Μεταμοντέρνα πολιτικά μασκαρέματα στο βωμό του συμφέροντος | | | |
Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου Η Ελλάδα κινείται σήμερα στα τυφλά, διότι είναι πολιτικά θεόστραβη. Δεν γνωρίζει ποια είναι και πού πάει. Πάσχει, δηλαδή, σοβαρά στο ζήτημα του προσδιορισμού της εθνικής της ταυτότητας. Δίχως όμως ταυτότητα η χώρα δεν μπορεί να ορίσει το εθνικό της συμφέρον με έναν τρόπο που θα γίνεται σεβαστός ή απλώς κατανοητός από τους άλλους. Αυτό σημαίνει ότι η σημερινή Ελλάδα στο διεθνές περιβάλλον εμφανίζει μια θολή εικόνα, η οποία παραπέμπει μάλλον σε ιστορική φάρσα. Η Ελλάδα δεν είναι η αναπτυσσόμενη χώρα του ’70 και του ’80, ούτε το Δυτικό παράδειγμα στα Βαλκάνια της δεκαετίας του ’90. Δεν αποτελεί αναπαράσταση μιας σύγχρονης χώρας που διακρίνεται από soft-power. Αυτός ο μύθος εξαερώθηκε σταδιακά μετά την Ολυμπιάδα, διότι ήταν το αποτέλεσμα ακριβοπληρωμένων διεθνών δημοσίων σχέσεων και όχι η σύγχρονη βάση πολιτισμικής και οργανωτικής ανάπτυξης στο πλαίσιο μιας εύρωστης οικονομίας. Ήταν φρου-φρου και αρώματα, δίχως πολιτική ουσία. Ήταν μια απάτη, όχι προς τους ξένους, αλλά προς τους ίδιους τους Έλληνες. Το πρόβλημα είναι ότι η πολιτική τάξη της χώρας μετά την κατάρρευση του διπολισμού δεν μπόρεσε να αναπτύξει καμία απολύτως εθνική στρατηγική .... για να εκμεταλλευτεί η χώρα το συγκυριακό της πλεονέκτημα στα Βαλκάνια και να καταστεί ηγέτιδα δύναμη στην περιοχή, εκπροσωπώντας τον Δυτικό εκσυγχρονισμό, όπως εκφραζόταν μέσω της discourse του ευρωπαϊσμού (soft-power). Με άλλα λόγια, η πολιτικο-επιχειρηματική τάξη της χώρας απέτυχε να κεφαλαιοποιήσει την μεταπολεμική επένδυση του λαού, υπακούοντας στο καιροσκοπισμό της, την απληστία της και την επαρχιώτικη, μεταπρατική της κουλτούρα. Πληρώσαμε ακριβά τον μύθο της ισχυρής Ελλάδας (περίπου 30.000 ευρώ εμφανίζεται να χρωστά ο κάθε Έλληνας σήμερα, μόνον σε ότι αφορά στο δημόσιο χρέος) και σήμερα παρουσιαζόμαστε από το καθεστώς απολύτως ανίσχυροι και ανίκανοι να διαχειριστούμε τα του οίκου μας. Ομολογεί, δηλαδή, το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα ότι απέτυχε στο ρόλο του και ότι ναυάγησε, παρασύροντας την ελληνική κοινωνία στο βυθό, αλλά παρόλα αυτά μέσω της εποπτείας των δανειστών μας και της «ψιλής διακυβέρνησης» από την τρόικα, ευελπιστεί ότι θα τα καταφέρει να επιβιώσει. