Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011

Η επιλεκτική χρεοκοπία μιας ευρωπαϊκής μπανανίας…


Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου *

Η Ελλάδα τράβηξε το δικό της δρόμο χρεοκοπίας, όπως με ακρίβεια είχαμε προβλέψει. Την οδό και τη διαδικασία της επιλεκτικής χρεοκοπίας, όπως ταιριάζει σε μια ευρωπαϊκή μπανανία, η οποία έζησε για μια δεκαετία και κάτι τον μύθο της ισχυρής χώρας. Τώρα γίνεται προσπάθεια από αυτούς που συνέθεσαν αυτόν τον μύθο να ζήσει τον μύθο της μόνης χρεοκοπημένης χώρας που καμώνεται ότι δεν  πτώχευσε.


Μην ταλαιπωρήστε με τις έννοιες, τα κράτη χρεοκοπούν όταν αθετούν τους όρους της δανειακής σύμβασης που υπογράφουν με τους ομολογιούχους τους. Από εκεί και πέρα η στάση πληρωμών είναι μια άλλη υπόθεση, όπως έχουμε επανειλημμένα εξηγήσει,  Στη δική μας περίπτωση έχουμε αλλοίωση των όρων πληρωμής υπό την αιγίδα της ΕΕ (!!) και όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στο κείμενο συμπερασμάτων της Συνόδου «όλες οι άλλες χώρες της ευρωζώνης επαναλαμβάνουν επισήμως την ακράδαντη αποφασιστικότητά τους να τιμήσουν πλήρως την οικεία κρατική υπογραφή τους, καθώς και όλες τις δεσμεύσεις τους για βιώσιμες δημοσιονομικές συνθήκες και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Εμείς δεν θα τιμήσουμε την υπογραφή μας ως κράτος, κατ΄ εξαίρεση και με «άδεια» της ΕΕ και τούτο οδηγεί σε «χρεοκοπία κατ’ εξαίρεση» με δέσμευση προς το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ότι θα στηριχθεί και δεν θα εγκαταλειφθεί στην τύχη του. Τέτοια παράγραφος δεν θα υπήρχε στο «κείμενο συμπερασμάτων» αν η «εθελοντική συμμετοχή των ιδιωτών», δεν αποτιμάτο ως «roll-over program», όπως ανακοίνωσε άλλωστε και το αρμόδιο Institute of International Finance. Και η απόφαση αυτή των ηγετών της ΕΕ αντιμετωπίζεται από την χρηματαγορά ως «ανταλλαγή και μετακύλιση» δημόσιου χρέους που δεν θα μπορούσε ασφαλώς να κριθεί διαφορετικά παρά μόνον ως «επιλεκτική χρεοκοπία». Αν οι οίκοι αξιολόγησης λάβουν διαφορετική απόφαση τότε θα μιλάμε για είδηση που θα προκαλέσει νέα ήθη στην χρηματαγορά! 

