Γράφει η Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη
Το βράδυ της Τρίτης 17 Μαΐου, το βιβλιοπωλείο Νέστωρ πλημμύρισε βιβλιόφιλο κόσμο που ήρθε να γνωρίσει από κοντά τις αγαπημένες του συγγραφείς τη Λένα Μαντά και τη Καίτη Οικονόμου. Έφεραν στις αποσκευές τους τα νέα τους βιβλία από τις εκδόσεις Ψυχογιός για να τα παρουσιάσουν στο κοινό της Κατερίνης.
Την εκδήλωση συντόνισε η Δέσποινα Νέστορα, η οποία με πολύ νεανικό τρόπο και με μια φρεσκάδα πρωτόγνωρη, που δεν συνηθίζουμε σε παρουσιάσεις, προλόγισε και γνώρισε στο κοινό τις δυο συγγραφείς. Ποιος άλλωστε δεν γνώριζε τη Λένα Μαντά με τη «Θεανώ, τη λύκαινα της πόλης και τη Καίτη Οικονόμου με τη Λευκή Ορχιδέα. Όσοι και όσες ήλθαν γνώριζαν όλες τις λεπτομέρειες των έργων τους, τους πρωταγωνιστές και καταστάσεις που διαδραματίστηκαν μέσα στις σελίδες τους.
Ο κύριος Βασίλης Μόσχης, φιλόλογος, αρθογράφος και συγγραφέας που δεν είχα τη τιμή να τον ξανακούσω μέχρι χθες σε τέτοια εκδήλωση, με εξέπληξε. Μίλησε για τις συγγραφείς, τα βιβλία τους, διάβασε αποσπάσματα και από τα δυο βιβλία, σχολίασε μα δεν κούρασε. Ήταν ακριβώς αυτό που ζητούν οι δυο συγγραφείς σε όλες τους τις παρουσιάσεις τους στη περιοδεία που πραγματοποιούν αυτό τον καιρό σε όλη σχεδόν τη χώρα. Λίγα λόγια για το έργο τους λοιπόν και μετά κουβέντα με το αναγνωστικό κοινό. Θέλουν και οι δυο να βλέπουν το κοινό, να το κοιτούν στα μάτια, να προκαλούν ερωτήσεις, να λύνουν ερωτηματικά, να παίρνουν ιδέες για εμπνεύσεις για το επόμενο βιβλίο. Όπως είπε η Καίτη Οικονόμου, «τα πνευματικά μας παιδιά από τότε που έρχονται στα χέρια σας είστε οι τελικοί αποδέκτες, άρα μπορείτε να τα κρίνετε, σας ανήκουν.»
Στο περισσότερο μέρος της παρουσίασης οι δυο συγγραφείς ήταν όρθιες . Και αυτό ήταν πολύ θετικό για μένα όπως το εισέπραξα σαν ακροάτρια. Ζέσταναν το χώρο, γέννησαν φιλίες, γνωρίστηκαν με τους συγγραφείς από κοντά αφού στο facebook οι περισσότερες ήταν φίλες διαδικτυακά. Δημιουργήθηκαν τέλος οι βάσεις για κάποιες άλλες σχέσεις βιβλιόφιλου κοινού με τον συγγραφέα. Δεν ήταν μια στημένη παρουσίαση με σχολιασμούς, αναλύσεις, ομιλία της συγγραφέως ή συγγραφέων και στο τέλος ερωτήσεις και απορίες κοινού. Με φινάλε πάντα τις υπογραφές αντιτύπων για να έχουμε ένα ενθύμιο από τον καλεσμένο συγγραφέα. Ήρθε στη πόλη μας, ήμουν κι εγώ εκεί!. Αλλάζουν τα σκηνικά και ο κάθε δημιουργός δημιουργεί αυτό που θέλει για τη βραδιά του. Έτσι το θέλει και πιστεύει ότι είναι το καλύτερο για την επαφή του με τον κόσμο.
