Σάββατο 16 Ιουλίου 2011

Η συγκλονιστική ιστορία του θανάτου της Ευγενίας Λιβανού

http://liberopoulos.gr/listcats.php?subaction=showfull&id=1185867282&archive=&start_from=&ucat=80&show_cat=80



Eκείνο το πρωί ο Νιάρχος ξύπνησε φοβισμένος, γιατί είχε δεί ένα όνειρο που δεν του άρεσε... Κωπηλατούσε-λέει-πλησιάζοντας σε μιά όχθη, όπου καθότανε μια ασπροφορεμένη γυναίκα, που δεν ξεχώριζε το πρόσωπο της... Καθώς μασουλούσε το πρωινό του, ήθελε να ρωτήσει τον Τομ - που παλιά έκανε τον ονειροκρίτη στην Ευγενία - αλλά δίσταζε, γιατί όσο και να του εξηγούσε ότι ήταν καλό όνειρο, θα έβλεπε στην έκφραση του τα κακά σημάδια... Γιατί, φως φανάρι, η βάρκα ήταν η ζωή του και η όχθη το τέλος της... Πήγε ο νους του και στην Ευγενία - τη γυναίκα στην όχθη - που τον περίμενε σιωπηλή...
— Τοοομ...
— Μάλιστα κύριε.
Του έγνεψε να τσουλήσει την πολυθρόνα του και του έδειξε την κατεύθυνση που ήθελε να τον πάει... Τον οδήγησε στο γραφείο του και τον διέταξε να περιμένει στην πόρτα... Άνοιξε με δυο κλειδιά το χρηματοκιβώτιο και έβγαλε ένα μπλε σκούρο ντοσιέ, κλείδωσε και ο μπάτλερ τον ξανατσούλησε ως τη μόνιμη θέση του, μπροστά στο τεράστιο τζάκι... Έκανε τη συνηθισμένη του χειρονομία, ότι ήθελε να μείνει μόνος, κι ο Τομ πήγε και κάθισε με τη νοσοκόμα στο βάθος του καθιστικού, περίεργος τι περιείχε το ντοσιέ... Ο γέρος το άνοιξε πάνω στα γόνατα του κι άρχισε να βγάζει χαρτιά...
Ήσαν αποκόμματα και φωτοτυπίες... Τα περισσότερα από εφημερίδες της περιόδου 1970 και μετά, όταν είχε πεθάνει η γυναίκα του Ευγενία, στη Σπετσοπούλα, και οι δημοσιογράφοι είχαν επιπέσει πάνω του σαν πιράνχας, να τον κομματιάσουν... Ήταν 3 Μαΐου -φοβερή ημερομηνία- του 1970... Πρώιμο καλοκαιράκι και οι καλεσμένοι του στη Σπετσοπούλα βρισκόντουσαν στις καμπάνες τους ή στην παραλία... Η Ευγενία, μανιώδης με το μαγείρεμα, επέβλεπε κάποιο σπέσιαλ φαγητό της στην κουζίνα... Η Τίνα, που την παραφυλούσε από το πρωί ο οικοδεσπότης, έβλεπε ένα άλμπουμ με φωτογραφίες στο καθιστικό... Βρήκε ευκαιρία και κάθισε δίπλα της, κάνοντας ότι χαζεύει κι αυτός τις φωτογραφίες... Εκείνη γύρισε και του χαμογέλασε, δημιουργώντας λακκάκια στα μαγουλά της... Καθώς τα είδε ο Σταύρος, του ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι, την άρπαξε και πριν προλάβει να του αντισταθεί, άρχισε να τη φιλάει με μανία στα μάγουλα... Τον έσπρωξε έκπληκτη: Τι έπαθες, Σταύρο, τρελάθηκες;
— Όχι τώρα, αλλά εδώ και είκοσι τέσσερα χρόνια, από τότε που είδα αυτά τα λακκάκια και ήθελα να τα φιλήσω... Αλλά πρόλαβε και σε πήρε από μένα ο Σμυρνιός και μετά η κρυφαδερφή... Αλλά τώρα ήρθε η στιγμή, κοριτσάκι μου, να σε αποκτήσω...
— Πραγματικά τρελάθηκες, γιατί ξέρεις ότι δεν είμαι πια το κοριτσάκι του «Πλάζα», αλλά σαράντα ενός χρονών γυναίκα... Έχω δυο μεγάλα παιδιά κι εσύ τέσσερα και είσαι άντρας της αδερφής μου...
— Αυτής της κάργιας -είπε- και την ξανάρπαξε φιλώντας την άτσαλα, σαν σχολιαρόπαιδο...
Ακούστηκε μια στριγγλιά... Ήταν της Τζένης, που τους έφερνε μεζέ στο πιάτο... Της έπεσε στο πάτωμα, έκανε μεταβολή βάζοντας τα κλάματα και έτρεξε στις σκάλες που οδηγούσαν στους κοιτώνες... Κι ενώ η Τίνα είχε μείνει στήλη άλατος, ο Νιάρχος πέταξε μια βλάστη μια στα θεία κι έτρεξε να προλάβει τη γυναίκα του, αλλά εκείνη είχε κλειδωθεί κιόλας στην κρεβατοκάμαρα της...
- Βρε κουτό, ένα αστείο κάναμε, της φώναζε απ' έξω, αλλά η Τζένη έσπαζε ό,τι έβρισκε μπροστά της και έκλαιγε.
Ο άντρας της άνοιξε με πασπαρτού και τη βρήκε μπρούμυ¬τα στο κρεβάτι να ξεφωνίζει υστερικά.
- Καλά εσύ, παλιάνθρωπε, αλλά η αδερφή μου;
- Δεν φταίει η Τίνα, Τζενάκι μου... Εγώ της έκανα ένα αστείο...
- Ποιό αστείο, παλιάνθρωπε; Λες και δεν σε βλέπω εδώ και τόσα χρόνια να σου τρέχουνε τα σάλια... Έννοια σου και θα το πω σε όλο τον κόσμο, να εξευτελισθείς...
Η γυναίκα του προσπάθησε να τον γρατσουνήσει με τα νύχια της, την απέφυγε και σπρώχνοντας την πέταξε στο κρεβάτι.
- Καλά, θα σου περάσει, της είπε κι έφυγε βροντώντας την πόρτα τόσο δυνατά, που ακούστηκε ως κάτω.
Στο καθιστικό δεν ήταν η Τίνα, ούτε κανένας άλλος, μόνο κάποια σκιά καμαριέρη στο παράθυρο, που δίσταζε να μείνει ή να εξαφανιστεί κι αυτός με τους άλλους, που προβλέποντας θύελλα είχαν αποσυρθεί στη κουζίνα. Ο Νιάρχος έπινε και βλαστημούσε, εξακόντιζε και κανένα ποτήρι στον τοίχο... Τι μέρα κι αυτή... Από το πρωί είχε τον πρώτο καυγά με τη γυναίκα του, που δεν ήθελε να φιλοξενήσουν στο νησί το «μούλικο» της Φορντ και να πριν λίγο το επεισόδιο, που ασφαλώς θα είχε συνέχεια, γιατί η Τζένη πίστευε ότι ο άντρας της είχε σχέσεις με την αδερφή της...
Πριν συνεχιστεί η εξιστόρηση των γεγονότων που ακολούθησαν τη νύχτα της 3ης Μαΐου 1970, για να φτάσουμε στον τραγικό θάνατο της Ευγενίας Νιάρχου, πρέπει να γίνει η μεγάλη αποκάλυψη, που ελάχιστοι άνθρωποι γνώριζαν ή γνωρίζουν. Γιατί αυτά που προηγήθηκαν (ερωτικό ξέσπασμα του οικοδεσπότη στην κουνιάδα του με αυτόπτη μάρτυρα τη γυναίκα του) δεν ήσαν αποκυήματα φαντασίας του συγγραφέα, αλλά αποκλειστικές πληροφορίες του ρεπόρτερ, που τις έμαθε όταν ζούσε ακόμη η Άρτεμη Γαροφαλίδη, από την ίδια την αδερφή του Αριστοτέλη Ωνάση.