Όλα τα άλλα εντάσσονται στο φάσμα της κυβερνητικής μέχρι χθες κινδυνολογίας και από σήμερα ωραιοποίησης της ίδιας κατάστασης: της ελεγχόμενης αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους, που από μόνη της δεν είναι καθόλου κακό εδώ που φτάσαμε. Κακό είναι να βαπτίζουμε το κρέας, ψάρι και να «αγοράζουμε» με ικανοποίηση ότι μας σερβίρουν ως «λύση» κάθε φορά με τα έξοδα να τα πληρώνει ο λαός φυσικά, δίχως ποτέ να τον ρωτήσει κανείς. Είτε άμεσα, είτε έμμεσα. Όταν εμείς μιλούσαμε για την ανάγκη αναδιάρθρωσης με διαγραφή μέρους του χρέους, οι προπαγανδιστές του καθεστώτος διέστρεφαν την πραγματικότητα και τρόμαζαν τον κόσμο, μιλώντας για συσσίτια και νεκρούς από λιμό. Ε, λοιπόν η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους ξεκίνησε επίσημα και κατά την γνώμη μου «χύμα», δειλά, με πολλές ασάφειες και νομικά κενά που θα ταλαιπωρήσουν την χώρα τουλάχιστον μέχρι τον Οκτώβριο. Η κυβέρνηση παγιδευμένη στην υποκρισία της και στην άρνηση της να εξετάσει, επανελέγξει και να αναδιαπραγματευτεί η ίδια το δημόσιο χρέος της κατέληξε να λάβει ως «λύση» ότι της δώσανε, όπως ακριβώς έκανε και με τον αρχικό «μηχανισμό». Έτσι η χώρα μπαίνει στο γύψο για πολλά χρόνια και μεταβάλλεται σε κράτος του οποίου η πολιτική θα καθορίζεται απολύτως από τους δανειστές του. Αν όλα πάνε καλά η Ελλάδα τα επόμενα δέκα χρόνια θα μετατραπεί στο πιο νεοφιλελεύθερο κρατίδιο της ΕΕ με την πλέον υποβαθμισμένη αξία του παράγοντα εργασία. Είναι η πρώτη χώρα στην ΕΕ που υιοθετεί ένα τέτοιο εξευτελιστικό και απολύτως αντιδημοκρατικό status, το οποίο αλλοιώνει  εκτός από την συνταγματική τάξη στην Ελλάδα και τον πολιτικό χαρακτήρα της ΕΕ.    

Το σημερινό βήμα τυπικής έκφρασης της χρεοκοπίας υποδηλώνει ότι ο δικομματισμός πρόδωσε τους Έλληνες, ενώ ο κ. Παπανδρέου με το κυβερνόν κόμμα του επέλεξαν να δώσουν την χαριστική βολή στα συμφέροντα της χώρας και του λαού. Η ήπια αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας, με τη μορφή που συμφωνήθηκε στη Σύνοδο των Βρυξέλλες ήταν το αποτέλεσμα του συγκερασμού συμφερόντων μεταξύ του χρηματοπιστωτικού λόμπι, υπό την αιγίδα των ΗΠΑ και της ελίτ του λεγόμενου παραγωγικού καπιταλισμού, όπως ηγετικά εκφράζεται από την κυβέρνηση της Γερμανίας. Το μήνυμα είναι ότι η ΕΕ έθεσε υπό αυστηρή κηδεμονία την Ελλάδα, δίνοντας της θεωρητικά χρόνο να βελτιώσει τα δημοσιονομικά της, περιορίζοντας παράλληλα στο ελάχιστο της ζημίες στον τραπεζικό τομέα από το δυνητικό σκάσιμο της ελληνικής «φούσκας», που προκάλεσε το χρηματοπιστωτικό λόμπι. Το άλλο μήνυμα είναι ότι θα συνεχιστεί η εσωτερική υποτίμηση με καταστροφή της κοινωνίας, θα εκποιηθεί η εναπομείνασα  δημόσια περιουσία αντί πινακίου φακής υπέρ ιδιωτικών συμφερόντων, που λειτουργούν στο πλαίσιο κυριαρχίας των δανειστών μας, ενώ ορίζονται εμπράγματες εγγυήσεις δανεισμού με παραβίαση κάθε έννοιας κρατικής κυριαρχίας. Με την αόριστη μάλιστα υπόσχεση για ένα «σχέδιο Μάρσαλ», επιχειρείται να διασκεδαστεί η αντιαναπτυξιακή φύση των μνημονίων και η υποθήκευση του πλούτου της χώρας μας. Χάνεται για πολλά χρόνια η αυτοκυβέρνηση μας και η σχετική αυτονομία στις αποφάσεις και τέλος προνοείται οι τράπεζες με πολύ μικρό κόστος να «καθαρίσουν» από το ελληνικό χρέος που κατέχουν εξυγιαίνοντας τα χαρτοφυλάκια τους με έξοδα των φορολογουμένων της ΕΕ, ασφαλώς. Να, τι σημαίνει σκληρή δεξιά πολιτική (νεοφιλελεύθερη προσέγγιση), την οποία χειροκροτούν και για την οποία δηλώνουν υπερήφανοι και μετασοσιαλιστές σαν το Γιώργο Παπανδρέου και μέρος του ΠΑΣΟΚ, δίχως να ντρέπονται.