Από τη στιγμή που όλοι οι δημιουργοί εκτίθενται στο κοινό εκδίδοντας βιβλία, πρέπει η ζυγαριά να γείρει από το μέρος του αναγνώστη. Αυτό το κατάφεραν οι εκδόσεις Ψυχογιός και εκδίδουν βιβλία που μιλούν στη καρδιά του μέσου Έλληνα και περισσότερο της Ελληνίδας. Για τον αναγνώστη που θέλει να χαλαρώσει, να ξεμοναχιαστεί από τα καθημερινά προβλήματα μα θα του μείνει κάτι στη καρδιά και το νου. Όπως και τα βιβλία που παρουσιάστηκαν χθες το βράδυ, της κυρίας Μαντά και της κυρίας Οικονόμου ,της κυρίας Ρώσση που είχε έρθει στα τέλη του προηγούμενου μήνα, της κυρίας Τραυλού, της κυρίας Θεοδωρίδου, της κυρίας Τσαμαδού, της κυρίας Βοίκου και τόσων άλλων αγαπημένων συγγραφέων που έχουν κερδίσει τις καρδιές του γυναικείου κοινού.
Τι να πω αλήθεια για τη Λένα Μαντά με τον χειμμαρώδη λόγο της, με την αναφορά των διάφορων περιστατικών από την ιστορία της οικογένειας της, από τις προσωπικές της μνήμες από τη Κωνσταντινούπολη όπου κατάγεται και της έδωσαν το κλικ για να γραφούν τα βιβλία της. Αυτή η ιδέα που έρχεται κατακέφαλα σε κάθε συγγραφέα και αν δεν αποτυπωθεί στο χαρτί δεν μπορεί να ησυχάσει. Μερόνυχτα βασανίζεται με τους χάρτινους ήρωες μέχρι να τους τοποθετήσει στη σωστή θέση. Σε μια στιγμή της κουβέντας η Λένα Μαντά είπε ότι «οι συγγραφείς είμαστε οι μικροί Θεοί που μπορούν να πεθαίνουν, να σκοτώνουν τους ήρωες τους, να αγαπηθούν, να…» Και δεν έχει άδικο.
Η κουβέντα ξετυλιγόταν σα κουβάρι, οι ερωτήσεις διαδεχόταν η μια την άλλη, η ώρα περνούσε χωρίς να γίνει σε κανένα ακροατή αισθητή ή βαρετή η παραμονή του στο χώρο του βιβλιοπωλείου. Πως θα μπορούσε άλλωστε να γίνει βαρετός ένας τέτοιος χώρος που εμπνέεσαι, συζητάς, ανταλλάσσεις απόψεις, ψάχνεις στις προθήκες των βιβλίων και καταλήγεις στο να αγοράσεις αυτό που θα σου κάνει κλικ…..
Στα πηγαδάκια των φίλων μέχρι να υπογράψουν οι συγγραφείς τα αντίτυπα των συνακροατών, γνώρισα καλύτερα τον κύριο Βασίλη Μόσχη και πληροφορήθηκα ότι σε λίγες μέρες εκδίδεται από τις εκδόσεις Ιανός το πρώτο του μυθιστόρημα.
Πραγματικά χάρηκα και χαίρομαι πάντα όταν βλέπω στο τόπο μου να εκδίδουν βιβλία σε δύσκολες οικονομικές εποχές. Βλέπω ότι η Πιερία στο χώρο του βιβλίου είναι ένα ηφαίστειο που εκρήγνυνται, που έχει λόγο να καμαρώνει και να περηφανεύεται για τους ανθρώπους της.
Κράτησα για το τέλος μια κουβέντα των δυο συγγραφέων στην ερώτηση φίλου αναγνώστη «Γιατί γράφετε»?
Δεν γίνεται αλλιώς, είπε η κυρία Οικονόμου, είναι επιτακτική η ανάγκη να γράφουμε, είπε η κυρία Μαντά!
Πραγματικά, δεν μπορεί να το καταλάβει κάποιος που δεν έχει σχίσει χαρτιά, ακόμη που δεν έχει πετάξει ολόκληρες σελίδες στο καλάθι , μέχρι να φτάσει στα χέρια σας το πνευματικό μας παιδί.!!!!!!
