Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

Ο πιο αγανακτισμένος Έλληνας …

Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου *

Η δική μου αγανάκτηση ως προς την συμπεριφορά πολιτικού συστήματος και λαού οδήγησε στην αποχή από το διαδίκτυο. Πρέπει όμως και η αποχή να έχει την αποχή της εκεί όπου ξεπροβάλλει η υπέρτατη αγανάκτηση. Η τελευταία δεν είναι άλλη από αυτή που εκδήλωσε ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου μέσω της υπερβατικής και αντιφατικής από πολλές απόψεις επιστολής, που έστειλε στον πρόεδρο του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ και πρόβαλλε ιδιαιτέρως για εσωτερικούς επικοινωνιακούς λόγους, ασφαλώς. «Εάν η Ευρώπη δεν λάβει τις σωστές, συλλογικές και ισχυρές αποφάσεις τώρα, κινδυνεύουμε από νέες και ίσως παγκόσμιες αναταράξεις στις αγορές εξαιτίας της διάδοσης των αμφιβολιών για την ικανότητά μας να προστατεύσουμε το κοινό μας νόμισμα», επισημαίνει αγωνιωδώς ο πρωθυπουργός, ο οποίος ως ατζέντης των αγορών, θεωρεί επικίνδυνη την συμμετοχή ιδιωτών στην μείωση του ελληνικού χρέους, προκρίνοντας εμμέσως ως λύση το κόστος «διάσωσης» της Ελλάδας να το επωμισθούν οι Γερμανοί φορολογούμενοι άμεσα και έμμεσα, με την υποτίμηση του ευρώ και την σημαντική αύξηση του επιτοκίου δανεισμού στην Γερμανία.

Ο κ. Παπανδρέου εμφανίζεται σήμερα ως ο πλέον αγανακτισμένος πολίτης της ΕΕ, καθώς αρνείται να αποδεχτεί πως μετά από τόσες δραματικές προσπάθειες που κατέβαλε, δεν πέτυχε ακόμη τους στόχους εκείνων που τον όρισαν ως «άνθρωπό τους στην Αθήνα». Πώς είναι δυνατόν μετά από τόσες στρατηγικά επεξεργασμένες πρωτοβουλίες να μην μπορέσει να συμβάλλει καθοριστικά στην εξασθένηση του ευρώ και στην προσαρμογή της Γερμανίας στο νέο δόγμα της Fed και στην νέα επιθετική οικονομική πολιτική των ΗΠΑ μετά την κρίση του 2008! Μα τι κάνουμε εδώ πέρα, είναι σαν να αναρωτιέται ο υπεραγανακτισμένος πρωθυπουργός μας. Εδώ εμείς λάβαμε την δραματική απόφαση ως Έλληνες και μετασοσιαλιστές, να στείλουμε την χώρα στην άβυσσο και τα δύο τρίτα της κοινωνίας στην κόλαση για να προσαρμοστεί η ευρωζώνη στην στρατηγική του αμερικανοεβραϊκού λόμπυ των χρηματιστών, αλλά η συντηρητική μεταβιομηχανική ευρωπαϊκή ελίτ με κύριο εκπρόσωπο την γερμανική κυβέρνηση, προσπαθούν να παρακάμψουν τις φιλότιμες προσπάθειές μας να προσαρμοστεί απολύτως η ΕΕ στα συμφέροντα που εκπροσωπούν οι αυτοπαρουσιαζόμενοι ως ηγέτες της παγκοσμιοποίησης! Τρομερά πράγματα συμβαίνουν!! Ενώ ο κ. Παπανδρέου παίζει το παιχνίδι «καρώτο και μαστίγιο» με τους Γερμανούς, προσφέροντάς τους γη και ύδωρ με αντάλλαγμα την «οικιοθελή» εγκατάλειψη του οικονομικού τους μοντέλου προς όφελος της άκρως προβληματικής οικονομίας των ΗΠΑ, αυτοί αντιστρέφουν το παιχνίδι. Από την αντιστροφή αυτή θίγεται ασφαλώς το ελληνικό δημόσιο συμφέρον, αλλά αυτό δεν μοιάζει να πτοεί τον Έλληνα πρωθυπουργό, αν και συμβάλλει στην συγκυριακή αγανάκτησή του!