Στο πλαίσιο διαμόρφωσης αυτής της συμφωνίας η Ελλάδα ήταν πολιτικά απούσα. Η κυβέρνηση της χώρας είχε «πειστεί» εδώ και καιρό ότι η Ελλάδα έχει χάσει την κυριαρχία της, έτσι συμπεριφέρθηκε δουλικά, υποκριτικά και αμφίσημα σε αυτή την κρίσιμη καμπή της ιστορίας μας. Λειτούργησε σαν να πίστευε ότι κάποιοι άλλοι στην ΕΕ και στις ΗΠΑ κατέχουν το μυστικό (τεχνογνωσία) ώστε να ορίσουν αυθεντικά και να διαπραγματευτούν το ελληνικό εθνικό και κοινωνικό συμφέρον. Μπέρδεψε συνειδητά το τεχνικό μέρος της διοίκησης με το πολιτικό, για να διασκεδάσει την νεοφιλελεύθερη ιδεολογική μεταστροφή της και τα έκανε σαλάτα.  Η Ελληνική κυβέρνηση, από τη στιγμή που απαίτησε και έλαβε τον ατομικό μηχανισμό «σωτηρίας», όπως τον αποκάλεσε, τοποθέτησε μόνη της τον εαυτό της στο περιθώριο, εκλιπαρώντας στο εξωτερικό για συμπάθεια και βοήθεια και απειλώντας στο εσωτερικό διαρκώς με στάση πληρωμών για να περάσει άκριτα και αλλοπρόσαλλα, καιροσκοπικά μέτρα, που κατέτειναν σχεδόν αποκλειστικά στην εσωτερική υποτίμηση, στην μεγέθυνση της κοινωνικής ανισότητας, στην ασφυξία της αγοράς και στο ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας.

Με δύο λόγια, σε όλη αυτή τη διαδρομή φτωχοποίησης της κοινωνίας και αποδυνάμωσης της χώρας, η κυβερνητική στάση έδειξε να δίνει έμφαση στην επικοινωνία – με φαιδρές διαστάσεις πολλές φορές – και όχι στην στρατηγική και την δομημένη πολιτική: ότι αποφασισθεί στην ΕΕ καλό είναι, αρκεί να παρουσιαστεί θετικά από την διαπλοκή, έμοιαζε να πιστεύει η κυβέρνηση και το ίδιο ακολουθεί και σήμερα. Αυτή ήταν και είναι η πολιτική κουλτούρα του δικομματισμού.  Όλα τα πολιτικά κουστούμια μας ταιριάζουν, αρκεί να τα φοράμε όντες στα πράγματα, αρκεί να μην χάσουμε το γκουβέρνο. Δεν μπορεί, κάτι θα κερδίσουν και οι πελάτες μας, υπονοούν οι «δικομματικοί», κλείνοντας πονηρά το μάτι ο καθένας στα «δικά του παιδιά»: τα χαμένα παιδιά, τα ζαλισμένα παιδιά! Αυτά που οι ίδιοι δεν διστάζουν να αποκαλούν κοπρίτες!  Όλα για την διαπλοκή είναι θετικά αρκεί να μην κλονισθεί το καθεστώς. Αυτός, άλλωστε, δεν ήταν ο αρχικός στόχος; Πτώχευση με φτωχοποίηση της κοινωνίας και δραστική εσωτερική υποτίμηση, δίχως να χρειασθεί να πει ο πρωθυπουργός το «δυστυχώς επτωχεύσαμε». Αλήθεια υπήρχε ποτέ τέτοια περίπτωση εντός της ευρωζώνης; Μπορούσε ποτέ να γίνει ανεξέλεγκτη πτώχευση δίχως πολιτικό ναυάγιο ολόκληρης της ευρωζώνης και καταστροφή του τραπεζικού τομέα της Ένωσης;  Ασφαλώς όχι. Η Ελλάδα ακολούθησε την οδό της ελεγχόμενης χρεοκοπίας από την αρχή, δίχως κανείς σοβαρός άνθρωπος, γνώστης της οικονομικής επιστήμης και των ευρωπαϊκών θεσμών να μπορεί να εκτιμήσει κάτι διαφορετικό. Όσοι ειδικοί και πολιτικοί θεώρησαν ότι το μνημόνιο θα απέτρεπε την πτώχευση, απλώς γελοιοποιήθηκαν. Οι υπόλοιποι δεν ήμασταν «κασσάνδρες», όπως συνήθιζε να μας αποκαλεί το καθεστώς, αλλά λογικά όντα, τα οποία δεν θέλανε να εξαπατήσουν κανέναν.