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα σήμερα της Ελλάδας. Το πλήρωμα που οδήγησε στο ναυάγιο της χώρας, με θράσος να ισχυρίζεται ότι μπορεί να μας σώσει από τον πνιγμό, καθώς, όπως παρατηρεί ο πρωθυπουργός, «οι θυσίες μας έπιασαν τόπο»! Όχι οι θυσίες του καθεστώτος ασφαλώς, αλλά οι θυσίες των λαϊκών στρωμάτων. Αυτές που έφεραν την φτώχεια, την ύφεση και την ανεργία! Έτσι πιάνουν οι θυσίες τόπο…χλοερό, ακριβώς πάνω στο βωμό που έστησε το καθεστώς, στα μέτρα του φυσικά! Η κοινωνία θυσιάζεται στο βωμό του συμφέροντος αυτών που θησαύρισαν από αυτήν, την προηγούμενη περίοδο. Κάθε φορά που ακούς για θυσίες από πολιτικούς, ανθρώπινο κρέας μυρίζει, αλλά τι σημασία έχει αυτό για τους θυσιαστές! Άλλωστε έτσι αποκτά βαρύνουσα σημασία και η μάλλον ανασφαλής υπόστασή τους. Άσε, που κατά την άποψη τους, οι θυσίες του λαού πιάνουν τόπο, μόνον στο βαθμό που οι υπαίτιοι του ναυαγίου συνεχίζουν να ασκούν το προνόμιο να θυσιάζουν. Αυτό το αποκαλούν πολιτική εξουσία και ομαλότητα, ενώ με ρεαλιστικούς όρους πρόκειται για πολιτική αυταρχικότητα, ανωμαλία και κοινωνική καταστροφή που μεγεθύνει την ανισότητα και δυναμιτίζει την κοινωνική συνοχή. Προφανώς νομίζουν ότι ο ρόλος τους παραπέμπει σε ιερείς και ιέρειες που κατέχουν οργανική θέση στο θυσιαστήριο της ελληνικής κοινωνίας. Μεγάλη παρεξήγηση! Η βουλή όταν μετατρέπεται σε σφαγείο της κοινωνίας, δεν είναι δημοκρατικό όργανο, αλλά αποκλειστικά το «μαγαζί του χασάπη». Πάντα κάποιαν ανώτερη δύναμη, ανυπέρβλητη ανάγκη, επικαλούνται οι λογής-λογής θυσιαστές, για να εξευμενίσουν το άγριο θηρίο κάποιας υπέρτατης εξουσίας (π.χ. αγορές, ΕΕ, ΔΝΤ, ο κακός εαυτός μας). Το πολιτικό ζήτημα, όμως, είναι από πού και πώς αντλούν αυτό το δικαίωμα και τι σφάζουν κάθε φορά. Το τελευταίο προδίδει και την πολιτική φύση του «σφαγέα». Αν αυτό το συνδυάσεις με την κυβερνητική αναπαράσταση του «άγριου θηρίου» τότε θα καταλάβεις ακόμη καλύτερα με ποιους έχεις να κάνεις στην πραγματικότητα και τι εννοούν, όταν ως άλλες μωρές παρθένες, προφασίζονται ότι κατάλαβαν τα λάθη τους και τώρα θα τα διορθώσουν…ακριβώς πάνω στον πάγκο του χασάπη! Η αθλιότητα δεν έχει τέλος όταν αυτοί που εξέθεσαν την χώρα εκμηδενίζοντας την ισχύ της, δείχνοντας σε όλο τον κόσμο πόσο αναξιόπιστη και διεφθαρμένη υπήρξε μέχρι σήμερα, επιχειρούν να τρελάνουν επιπλέον τα θύματα τους που βρίσκονται ήδη ξαπλωμένα ανάσκελα στο θυσιαστήριο. Αφού ο κ. Παπανδρέου πρώτα ανέδειξε το πρόβλημα της διαφθοράς και αναξιοπιστίας της χώρας, όπως δεν έχει πράξει κανείς ηγέτης μέχρι τώρα σε δημοκρατικά καθεστώτα, διεθνώς, ζήτησε από την Ένωση έναν «μηχανισμό» για να «συμμορφώσει» δήθεν τις αγορές και να συνεχίσουν να δανείζουν την Ελλάδα. Η ΕΕ προσέφερε έναν άθλιο «μηχανισμό», που εξευτέλιζε και απορύθμιζε αντικειμενικά την χώρα, για την ύπαρξη του οποίου, όμως, ο Γιώργος Παπανδρέου θριαμβολόγησε, ενώ τα ΜΜΕ τον εξύμνησαν – και τον «μηχανισμό» και τον