Η βασανισμένη αυτή γυναίκα είχε τραβήξει πολλά στη ζωή της. Είδε την καταστροφή της Σμύρνης, το διαγούμισμα της περιουσίας του πατέρα της, το φευγιό της προσφυγιάς και της οικογένειας της... Απόκτησε ένα παιδί καθυστερημένο πνευματικά κι έζησε τους αλλεπάλληλους τραγικούς θανάτους του Ωνασέικου... Αν και πλούσια, κυρίως λόγω του αδερφού της, έφυγε δυσαρεστημένη και βασανισμένη από τη ζωή... Αυτή η γυναίκα, λοιπόν, έμαθε, όχι μόνο από τον καμαριέρη-σκιά, τι προηγήθηκε εκείνης της τραγικής νύχτας, αλλά και από την ίδια την Τίνα τα γεγονότα με το «νι και με το σίγμα», που λέγανε και στη Σμύρνη... Ο μόνος που δεν βρήκε το μίτο της Αριάδνης, εκείνη τη νύχτα στη Σπετσοπούλα, ήταν ο υπομοίραρχος Κοτρώνης, που πρώτος ανέκρινε το Σταύρο Νιάρχο αλλά και την Τίνα Λιβανού... Ούτε οι επόμενοι ανακριτές και εισαγγελείς μπόρεσαν, θεληματικά ή άθελα τους, να στραφούν στην περίπτωση των ερωτοτροπιών του κροίσου με την κουνιάδα του κι έτσι το κουβάρι, μέσα στο λαβύρινθο της Σπετσοπούλας, έμεινε μπερδεμένο για πάντα... Γιατί αυτή τη φορά, δεν είχε σκοτώσει ο Θησέας το Μινώταυρο, αλλά ο ταύρος είχε μπήξει τα κέρατα και είχε σκοτώσει τη γυναίκα που ο πλούτος είχε κάνει θυσία, ατιμωρητί μάλιστα, ενώ η Δικαιοσύνη έκλεινε τα μάτια...
Λόγια για μελό σενάριο, αλλά και υποψίες του αναγνώστη, ότι ο συγγραφέας κάνει αποκαλύψεις, που δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν, αφού η Άρτεμη Γαροφαλίδη δεν βρίσκεται στη ζωή... Υπάρχουν όμως οι δύο άλλες αδερφές της Γαροφαλίδη, η Μερόπη Κονιαλίδη και η Καλλιρρόη Πατρονικόλα, που όχι μόνο ζουν, αλλά και μπορούν, αν το θελήσουν (γιατί 27 χρόνια κρατούν το στόμα τους κλειστό και δεν είναι από εκείνες που βγαίνουν στα «παράθυρα») να επιβεβαιώσουν το γεγονός-κλειδί που προηγήθηκε του τραγικού θανάτου της Ευγενίας Νιάρχου.
Να, όμως και άλλα δύο πρόσωπα που ξέρουν το μεγάλο μυστικό: Το ένα είναι, ο πολυβραβευμένος ντοκιμαντερίστας Βασίλης Μάρος, που τελικά δεν πραγματοποίησε ένα ντοκιμαντέρ που ήθελε για τον Αριστοτέλη Ωνάση, με λεπτομέρειες μάλιστα και για την Τίνα Λιβανού και την αδερφή της Ευγενία... Φίλος από τα παλιά της Άρτεμης Γαροφαλίδη και της Καλλιρρόης Πατρονικόλα, δεν πρόλαβε να κάνει ακόμη ένα ντοκιμαντέρ, μετά «η τραγωδία του Αιγαίου» και «η τραγωδία του Ατλαντικού», γιατί όχι και «η τραγωδία της Σπετσοπούλας» !
Το άλλο πρόσωπο που ξέρει τις λεπτομέρειες του ερωτικού τριγώνου Σταύρου-Ευγενίας-Τίνας, είναι ο επιχειρηματίας κ. Άρης Γρηγοριάδης, όχι μόνο Σμυρνιός, αλλά και μακρινός συγγενής των Ωνάσηδων. Υπήρξε στενός φίλος της Άρτεμης Γαροφαλίδη και συνεχίζει να είναι και της Μερόπης Κονιαλίδη. Είναι και φίλος μου, ένας από τους καλύτερους. Όταν, όμως, του ζήτησα τη γνώμη του και το σχόλιο του, σχετικά με το θέμα, μου είπε: Σου επιβεβαιώνω αυτό το αποκαλυπτικό στοιχείο, που θέλεις να βάλεις στο βιβλίο σου, αλλά άφησε με εμένα κλεισμένο στις φιλίες μου και στις αναμνήσεις μου... Μη προσπαθείς να με βγάλεις στα «παράθυρα», για να μιλήσω για το «τρίγωνο του θανάτου» των Βερμούδων ή μάλλον της Σπετσοπούλας.
 
η βίλα της τραγωδίας *** όταν το μυαλό θολώσει...
Ο γερο στόλαρχος έφερνε στη μνήμη του τα γεγονότα της 3ης Μαΐου 1970 και κυρίως αυτά που συνέβησαν αργά, μετά τα μεσάνυχτα... Προσπαθούσε να συνταιριάξει στη μνήμη του, με τη σειρά, ό,τι είχε γίνει εκείνη την καταραμένη εποχή, αλλά μπερδευόταν, τα θυμόταν ανακατεμένα... Το μυαλό του είχε πάψει να παίρνει γρήγορες στροφές, όπως παλιά, είχαν φάγωθεί τα γρανάζια κι η μηχανή μπλόκαρε... Θα προσπαθούσε, όμως, να τα θυμηθεί τα γεγονότα με κάποια σειρά... Είχαν προηγηθεί το 1965 το γκάστρωμα της Σαρλότ Φορντ, το αστραπιαίο διαζύγιο του με την Ευγενία (μητέρα των τεσσάρων παιδιών του) ο βιαστικός γάμος του με την εγγονή του Χένρι Φορντ και μετά, η γέννηση της Έλεν Νιάρχου... Και να οι παπαράτσι και οι σκανδαλοθήρες ρεπόρτερ πίσω του και να κάνει πως αγριεύει και δυσανασχετεί ο Σταύρος Νιάρχος, αλλά μέσα του να καμαρώνει και να κομπάζει ότι, μετά μιά Κάλλας για τον Ωνάση, δικαιούται κι αυτός μια Φορντ... Πέσανε πάνω του, όμως, τα παιδιά του (πατέρα, η μάνα μας ζει, γιατί μας κουβάλησες μητριά) και τον πείσανε να χωρίσει την Αμερικάνα και να ξανασμίξει με τη μητέρα τους... Αν την πρώτη φορά είχε στεφανωθεί την Ευγενία για αντιστάθμισμα της Τίνας, τώρα την ξανάπαιρνε από ένα δεύτερο πείσμα, γιατί η ζωντοχήρα αδερφή της είχε παντρευτεί το δούκα του Μπλάντφορντ, μια κρυφαδερφή... Καλούσε το ζευγάρι στο νησί του και στη θαλαμηγό του, με πρόθεση φιλοξενίας, αλλά με σκοπό να ριχτεί στη γυναίκα που τον είχε αποκρούσει, τότε, στη Νέα Υόρκη και είχε υποκύψει στον Ωνάση...
Ο γέρος θυμότανε ξανά και ξανά όλες τις λεπτομέρειες της φοβερής νύχτας... Είχε πιει τον αγλέουρα, το προσωπικό είχε εξαφανιστεί και οι καλεσμένοι του βρισκόντουσαν στις καμπάνες τους... Είχε ανεβεί τη σκάλα, αλλά πριν μπει στο δωμάτιο του τον άκουσε η Τζένη κι άρχισε να βρίζει... Τόσες ώρες δεν είχε κουραστεί να στριγγλίζει και να ουρλιάζει, δεν είχε αποκάνει... Μπήκε στην κρεβατοκάμαρα της, είχε ημίφως, πλησίασε στο κρεβάτι και της είπε πάλι «βρε κουτό, ένα αστείο κάναμε», αλλά εκείνη παραφύλαγε και του όρμησε με τα νύχια να τον ξεσκίσει... Εξαγριωμένη αυτή, πιωμένος αυτός, έρχονται στα χέρια... Από κει και πέρα δεν θυμάται τίποτε απολύτως ο Νιάρχος... Μόνο όταν συνήλθε, μετά τις τρεις τα μεσάνυχτα, είδε τη γυναίκα του λιπόθυμη, μωλωπισμένη, να αγκομαχάει...
Ήταν 3.30 όταν ο μεγαλοεφοπλιστής εμφανίστηκε στις σκάλες κι άρχισε να φωνάζει ότι η γυναίκα του έπεσε και χτύπησε, ότι δεν ήταν καλά και να καλέσουν ένα γιατρό... Το προσωπικό άρχισε να εμφανίζεται δειλά, σαν τα σαλιγκάρια μετά την μπόρα...
