Ομιλία της Βουλευτού Πιερίας Μαρίας Μίχου για τη Βιοποικιλότητα
Την ανάγκη για από κοινού χάραξη πολιτικής με τα συναρμόδια Υπουργεία, ώστε να επιτευχθεί η ενσωμάτωση της προστασίας της βιοποικιλότητας σε όλες τις πολιτικές καθώς είναι βασική προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη, επεσήμανε μεταξύ άλλων στην ομιλία της η Βουλευτής Πιερίας Μαρία Μίχου, στη συζήτηση του νομοσχεδίου «Διατήρηση της Βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις».
Όπως ανέφερε η κα Μίχου οι ανθρώπινες δραστηριότητες με την πάροδο του χρόνου έχουν αλλάξει αφήνοντας τα σημάδια τους στο οικοσύστημα και πρόσθεσε πως και οι αντιλήψεις πλέον έχουν αλλάξει, αφού όλοι έχουμε καταλάβει τη σημασία τη βιώσιμης ανάπτυξης που θα εκμεταλλεύεται τους φυσικούς πόρους χωρίς να τους καταστρέφει.
Η ΟΜΙΛΙΑ
Θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικό το νομοσχέδιο που συζητούμε σήμερα στη Βουλή για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, το οποίο έρχεται να προσαρμόσει μια νομοθεσία που αναφέρεται στην προστασία του περιβαλλοντικού μας πλούτου, στα δεδομένα του σήμερα.
O προηγούμενος νόμος μετράει 25 χρόνια ζωής με την εισαγωγή ενός πλαισίου για τη βιοποικιλότητα, που εξειδικεύτηκε μόνο από το νόμο 2204/1994. Μέσα σε αυτά τα χρόνια αφενός έχουν αλλάξει οι ανθρώπινες δραστηριότητες που έχουν αφήσει τα σημάδια τους στο οικοσυστήμα της χώρας και αφετέρου έχει βελτιωθεί η γνώση που διαθέτουμε. Έχει αλλάξει ακόμα και η αντίληψή μας για την ανάπτυξη, αφού έχουμε καταλάβει πια τη σημασία της βιώσιμης ανάπτυξης. Μιας ανάπτυξης που μπορεί να εκμεταλλεύεται τους φυσικούς πόρους χωρίς να τους καταστρέφει, δημιουργώντας παράλληλα νέες θέσεις εργασίας.
ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Η ενσωμάτωση της προστασίας της βιοποικιλότητας σε όλες τις πολιτικές, θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο στρατηγικού σχεδιασμού, καθώς είναι βασική προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Άρα, είναι απαραίτητη η από κοινού χάραξη πολιτικής με τα συναρμόδια Υπουργεία.
Θα αναφερθώ σε συγκεκριμένα παραδείγματα που προκύπτουν από τα αίτια για την απώλεια βιοποικιλότητας.
Η εντατική γεωργία σε ορισμένες περιοχές ελάχιστα μας απασχόλησε σε επίπεδο ρύπανσης του εδάφους, στρεφόμενοι κυρίως στη ρύπανση αέρα και του νερού, παρότι τα περισσότερα φυτικά και ζωικά είδη ζουν και κινούνται πάνω στο έδαφος.
Σε επίπεδο αδειοδότησης και χρήσης μεγάλης κατηγορίας τοξικών, αλλά και για πολλά είδη γεωργικών φαρμάκων, μπορεί να περάσουν ακόμη και 10 χρόνια για απαγόρευσή τους από την εθνική νομοθεσία.
Αναφέρομαι σε τοξικά που σε άλλες χώρες απαγορεύονται για λόγους – εκτός της ανθρώπινης βλάβης – όπως είναι οι επιπτώσεις σε φυτά εκτός των καλλιεργούμενων.
Οι διενεργούμενοι αναδασμοί τεράστιων κάμπων άλλαξαν, εκτός από το τοπίο, ολόκληρα οικοσυστήματα και εξαφάνισαν είδη χωρίς την πρόβλεψη διατήρησης και δημιουργίας φυσικών καταφυγίων γι’ αυτά.
Από την άλλη πλευρά, μεγάλος όγκος πληροφοριών και γνώσεων που αφορά παραδοσιακές τεχνικές και πρακτικές αειφορικής διαχείρισης της βιοποικιλότητας, μέχρι σήμερα παραμένει στο σύνολο του διάσπαρτος και ανεκμετάλλευτος.