πρωθυπουργό. Έλα όμως που, όπως ορθότατα προβλέπαμε από την αρχή, ο «μηχανισμός» αντί για πιστόλι εναντίον των χρηματαγορών, όπως τον παρουσίαζε ο πρωθυπουργός, αποδείχθηκε αποκλειστικά όργανο του «χασάπη» της ελληνικής κοινωνίας και ασφαλώς μέσο εξυπηρέτησης των κερδοσκόπων! Τι κάνει ο πολιτικάντης τότε; Αυτό που συνηθίζει. Με θράσος κάνει ότι δεν κατάλαβε τι διέπραξε και ότι έχασε πλέον κάθε δυνατότητα διαπραγμάτευσης μέσα στην ΕΕ, και συνεχίζει να προκαλεί την ανθρώπινη λογική, πέραν των Ευρωπαίων ηγετών. «Αν μείνει η Ευρώπη στη σημερινή ερμαφρόδιτη κατάσταση θα συνεχιστούν οι πιέσεις των αγορών και θα ταλανίζεται από αλληλοκατηγορίες και εθνικισμούς», είπε πάλι σήμερα ο Γ. Παπανδρέου μιλώντας στους βουλευτές του, λίγες μέρες μετά την έκφραση ικανοποίησης για τον «μόνιμο μηχανισμό» που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Σύνοδος και συνυπέγραψε και ο ίδιος! Δηλαδή, οι διεφθαρμένοι μπαγαμπόντηδες που εξαπατούσαν τόσα χρόνια τους εταίρους τους, κατά τον κ. Παπανδρέου, αυτοί που αναστάτωσαν την ΕΕ και προκάλεσαν κύμα σοβαρών απειλών για την ευρωζώνη, εξαιτίας συμπεριφορών, που οι ίδιοι όχι απλώς ομολογούν αλλά προβάλουν ως κατάπτυστες, αξιώνουν την ορθολογικοποίηση της οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ. Εμείς κάνουμε θυσίες, κάντε και εσείς την ΕΕ, ΗΠΑ, να τελειώνουμε, λένε με τα δικά τους λόγια οι ανάρμοστοι της Ένωσης. Αν η ΕΕ ήταν ΗΠΑ, θα είχαμε περιθώρια δράσης εμείς οι απατεώνες Έλληνες; Είναι σαν να αναρωτιούνται, για να απαντήσουν οι ίδιοι: μα φυσικά όχι. Άρα; Άρα, ο Γ. Παπανδρέου και το καθεστώς δεν κατάλαβαν προφανώς το πνεύμα και το στοίχημα της ΕΕ! Μπέρδεψαν τον Ευρωπαϊσμό με τον Αμερικανισμό στην Ένωση, όπως μπέρδεψαν γενικότερα τον ρόλο των ηγετών κρατών με εκείνον των προέδρων Διεθνών Μη-Κυβερνητικών Οργανώσεων. Αυτό κι αν είναι τεράστιο πρόβλημα. Την υπεράσπιση των κρατικών συμφερόντων να την θεωρείς εκδήλωση εθνικισμού, που προκαλεί πρόβλημα στην εμβάθυνση της ενοποίησης της ΕΕ, σύμφωνα με το βορειοαμερικανικό πρότυπο! Είδατε, πώς καταλήγεις δίχως εθνική ταυτότητα, στην προσπάθεια σου να προβάλεις μια οικουμενική ταυτότητα ο ίδιος προσωπικά, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια φάρσα, καθώς συνδέεται με την αναπαράσταση της ομοσπονδιακής και οικονομικής οργάνωσης των ΗΠΑ; Μα, θα μου πείτε, αυτό δεν είναι κακό οπωσδήποτε, αν και δεν είναι καθόλου μεταμοντέρνο! Ασφαλώς και δεν είναι κακό αν δεν είσαι πρωθυπουργός. Αν όμως είσαι, είναι καταστροφικό γι’ αυτούς που εξουσιάζεις. Με αυτή την κουλτούρα θυσιάζεις με ευκολία τα δύο-τρίτα της κοινωνίας, καθώς δεν σε νοιάζει το