— Ποιο γιατρό; τόλμησε να ρωτήσει ένας καμαριέρης.
— Τον Αρναούτη, των Ναυπηγείων, διέταξε ο Νιάρχος.
Ο γέρος παίρνει μια ανάσα, γέρνει πίσω το κεφάλι, λες και δεν θέλει να διαβάσει -για μια ακόμη φορά- αυτά τα κείμενα των δημοσιογράφων, που τον παρουσιάζουν ως δολοφόνο, αλλά στεριώνει το φακό στο μάτι του κι αρχίζει να διαβάζει μέσα του:
«Η πρώτη επίσημη αρχή που καλείται στη Σπετσοπούλα είναι ο αστυνόμος τωνΣπετσών υπομοίραρχος της Χωροφυλακής κ. Δ. Κοτρώνης. Ειδοποιείται 5 ολόκληρες ώρες μετά το θάνατο της Ευγενίας, χωρίς να μπορεί να δικαιολογήσει κανείς την, περίεργη τουλάχιστον, καθυστέρηση. Όταν ο μοίραρχος μπήκε στο δωμάτιο και είδε τη νεκρή με μώλωπες και κακώσεις, ρώτησε τον οικοδεσπότη: Ποιος σκότωσε τη γυναίκα σας;
— Κανείς. Πέθανε από βαρβιτουρικά.
— Και οι κακώσεις πως έγιναν;
— Τα χτυπήματα έγιναν από την προσπάθεια μου να τη συνεφέρω...
Ο αξιωματικός συντάσσει αμέσως πρόχειρη έκθεση αυτοψίας, η οποία περιγράφει εννέα τραύματα» .
Ο γέρος θυμάται αυτή τη στοιχομυθία του με το μοίραρχο και μουρμουρίζει «έπρεπε να τον πετάξω με τις κλοτσιές» μουρμουρίζει, αλλά συνεχίζει το διάβασμα:
«Από τη στιγμή που επιλαμβάνεται της υποθέσεως ο ευσυνείδητος και αδέκαστος αξιωματικός της Χωροφυλακής, τα γεγονότα εξελίσσονται ραγδαία. Ο κ. Κοτρώνης διατάζει αμέσως τη μεταφορά του πτώματος στο νεκροτομείο, αφού προηγουμένως με κατεπείγον σήμα στο αρχηγείο Χωροφυλακής ζητάει να ενημερωθεί ο εισαγγελέας. Ο κ. Νιάρχος αντιδρά στη μεταφορά του πτώματος στην Αθήνα και ζητάει να πάει στη Σπετσοπούλα ο ιατροδικαστής. Ο μοίραρχος επιμένει και λέει ότι αν δεν διαθέσει μέσον ο κ. Νιάρχος, θα μεταφέρει το πτώμα με το πλοίο της γραμμής. Τελικά ο μεγαλοεφοπλιστής, μπροστά στην επιμονή του αστυνομικού, υποχωρεί και διαθέτει ελικόπτερο, το οποίο απογειώνεται στις 4.50 π.μ. Εκτός από τον πιλότο Κουτούκο, επιβαίνουν ο γιατρός Αρναούτης και ο μοίραρχος Κοτρώνης, που, λόγω στενότητας χώρου, έχει σχεδόν αγκαλιάσει το πτώμα. Στις 6.15 το πτώμα βρίσκεται στο νεκροτομείο και στις 8.15 καταφθάνουν οι ιατροδικαστές Καψάσκης-Αγιουτάντης και αρχίζει η νεκροψία και η τοξικολογική εξέταση. Στις 9.30 οι ιατροδικαστές διακόπτουν ξαφνικά τη νεκροψία και φεύγουν από το κτίριο. Επιστρέφουν μετά μία ώ¬ρα και συνεχίζουν την εξέταση ως τη 1.30. Ο μοίραρχος Κοτρώνης δεν φεύγει ούτε λεπτό, ώσπου να 'ρθει ο διοικητής της Χωροφυλακής, που τελικά ενημερώνει λεπτομερώς τον εισαγγελέα κ. Φαφούτη. Ο τελευ¬ταίος ζητάει πλήρη ενημέρωση και από τους δύο ιατροδικαστές, που γίνεται παρουσία του εισαγγελέα εφετών κ. Χριστόπουλου, μετέπειτα υπουργού Δικαιοσύνης της ήδη υπάρχουσας χουντικής κυβέρνησης. Οι ιατροδικαστές περιγράφουν τα θανατηφόρα τραύματα και ο εισαγγελέας συντάσσει αμέσως έκθεση, στην οποία πουθενά δεν αναφέρονται βαρβιτουρικά. Ο κ. Φαφούτης, έχοντας αυτά τα στοιχεία, φεύγει αμέσως για τη Σπετσοπούλα, για να εξετάσει, για πρώτη φορά, το μεγαλοεφοπλιστή κ. Νιάρχο.»
Σηκώνει το κεφάλι ο γέρος από το διάβασμα και καθώς σκουπίζει το θολωμένο από τον ιδρώτα του φακό, μουρμουρίζει νευριασμένος: «Αυτό το καθίκι έπρεπε να το είχα πετάξει στη θάλασσα... Ήρθε στο σπίτι μου να μου κάνει κουμάντο... Ποιός; Κάποιος δικαστικός, να ανακρίνει ένα στόλαρχο, μια παγκόσμια προσωπικότητα».
Δεν ήταν ανάγκη να συνεχίσει το διάβασμα όλων αυτών των «κακοηθειών». Θυμόταν ότι τον είχε ανακρίνει ο εισαγγελέας επί ώρες και τον ρωτούσε: «Αφού διατείνεσθε, κύριε Νιάρχο, ότι η σύζυγος σας αυτοκτόνησε με βαρβιτουρικά, πως δεν βρήκαμε ούτε ένα φιαλίδιο, ούτε ένα σωληνάριο υπνωτικών στο δωμάτιο; Τι να του απαντήσει, τι να του πει; Α, ναι, θυμήθηκε και του ξεφούρνισε, ότι μια άλλη φορά είχε κάνει απόπειρα αυτοκτονίας η γυναίκα του και τότε βρήκαν δίπλα της φιαλίδιο από υπνωτικά... Ο εισαγγελέας, όμως, επέμενε, αλλά σε μια στιγμή ο Νιάρχος έδειξε κατάκοπος, εξουθενωμένος -έπινε συνέχεια- κι αποκοιμήθηκε... Τότε ο εισαγγελέας άρχισε την εξέταση άλλων μαρτύρων, που τους κρατούσε απομονωμέ¬νους τον καθένα στο δωμάτιο του... Και σε όλους, ξεχωριστά, έκανε την ίδια ερώτηση: Αν η Ευγενία Νιάρχου έπαιρνε ναρκω¬τικά ή ελαφρά υπνωτικά... Οι θαλαμηπόλοι Παρκίνι και Γρίφσας απάντησαν αρνητικά... Το ίδιο και η αδερφή και ο αδερφός του θύματος, Αθηνά και Γιώργος Λιβανός...
Άλλος ηλίθιος -θυμάται ο γέρος- ο γιατρός Αρναούτης, που διαβεβαίωσε τον εισαγγελέα ότι απέκλειε απονενοημένο διάβημα της Ευγενίας. Γιατί με είχε ρωτήσει -είπε- αν συνέβη προηγουμένως κάτι και ότι του είχα απαντήσει «απολύτως τίποτα»... Πήγε να με κάψει... Στριφογύριζαν στη σκέψη του όλα αυτά τα συνταρακτικά γεγονότα, όπως όταν τον ειδοποίησε ο δικηγόρος Αγουρίδης -μέσω του υπευθύνου των τροφοδοσιών των πλοίων του στον Πειραιά Μίμη Κουτρουμπούση- ότι ο Φαφούτης ασκεί δίωξη εναντίον του και παραπέμπει την υπόθεση σε τακτική ανάκριση... Καθώς ο γέρος πιάνει ένα χαρτί κι αρχίζει να το διαβάζει, πετάει το ντοσιέ στο πάτωμα, σκορπίζει το περιεχόμενο του... βρίζει: Πανάθεμά σας δικαστές και δημοσιογράφοι, απατεώνες, παλιάνθρωποι...