Έτσι καταλήξαμε στην επιλεκτική πτώχευση. Αλήθεια υπήρχε άλλη σοβαρή δυνατότητα εντός της ευρωζώνης υπό της παρούσες συνθήκες, επαναλαμβάνω! Υπήρχε άλλη πιθανή  εκδοχή χρεοκοπίας – υπό τις σημερινές συνθήκες στην ΕΕ - πέραν της επιλεκτικής πτώχευσης, ασχέτως των επιμέρους διευθετήσεων που θα την χαρακτήριζαν; Αν δεν ήθελε η κυβέρνηση αυτή τη λύση, τότε γιατί εκβίαζε μια λύση εδώ και τώρα;  Το θέμα ήταν πώς θα ορίσουμε στα ελληνικά το selective default, ή πώς θα πετυχαίναμε μια καλύτερη συμφωνία με την ΕΕ; Αν δηλαδή ακολουθούσαμε την λογική της δραστικής αναδιάρθρωσης, πριν αναζητήσουμε τον προσωρινό μηχανισμό, όπως προτείναμε κάποιοι, πάλι σε selective default δεν θα καταλήγαμε αν είχαμε την κάλυψη της ΕΕ, με απείρως ευνοϊκότερους όρους για την ελληνική κοινωνία και δίχως να δημιουργηθεί τέτοια κακή παράδοση με την μορφή του χρεοστασίου που αποδεχθήκαμε με το μνημόνιο, το μεσοπρόθεσμο και την δανειακή σύμβαση; Που προφανώς την είχαμε, διότι καμία οικονομία της ευρωζώνης δεν θα ήθελε να αυτοκτονήσει, όπως αποδείχθηκε.

Υπήρχε περίπτωση να μην είχαμε την κάλυψη της ΕΕ – τουλάχιστον στον βαθμό που αυτή εμφανίζεται να υπάρχει σήμερα  - από τη στιγμή που τότε οι κίνδυνοι από μια ανεξέλεγκτη ελληνική χρεοκοπία για τις ευρωπαϊκές οικονομίες και όχι μόνον, θα ήταν  πολύ μεγαλύτεροι; Ποιοι λοιπόν θυσίασαν το συμφέρον της κοινωνίας (μέσω μιας σκληρής και σοβαρής διαπραγμάτευσης με την ΕΕ, πριν πάρουν τους δρόμους για το ΔΝΤ και αναζητήσουν σωτηρία μέσω του μηχανισμού που δήθεν τον ήθελαν για πολιτική υποστήριξη) στο βωμό της πολιτικής τους επιβίωσης και των συμφερόντων των πατρώνων τους εντός και εκτός της Ελλάδας; Μήπως αυτοί που δήλωναν «την αναδιάρθρωση ή την κάνεις στην αρχή ή καθόλου», αλλά παρόλα αυτά την άφησαν για…αργότερα; Θα μπορούσαν ποτέ μετά από μια επωφελή για την κοινωνία διαπραγμάτευση, με το που κέρδισαν τις εκλογές, να παραμείνουν στην εξουσία, από τη στιγμή που τότε θα ξεγυμνώνονταν, καθώς θα αποδεικνυόταν ότι περιέπαιζαν το λαό προεκλογικά, ιδιαίτερα ο κ. Παπανδρέου; Δεν μπορούσε το καθεστώς να αγωνιστεί για τα συμφέροντα της κοινωνίας ακόμη και να μεταμορφωνόταν πολιτικά, καθώς ήταν πολλαπλά εκτεθειμένο, καθώς θα έπρεπε να πληρώσουν ποικιλοτρόπως όσοι τα «έτρωγαν μαζί» τόσα χρόνια και όσοι κερδοσκόπησαν με την καλλιέργεια του μύθου της ισχυρής Ελλάδας. Και αυτοί είναι πολλοί. Είναι το δικομματικό σύστημα και η διαπλοκή που το συνδέει και το προστατεύει οργανωμένα και κυριαρχικά μετά το 1990. Ακολούθησαν λοιπόν την γνωστή συνταγή «σωτηρίας» των αντιδημοκρατικών καθεστώτων: να πληρώσουν οι μη-έχοντες τους άπληστους, δολίως κατέχοντες. Μόνο που αυτό αποτελεί αντιοικονομική, πέραν όλων των άλλων, συμπεριφορά και οδηγεί σε νέα πολιτικά αδιέξοδα, στα οποία θα γίνουμε μάρτυρες τα αμέσως επόμενα χρόνια. 