πολιτικό κόστος, στο πλαίσιο του εθνικού κράτους Αν δεν σε νοιάζει το πολιτικό κόστος, τότε προφανώς δεν έχει καν έννοια το εθνικό κόστος. Έχει έννοια αποκλειστικά η καλή σου φήμη σε αυτούς που αποσκοπούν στην διάλυση των εθνικών κρατών, ώστε να εξυπηρετηθεί η ελίτ που δεν βολεύεται με την ύπαρξη τους. Ούτε αυτό είναι κακό από μόνο του, αλλά εάν η χώρα είναι σχετικά μικρή και αδύναμη, τότε ένας πρωθυπουργός που διακρίνεται από αυτά τα κίνητρα, δεν μπορεί παρά να κάνει μεγάλη ζημιά στην κοινωνία. Αφού η ταυτότητα της Ελλάδας αποφασίστηκε από τον Γ. Παπανδρέου να συνδεθεί παραβολικά με την ενιαία οικονομική διακυβέρνηση στην ΕΕ και την παγκόσμια διακυβέρνηση γενικότερα, τότε το εθνικό συμφέρον πρέπει να απεγκλωβιστεί από οπισθοδρομικές αναπαραστάσεις των μοντέρνων κρατών, μοιάζει να υποστηρίζουν οι άνθρωποι του Γιώργου. Η χώρα που εξευτελίστηκε από τους ηγέτες της και την πολιτική της τάξη (σκάνδαλα επί σκανδάλων και διαφθορά ως στοιχείο του ελληνικού πολιτικού λόγου) την εποχή της ύστερης νεωτερικότητας της Ευρώπης, φαντασιώνεται, δια του καθεστώτος, ότι μπορεί να πρωταγωνιστήσει στην μετα-νεωτερικότητα, ωθώντας μάλιστα τα συντηρητικά μεγάλα κράτη (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, κ.α.), αλλά και τους Βορειοευρωπαίους, προς την υπέρβαση των Westphalian States!! Δραματικό μπλέξιμο των προσωπικών οραματισμών της πολιτικής ηγεσίας, σε συνδυασμό με τον καιροσκοπισμό της άρχουσας τάξης της Ελλάδας, με την άρθρωση του εθνικού συμφέροντος στην συγκυρία που οφείλει να λαμβάνει πρωταρχικά υπόψη το συμφέρον των δύο-τρίτων της κοινωνίας. Μια χώρα που εμφανίζεται ως ο μεγάλος ασθενής της ΕΕ, η ηγεσία της οποίας μάλιστα καλοδέχθηκε μια «θεραπεία σοκ» από το «ιατρικό επιτελείο» του ΔΝΤ, με ποια λογική μπορεί να προτείνει θεραπεία για ολόκληρη την Ένωση, δίχως να προκαλέσει ειρωνικά μειδιάματα; Μάλλον στην προσπάθεια του ο κύριος Παπανδρέου να σμιλεύσει την προσωπική του μεταμοντέρνα ταυτότητα, έχασε το μέτρο, διεθνώς. Ταυτόχρονα η χώρα χάνει κάθε δυνατότητα να διαπραγματευτεί οτιδήποτε. Λέει «ναι» και μετά σχολιάζει δια της κυβερνήσεως και των ΜΜΕ υπερβατικώς. Είναι και αυτός ένας τρόπος διασκέδασης των θυμάτων που περιμένουν την σειρά τους στο θυσιαστήριο της ελληνικής κοινωνίας. Ο κ. Παπανδρέου εμφανίζεται (τηλεοπτικώς) να προσπαθεί να δώσει την δική του αναφερόμενη ταυτότητα στην Ελλάδα, στην πραγματικότητα όμως τα πράγματα είναι μάλλον απλούστερα και δυστυχώς χυδαιότερα. Το πελατειακό καθεστώς δεν μεταβλήθηκε ξαφνικά σε εμπροσθοφυλακή της νεοφιλελεύθερης εκδοχής της παγκοσμιοποίησης, επειδή μετέβαλλε ιδεολογικούς οραματισμούς