Το βράδυ της Τρίτης 17 Μαΐου, το βιβλιοπωλείο Νέστωρ πλημμύρισε βιβλιόφιλο κόσμο που ήρθε να γνωρίσει από κοντά τις αγαπημένες του συγγραφείς τη Λένα Μαντά και τη Καίτη Οικονόμου. Έφεραν στις αποσκευές τους τα νέα τους βιβλία από τις εκδόσεις Ψυχογιός για να τα παρουσιάσουν στο κοινό της Κατερίνης.
Την εκδήλωση συντόνισε η Δέσποινα Νέστορα, η οποία με πολύ νεανικό τρόπο και με μια φρεσκάδα πρωτόγνωρη, που δεν συνηθίζουμε σε παρουσιάσεις, προλόγισε και γνώρισε στο κοινό τις δυο συγγραφείς. Ποιος άλλωστε δεν γνώριζε τη Λένα Μαντά με τη «Θεανώ, τη λύκαινα της πόλης και τη Καίτη Οικονόμου με τη Λευκή Ορχιδέα. Όσοι και όσες ήλθαν γνώριζαν όλες τις λεπτομέρειες των έργων τους, τους πρωταγωνιστές και καταστάσεις που διαδραματίστηκαν μέσα στις σελίδες τους.
Ο κύριος Βασίλης Μόσχης, φιλόλογος, αρθογράφος και συγγραφέας που δεν είχα τη τιμή να τον ξανακούσω μέχρι χθες σε τέτοια εκδήλωση, με εξέπληξε. Μίλησε για τις συγγραφείς, τα βιβλία τους, διάβασε αποσπάσματα και από τα δυο βιβλία, σχολίασε μα δεν κούρασε. Ήταν ακριβώς αυτό που ζητούν οι δυο συγγραφείς σε όλες τους τις παρουσιάσεις τους στη περιοδεία που πραγματοποιούν αυτό τον καιρό σε όλη σχεδόν τη χώρα. Λίγα λόγια για το έργο τους λοιπόν και μετά κουβέντα με το αναγνωστικό κοινό. Θέλουν και οι δυο να βλέπουν το κοινό, να το κοιτούν στα μάτια, να προκαλούν ερωτήσεις, να λύνουν ερωτηματικά, να παίρνουν ιδέες για εμπνεύσεις για το επόμενο βιβλίο. Όπως είπε η Καίτη Οικονόμου, «τα πνευματικά μας παιδιά από τότε που έρχονται στα χέρια σας είστε οι τελικοί αποδέκτες, άρα μπορείτε να τα κρίνετε, σας ανήκουν.»
Στο περισσότερο μέρος της παρουσίασης οι δυο συγγραφείς ήταν όρθιες . Και αυτό ήταν πολύ θετικό για μένα όπως το εισέπραξα σαν ακροάτρια. Ζέσταναν το χώρο, γέννησαν φιλίες, γνωρίστηκαν με τους συγγραφείς από κοντά αφού στο facebook οι περισσότερες ήταν φίλες διαδικτυακά. Δημιουργήθηκαν τέλος οι βάσεις για κάποιες άλλες σχέσεις βιβλιόφιλου κοινού με τον συγγραφέα. Δεν ήταν μια στημένη παρουσίαση με σχολιασμούς, αναλύσεις, ομιλία της συγγραφέως ή συγγραφέων και στο τέλος ερωτήσεις και απορίες κοινού. Με φινάλε πάντα τις υπογραφές αντιτύπων για να έχουμε ένα ενθύμιο από τον καλεσμένο συγγραφέα. Ήρθε στη πόλη μας, ήμουν κι εγώ εκεί!. Αλλάζουν τα σκηνικά και ο κάθε δημιουργός δημιουργεί αυτό που θέλει για τη βραδιά του. Έτσι το θέλει και πιστεύει ότι είναι το καλύτερο για την επαφή του με τον κόσμο.