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΜΕ ΕΠΑΡΚΕΙΣ ΠΟΡΟΥΣ
Οι περισσότερες επιστημονικές μελέτες στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος επισημαίνουν ότι για να επιτευχθεί ένα ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας πρέπει να διατεθούν επαρκείς πόροι. Σε διαφορετική περίπτωση οδηγούμαστε σε παραβατικές συμπεριφορές της διοίκησης, που ναι μεν θέλει, αλλά στην ουσία αδυνατεί να εφαρμόσει αποτελεσματικά τον νόμο.
Η ανάγκη αυτή γίνεται εντονότερη, όταν η διοίκηση μεταβιβάζει τις αντίστοιχες αρμοδιότητες στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, η οποία έχει αρκετά περιορισμένες οργανωτικές δυνατότητες. Όλοι γνωρίζουμε στις περιφέρειες ότι η υποστελέχωση των υπηρεσιών έχει ως αποτέλεσμα ουσιαστικά να μην επιτελείται το έργο που έχουν επωμιστεί και να μην ελέγχονται και οι επιχειρήσεις οι οποίες ρυπαίνουν το περιβάλλον, γιατί δεν υπάρχει το ανθρώπινο δυναμικό.
Η επανασύσταση της Επιτροπής «Φύση 2000» κινείται κατά την άποψή μου προς τη σωστή κατεύθυνση και θεωρώ ότι θα συμβάλει ουσιαστικά στην υλοποίηση των στόχων που έχουν τεθεί για την προστασία της Βιοποικιλότητας. Ένας από αυτούς, που κατά την γνώμη μου είναι και ο πιο σημαντικός, είναι η εξισορρόπηση εν τέλει δύο αντίρροπων τάσεων: της ανάγκης αφενός για οικονομική ανάπτυξη και της ανάγκης για την προστασία του περιβάλλοντος από τη διαρκή υποβάθμιση.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια η οικονομική ανάπτυξη υποσκέλιζε τα πάντα. Μπροστά στην δυνατότητα για γρήγορη δημιουργία πλουτισμού, γίνονταν εύκολα εκπτώσεις στην προστασία των οικοσυστημάτων, πολλά από τα οποία σήμερα απειλούνται με εξαφάνιση. Φτάσαμε να μιλάμε σήμερα για προστατευόμενα είδη, κλιματική αλλαγή και την ανάγκη εξοικονόμησης φυσικών πόρων, οι οποίοι ξέρουμε πολύ καλά ότι στα επόμενα χρόνια θα βρεθούν σε έλλειψη. Λύση βέβαια, δεν είναι να φτάσουμε και στο άλλο άκρο, περιορίζοντας οριζόντια κάθε αναπτυξιακή διαδικασία. Αυτό που χρειάζεται είναι ο προσανατολισμός στην πράσινη ανάπτυξη, η οποία σέβεται το περιβάλλον και δεν αναπτύσσεται εις βάρος του.
ΟΙ ΠΕΡΙΟΧΕΣ NATURA
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ στην επίμαχη διάταξη του άρθρου 9 για τη δόμηση σε περιοχές του Δικτύου Natura 2000. Σύμφωνα με την Αιτιολογική Έκθεση του σχεδίου νόμου με τις νέες ρυθμίσεις οι περιοχές αυτές θα καλύπτουν πλέον το 25% της συνολικής Επικράτειας. Είναι γεγονός ότι η καθολική ισχύς του μέτρου για τα 10 στρέμματα θα περιόριζε την αναπτυξιακή διαδικασία σε μια κρίσιμη εποχή για τη χώρα μας στην οικονομική κρίση που βιώνουμε. Κάτι τέτοιο, σε μία οικονομική περίοδο όπως η σημερινή δεν θα ήταν καθόλου επιθυμητό. Βέβαια, κατά την άποψή μου θα ήταν και άδικο για όσους κατέχουν οικόπεδα τεσσάρων στρεμμάτων και μπορούν να τα αξιοποιήσουν. Γι’ αυτό το λόγο θεωρώ ότι η αλλαγή που φέρατε σαφώς είναι προς την σωστή κατεύθυνση. Θα ήθελα επίσης να τονίσω, ότι σωστή η τροπολογία και η απόφασή σας να παραταθεί έως τις 30 Ιουνίου η προθεσμία για την τακτοποίηση των ημιυπαιθρίων. Ξέρετε πολύ καλά ότι οι αρμόδιες πολεοδομικές υπηρεσίες δεν μπορούσαν ήδη να σηκώσουν το βάρος που είχαν μέχρι τώρα.