Ο κ. Παπανδρέου αν και γνωρίζει πάρα πολύ καλά ότι δίχως ριζική αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους οποιαδήποτε συζήτηση για μεταρρυθμιστικά μέτρα και αναπτυξιακές πολιτικές αποτελεί κουβεντολόι στον αέρα από την στιγμή που αποφάσισε να αποσύρει την χώρα από τις χρηματαγορές, εμφανίζεται «υπερβατικός» επικουρούμενος από το διαπλεκόμενο καθεστώς που τον στηρίζει. Ο άνθρωπος που με δραματική επιπολαιότητα παγίδευσε την χώρα στο φάσμα της χρεοκοπίας, αναζητώντας ο ίδιος από την ΕΕ, δίχως εγγυήσεις, έναν άθλιο ατομικό μηχανισμό διαχείρισης της οργανωμένης πτώχευσης, την οποία ο ίδιος και το καθεστώς επέλεξαν ως την προσφορότερη λύση για την αναπαραγωγή της κυριαρχίας τους και την διασκέδαση των ευθυνών τους για το πελατειακό σύστημα, την διαπλοκή, την διαφθορά σε όλα τα επίπεδα, καθώς και την καιροσκοπική ένταξη της χώρας στην ευρωζώνη, εμφανίζεται τώρα να αγανακτεί για τα αποτελέσματα και τις παράπλευρες συνέπειες της στρατηγικής που, όχι απλώς υιοθέτησε, αλλά για την οποία τόσο έντονα θριαμβολόγησε, ακολουθούμενος από τον καθεστωτικό τύπο. Μία πραγματικά σημαντική διαφοροποίηση από τις άλλες δύο χώρες της ευρωζώνης που ακολούθησαν, εντασσόμενες υπό ασφαλώς ευνοϊκότερους όρους στο φάσμα της χρεοκοπίας.

Είμαστε διαφορετικοί, πώς να το κάνουμε! Είμαστε η μόνη χώρα στην ΕΕ που, ενώ εμφανίζει σχετικά υψηλό βαθμό αντιαμερικανισμού, ακολουθεί δουλικότερα από όλες τις άλλες τις επιλογές αυτών που εκάστοτε κυριαρχούν στην διαμόρφωση της εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής των ΗΠΑ. Εάν στην συγκεκριμένη συγκυρία της κρίσης δεν είχαμε ως πλοηγό το αμερικανοεβραϊκό λόμπυ, αλλά αποκλειστικά τα συμφέροντα της χώρας μας, είναι βέβαιο ότι δεν θα γινόμαστε εμείς η αιχμή του δόρατος στην σύγκρουση τραπεζιτών – Γερμανών. Εάν τα δύο κόμματα που εναλλάσσονται στην εξουσία το επεδίωκαν, η χώρα δεν θα γινόταν ο σάκος του μποξ ανάμεσα στους χρηματιστές και την γερμανική συντηρητική ελίτ. Ακόμα και να οδηγούμασταν στην χρεοκοπία, αυτό είναι βέβαιο ότι θα συνέβαινε υπό εντελώς διαφορετικούς όρους, σίγουρα μετά την Ιρλανδία και ενδεχομένως μέχρι τότε να είχαν δημιουργηθεί πιο ώριμες συνθήκες, ώστε παράλληλα με την έκδοση ευρωομολόγων να είχε επιβληθεί και ένα «κούρεμα» του χρέους γύρω στο 60% σε συνδυασμό με ένα μακροχρόνιο (έως και δέκα χρόνια), εντελώς διαφορετικό «μνημόνιο» ανάπτυξης και δημοσιονομικής αναδιάρθρωσης.