Ο Τομ μαζεύει τα χαρτιά, το αφεντικό εξακολουθεί να ωρύεται και ξαφνικά ξεσπάει πάνω του: Μάζεψε τα, ρε, γιατί θα σου χρειαστούν για το βιβλίο σου.
Ο Κεφαλονίτης κάτι μουρμουρίζει, προσπαθεί να δικαιολογηθεί, αλλά ο Νιάρχος είναι ασυγκράτητος: Ή νομίζεις ότι δεν ξέρω τι γίνεται μέσα στο σπίτι μου... Για πλησίασε, αχάριστε, γιατί δεν μπορώ να φωνάζω... Άκουσε, λοιπόν, και να το πεις και στους άλλους... Όλα τα σπίτια μου, στην Ελβετία, στη Γαλλία, στην Αγγλία, εδώ στη Νέα Υόρκη, παντού, έχουν πανάκριβους πίνακες, αντίκες, ταπετσαρίες, φρέσκο στους τοίχους, στόφες στα έπιπλα, τάπητες, αλλά και ρουφιάνους σαν τους μικροοργανισμούς - παράσιτα που φωλιάζουν στο δέρμα του ελέφαντα... Ναι, Θωμά, που σε βάφτισα πανάθεμά με Τομ, ένα παράσιτο είσαι κι εσύ, στο δέρμα ενός γέρικου ελέφαντα, που βαδίζει παραπαίοντας, για το κοιμητήρι του... Μάζεψε τα, λοιπόν, και χάσου από μπροστά μου ζωύφιο, τσιμπούρι... Ακόμα εδώ είσαι;
Όχι πως τον φοβότανε πια ο μπάτλερ, αλλά απομακρύνθηκε αθόρυβα πάνω στο περσικό χαλί, γνέφοντας στον Φελίξ να μείνει καθισμένος στη γωνιά του... Ο γέρος, με όλο πιο αποδυναμωμένη φωνή, συνέχιζε, αυτή τη φορά κάνοντας έκκληση στο Θεό, που μόνο τώρα στα βαθιά γεράματα θυμότανε: Παντοδύναμε, σε ικετεύω, ξανακάνε με παιδί... Να κλείσω τα μάτια και μόλις τα ξανανοίξω, να βρίσκομαι στο Ροζικλέρ και να ακούω την κραυγή του Ταρζάν και το μουγκανητό των ελεφάντων και να βλέπω την Τσίτα να κάνει τούμπες... Θεέ μου, σου ορκίζομαι, δεν θυμάμαι να έκανα τίποτα κακό στην Ευγενία, αλλά κι αν έκανα, βρισκόμουν εκτός εαυτού...

Ο κροίσος κοιμόταν... Ίσως να βρισκόταν κιόλας εβδομήντα χρόνια πίσω, στο σινεμά με τον Ταρζάν και την Τσίτα...Και η νοσοκόμα λαγοκοιμόταν, όταν ο Φελίξ πρόσεξε ότι δυό σελίδες με συνδετήρα είχαν πέσει από το ντοσιέ στο χαλί... Τις πήρε, ξαναγύρισε στη θέση του κι άρχισε να τις διαβάζει... Ήταν η επίσημη ιατροδικαστική έκθεση για το θάνατο της Ευγενίας Νιάρχου, που αποφαινόταν τι είχε υποστεί το θύμα σε 14 σημεία του σώματος της:
« 1) Εκχύμωσιν παρά τον έξω κανθόν του αριστερού οφθαλμού και το σύστοιχον άνω βλέφαρον, χροιάς κυανομελαίνης, μετ' ελαφρού οιδήματος εν τη συστοίχω ζυγοματοκροταφική χώρα και εκχυμώσεις κυανερύθρου χροιάς. 2) Οιδηματώδη μώλωπα κατά την δεξιάν υπερόφρυον χώραν περιωρισμένης εκτάσεως. 3) Εκχυμωτικόν μώλωπα επί της έξω επιφανείας του αριστερού βραχίονος, εγκαρσίως φερόμενον, διαστάσεων περίπου 4X2 εκατ., ως και συστοίχως επί της έσω επιφανείας αυτού. 4) Εκχύμωσιν ραχιαίας επιφανείας παραμέσου δακτύλου και μικράν λύσιν της συνεχείας του δέρματος του μικρού δακτύλου της αριστεράς άκρας χειρός. 5) Εκχύμωσιν κυανής χροιάς (4 λέξεις δυσανάγνωστες) διαμέτρου περίπου 3 εκατ. 6) Εκχύμωσιν κυανής χροιάς διαμέτρου περίπου 4 εκατ. κατά την έσω επιφάνειαν της αριστεράς κνήμης. 7) Εκχύμωσιν ελλειπτικού σχήματος κατά την δεξιάν πλαγίαν τραχηλικήνχώραν και εις το ύψος της μεσότητος του στερνοκλειδομαστοειδούς μυός, διαστάσεων 1.5X1 εκατ., χρώματος κυανερύθρου, μετά κυανωτικής άλω, της οποίας ο επιμήκης άξων φέρεται σχεδόν εγκαρσίως προς τον επιμήκη άξονα του λαιμού ως και αιμορραγικήν διήθησιν υποδόριον του μυώδους πλατύσματος (αφορώσαι και εις το έδαφος του τριγώνου ένθα πορεύονται τα μεγάλα αγγεία του λαιμού). Εις το αυτό δε ύψος εκχύμωσιν της πρόσθιας επιφανείας του οτερνοκλειδομαοτοειδούς μυός ελλειπτικού σχήματος, παρέχουσα την εντύπωσιν αποτυπώματος δακτύλου και, τέλος, αιμάτωμα καταλαμβάνον το καρωτιδικών τρίγωνον το αφοριζομενον υπό του προσθίου χείλους του στερνοκλειδομαστοειδούς μυός της άνω γαστέρας του ωμουειδούς μυός και της πρόσθιας γαστέρας του διγάστορος μυός της κάτω γνάθου. 8) Τρία παράλληλα μικρά εκχυμωτικά εντυπώματα δακτύλων κατά την κατωτέραν μοίραν της αριστεράς πλαγίας τραχηλικής χώρας εις το περιλείδιον τρίγωνον, διασταυρούμενα προς τον επιμήκη άξονα του στερνοκλειδομαστο ειδούς μυός μετά σχάσεων του υποδορίου συνδετικού ιστού και της επιπολής τραχηλικής περιτονίας, εκάστης των σχάσεων αντιστοιχούσης προς τον πρόσθιον πόλον εκάστης των τριών εκχυμώσεων, παρεχομένης ούτω της εντυπώσεως ότι αύται προξενήθησαν υπό των ονύχων των δακτύλων οίτινες κατέλιπον επί του δέρματος το εκχυμωτικόν αποτύπωμα και αιμορραγικήν διήθησιν συστοίχως προς την θέσιν ταύτην κατά το πάχος του μυώδους πλατύσματος και το πάχος του στερνοκλειδομαστοειδούς μυός, του οποίου η μάζα έχει μεταθέσεις και διαοχισθή και αι ίνες έχουν συνθλιβή, των ως άνω υπ' αριθ. 7 και 8 κακώσεων του λαιμού παραχθεισών εκ της βιαίας συλλήψεως από του λαιμού διά της δεξιάς χειρός, ενεργήσαντος εκ των πρόσω μετά ισχυρός πιέσεως του όλου χειρισμού όντος εκ των δυναμένων όπως απολήξωσιν εις στραγγαλισμόν. 9) Λεπτότατος ασφυκτικός τινας κηλίδας κατά τας ω- μοπλατιαίας χώρας. 10) Ανά εν μικρόν αιμάτωμα κατά το πάχος εκάστου των κροταφικών ινών (;) εκατέρωθεν ως και περιορισμένην υποδόριον αιμορραγικήν διήθησιν κατά την αριστεράν ινιακήν χώραν. 11) Υποβλεννογόνιον εκχύμωσιν διαμέτρου 1 εκατ. κατά τον αριστερόν απιδοειδή βόθρον του λάρυγγος. 12) Αιμάτωμα μικράς εκτάσεως διαμέτρου 3 εκατ. μ. εις τα πρόσθια κοιλιακά τοιχώματα εντός της θήκης του δεξιού ορθού κοιλιακού μυός κατά την έσω επιφάνειαν του οπισθίου πετάλου αυτής ολίγον κάτωθεν του πλευρικού τόξου. 13) Θλάσιν του εντερικού τοιχώματος με αποτέλεσμα την κυανομέλαινανχροιάν της έλικος του ειλεού, της κα ταλαμβανούσης την ελάσσονα πύελονεις έκτασιν 50 εκατ. μ. περίπου ως εκ της αιμορραγικής διηθήσεως του πάχους του εντερικού τοιχώματος και του αιμορραγικού π ριεχομένου του τμήματος, μόνον τούτου, του εντέρου, της τοιαύτης θλάσεως προκληθείσης δι' αμβλέος οργάνου. 14) Αιμάτωμα οπισθοπεριτονάίκόν συστοίχως προς την κακωθείσαν έλικα προσπονδυλικώς εις το ύψος του 4ου και 5ου οσφυϊκού σπονδύλου, επεκτεινόμενον προς την ελάσσονα πύελον προ του ιερού οστού και εις τα πλάγια τοιχώματα της πυέλου. Εκ δε των ως άνω κακώσεων και δη εκ των ισχυρών πληγμάτων άτινα κατήνεγκε επί του σώματος αυτής επήλθεν ως μόνης εντεύθεν ενεργού αιτίας ο θάνατος αυτής περίώραν00.30 της 4ης Μαΐου 1970.»