Από τη στιγμή που όλοι οι δημιουργοί εκτίθενται στο κοινό εκδίδοντας βιβλία, πρέπει η ζυγαριά να γείρει από το μέρος του αναγνώστη. Αυτό το κατάφεραν οι εκδόσεις Ψυχογιός και εκδίδουν βιβλία που μιλούν στη καρδιά του μέσου Έλληνα και περισσότερο της Ελληνίδας. Για τον αναγνώστη που θέλει να χαλαρώσει, να ξεμοναχιαστεί από τα καθημερινά προβλήματα μα θα του μείνει κάτι στη καρδιά και το νου. Όπως και τα βιβλία που παρουσιάστηκαν χθες το βράδυ, της κυρίας Μαντά και της κυρίας Οικονόμου ,της κυρίας Ρώσση που είχε έρθει στα τέλη του προηγούμενου μήνα, της κυρίας Τραυλού, της κυρίας Θεοδωρίδου, της κυρίας Τσαμαδού, της κυρίας Βοίκου και τόσων άλλων αγαπημένων συγγραφέων που έχουν κερδίσει τις καρδιές του γυναικείου κοινού.
Τι να πω αλήθεια για τη Λένα Μαντά με τον χειμμαρώδη λόγο της, με την αναφορά των διάφορων περιστατικών από την ιστορία της οικογένειας της, από τις προσωπικές της μνήμες από τη Κωνσταντινούπολη όπου κατάγεται και της έδωσαν το κλικ για να γραφούν τα βιβλία της. Αυτή η ιδέα που έρχεται κατακέφαλα σε κάθε συγγραφέα και αν δεν αποτυπωθεί στο χαρτί δεν μπορεί να ησυχάσει. Μερόνυχτα βασανίζεται με τους χάρτινους ήρωες μέχρι να τους τοποθετήσει στη σωστή θέση. Σε μια στιγμή της κουβέντας η Λένα Μαντά είπε ότι «οι συγγραφείς είμαστε οι μικροί Θεοί που μπορούν να πεθαίνουν, να σκοτώνουν τους ήρωες τους, να αγαπηθούν, να…» Και δεν έχει άδικο.
Η κουβέντα ξετυλιγόταν σα κουβάρι, οι ερωτήσεις διαδεχόταν η μια την άλλη, η ώρα περνούσε χωρίς να γίνει σε κανένα ακροατή αισθητή ή βαρετή η παραμονή του στο χώρο του βιβλιοπωλείου. Πως θα μπορούσε άλλωστε να γίνει βαρετός ένας τέτοιος χώρος που εμπνέεσαι, συζητάς, ανταλλάσσεις απόψεις, ψάχνεις στις προθήκες των βιβλίων και καταλήγεις στο να αγοράσεις αυτό που θα σου κάνει κλικ…..
Στα πηγαδάκια των φίλων μέχρι να υπογράψουν οι συγγραφείς τα αντίτυπα των συνακροατών, γνώρισα καλύτερα τον κύριο Βασίλη Μόσχη και πληροφορήθηκα ότι σε λίγες μέρες εκδίδεται από τις εκδόσεις Ιανός το πρώτο του μυθιστόρημα.
Πραγματικά χάρηκα και χαίρομαι πάντα όταν βλέπω στο τόπο μου να εκδίδουν βιβλία σε δύσκολες οικονομικές εποχές. Βλέπω ότι η Πιερία στο χώρο του βιβλίου είναι ένα ηφαίστειο που εκρήγνυνται, που έχει λόγο να καμαρώνει και να περηφανεύεται για τους ανθρώπους της.
Κράτησα για το τέλος μια κουβέντα των δυο συγγραφέων στην ερώτηση φίλου αναγνώστη «Γιατί γράφετε»?
Δεν γίνεται αλλιώς, είπε η κυρία Οικονόμου, είναι επιτακτική η ανάγκη να γράφουμε, είπε η κυρία Μαντά!
Πραγματικά, δεν μπορεί να το καταλάβει κάποιος που δεν έχει σχίσει χαρτιά, ακόμη που δεν έχει πετάξει ολόκληρες σελίδες στο καλάθι , μέχρι να φτάσει στα χέρια σας το πνευματικό μας παιδί.!!!!!!