Αυτό ήταν κάτι που και θα εμφανιζόταν ως εύλογη λύση στην Γερμανία και σε άλλες χώρες -στενούς συμμάχους της και θα εξυπηρετούσε απολύτως την χώρα μας τόσο σε ότι αφορά στην διαχείριση του χρέους όσο και σε ότι αφορά στην αποτροπή της καταστροφής της ελληνικής κοινωνίας. Τα ευρωομόλογα που θυμήθηκε ξαφνικά ο κ. Παπανδρέου, αφού πρώτα μας έδεσε στην στρατηγική του «μνημονίου» και του ΔΝΤ για να νομιμοποιηθεί για την στροφή 180 μοιρών από τις προεκλογικές του «δεσμεύσεις», δίχως ριζική αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας – αλλά και άλλων προβληματικών χωρών της ευρωζώνης – απλώς θα οδηγούσαν μεσοπρόθεσμα στην επιβάρυνση της γερμανικής οικονομίας και μακροπρόθεσμα στην σοβαρή επιβράδυνση της ανάπτυξής της και σε δραματικές πιέσεις, ώστε να εξαναγκαστεί στην μεγέθυνση της εσωτερικής της ζήτησης με παράλληλη κατάρρευση του μηχανισμού παραγωγής πλεονάσματος. Γι’ αυτό και ο άνθρωπος του χρηματοπιστωτικού λόμπυ στην Αθήνα φρόντισε, όταν αργοπορημένα «ανακάλυψε» την λειτουργία των ευρωομολόγων – παρά τις δικές μας έγκαιρες σχετικές επισημάνσεις - παράλληλα να αποκλείει κάθε σκέψη για αναδιάρθρωση. Δεν τον ενδιέφερε μια έστω και ανεκτή λύση ανάγκης στην ελληνική κρίση, αλλά το πώς θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντα που μέσω της αποσταθεροποίησης της ΕΕ, επιδιώκουν την πολιτικο-οικονομική εξασθένηση της Γερμανίας.

Αυτή είναι η αλήθεια η οποία για να είναι πλήρης και για να ξεφύγει από τον «ψυχισμό» της αγανάκτησης ή δήθεν αγανάκτησης, θα πρέπει να σημειώσουμε, εμφατικά ίσως, την απόλυτη ανικανότητα της γερμανικής ηγεσίας να αντιμετωπίσει την επίθεση των ανθρώπων του «έξυπνου χρήματος» από την άλλη όχθη του Ατλαντικού, καθώς και την ελεεινή στρατηγική που επέλεξαν σε ότι αφορά στην αντιμετώπιση της κρίσης στην Ελλάδα. Η ισχυρή οικονομικά και οργανωτικά Γερμανία αποδείχθηκε για άλλη μια φορά στην ιστορία της, πολιτικά δύσκαμπτη και επικοινωνιακά υπανάπτυκτη. Η γερμανική ελίτ για άλλη μια φορά αποδείχθηκε ανίκανη να υποστηρίξει μία μορφή οραματικής, δημοκρατικής ηγεμονίας στην ήπειρό μας. Όταν μάλιστα πιέζεται από εξωτερικές δυνάμεις γίνεται ιδιαίτερα κυνική έως εκδικητική προς επιμέρους λαούς ή περιφερειακές κοινωνικές ομάδες που συγκυριακά καθίστανται αιτία της δικής της αναστάτωσης, συνιστώντας απειλή για το προσδιοριζόμενο κάθε φορά εθνικό της συμφέρον.

Κάπως έτσι γίναμε, κοινωνία και χώρα «σάντουιτς». Η πολιτική των ΗΠΑ οδηγεί την Ελλάδα σε χρεοκοπία και έξοδο από την ευρωζώνη εάν οι Γερμανοί δεν δεχτούν να υποχωρήσουν μπροστά στην στρατηγική της Fed. Αυτή την οδό ακολουθεί πιστά ο κ. Παπανδρέου και το μεγαλύτερο μέρος της πολιτικο-επιχειρηματικής τάξης με την αβάντα των διαπλεκόμενων ΜΜΕ και διαφόρων νεοφιλελεύθερων ή/και υπερεθνικιστικών κύκλων. Από την άλλη, οι Γερμανοί επιδιώκουν να μειώσουν τους κινδύνους για την δική τους οικονομία, αδιαφορώντας για τις πολιτικές συνέπειες που θα έχει για τους ίδιους το γονάτισμα περιφερειακών κοινωνιών. Με αυτήν την έννοια είναι ανίκανοι να αντιμετωπίσουν την Ελλάδα με όρους ενσωμάτωσης και περιορίζονται στο να την προσεγγίζουν αποκλειστικά με όρους εκμετάλλευσης. Τούτο όμως σε περιόδους κρίσης προκαλεί αναποδράστως την διάλυση της υφιστάμενης δομής. Η ΕΕ υπό την ηγεσία αυτής της Γερμανίας δεν έχει μέλλον. Η κρίση αντί να φέρει την πολιτική ενοποίηση πιο κοντά, όπως ονειρεύεται ο Γ. Παπανδρέου και οι αμερικανόδουλοι μετασοσιαλιστές υπό την ηγεσία του χρηματοπιστωτικού λόμπυ ασφαλώς, διαμορφώνει συνθήκες διάλυσης με αναλογίες που μπορεί κανείς να διακρίνει στην αποσύνθεση της Σοβιετικής Ένωσης.