Ποιοι λοιπόν εξαπάτησαν για άλλη μια φορά θεσμούς και εκλογικό σώμα, επιμηκύνοντας το αδιέξοδο, όσο μπορούν κάθε φορά με έξοδα της κοινωνίας φυσικά; Με οικονομική και κοινωνική απορρύθμιση και εκτίναξη του δανεισμού, ο οποίος απέκτησε επιπλέον και επαχθή χαρακτηριστικά., μέσω του ελεεινότερου χρεοστασίου που έχει ποτέ επιβληθεί στη χώρα μας ή στις χώρες της ΕΕ.  Μα, όλοι αυτοί οι «υπεύθυνοι», που, ενώ οδήγησαν την χώρα στην χρεοκοπία, δεν διέθεταν «ισχυρούς αδένες» και στοιχειώδη αξιοπρέπεια, ώστε να επωμισθούν τις ευθύνες της πολιτείας τους. Η σημερινή χρεοκοπημένη ελληνική πολιτεία είναι το αποτέλεσμα ενός χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος, το οποίο τους τελευταίους 25 μήνες επέλεξε τις χειρότερες για την κοινωνία στρατηγικές που του προσφέρθηκαν από το εξωτερικό, με αποκλειστικό κίνητρο να μην κλονισθεί το ίδιο και το βαθύ κράτος της διαπλοκής που το στηρίζει. Για την δική τους πρόσκαιρη σωτηρία θυσίασαν το μέλλον της ελληνικής κοινωνίας και κυρίως το μέλλον μιας γενιάς νέων Ελλήνων. Αυτό αποτελεί έγκλημα με ιστορικούς όρους, το οποίο δεν θα βρεθεί ποτέ κανείς δικαστής να το δικάσει.

Γιατί αγνοήθηκε η μεθοδολογία που υπερασπίστηκε ο συντάκτης αυτών των γραμμών περί διαγραφής ενός μεγάλου μέρους του χρέους, με βελτίωση του χρόνου αποπληρωμής και των επιτοκίων για το υπόλοιπο; Πράγμα που θα μπορούσε να συνοδευτεί με ένα νέο αναπτυξιακό ευρωπαϊκό σχέδιο και με ένα νέο μακροχρόνιο και ασφαλώς δεσμευτικό συμβόλαιο του ελληνικού λαού με την ΕΕ, που θα προνοούσε για ορθολογισμό των δημοσιονομικών με παράλληλες όμως δημόσιες επενδύσεις σε ανταγωνιστικούς τομείς. Γιατί το καθεστώς επέμεινε στο μονόδρομο της φτωχοποίησης και της συρρίκνωσης της οικονομίας; Ποιόν συνέφερε αυτό; Πού ακριβώς ήταν το ανεφάρμοστο της μεθοδολογίας που υποστήριξα μαζί με ένα μέρος της Αριστεράς και της κοινωνίας των πολιτών; Σίγουρα θα οδηγούσε και αυτή η στρατηγική σε επιλεκτική χρεοκοπία. Μόνον που θα είχαμε να κάνουμε με άλλη μορφή διαχείρισης της πτώχευσης από αυτή που προδιαγράφεται σήμερα. Πολύ πιο θετική για την κοινωνία και τις παραγωγικές δυνάμεις από αυτήν που επέφερε το καθεστώς. Βέβαια μια τέτοια θετική προοπτική θα έθιγε τον παρασιτικό καπιταλισμό και τους ντόπιους νταβάδες και μεταπράτες για τους οποίους εργάζεται ο δικομματισμός.
   
