Αφιερώνεται στους αδικοχαμένους νεκρούς του Πόντου και στους ζωντανούς απογόνους τους, που κουβαλάνε μέσα τους την αγιάτρευτη πληγή της γενοκτονίας
Πρόσφυγας τέταρτης γενιάς
Βουνό η πίκρα, ασήκωτος σταυρός
Στον απερπάτητο Γολγοθά της μνήμης
Αστείρευτο το δάκρυ του ξεριζωμού
Νερό της μαύρης θάλασσας, φουρτουνιασμένο
Δεν τέλειωσε ο θρήνος σου, μάνα
Πέθανες, μα στην ψυχή μου έμεινε το κλάμα σου
Ζεστό ψωμί από πληγές και δάκρια
Γλυκό τραγούδι από αίμα και ιδρό
Κλαίω μάνα, συνεχίζω το κλάμα σου
Που δεν πρόλαβες ν’ αποτελειώσεις
Που δεν θα προλάβω ν’ αποσώσω ούτε εγώ
Και θα το παραδώσω στα παιδιά μου
Πώς να σφουγγίσω τόσο αίμα γενεών
Απ’ τις ρωγμές των σφραγισμένων τάφων
Στα βαθιά φαράγγια της ψυχής!
Πώς να σιγάσω τόσες σπαρακτικές οιμωγές
Νεκρών χιλιάδων αστραπόβροντα – κραυγές
Στους θανατόφορτους ουρανούς του νου!
Θεέ μου, πώς το δύνασαι
Να δίνεις στα παιδιά σου τόσο πόνο!
Θεέ μου, πώς αντέχεις
Να βούλεσαι ν’ αντέχουν τα παιδιά σου τόσο θάνατο!
Αργύρης Ολοκτσίδης
Ρητίνη 19 Μαΐου 2011