Υπό αυτές τις συνθήκες να συζητήσει κανείς και μόνο τους νέους όρους (νέα μνημόνια) προσαρμογής της χώρας στην ευρωζώνη, είναι φαιδρό. Ήταν στρατηγική αυτών που ελέγχουν την διοίκηση των ΗΠΑ η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, όπως και τα στάδια διεύρυνσής της, οι όροι και το πλαίσιο διαμόρφωσης της ΕΕ, καθώς και η πολιτική διεύρυνσης της τελευταίας που ακολουθήθηκε και ακολουθείται. Η ευρωζώνη αποτέλεσε κοινό αμερικανο-γερμανικό σχέδιο, το οποίο εξαρτάτο σε μεγάλο βαθμό από τις πολιτικές επιδιώξεις των ΗΠΑ, προσφέροντας άμεσα πλεονεκτήματα στην γερμανική επιχειρηματικότητα, την οποία όμως ταυτόχρονα έβαζε στο χέρι. Η συντηρητική γερμανική ελίτ ποτέ δεν ήταν υπέρ της διεύρυνσης, ούτε ασφαλώς επιθυμούσε να δει χώρες όπως η Ελλάδα να μοιράζονται το κοινό νόμισμα, καθώς εκτιμούσε ορθά τους κινδύνους αποσταθεροποίησης και την δυναμική ελέγχου που αναπτυσσόταν από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Αυτή υποστήριζε την εμβάθυνση στην διαδικασία ολοκλήρωσης της ΕΕ. Τελικά όμως επικράτησαν οι δυνάμεις εκείνες που μέσω των ποικίλων διευρύνσεων διαμόρφωσαν τις συνθήκες πολιτικής αποδυνάμωσης της Γερμανίας. Είναι οι ίδιες δυνάμεις που φρόντισαν και μετά τους Α΄ και Β΄ παγκοσμίους πολέμους να ενισχύσουν οικονομικά την Γερμανία σε βάρος της πολιτικο-οικονομικής ισχύος της Μ. Βρετανίας και Γαλλίας, αλλά παράλληλα να την διατηρήσουν σε ένα πολιτικά χειραγωγήσιμο πλαίσιο ώστε να μην καταστεί αυτόνομος ηγέτης της Ευρώπης.

Οι Γερμανοί επιχειρώντας διαρκώς να σπάσουν είτε την γεωστρατηγική είτε την γεωοικονομική τους περικύκλωση, προβαίνουν συνήθως σε «απονενοημένα» εγχειρήματα. Αυτή την φορά είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση, αλλά το σίγουρο είναι ότι η δημοκρατική οργάνωση της ΕΕ απομακρύνεται ως προοπτική, όπως και η πρόθεση των Γερμανών να μετατρέψουν την ήπειρο σε «Γερμανική Ευρώπη». Επίσης το αγγλοσαξονικό σχέδιο του ’90 για την «Ευρωπαϊκή Γερμανία» δεν φαίνεται να μπορεί να υπηρετηθεί μέσω της στρατηγικής των χρηματιστών. Όσο για την Ελλάδα, η οποία έπραξε άριστα πολιτικά εντασσόμενη στην ΕΟΚ, διέπραξε ολέθριο σφάλμα με την ένταξή της στην ευρωζώνη. Ασφαλώς η μεταπρατική και ξενόδουλη πολιτικο-επιχειρηματική τάξη της χώρας δεν διέπραξε κανένα λάθος, καθώς η κίνηση αυτή ικανοποίησε καιροσκοπικά τα συμφέροντά της. Σήμερα το ένα τρίτο της κοινωνίας που κέρδισε ανυπολόγιστα από την αναμφισβήτητα ζημιογόνα οικονομικά ένταξή μας, απαιτεί να επιβαρυνθούν δραματικά δυσανάλογα τα δύο τρίτα, τα οποία είτε αποτελούσαν διαρκώς τους ηττημένους της διαδικασίας αυτής, είτε είχαν ελαφρώς αυξήσει το επίπεδο ευημερίας τους μέσω ενός μέρους εκ των ελλειμμάτων και του ιδιωτικού δανεισμού. Όμως δεν γνωρίζουν ότι και αυτό αν συμβεί - ακόμα και αν τα δύο τρίτα της κοινωνίας πέσουν κάτω από το όριο της φτώχειας - δεν πρόκειται να αντιστραφεί η οικονομική πορεία της Ελλάδας εάν οι Γερμανοί δεν βάλουν μπόλικο νερό στο κρασί τους και εάν οι Αμερικανοί δεν πάψουν να μας χρησιμοποιούν ως μοχλό αποσταθεροποίησης στην ευρωζώνη. Αυτά τα «εάν», όμως, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σε ένα ρεαλιστικό πλαίσιο σε μια χώρα που η ευημερία των πολιτών συνδέθηκε με την κουλτούρα και τις πρακτικές της αποικιακής εξάρτησης. Εάν, δηλαδή, δεν δούμε αυτόνομα τους εαυτούς μας σε τούτη την μεριά του κόσμου και δεν ορίσουμε σχετικά αυτόνομα την ταυτότητα και τα συμφέροντά μας, το τέλος της κρίσης θα συνοδευτεί από μια πρωτοφανή κοινωνική κατάρρευση, που πιθανότατα θα ομοιάζει με τα αποτελέσματα ενός σαρωτικού πολέμου μεγάλων δυνάμεων στο έδαφος τρίτων. Τότε ίσως αντιληφθούμε ότι και η αγανάκτηση δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια ιστορική φάρσα την οποία ποτέ δεν μπορέσαμε να διαχειριστούμε στο πλαίσιο ενός εθνικού – δημοκρατικού μύθου.