Δείτε σήμερα το ευτράπελο, ο κ. Σαμαράς να «παίζει»  τον κ. Παπανδρέου, όπως επιχείρησαν να παίξουν οι κυβερνητικοί με εμάς τόσο καιρό. Τότε που αναφερόμενοι στη κριτική μας περί ανάγκης διαγραφής του χρέους, μας έλεγαν ότι επιθυμούμε την χρεοκοπία της χώρας. Όπως αυτοί αποκαλούν την αναμφισβήτητα σπεκουλαδόρικη στάση του κ. Σαμαρά, «παράδοξη, αντιφατική, βλαπτική για τα συμφέροντα της χώρας», αντίστοιχα και εμείς αποκαλούμε με τα ίδια επίθετα την συμπεριφορά των κυβερνητικών, οι οποίοι τόσο καιρό κινδυνολόγησαν ασύστολα με την χρεοκοπία. Εξεβίασαν με την απειλή της χρεοκοπίας, πολιτεύτηκαν με μοναδικό εφόδιο την απειλή αυτή, ενώ τώρα την λούζονται, διαστρέφοντας, όπως συνηθίζουν, την πραγματικότητα.  Σε τι διέφερε δηλαδή η στάση του κ. Παπανδρέου από την στάση του κ. Σαμαρά ως προς την μη-συμμετοχή των ιδιωτών; Πότε άλλαξε ξαφνικά την διαλεκτική της πτώχευσης ο πρωθυπουργός; Πώς μπόρεσε την ίδια ώρα που έστελνε επιστολή στον κ. Γιούνκερ, περί μη-συμμετοχής ιδιωτών, ο υπουργός του επί των οικονομικών να συζητά ακριβώς για το είδος της συμμετοχής αυτής, ενώ ο ίδιος έδινε συνέντευξη αναφερόμενος στο ενδεχόμενο περιορισμένης χρονικά στάσης πληρωμών; Ποιους άραγε επιχειρεί να τρελάνει ο πρωθυπουργός, τους ευρωπαίους ή τον ελληνικό λαό;  Πώς χαρακτηρίζεται μια τέτοια συμπεριφορά; Μα, πώς αλλιώς, από άκρως… υπεύθυνη! Μια υπεύθυνη κυβέρνηση για την χρεοκοπία, η οποία δίχως τσίπα γελοιοποιείται διαρκώς, υπευθύνως. Υπεύθυνη κυβερνητική δήλωση αποτελεί πράγματι αυτή η στάση: ή νέας απάτης ή απόλυτης αποτυχίας. Και δεν έχει ο πρωθυπουργός παρά να μας διευκρινίσει τι από τα δύο ισχύει. Μας κορόιδευε τόσο καιρό, ή απλώς απέτυχε να αποφύγει την στάση πληρωμών.