Ο σεκιούριτι από την πόρτα, είχε δει το πεσμένο χαρτί που είχε πάρει ο Φελίξ και ειδοποίησε τον προιστάμενό του Τομ. Εκείνος ήρθε αθόρυβα και αφού τον είδε να το διαβάζει, άπλωσε το χέρι και του το πήρε, με ύφος ανωτέρου που έπιανε στα πράσα τον κατώτερο του σε παράπτωμα. Αφού είδε ότι ήταν γνωστό κείμενο εφημερίδας, το έβαλε στο ντοσιέ του Μεγάλου και γύρισε στο δωμάτιο του, όπου άρχισε να διαβάζει τη συνέχεια στα δικά του αποκόμματα:
«Την επομένη οι ιατροδικαστές υπέβαλαν γραπτώς το συμπέρασμα τους, ότι ο θάνατος δεν προήλθε από "βαριές κακώσεις", αλλά από βαρβιτουρικά. Δεν αναφέρουν στην έκθεση τους ότι βρήκαν αίματα μέσα στην κοιλιακή χώρα, όπως είχαν αναφέρει οι δύο εισαγγελείς, αποκλείουν ότι οι περιγραφόμενες κακώσεις στο λαιμό επέφεραν στραγγαλισμό καίτοι δεν αρνούνται ότι "ο χειρισμός ήτο εκ των δυναμένων να απολήξουν εις στραγγαλισμόν". Ακόμη, στο αιτιολογικό του συμπεράσματος τους δεν αναφέρουν τίποτα περί "βαριών κακώσεων κατά την υπογάστριον χώραν, της θλάσεως της εντερικής έλικος και της παρά την σπονδυλικήν στήληνχώρας", ενώ αναπτύσσουν εκτενώς την ενέργεια του βαρβιτουρικού σαν μοναδική αιτία του θανάτου. Αλλά κάτι τέτοιο δεν είχαν αναφέρει στους δυο εισαγγελείς την προηγουμένη. Είχαν ανακοινώσει ότι διαπίστωσαν και ύπαρξη βαρβιτουρικού, που στη συνέχεια οι ιατροδικαστές Πειραιώς Συλλάνταβος και Μπούκης θα αποφανθούν ότι η ποσότητα του βαρβιτουρικού που βρέθηκε δεν ήταν ικανή να φέρει "ούτε τον ύπνο".
Η δύναμη του χρήματος έχει αρχίσει να γεννάει το μεγαλύτερο σκάνδαλο των τελευταίων ετών. Ένα σκάνδαλο που εν ονόματι των εκατομμυρίων δημιουργεί συμμάχους του κατηγορούμενου συζυγοκτόνου τους ίδιους τους συγγενείς του θύματος. Στις δεύτερες καταθέσεις τους, ενώπιον του ανακριτή, η μητέρα της Ευγενίας, τα αδέλφια της Τίνα και Γιώργος και η πρώην γυναίκα του Νιάρχου Σαρλότ Φορντ, τάσσονται υπέρ του μεγαλοεφοπλιστή. Ενώ στην πρώτη τους εξέταση στον εισαγγελέα βεβαιώνουν ότι δεν έκανε χρήση ναρκωτικών η Ευγενία, επτά ημέρες αργότερα καταθέτουν ακριβώς το αντίθετο. Μια εβδομάδα μετά το θάνατο της Ευγενίας ο κ. Νιάρχος έχει αποκτήσει ισχυρούς συμμάχους. Τους ιατροδικαστές, τ' αδέρφια της γυναίκας του, τηνΚΥΠ και την κυβέρνηση της χούντας.
Ο μεγαλύτερος όμως σύμμαχος του θα γίνει η μητέρα του θύματος κ. Αριέτα Λιβανού, η οποία καταθέτει στον τακτικό ανακριτή κ. Τριχά: "Εγώ γνωρίζω ότι η αποθανούσα κόρη μου, έκανε χρήση ναρκωτικών φαρμάκων από πολλών ετών. Ενθυμούμαι ότι πράγματι προ ετών, ως μου είχε είπει η ιδία, είχε λάβει υπερβολικήν δόσινκαι έμεινε αναίσθητη..." Στην απορία του ανακριτή, γιατί αυτοκτόνησε η Ευγενία, η μητέρα και τα αδέρφια της ευθυγραμμίζονται με τον ισχυρισμό του Νιάρχου: Στενοχωρήθηκε γιατί του τηλεφώνησε η πρώην γυναίκα του Σαρλότ Φορντ... Και στην αιτία των κακώσεων, χρησιμοποιούν και οι τρεις την ίδια φράση: Προσπάθησε να τη συνεφέρει, έστω και με βίαιο τρόπο... Από την αρχή η πλευρά Νιάρχου παρουσιάζει στην ανάκριση σαν πέτρα του σκανδάλου τη Σαρλότ Φορντ, ότι δήθεν τη ζήλευε η Ευγενία. Το επιχείρημα αυτό δεν ήταν ισχυρό και έπρεπε να αποκτήσει πιο στέρεα ερείσματα. Γι' αυτό 4 μέρες μετά το θάνατο της Ευγενίας, η Σαρλότ γράφει στο Νιάρχο (μετά από υπόδειξη του) ένα θερμό γράμμα κι ο μεγαλοεφοπλιστης το καταθέτει στην ανάκριση για να αποδείξει τους ισχυρισμούς του, ότι δήθεν η Ευγενία αυτοκτόνησε σε μια κρίση ζήλειας. Η Φορντ έγραφε στο Σταύρο: CARLOTTE FORD NIARCHOS NEW YORK Μάιος 7, 1970 Αγαπημένε μου Σταύρο, Σε παρακαλώ να δεχθείς την πλέον βαθιά και ειλικρινή μου συμπάθεια αυτή τη στιγμή - και εσύ και τα παιδιά. Όπως μπορείς να φανταστείς, δεν μπορώ να βρω λέξεις γι' αυτές τις τραγικές καταστάσεις. Παρακαλώ, θέλω να ξέρεις ότι διατίθεμαι να κάνω οτιδήποτε μπορώ για σένα και τα παιδιά. Εάν νομίζεις ότι μπορώ να βοηθήσω, θα με βρεις πρόθυμη να έλθω αμέσως, με την Έλενκαι να μείνω για οσοδήποτε χρονικό διάστημα, εάν αυτό θα ανακουφίσει εσένα και τα παιδιά. Οι σκέψεις μου είναι μαζί σου - και ένα μεγάλο φιλί από μένα και από την Έλεν. Με αγάπη Carlotte.