Υ.Γ.
Στην Έκτακτη Σύνοδο Κορυφής που σχεδιάζεται να πραγματοποιηθεί πιθανότατα την ερχόμενη Παρασκευή θα επιχειρηθεί να περιγραφεί για πρώτη φορά πολιτικά η μορφή της ήπιας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους μέσω της ιδέας δημιουργίας κινήτρων στους πιστωτές για να ανταλλάξουν τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου που διαθέτουν με ομόλογα του ευρωπαϊκού μηχανισμού ESFS. Αυτό προφανώς, ενώ θα επιβεβαιώνει και τυπικά την χρεοκοπία του ελληνικού κράτους, θα προνοεί για την σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος. Μέσω του ESFS θα επιδιωχθεί η κάλυψη των ζημιών όσων τραπεζών διαθέτουν ελληνικά χρεόγραφα στο portfolio τους. Πρόκειται για μια κίνηση στην οποία συναινούν αυτή την στιγμή Αμερικανοί και Γερμανοί, δίχως όμως κανείς να μπορεί να βεβαιώσει ότι μια τέτοια πρωτοβουλία θα περιόριζε την επέκταση της κρίσης στην ευρωζώνη. Το μόνο που μετά βεβαιότητος θα επέφερε θα ήταν ένα νέο κύμα ενθουσιασμού του υπεραγανακτισμένου πρωθυπουργού μας και της διαπλοκής που τον υποστηρίζει, καθώς έτσι θα ωραιοποιούσαν την έκρηξη της χρεοκοπίας, εμφανίζοντάς την ως το Big Bang για την επανίδρυση του ελληνικού κράτους, την ορθολογικοποίηση των δημοσιονομικών και την σταθερή ανάπτυξη!! Έτσι όμως δεν κάνουν πολιτική τα κράτη. Όλα αυτά δείχνουν ότι η Ελλάδα κυριαρχήθηκε από πολιτικές οικογένειες και πολιτικά μορφώματα που δεν μπόρεσαν ποτέ να ορίσουν αυθεντικά το εθνικό συμφέρον, παρά τους κατά καιρούς θεατρινισμούς λογής-λογής εθναρχών και λαϊκιστών του δήθεν σοσιαλισμού ή δήθεν μετασοσιαλισμού. Η περιπέτεια της σύγχρονης ελληνικής κρίσης δεν είναι τίποτε άλλο παρά η περιπέτεια της εξάρτησης της χώρας σε συνδυασμό με την πατριδοκάπηλη, υπερεθνικιστική ρητορεία εκείνων που μέσω της τσέπης τους ατενίζουν τον κόσμο.

*  διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία