οι στρατιώτες που έδιναν κίνηση στην οικονομία και αίσθημα ασφαλείας στον πληθυσμό.
Το κράτος, λοιπόν, έφυγε από αυτά τα χωριά. Και τί έμεινε; Μόνον ο ιερέας. Δάσκαλος και γιατρός μαζί. Παιδαγωγός και παρηγορητής. Παρών δίπλα τους στις πιο μεγάλες χαρές και στις πιο μεγάλες λύπες. Και θέλουμε τώρα και αυτόν να τον καταργήσουμε; Θέλω να πιστεύω ότι η Κυβέρνηση καταλαβαίνει ότι δεν είναι δυνατόν να τα ισοπεδώνουμε όλα στο όνομα του Μνημονίου και του ΔΝΤ. Είμαι βέβαιος ότι υπάρχει η καλή διάθεση και από πλευράς Εκκλησίας και από πλευράς Πολιτείας να βρεθεί λύση.
Μερικοί αγνοούντες ή κακόπιστοι διερωτώνται γιατί μισθοδοτούνται οι ιερείς από το Κράτος. Τους εξηγούμε ότι αυτό περιλαμβάνεται στη γραπτή σύμβαση του 1952 μεταξύ της Εκκλησίας της Ελλάδος και της Ελληνικής Κυβερνήσεως με Πρωθυπουργό τον Νικόλαο Πλαστήρα. Τότε η Εκκλησία συμφώνησε να παραχωρήσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας που της είχε απομείνει για να ανακουφισθούν οι ανάγκες του λαού μας μετά από την αιματοβαμμένη δεκαετία 1940-1950. Σε αντάλλαγμα η Πολιτεία ανέλαβε τη μισθοδοσία του Κλήρου. Ακούονται, όμως, και διάφορες φωνές που προτείνουν με πρόσχημα την οικονομική κρίση τον λεγόμενο «χωρισμό Εκκλησίας και Πολιτείας». Ο καθένας εννοεί ίσως με διαφορετικό τρόπο αυτό τον όρο. Άλλωστε για να υπάρξει χωρισμός πρέπει να προϋπάρχει ... γάμος και αυτό δεν ισχύει. Οι ρόλοι είναι διακριτοί στο ισχύον Σύνταγμα. Επειδή, όμως, η συζήτηση εντείνεται στις ημέρες μας, κρίνω σκόπιμο να θυμίσω τις απόψεις ενός έγκυρου νομικού.
Ο διακεκριμένος Συνταγματολόγος και σήμερα Υπουργός κ. Ανδρέας Λοβέρδος έγραφε στις 21.5.2000 στον ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΤΥΠΟ τα εξής: «Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι δεν πρέπει να υπάρξει διαχωρισμός Κράτους-Εκκλησίας. Θεωρούσαμε επιβεβλημένο αυτόν τον διαχωρισμό τον καιρό που στην Ελλάδα είχαμε βαρύτατες προσβολές των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και ειδικά του δικαιώματος της θρησκευτικής συνείδησης. Αυτό το αγαθό πλέον προστατεύεται.... Δεν επιθυμώ την Εκκλησία «νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου» όπως την θέλει ο χωρισμός Κράτους Εκκλησία. Επιθυμώ την Ορθόδοξη Εκκλησία ως επικρατούσα στη χώρα μας θρησκεία, να έχει την αναγνώριση του άρθρου 3 του Συντάγματος, με κριτήριο του τί ασπάζεται η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών».
Στη δύσκολη εποχή μας με την πολυσχιδή κρίση κινδυνεύει η κοινωνία μας να κυριευθεί από απελπισία και απαισιοδοξία. Η πίστη στον Θεό και η πνευματική συμπαράσταση του Ορθοδόξου κληρικού μπορούν να ρίξουν βάλσαμο στη ψυχή του λαού μας.
Κ.Χ. 15.1.2011