(Μια διδακτικη ιστορία τον καιρό της καπιταλιστικής κρίσης)

Είναι φορές που προσπαθώντας να περιγράψεις μια κατάσταση βρίσκεσαι μπροστά στη δυσκολία  κατανόησης, της περιγραφής που κάνεις, από τον συνομιλητή η τον ακροατή σου. Όχι τόσο στο πεδίο της περιγραφής ή της παράθεσης στοιχείων που θα τη στηρίξουν, όσο στο πεδίο της κατανόησης της δυναμικής που έχει μια κατάσταση (κατεύθυνση, ταχυτητα, συντελεστές και η σχέση τους, εναλλακτικές δυνατότητες).
Έτσι πολλές φορές αναγκάζεσαι να καταφύγεις  σε απλες ιστορίες από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων που έχουν διδακτικό χαρακτήρα και σκοπό να κινητοποιήσουν τη σκέψη, ώστε να γίνει κατανοητή η κατάσταση και δυνατή η εξαγωγή συμπερασμάτων .
Προσπαθώντας λοιπόν να περιγράψουμε την καπιταλιστική οικονομική κρίση στη χώρα   μας ,και όχι μόνο, τις αιτίες που τη δημιούργησαν ,τους υπαίτιους  και τα συγκρουόμενα συμφέροντα που οδηγούν σε διαφορετικούς δρόμους για το ξεπέρασμα της κρίσης ,ας εξακολουθήσουμε ένα διαφορετικό δρόμο…Αυτόν μιας αλληγορικής ιστορίας.
     Φαντασθείτε την πατρίδα μας και το κοινωνικό σύστημα στο οποίο ζούμε σαν ένα σπίτι με υπόγειο. Οι υπηρέτες στο υπόγειο υπηρετούν  τα αφεντικά. Ξαφνικά το σπίτι παίρνει φωτιά. Τα αφεντικά φωνάζουν « πρέπει να σβήσουμε τη φωτιά». Ποιοι θα τη σβήσουν; «Οι υπηρέτες φυσικά», απαντούν. Γιατί; για να συνεχιστεί η εκμετάλλευσή τους, να υπηρετούν δηλαδή τα αφεντικά, για να συνεχίσουν να υφίστανται ως δούλοι και κάτοικοι του υπογείου.
Το σπίτι είναι ιδιοκτησία των αφεντικών. Δεν το ‘κτισαν όμως οι ίδιοι . Το ‘κτισαν οι υπηρέτες τους. Με τη δουλειά και τα λεφτά τους.
Γι αυτό οι υπηρέτες, πριν σβήσουν  τη φωτιά, οφείλουν να βάλουν το ερώτημα.
«Να το σώσουμε το σπίτι; Να ξοδέψουμε τις δυνάμεις μας, να χύσουμε τον ιδρώτα μας αλλά μετά το σβήσιμο τίνος θα είναι το σπίτι, το σπίτι που κτίσαμε με τον ιδρώτα μας και συντηρούμε με τη δουλειά μας; Που θα κατοικούμε, στο υπόγειο ή στο κυρίως σπίτι; Ποιος θα ετοιμάζει το φαγητό, ποιος θα σκουπίζει; Ποιος θα ετοιμάζει τα παιδιά; Ποιος θα απολαμβάνει το σπίτι και ποιος θα καλοπερνά σε βάρος του άλλου»;
Αν τα ερωτήματα αυτά δεν απαντηθούν ή αν απαντηθούν με τη λέξη ΤΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ (η άρχουσα τάξη), τότε δυο λύσεις  υπάρχουν.
Στην πρώτη και πιο ακραία, ο υπηρέτης (ο εργάτης,  τα λαϊκά στρώματα)δεν έχει κανένα λόγο να κουνήσει το δαχτυλάκι του. Θα το αφήσει να καεί. Κι αν χρειαστεί να  μείνει στο ύπαιθρο για λίγο καιρό, ώσπου να κτίσει το δικό του σπίτι, σύμφωνα με την εκδοχή αυτή , αξίζει τον κόπο.
Η δεύτερη λύση (και πιο σωστή) είναι να σώσει το σπίτι (δηλαδή τα κτίρια, τις παραγωγικές μονάδες , τα κεφάλαια κλπ.) με τις λιγότερες δυνατές απώλειες , αφήνοντας να «καεί» ή και «καίγοντας» τις δομές του συστήματος και τον εκμεταλλευτικό του χαρακτήρα ,δηλαδή το ίδιο το σύστημα.
Για αυτό και στο σύνθημα των λεγόμενων ανεξάρτητων πολιτών «να σώσουμε την πατρίδα, πλούσιοι και φτωχοί» πρέπει ν’ απαντήσουμε: «Ποια πατρίδα, την πατρίδα των κεφαλαιοκρατών, των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων ή την πατρίδα αυτών που παράγουν τον πλούτο, δηλαδή της εργατικής τάξης, της φτωχής αγροτιάς, των επαγγελματοβιοτεχνων; Σύμμαχοι για ποιο σκοπό».
 Όσο  δεν απαντούν σ’ αυτό το ερώτημα, ταυτόχρονα με τη σωτηρία της πατρίδας, είναι καθαρό ότι μιλούν για τη σωτηρία του καπιταλισμού (της κεφαλαιοκρατίας) και της κοινωνίας της εκμετάλλευσης.
                                                                                            Ν. Σαλπιστης
μελος της Ν.Ε.Πιεριας του Κ.Κ.Ε.