Με το χαρακτηριστικό τίτλο: «Ο Έλληνας φίλος», σημερινό δημοσίευμα του γερμανικού περιοδικού Der Spiegel εμπλέκει σαφώς τον πρώην υπουργό Άμυνας Άκη Τσοχατζόπουλο στο σκάνδαλο αναφορικά με την προμήθεια γερμανικών υποβρυχίων από την Ελλάδα. «Η εταιρεία Ferrostaal με έδρα το Έσσεν δεν αποδέχεται τις κατηγορίες περί διαφθοράς από την εισαγγελία του Μονάχου και επιτίθεται κατά μέτωπο στη μεγαλομέτοχο ΜΑΝ», αναφέρει ο υπότιτλος του δημοσιεύματος, μεταφέροντας τον απόηχο της υπόθεσης στη Γερμανία.
Ακολουθεί το σχετικό ρεπορτάζ των Jürgen Dahlkamp και Jörg Schmitt:
Παλιότερα έπρεπε να υπερασπίζεται τη χώρα του, σήμερα υπερασπίζεται μόνο την τιμή του. Κάποτε ο Άκης Τσοχατζόπουλος ήταν υπουργός Άμυνας της Ελλάδας και υπάρχουν κάποιοι που πιστεύουν ότι βρισκόταν εκεί για να εξυπηρετεί περισσότερο τον εαυτό του, παρά τη χώρα του. Το νεότερο ωστόσο είναι ότι μερικοί από αυτούς βρίσκονται και στο Μόναχο, και ασκούν το επάγγελμα του εισαγγελέα.

Ο άνδρας από την Αθήνα θεωρείται άνθρωπος - κλειδί όσον αφορά αμφισβητούμενες πληρωμές, με τις οποίες η εταιρεία Ferrostaal AG, με έδρα το Έσεν, φέρεται να προώθησε την πώληση γερμανικών υποβρυχίων στην Ελλάδα (SPIEGEL. Γι’ αυτό οι εισαγγελείς του Μονάχου συνέταξαν κατηγορητήριο σε βάρος δύο πρώην μάνατζερ της εταιρείας.
Το κατηγορητήριο αναφέρει ότι οι αποδέκτες των χρημάτων -εκτός από τον τότε Έλληνα υπουργό Άμυνας Τσοχατζόπουλο- ήταν Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι. Στη διατύπωση δεν υπάρχουν επιφυλάξεις, όπως το «φέρεται να» ,ο «φερόμενος» κλπ. Οι κατήγοροι μοιάζουν βέβαιοι: Ο πρώην υπουργός κάτι πήρε.
Αλλά δεν είναι μόνο παράγοντες από το Μόναχο που γνωρίζουν ότι οι Γερμανοί εξαγόρασαν έναν υψηλά ιστάμενο πολιτικό: Σχεδόν ταυτόχρονα, ανακριτές στην Ελλάδα παρέπεμψαν την υπόθεση στη Βουλή, προκειμένου να ξεκινήσει έρευνα. Επίσης, η εισαγγελία Αθηνών κλήτευσε 37 δημόσιους λειτουργούς και στρατιωτικούς ως ύποπτους.
Συνεπώς, τα πράγματα μπορεί να «σφίξουν» για τον Τσοχατζόπουλο, για τους δύο κατηγορούμενους στο Μόναχο και κυρίως για τη Ferrostaal: Αν οι έρευνες μπορέσουν να αποδείξουν πράγματι την ύπαρξη της ομάδας αγγελιοφόρων μέχρι τον υπουργό, όπως υποθέτουν, θα πρέπει να πληρώσει και ο όμιλος. Κινδυνεύει να του επιβληθεί πρόστιμο και αφαίρεση των κερδών, σε σημείο που θα μπορούσε «να απειλήσει την ύπαρξή του», όπως παραδέχεται το Δ.Σ. σε έγγραφο το οποίο συντάχθηκε το Μάρτιο.
Το ελληνικό σκάνδαλο ανάγεται στο έτος 2000, όταν η χώρα αγόρασε 4 υποβρύχια της HDW. Τότε η Ferrostaal είχε αναλάβει να κερδίσει την ανάθεση του έργου για την HDW,κερδίζοντας τους ανταγωνιστές της. Γιατί και οι Γάλλοι ήθελαν τότε να αναλάβουν τη δουλειά, αξίας 1,6 δις ευρώ.
Οι Γερμανοί όμως είχαν υπογράψει σύμβαση με μια ομάδα συμβούλων, η οποία αυτοαποκαλείτο «κύκλος προσευχής» και γνώριζε στην Ελλάδα τους σωστούς ανθρώπους. Μεγάλο μέρος της προμήθειας λένε ότι κατέληξε σε ανθρώπους που έπαιρναν τις αποφάσεις. Και στο τέλος της αλυσίδας των αποφάσεων βρισκόταν και ο υπουργός Άμυνας Τσοχατζόπουλος, ο οποίος πάντως διαμαρτύρεται, υποστηρίζοντας ότι δεν έχουν τίποτα να του προσάψουν:
«Ουδέποτε ζήτησα ή έλαβα χρήματα ή ανταλλάγματα σε σχέση με την αγορά γερμανικών υποβρυχίων από την Ελλάδα». Άλλωστε -λέει- δεν έλαβε εκείνος την απόφαση αλλά το «ελληνικό υπουργικό Συμβούλιο», με την έγκριση των αρμόδιων κυβερνητικών οργάνων και κατόπιν πρότασης του πολεμικού ναυτικού.
Αντιθέτως, το κατηγορητήριο της εισαγγελίας του Μονάχου εναντίον του πρώην διευθύνοντος συμβούλου της Ferrostaal Johann Friedrich Haun, και ενός συνεργάτη του, αναφέρει ότι και οι δύο γνώριζαν πως «έπρεπε να σταλούν» χρήματα σε συνεργάτες σε υπουργεία και υπηρεσίες, ιδιαίτερα όμως «στον υπουργό Άμυνας Τσοχατζόπουλο».
Για τους εισαγγελείς, το πράγμα είναι ξεκάθαρο: Χρήματα πήγαν και στον υπουργό. Ωστόσο, δεν υπάρχουν σαφείς αποδείξεις, παρά μόνον ενδείξεις. Έτσι κατέθεσε πρώην διευθύνων σύμβουλος της HDW: Ένας σύμβουλος, ένας από τον «κύκλο προσευχής», που είχε καλές σχέσεις με το κυβερνών κόμμα του ΠΑΣΟΚ, αποτέλεσε την «πρόσβαση» στον υπουργό: Αν οι Γερμανοί ήθελαν κάτι από τον Τσοχατζόπουλο, έπρεπε να απευθυνθούν πρώτα σε αυτόν τον άνδρα, ισχυρίστηκε ο μάρτυρας.
Επιπλέον, ο Τσοχατζόπουλος υποστήριξε σθεναρά το γερμανικό υποβρύχιο, αν και οι Γάλλοι υπέβαλαν φθηνότερη προσφορά. Αυτό όμως έγινε για καθαρά αντικειμενικούς λόγους, δηλώνει σήμερα ο πρώην υπουργός.
Άλλα ίχνη οδηγούν μεν στο περιβάλλον του -όχι όμως και πιο πέρα. Σε επιστολές που κατασχέθηκαν, γίνεται επανειλημμένα λόγος για ένα «φίλο» -«το φίλο μας»- που μετέφερε εμπιστευτικές πληροφορίες από το υπουργείο ή την επιτροπή ανάθεσης. Έτσι, σε έγγραφο που βρέθηκε στη Ferrostaal αναφέρεται ότι «ο φίλος μας» μίλησε με παράγοντα που έπαιρνε αποφάσεις στην Ελλάδα, για το πώς ένα, μέλος της επιτροπής ανάθεσης που είχε επιφυλάξεις να ψηφίσει υπέρ της γερμανικής προσφοράς , μπορεί να πεισθεί να συμπράξει ή να αποπεμφθεί.
«Ο φίλος μας» ήταν επίσης προφανώς εκείνος ο οποίος παρέδωσε επιστολή στους «μάνατζερ» της Ferrostaal: την επιστολή είχε στείλει ο θυμωμένος επικεφαλής της γαλλικής ανταγωνίστριας εταιρείας DCN, στις 28 Σεπτεμβρίου 1999, στο Τσοχατζόπουλο, κάτι το οποίο ο πρώην υπουργός δηλώνει ότι δεν γνωρίζει.
Ανοιχτό παραμένει όμως ακόμα και για τους εισαγγελείς το ερώτημα ποιος ήταν «ο φίλος μας». Δεν υπάρχει πραγματική απόδειξη, που να παραπέμπει άμεσα στο Τσοχατζόπουλο. Επομένως, εικάζουν οι κατήγοροι του Μονάχου ότι ίσως οι έρευνες στην Ελλάδα θα οδηγήσουν σε αποτέλεσμα το οποίο θα στηρίξει τους ισχυρισμούς τους;
Η υπόθεση είναι για όλους «καυτή». Για τους ενάγοντες, που δεν αναφέρουν τον Τσοχατζόπουλο στην αγωγή ούτε καν ως κατηγορούμενο. Για τους δύο κατηγορούμενους, που κατέθεσαν ότι δεν μπορούν μεν να αποκλείσουν ότι μερικά από τα χρήματα του συμβουλευτικού έργου κατέληξαν σε παράγοντες λήψης αποφάσεων, αλλά υποστηρίζουν ότι δεν ρώτησαν να μάθουν. Και προπαντός για τη Ferrostaal.
http://www.tvxs.gr/news/%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1/%CE%BF-%C2%AB%CE%AD%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B1%CF%82-%CF%86%CE%AF%CE%BB%CE%BF%CF%82%C2%BB-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BF-%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82-%CF%84%CF%83%CE%BF%CF%87%CE%B1%CF%84%CE%B6%CF%8C%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82-0