και ανακάλυψε μαζί με τον Γιώργο τον «τέταρτο δρόμο» της σοσιαλδημοκρατίας. Το τομάρι τους προσπαθούν να σώσουν οι άνθρωποι και την ήττα τους να διαχειριστούν και τίποτε άλλο. Μια και αποδείχθηκε ότι ο μύθος της ισχυρής Ελλάδας που καλλιέργησαν για να πλουτίσουν και να ευδοκιμήσουν παλαιά και νέα τζάκια με τους γύρω τους, έσκασε σαν φούσκα, απαιτώντας τώρα η κοινωνία να καλύψει με την φτωχοποίησή της τα σπασμένα και φαγωμένα τους, κατασκευάζουν έναν άλλο μύθο υπερβατικό και μεταμοντέρνο αυτή τη φορά, για να δραπετεύσουν από τις ευθύνες τους. Έβαλαν λοιπόν μπροστά τον Γιώργο Παπανδρέου, που βρήκε ευκαιρία να παίξει τον μεταμοντέρνο ρόλο της ζωής του αντί να κυβερνήσει ως έλληνας πρωθυπουργός και λένε ό,τι τους κατέβει ως ένα είδος ικεσίας πάνω στο θυσιαστήριο. Εμφανίζονται σαν ικέτες της παγκοσμιοποίησης σε μια χώρα που κανονικά θα έπρεπε να αναζητεί τρόπο να απαντήσει στο πρόβλημα που της προκαλεί η συγκεκριμένη μορφή της παγκοσμιοποίησης στην ΕΕ. Αυτό πράττουν όλες οι άλλες χώρες δίχως καμία απολύτως εξαίρεση. Εδώ διαπιστώνεται η σημαντική αυτή διαφορά, διότι η κυρίαρχη πολιτικο-επιχειρηματική τάξη θεώρησε ότι μόνον μέσω αυτού του μεταμοντέρνου μασκαρέματος θα μπορέσει να ξεγελάσει τον λαό, αποκρύπτοντας τον βαθύτατα συντηρητικό της χαρακτήρα. Αυτοί που διέλυσαν την παραγωγική βάση της ελληνικής κοινωνίας, ετούτοι που συνέβαλαν στην πλήρη αποβιομηχάνισή της, αντί να κρυφτούν, αξιώνουν οικονομική διακυβέρνηση στην ΕΕ, για να σωθεί δήθεν η χώρα. Ζητούν με άλλα λόγια, μια μορφή επιχορηγήσεων ως αντάλλαγμα της διάλυσης της παραγωγής και της αποβιομηχάνισης. Αν δεν ζητούν αυτό, αν δεν ζητούν να συνεχιστεί το «πάρτι» με άλλα μέσα (χρηματοπιστωτικά), τότε προφανώς επιδιώκουν την απόλυτη φτωχοποίηση της κοινωνίας, με τραγικές συνέπειες επιπροσθέτως, για την ταυτότητα και την άρθρωση του εθνικού συμφέροντος της χώρας. Εάν ζητούν το πρώτο, είναι μεταμοντέρνοι πολιτικάντηδες που παρήγαγαν «κοπρόσκυλα» κατά Πάγκαλο και αναπαράγονται από αυτά. Αν ζητούν το δεύτερο, είναι μεταμοντέρνοι «χασάπηδες». Το πρόβλημα είναι ότι η μετα-νεωτερικότητα δεν συμβαδίζει με ιερείς, ικέτες, θυσίες και θυσιαζόμενους πολίτες, ούτε έχει να κάνει με εξαγνιζόμενες ηγεσίες μέσω της φτωχοποίησης λαών. Το άλλο πρόβλημα είναι ότι η διαλεκτική αυτή του καθεστώτος στην οποία πρωταγωνιστεί ο πρωθυπουργός, έγινε αιτία οι ισχυρές δυνάμεις στην ΕΕ να αποσιχαθούν την πολιτική τάξη της χώρας μας. Αυτό δεν γνωρίζω αν εντάσσεται σε κάποιο είδος μετα-νεωτερικότητας των ευρωπαϊκών σχέσεων, αλλά σίγουρα παραπέμπει σε καταστάσεις ροκ που μάλλον δεν έχουμε ματαδεί από το 1974 μέχρι σήμερα. |