   
Αμέσως μετά το θάνατο της συζύγου του, με εισαγγελική απόφαση, απαγορεύτηκε η έξοδος του κ. Νιάρχου από την Ελλάδα. Δυο μήνες αργότερα η απαγόρευση ήρθη, διότι ο κ. Νιάρχος -ακόμη κατηγορούμενος- εκρίθη απαραίτητος για τις επιχειρήσεις του εις το εξωτερικό... Για μια στιγμή ο Νιάρχος νομίζει ότι με τις μεθοδεύσεις του, θα ξεφύγει από τη λαβίδα του νόμου, αλλά ο εισαγγελέας κ. Φαφούτης επιμένει στα αδιάψευστα στοιχεία που διαθέτει... Και στις 21 Αυγούστου 1970 (110 ημέρες από το συμβάν) κάνει παραπεμπτική πρόταση προς το συμ¬βούλιο πλημμελειοδικών, τελειώνοντας με τη φράση: "Συλ-λάβατε και προφυλακίσατε τον Σταύρο Νιάρχο, γιατί δο¬λοφόνησε την σύζυγο του"! Την πρόταση του εισαγγελέα έλαβε το δικαστικό συμ¬βούλιο, που αποτελούσαν οι δικαστές κ. κ. Π. Τζίφρας, Κ. Βαρβαρέσος και Γ. Τριχάς. Είναι μια πρόταση που περιέχει όλα τα αδιάβλητα στοιχεία ότι "ο Νιάρχος προξένησε εκ προθέσεως βαρείας σωματικός βλάβας εις την σύζυγόν του, πνίξας αυτήν ισχυρώς διά των χειρών του και λακτίσας αυτήν εις διάφορα μέρη του σώματος της και δη εις την κοιλίαν και τον λαιμόν..." Στην παραπεμπτική του πρόταση ο εισαγγελέας ανα¬λύει τις αρχικές ιατροδικαστικές εκθέσεις και κρίνει και επικρίνει εκείνες τις εκ των υστέρων (Καψάσκη, Αγιουτάντη, Συλλάνταβου και Μπούκη) αλλά και τις διαγνώσεις των καθηγητών Κ. Τούντα και Δ. Βαρώνου, ως διαβλητές... Οι έξι επιστήμονες -μετά από αίτηση του Νιάρχου- επελήφθησαν της υποθέσεως και αποφάνθηκαν (εν μέσω χούντας, που ο τύπος ήταν φιμωμένος) ότι: "Η Ευγενία Νιάρχου πέθανε από χρήση βαρβιτουρικών"... Απίθανη διάγνωση, αφού οι δύο εκ των έξι (Συλλάβαντος και Μπούκης) 33 ημέρες νωρίτερα είχαν αποφανθεί ότι: Ήποσότης βαρβιτουρικού που ανευρέθη στη νεκρή, δεν επαρκούσε ούτε τον ύπνο να φέρει"... Την 17η Σεπτεμβρίου 1970 το δικαστικό συμβούλιο του Πρωτοδικείου Πειραιώς απορρίπτει την πρόταση του εισαγγελέα κ. Φαφούτη, γιατί "οι αποδείξεις πείθουν ότι η Ευγενία Νιάρχου αυτοκτόνησε." Την 3η Οκτωβρίου 1970, ημέρα Σάββατο, λήγει η προθεσμία εφέσεως κατά του απαλλακτικού βουλεύματος και έφεση δεν γίνεται... Την 5η Οκτωβρίου 1970, ημέρα Δευτέρα, δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η έγκριση εισαγωγής 190.000.000 δολαρίων Η ΠΑ, για την πραγματοποίηση βιομηχανικών επενδύσεων εταιρίας του κ. Νιάρχου... Το συμβόλαιο Ελληνικού Κράτους-Νιάρχου είχε υπογραφεί στις 10 Σεπτεμβρίου, όταν ο μεγαλοεφοπλιστής ήταν ακόμη κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως... Με αυτές τις μεθοδεύσεις κλείνει οριστικά για την ελληνική Δικαιοσύνη η υπόθεση Νιάρχου, πέντε μήνες μετά το θάνατο της συζύγου του...»
Είκοσι χρόνια μετά, ο υπομοίραρχος της χωροφυλακής Δημήτρης Κοτρώνης, έχει συνταξιοδοτηθεί με το βαθμό του υποστρατήγου κι όπως λέει, ακόμη δεν μπορεί να εξαγάγει καθαρά συμπεράσματα για το τι έγινε ακριβώς εκείνη τη νύχτα, που θόλωσε το μυαλό του μεγαλοεφοπλιστή... Και τονίζει: Με το χέρι στην καρδιά, μετά από τόσα χρόνια, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο Νιάρχος έκλαιγε με αληθινό σπαραγμό, καθώς τον ανέκρινα. Ήταν σαν να είχε ξυπνήσει από ένα εφιάλτη, που τον είχε συνταράξει ψυχικά...
 Ο στόλαρχος εξακολουθούσε να κοιμάται στην πολυθρόνα του, όταν επέστρεψε ο Τομ, επιστατόντας με τη ματιά του αν όλα ήσαν εντάξει... Καθώς ο γέρος ροχάλιζε, ο μπάτλερ θυμόταν ότι αρχές Μαΐου 1970 δεν βρισκόταν στη Σπετσοπούλα, γιατί είχε πάρει την άδεια του... Έφερνε όμως στο νου του τη διαπόμπευση του Νιάρχου, ακόμη κι από τις σοβαρότερες ξένες εφημερίδες και το στρίμωγμα του από την ελληνική Δικαιοσύνη... Τρεις δικηγόροι πηγαινοέρχονταν στο νησί, ο Νιάρχος -μετά τις πρώτες καταθέσεις της Αθηνάς και του Γιώργου Λιβανού- να ουρλιάζει «τι πάτε να κάνετε, θέλετε να στιγματίσετε τα εγγόνια του Σταύρου Λιβανού για πάντα;» Και να καταφθάνει σε έξαλλη κατάσταση η Αριέτα Λιβανού και από τη μια να καταριέται το γαμπρό της κι από την άλλη να προσπαθεί να τον σώσει -για χάρη των παιδιών- καταθέτοντας στον ανακριτή και στον εισαγγελέα ότι η νεκρή κόρη της υπήρξε ναρκομανής...
Μεγάλο ρόλο, ως μεσάζων ανάμεσα στο Νιάρχο και στο γκουβέρνο, έπαιξε ο Θόδωρος Καραχάλιος, γιος του αστυνομικού διευθυντή Καραχάλιου, έμπιστο στέλεχος του προσωπικού του μεγαλοεφοπλιστή. Όταν, όμως, με τις μεθοδεύσεις των νομικών συμβούλων του μεγαλοεφοπλιστή και τη συγκατάθεση της χουντικής κυβέρνησης, έκλεισε οριστικά για την ελληνική Δικαιοσύνη η υπόθεση «θάνατος Ευγενίας Νιάρχου» (πέντε μήνες μετά το συμβάν) ο κυρίαρχος των ωκεανών κόμπαζε για την αθωότητα του... Τότε ένας από τους βασικούς δικηγόρους του, σε αυτή την υπόθεση, έκανε το σφάλμα και του είπε: Σας το είχα πει εξαρχής, κύριε Νιάρχο, ότι όσο υπάρχουν παντοδύναμες
Ποιός είδε, τότε, το Μεγάλο και δεν φοβήθηκε. Όρμησε να χτυπήσει το δικηγόρο, φωνάζοντας: Δηλαδή, τι υπαινίσσεσαι, βρε ηλίθιε; Ότι είμαι ένοχος και με αθώωσαν με τα μέσα; Πέσανε πάνω οι άλλοι μυστικοσύμβουλοι του Νιάρχου και τον σώσανε, ενώ ο δικηγόρος ψέλλιζε ότι δεν εννοούσε αυτό... Τελικά έφυγε περιδεής, αλλά ώσπου να φτάσει στο σπίτι του είχε προηγηθεί τηλεφώνημα από το κεντρικό γραφείο του στόλαρχου, όχι ότι απολύθηκε, αλλά ότι είχε διοριστεί ο γιος του σε υψηλή θέση!
Μετά το θάνατο της γυναίκας του, ο Νιάρχος, ελάττωσε τις δημόσιες εμφανίσεις του για αρκετό καιρό, για να μη γίνεται βορά σχολίων, αλλά και των παπαράτσι. Ήταν η εποχή που, για να δικαιολογηθεί, έλεγε: Η υπερβολική συσσώρευση πλούτου δεν επιτρέπει πλέον στους κατόχους του να κυκλοφορούν ανέμελα και να απολαμβάνουν τις μικρές χαρές των κοινών ανθρώπων... Τώρα στα στερνά το θυμότανε και είπε στο γιο της αδερφής του Μαρίας, που τον είχε επισκεφθεί: Ανιψιέ Κώστα, μη νομίζεις ότι δεν μπορώ να ξεπορτίσω κάνα βράδυ, αλλά ανήκω στη συνομοταξία των σούπερ επώνυμων, που, σαν τα πουλιά, μένουν κλεισμένοι στο κλουβί, ενώ οι ασήμαντοι πετούν ελεύθεροι...