Κάποιος θα πλήρωνε την ελληνική φούσκα ομολόγων στη φάση κοινωνικού μετασχηματισμού που αναγκαστικά προκύπτει από την κρίση που προκάλεσε οργανωμένα και με την έμμεση, αλλά πάντως αμέριστη βοήθεια του πρωθυπουργού, η διεθνής χρηματοπιστωτική ελιτ: είτε οι φορολογούμενοι, είτε οι επενδυτές που ανέλαβαν τον σχετικό κίνδυνο στο παιχνίδι της αγοράς κρατικών ομολόγων. Ασφαλώς η συνάρτηση αυτή πρέπει να προσεγγίζεται σχετικά. Στο πλαίσιο αυτό παράγονται νικητές και ηττημένοι, αλλά γίνεται προσπάθεια να μην εμφανιστεί ότι θα υπάρξουν απόλυτοι νικητές και απολύτως χαμένοι. Η Δεξιά και οι δεξιοί, ως συνήθως, πρότειναν  να φορτωθεί ο ελληνικός λαός και έμμεσα οι φορολογούμενοι της ΕΕ το βάρος της απομείωσης των ελληνικών ομολόγων (ηττημένοι) και όχι οι χρηματοπιστωτικοί παίκτες (νικητές). Η Αριστερά το αντίθετο. Αυτό είναι που διαχωρίζει δεξιούς και αριστερούς, δεξιές και αριστερές πολιτικές. Δείτε ποιους θέλει νικητές και ποιους ηττημένους η Δεξιά και ποιους η Αριστερά, για να καταλάβετε με σύγχρονους όρους τι σημαίνει Δεξιά και τι Αριστερά. Ποιοι είναι δεξιοί και ποιοι αριστεροί, έξω από προπαγανδιστικά καμώματα, απολύτως πλαστές διαχωριστικές γραμμές και την υπερβατική ή δήθεν αντικειμενική οικονομίστικη ρητορεία. Επιμένω στη σχετικότητα της προσέγγισης, αλλά εύκολα κανείς μπορεί να διακρίνει την πολιτική τάση, σήμερα μέσα στην κρίση. Δεν υπάρχει πιο αντικειμενικό πράγμα από το να κρίνει κάποιος την συγκεκριμένη οικονομική πολιτική στο επίπεδο της ωφέλειας και του αποκλεισμού. Όλα τα άλλα είναι επικοινωνιακή πολιτική και ελιγμοί παραπλάνησης προς αποκλειστική κατανάλωση από τους χαμένους, τους ηττημένους της κοινωνίας, ενός αγώνα που διεξάγεται σε δύο ξεχωριστά επίπεδα: στο αποφασιστικό-πολιτικό και στο κοινωνικό. Στον βαθμό που το κοινωνικό δεν πετυχαίνει να επιβληθεί, το πολιτικό λειτουργεί για το συμφέρον των ελίτ. Στο πολιτικό έχουμε, δηλαδή, σύγκρουση συμφερόντων εντός της κυρίαρχης ελίτ, ενώ η κοινωνία ουσιαστικά απουσιάζει. Όπως απουσίασε και στο παζάρι για την διευθέτηση του ελληνικού δημόσιου χρέους. Εμείς κάναμε πολιτικές προτάσεις για να μπει και η κοινωνία σε αυτό το παιχνίδι, αλλά δυστυχώς ούτε η Αριστερά φάνηκε πρόθυμη και ικανή να αντιδράσει συλλογικά και στρατηγικά, ούτε ασφαλώς η κοινωνία των πολιτών, που έμπλεξε σε «διαβουλεύσεις» πανεπιστημιακού αμφιθεάτρου της δεκαετίας του ‘70.

Ασφαλώς όλοι οι δεξιοί δεν είναι ίδιοι. Υπάρχουν οι κυνικοί δεξιοί (νεοφιλελεύθεροι), οι εμφανιζόμενοι κοινωνικά ευαίσθητοι (αντιμνημονιακοί), οι λαϊκιστές της καθ’ ημάς ακροδεξιάς (οργανικό τμήμα της διαπλοκής) και οι σοσιαλιστές του τέταρτου δρόμου (δεξιοί από οικονομικοπολιτική ανάγκη και αριστερίζοντες από εκλογική ανάγκη), όπως λέμε ΠΑΣΟΚ. Αυτό το ετερόκλητο πολιτικό συνονθύλευμα χρεοκόπησε την χώρα πρώτα πολιτικά και μετά οικονομικά. Δυστυχώς η Αριστερά κατέστη σε μεγάλο βαθμό κομπάρσος σε αυτό το πελατειακό θέατρο που οδήγησε στην πολυδιάστατη χρεοκοπία που βιώνουμε, δίχως ποτέ να ενδιαφερθεί να αναπτύξει σύγχρονη στρατηγική ηγεμονίας. Παρότι υποτίθεται ότι η Αριστερά είναι εξοπλισμένη με θεωρητικά εργαλεία για να αναλύει τις κρίσεις του καπιταλισμού, στην περίπτωση της Ελλάδας πιάστηκε κυριολεκτικά στον ύπνο. Αυτούς τους 20 μήνες, μάλιστα – εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων – η οργανωμένη Αριστερά συνέχισε να τσαλαβουτά σε λενινιστικές αναπαραστάσεις της εξουσίας, δίχως να αναλαμβάνει οποιαδήποτε πρωτοβουλία για την ανατροπή του χρεοκοπημένου στην κυριολεξία καθεστώτος. Μοιάζει να πιστεύει ότι οι συνέπειες της χρεοκοπίας θα ενδυναμώσουν την ταξική συνείδηση και θα προκαλέσουν συνθήκες διαμόρφωσης ενός λαϊκού κινήματος διαφορετικού από το σημερινό, στον βαθμό που αυτό υπάρχει. Ο «ευσεβής» αυτός πόθος δεν μοιάζει να δικαιολογείται με κανένα από τα διαθέσιμα στοιχεία για την ελληνική κοινωνία, όπως αυτά ορίζονται κοινωνιολογικά ή πολιτικά.

Η πρωτόγνωρη μορφή χρεοκοπίας που επεβλήθη στην χώρα, απαιτεί και μια εντελώς φρέσκια στρατηγική από την ευρύτερη Αριστερά και από όλους εν γένει τους προοδευτικούς πολίτες. Αν ούτε τώρα υπάρξει μια πρόταση νέας δημοκρατικής ηγεμονίας από όλες τις δυνάμεις και τις προσωπικότητες που δεν συνωστίζονται στους διαδρόμους της διαπλοκής και στα πόστα του πελατειακού κράτους, η επόμενη δεκαπενταετία θα αποτελέσει μια μαύρη σελίδα για την δημοκρατία στον τόπο μας και τον ελληνισμό. Η μέθοδος ευημερίας της μεταπολίτευσης χρεοκόπησε. Η ευημερία μπορεί να επανακτηθεί (αργά και βασανιστικά) μόνον με την καλλιέργεια μιας νέας πλουραλιστικής δημοκρατικής κουλτούρας και ενός νέου μοντέλου εξουσίας που θα προνοεί για την καταστροφή του πελατειασμού, την αναδιανομή από πάνω προς τα κάτω και την διαμόρφωση σύγχρονων θεσμών διοίκησης υπό λαϊκό έλεγχο. Ο ίδιος έλεγχος πρέπει να διέπει και την λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, το οποίο δεν έχει την δυνατότητα να αναρρώσει και να αναδομηθεί από μόνο του πλέον, δίχως δημόσια στρατηγική.

Από σήμερα νέες προκλήσεις ανατέλλουν, λοιπόν, για την χώρα, οι οποίες είτε θα αντιμετωπιστούν με τον γνωστό παραδοσιακό τρόπο του πολιτικού συστήματος, είτε από εντελώς νέες δομές που δεν μπορεί να προσφέρει το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα. Και όλα αυτά τώρα που η κρίση θα λάβει τις πραγματικές της διαστάσεις, δίχως μάλιστα να είναι βέβαιο ότι θα περιοριστεί στην Ελλάδα. Η τρύπα που άνοιξε στον πυρήνα της Ένωσης δεν θα κλείσει με αυτή την ήπια πτώχευση που πρόχειρα και απολύτως καιροσκοπικά επιλέχτηκε για την χώρα μας. 

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.