Ο Δρακόπουλος, που κάποτε ο θείος του τον αποκαλούσε δράκου γέννα, όσο έμεινε κοντά στην πολυθρόνα δεν έβγαζε άχνα, μόνο σκεφτότανε την κατάντια του μεγάλου Νιάρχου, που πριν λίγα χρόνια τον είχαν πάει στις ιπποδρομίες στο Παρίσι υποβασταζόμενο. Τον κάθισαν στο θεωρείο του -δεν είχε κουράγιο να πάει ούτε στο πάντοκ- κι εκεί, μετά τη νίκη του αλόγου του, ήρθαν ο προπονητής και ο αναβάτης να του υποβάλουν τα σέβη τους... Διευθυντής ο Κώστας Δρακόπουλος στα κεντρικά γραφεία των ναυτιλιακών επιχειρήσεων του θείου του στην Αθήνα (Χαλάνδρι) άκουγε τις αμπελοφιλοσοφίες του γέρου χωρίς μιλιά: Που λες, Κώστα, παιδί μου (ένα εξηνταπεντάχρονο πια παιδί) διάβασα πρόσφατα ένα βιβλίο φιλοσοφικό που αναφέρεται στην ηδονοθηρία και στον υλοζωισμό των ανθρώπων μπροστά στο 2000...
Πάνε τα παλιά μεγάλα τζάκια, μπούκωσαν κι έπνιξαν τους κατόχους τους από τον πολύ καπνό... Τώρα εμφανίστηκαν τα αιρκοντίσιον, που τα χρησιμοποιεί η καινούργια γενιά των πολιτικών, των μπίζνεσμεν, των media, ανθρώπων της ηλεκτρονικής εποχής. Όλοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι «ποτέ μην πεις ποτέ» στη μεγάλη ευκαιρία για τη μεγάλη μπάζα... Αυτό είναι η ηδονοθηρία, ο υλοζωισμός... Ο γερο Νιάρχος μπέρδευε τους νεοφιλοσόφους, τον Τζέιμς Μποντ, τους δικτάτορες της πολιτικής και των media, αλλά ο ανιψιός του το ένιωθε ότι ο κροίσος μπάρμπας εννοούσε (όπως πολλές φορές το τόνιζε και στους γιους του) ότι οι Φορντ, οι Ροκφέλερ, οι Χιουζ, οι Χρυσοί Έλληνες, έφευγαν για πάντα... Κάποτε ο μικρός γιος του Νιάρχου, ο Κωνσταντίνος, ακούγοντας αυτές τις δοξασίες του πατέρα του, είχε πει : Τι είναι αυτά που λέει ο μπαμπάς; Ξεχνάει ότι υπήρξε ο πρώτος ηδονοθήρας και υλοζωιστής;
Όλα μπερδεμένα του ρχόντουσαν στο νου του γέρου και ιδιαίτερα τα παιδιά του και τα εγγόνια του... Να και μιά σημειολογική φωτογραφία με τους δυό μεγάλους του γιούς στη καθέλκυση ενός τάνκερ... Εκείνη τη στιγμή, ο δωδέκατος πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου, ένιωθε ότι είχε αρχίσει να γερνάει... ;Aραγε τι να συλλογιζόντουσαν ο Φίλιππος και ο Σπύρος που τον κοίταζαν πίσω από τη πλάτη του...
 
22. απάνω τους Έλληνες!
Ο στόλαρχος είχε αδυναμία στο μικρό του γιο κι ας ήταν ξεροκέφαλος και δεν τον άκουγε, όπως όταν πήρε για γυναίκα του την Αλεξάνδρα Μποργκέζε... Κι αργότερα, μέσα σ' ένα χρόνο, τη χώρισε και συζούσε με ένα μοντέλο... Τον προόριζε για διάδοχο του στις ναυτιλιακές επιχειρήσεις και γι' αυτό είχε λιγοστέψει το στόλο του σε σκάφη -αλλά όχι και σε ποιότητα- ώστε ο μικρός να μην «πελαγοδρομεί» και να μπορεί να τον ελέγχει. Πώς θα μπορούσε όμως να διευθύνει μιά τεράστια επιχείρηση ο μικρός, αφού δεν ήτανε σε θέση να κουμαντάρει ούτε τον εαυτό του, σκεφτόταν ο Μεγάλος και στήριζε τις ελπίδες του περισσότερο στο Φίλιππο και στο Σπύρο.
Πριν δυο-τρία χρόνια, όταν ο Νιάρχος είχε παραδώσει ουσιαστικά τη διεύθυνση των επιχειρήσεων του στους γιους του, τους συμβούλευε: «Το πρεστίζ της οικογένειας ήταν τα καράβια, αλλά επειδή η θάλασσα κουνάει να έχετε πιασίματα στη στεριά... Και ξέρετε ποιός μου είχε πει αυτά τα προφητικά λόγια; Ο παππούς σας, ο μέγας καραβοκύρης Σταύρος Λιβανός».
Ο Νιάρχος παρακολουθούσε συνεχώς τη διεθνή πλοιοκτησία μέσω του LLOYD΄S και έστω κι αν είχε αποψιλώσει το στόλο του θεληματικά, εν τούτοις στενοχωριόταν. Γιατί παλιά είχε εισβάλει σαν σίφουνας στο χώρο και είχε αναδειχθεί σε κορυφαία δύναμη... Αλλά τι κατάντια για την «τριπλέτα» Λιβανός-Ωνάσης-Νιάρχος, που κυβερνούσε κάποτε τα κύματα... Ο διάδοχος του Σταύρου Λιβανού, ο διπλά κουνιάδος του Γιώργος, βρισκόταν στην κατάταξη των Ελλήνων εφοπλιστών δέκατος, ο Όμιλος Ωνάση -με κουμάντο το Στέλιο Παπαδημητρίου δωδέκατος και το Νιαρχέικο, μόλις εικοστό πέμπτο... Το σχολίαζε στο γιο του Κωνσταντίνο: Κάποτε είμαστε οι πρώτοι των πρώτων, ο παππούς σου και οι δυο γαμπροί του, παλεύαμε κεφάλι με κεφάλι και πίσω μας ακολουθούσαν οι άλλοι... Θέλω όμως να μην πικραίνεσαι που δεν σας αφήνω πρωτιά, γιατί ενσυνείδητα μίκρινα το στόλο μας, διοχετεύοντας τη δραστηριότητα μας σε στεριανές επιχειρήσεις, πιο σίγουρες... Και να σου πω και κάτι... Κάποτε εσύ και τα αδέρφια σου, θα μείνετε με ανοιχτό στόμα όταν έγκριτοι βιογράφοι κι΄όχι παρλαπίπες, θα γράφουν για τον πατέρα σας... Όχι βέβαια γι' αυτό το κυρτωμένο σώμα, όπως κατάντησε, αλλά για το μυαλό που κρύβει μέσα στο κεφάλι του... Ποτέ δεν μιλούσε για τη διαθήκη του, το είχε γρουσουζιά, ίσως όμως ήθελε να τους αφήσει όλους άφωνους και ιδιαίτερα τους επαΐοντες του περιοδικού Forbs, που ποτέ δεν τον έβαζε στην πρώτη δεκάδα των πλουσιότερων του κόσμου.
Ο γέρος στερέωνε καλά το φακό και διάβαζε οτιδήποτε αφορούσε τη ναυτιλία, όπως τώρα που είχε στα χέρια του την κατάταξη με τους μεγαλύτερους Έλληνες εφοπλιστές του 1994-95. Πρώτος ήταν ένας άλλος Λιβανός, Γιώργος κι αυτός, αλλά του Π., με 110 πλοία (φορτηγά και τάνκερ) και 23 ιπτάμενα δελφίνια. Συνολικό εκτόπισμα εφτά εκατομμύρια τόνοι, κάτι δηλαδή το αδιανόητο για ένα και μόνο εφοπλιστή, αφού ξεπερνούσαν το σύνολο των εμπορικών στόλων της Γαλλίας και της Γερμανίας μαζί! Ο Γιάννης Λάτσης ήταν δεύτερος, με 4,1 εκατομμύρια τόνους και 88 καράβια! Να που οι μπακιρένιοι Έλληνες ξεπέρασαν τους χρυσούς, γρύλιζε... Μπράβο στον κοντραμπατζή της Κατοχής, που απόκτησε και διυλιστήρια, έγινε και τραπεζίτης... Τρίτος ο Λουκάς Χατζηιωάννου, ο Κύπριος, που το 1988 ήταν πρώτος με 6 εκατομμύρια τόνους, αλλά τώρα με 28 τάνκερ, έπεσε στα 3,5...
Ο στόλαρχος βρήκε το όνομα του στην... 25η θέση με 1,1 εκατομμύριο τόνους και 24 τάνκερ, όλα νεόκτιστα. Έψαξε να βρει Λαιμούς, Πατέρες και Χατζηπατέρες, Κουλουκουντήδες, Βεργωτήδες, όλοι είχαν σκορπίσει, γιατί οι κληρονομιές είχαν γίνει μερίδια σε παιδιά και εγγόνια... Άλλοι, είχαν δραστηριοποιηθεί σε στεριανές επιχειρήσεις, άλλοι είχαν πάρει την κάτω βόλτα... Να όμως κάποια ονόματα-θρύλοι που συνέχιζαν την ένδοξη ναυτιλιακή καριέρα των παππούδων και των πατεράδων τους: Ο Επαμεινώνδας Εμπειρίκος βρισκότανε στην 4η θέση με 3,5 εκατομμύρια τόνους - 26 σύγχρονα κομμάτια, ο Γιάννης Αγγελικούσης (βρε, ποιός το περίμενε, ο απόγονος του δραχμοφονιά καπετάν Αντώνη, που έδινε από ένα αυγό στυς δουλευταράδες του) πέμπτος με 3,2 - 49 κομμάτια, η εταιρία «Πέτρος Γουλανδρής και υιοί» στη 15η θέση, με 1,7 - 15 βαπόρια... Κάποτε οι αδερφοί Γουλανδρή (οι δίδυμοι Βασίλης-Νίκος και οι Γιάννης, Γιώργος, Κώστας) ήσαν δεύτεροι το 1958 και πρώτοι το 1975!
— Τομ, βρε Τομ, που είσαι; Έλα να ψάξεις εσύ, γιατί δεν βλέπω καλά και δεν μπορώ να βρω στον κατάλογο αυτό το μεγαθήριο, τον Κώστα Λαιμό... . Ούτε το Γιάννη Καρρά...
Ο αλαφροΐσκιωτος μπάτλερ ήταν κιόλας δίπλα του, αλλά ο οτόλαρχος είχε αποκάμει, του είχαν φύγει τα χαρτιά κι είχε γείρει το κεφάλι στην πολυθρόνα, με κρεμασμένο το φακό στο στήθος... Σε λίγο χαμογελούσε, γιατί έβλεπε στον ύπνο του ένα απέραντο ωκεανό, με κύματα σαν την Καστέλλα και πάνω τους, στην κορυφή, φορτηγά και δεξαμενόπλοια πελώρια, με σήματα στις τσιμινιέρες τους των Ελλήνων εφοπλιστών... Και κάτω τους, στις υδάτινες χαράδρες, κάτι καρυδότσουφλα, ξένα, έτοιμα να καταποντιστούν... Ο γέρος αγκομαχούσε και παραμιλούσε, ενώ οι υποτακτικοί γύρω του, δεν ήξεραν αν έπρεπε να επέμβουν, να τον ξυπνήσουν ή να τον αφήσουν να φωνάζει με την αδύναμη βραχνή φωνή του: Απάνω τους Έλληνες! Μια χούφτα καραβοκύρηδες με τρεις χιλιάδες βαπόρια και σαράντα χιλιάδες ναυτικούς, συγκροτούν το μεγαλύτερο εμπορικό στόλο της Υδρογείου! Και στο χάραμα του 2000 πρώτοι θα είναι, και να σκάσουν οι εχθροί μας...
Μετά άρχισε να κλαίει στον ύπνο του και να μοιρολογάει σαν τη Μανιάτισσα γιαγιά του: Τι να τα κάνω τα λεφτά, τα πλούτη, το χρυσάφι —αφού σας λέω για πάντα γεια- όλα θα γίνουνε νισάφι...
Ο γέρος ροχάλιζε όταν μπήκε ο γιατρός για να του πάρει την πίεση και να του δώσει τα χάπια, μπορεί όμως και να υποκρινόταν, όπως έκανε συχνά, για να δει από το μισόκλειστο μάτι του και ν' ακούσει -από το τσιπ του αυτιού του- τη συμπεριφορά των υποτακτικών του... Όταν ξύπνησε, ο γιατρός του έπιασε τον καρπό, ψάχνοντας τον αδύναμο σφυγμό του και του χαμογέλασε: "Πως νιώθετε, καπετάνιε; Θα πάμε στη Σπετσοπούλα το καλοκαίρι;" τον ρώτησε αγγλικά. Ο ανήμπορος τον κοίταξε σαν γέρικο σκυλί που το περιπαίζουν, μετά γύρισε τη ματιά του στον Τομ και του είπε ελληνικά: "Τι τσαμπουνάει ο μαλάκας, με κοροϊδεύει; Τι Σπετσοπούλα και πράσινα άλογα... Εδώ θα ψοφήσω σαν το σκυλί στην απόχη του μπόγια".
Το γιατρουδάκι, κατάλαβε μόνο το μαλάκας, που το ξεφούρνιζε σε όλους ο γέρος όταν θύμωνε... Έσκυψε πάνω του μετρώντας το σφυγμό, ξέροντας ότι ο Νιάρχος δυστροπούσε κάτω από την κουβέρτα, αλλά δεν μπορούσε να κάνει κι αλλιώς... Ένιωθε ο νεαρός να εξουσιάζει -αυτές τις στιγμές- το διάσημο και ζάπλουτο ασθενή, τον τυλιγμένο στο θρύλο της παντοδυναμίας αλλά και στην υποψία ενός εγκλήματος... Είχε ή δεν είχε στραγγαλίσει τη γυναίκα του; Γι' αυτό του είχε πετάξει το όνομα του ιδιόκτητου νησιού του, όπου άφησε τη τελευταία πνοή η γυναίκα του, για να δει την αντίδραση του κροίσου... Εκείνος, όμως, δεν έχασε τη ψυχραιμία του κι΄αφού τον αποκάλεσε μαλάκα, του είπε αυτοσαρκαζόμενος: Αν ήσουνα κτηνίατρος, θα ήξερες ότι τα γέρικα άλογα κλοτσάνε πριν ψοφήσουν... Γι' αυτό θα καλέσω κι ένα κτηνίατρο από τους στάβλους μου, να με εξετάσει...χι-χι-χι...
— Τι είναι αυτά που λες, πατέρα;
Ήταν η κόρη του Μαρία-Ισαβέλα, που μόλις είχε φτάσει με μια ανθοδέσμη κι έσκυβε να τον φιλήσει, αλλά εκείνος αντέδρασε «μη, γιατί θα σε γεμίσω σάλια»... Μετά, τη ρώτησε: Ο τζόκεϊ μας έχασε μια σίγουρη νίκη προχθές. Γιατί;
— Άλογα είναι, πατέρα... Πότε κουράζονται, πότε παραπατάνε...
— Όχι τα δικά μου άλογα, είπε ο γέρος, αλλά αμέσως σκέφτηκε ότι σαν γέρικο άλογο κι αυτός είχε κουραστεί, παραπατούσε κι έχανε την κούρσα της ζωής...
Η κόρη του έκοψε ένα λουλούδι, του το πρόσφερε κι΄εκείνος το μύρισε με τρεμάμενο χέρι, άλλοτε θα το καρφίτσωνε στο πέτο του...Ο Φελίξ πήρε τα λουλούδια κι απομακρύνθηκε, μαζί του ο γιατρός και η νοσοκόμα. Μείνανε οι δυο τους, πατέρας και κόρη... Καθισμένη κοντά του, του κρατούσε το χέρι, καθώς τη συμβούλευε, καταλήγοντας όπως πάντα: Αν ποτέ λείψω, θέλω να διατηρήσεις το στάβλο μας...
Εκείνες τις ημέρες ήρθε κι ο Κωνσταντίνος από το Λονδίνο και μαζί με τη Μαρία, του κάνανε συντροφιά. Τους καμάρωνε ο γέρος και τους έλεγε: Εσύ κοριτσάκι μου θέλω να μού προσέχεις τα άλογα κι εσύ αγόρι μου, τα βαπόρια.
— Καλέ μπαμπά -χαμογέλασε σε μια στιγμή ο μικρός- είναι αλήθεια ότι τα βαπόρια μας έχουν σπάσει τα περισσότερα εμπάργκο;