μέλος της Ν.Ε. Πιερίας του Κ.Κ.Ε.
Πολλές φορές ο τρόπος που ερμηνεύεις τα γεγονότα εξαρτάται από τη θέση την οποία έχεις στην κοινωνία, τις γνώσεις και τη θέληση σου να φτάσεις ως το τέλος. Έτσι τις ερμηνείες που δίνεις για τη γέννηση και λειτουργία των κοινωνικών φαινομένων , από την ιεράρχηση που κάνεις για τις αιτίες που τα δημιουργούν εξαρτάται το συμπέρασμα το οποίο βγάζεις. Άλλες φορές το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγεις σε οδηγεί ,με τη σειρά του, να ερμηνεύεις τα γεγονότα φτάνοντας την ανάλυση σου σε βάθος και έκταση και να επιλέγεις να δράσεις ανάλογα.
Αυτή η ανάλυση της κοινωνίας και η επιστημονική προσέγγιση των κοινωνικών φαινομένων θα σε οδηγήσει να βγάλεις σωστά συμπεράσματα. Και όταν λέμε σωστά συμπεράσματα, εννοούμε τα συμπεράσματα εκείνα που θα σε οδηγήσουν σε σωστές επιλογές, για υπεράσπιση των συμφερόντων σου.
Για την εργατική τάξη, δημιούργημα ενός νέου κοινωνικού συστήματος του καπιταλισμού, η ανάλυση δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο μέχρι την υπεράσπιση των συμφερόντων της μέσα στον καπιταλισμό(άλλωστε η υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης μέσα στο εκμεταλλευτικό σύστημα είναι πρόσκαιρη). Πρέπει να συνεχίζει μέχρι τη χειραφέτηση της από το αστικό κράτος και την κεφαλαιοκρατία, τη μετατροπή της από τάξη για τους άλλους σε τάξη για τον εαυτό της (με την κοινωνική επανάσταση και την οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας, του σοσιαλισμού).Η ανάλυση αυτή ονομάστηκε μαρξιστική.
Αυτή η αλλαγή στη συνείδηση της εργατικής τάξης είναι μια δύσκολη διαδικασία. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν τα κόμματα(κομμουνιστικά) που είναι οι φορείς της ανάλυσης αυτής, ο εργάτης είναι δέσμιος με χίλια δύο νήματα από την ιδεολογία και τα επιχειρήματα της άρχουσας τάξης, κυριαρχείται από το φόβο και τις ψεύτικες ελπίδες , επηρεάζεται από τις αναλύσεις εκπροσώπων των μικροαστικών στρωμάτων. Μέρος των μικροαστικών στρωμάτων είναι αντίθετα στον καπιταλισμό (ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης), γιατί πλήττονται από την κρίση αλλά το μόνο που θέλουν, από τη θέση τους στην κοινωνία, είναι να προστατεύσουν την ύπαρξη τους, τα συμφέροντα τους, ως μικροαστών.
Η αντίθεση τους στον καπιταλισμό δεν είναι αντίθεση ριζοσπαστική και ανατρεπτική αλλά ευκαιριακή, πρόσκαιρη, διορθωτική. Για το λόγο αυτό, όσο δηλαδή υπερασπίζονται το μικροαστισμό τους, δεν επιδιώκουν τη ριζοσπαστική μετατροπή της αντίθεσής τους, οι αναλύσεις των κοινωνικών φαινομένων που κάνουν είναι κολοβές, αποσπασματικές και επιφανειακές, γιατί ούτε θέλουν, ούτε μπορούν να κάνουν κάτι διαφορετικό.
Όλη αυτή η εισαγωγή γίνεται για να τοποθετήσουμε τις διαφορετικές αναλύσεις που γίνονται για τις αιτίες της κρίσης, τους υπεύθυνους και τις προτεινόμενες λύσεις για έξοδο από την κρίση σε ένα θεωρητικό πλαίσιο, σε ένα ερμηνευτικό σχήμα.
ΔΥΟ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
Παρατηρούμε τους τελευταίους μήνες στα μέσα ενημέρωσης να διαμορφώνεται μια προσπάθεια ερμηνείας της κρίσης στη χώρα μας που κινείται πάνω σε ένα βασικό άξονα. Ότι η κρίση είναι αποτέλεσμα του χρέους και των ελλειμμάτων· επίσης ότι είναι κρίση των πολιτικών θεσμών και κρίση όλων των κομμάτων.
Από την ανάλυση αυτή προκύπτουν και οι προτάσεις για το ξεπέρασμα της κρίσης. Στο πεδίο της οικονομίας προκύπτει η πρόταση για μη πληρωμή του επαχθούς χρέους, έξοδος από την ευρωζώνη( όχι την Ε.Ε.)επιστροφή στη δραχμή. Στο πεδίο των πολιτικών θεσμών προτάσεις όπως μείωση των βουλευτών από 300 σε 200, αναθεώρηση του συντάγματος κ.α.
Οι φορείς της ανάλυσης αυτής δε συμφωνούν πάντα μεταξύ τους, έχουν όμως ένα κοινό χαρακτηριστικό. Απουσιάζει από την ανάλυση τους η ταξική προσέγγιση της κοινωνίας, δηλαδή ότι η κοινωνία είναι χωρισμένη σε τάξεις με συγκεκριμένα συμφέροντα, η αντίθεση κεφαλαίου -εργασίας, η επαναστατική αλλαγή, η εκμεταλλευτική φύση του καπιταλισμού. Αναφέρονται γενικά για τη χώρα, την πατρίδα, την Ελλάδα. Φιλοδοξούν να εκπροσωπήσουν τους «αγανακτισμένους» και τη «Σπίθα».
Κασιμάτης , Χρυσόγονος, Βαρουφάκης, Καζάκης, Τσακαλώτος, Μπέης είναι μερικοί από τους διανοούμενους που ασπάζονται και προβάλλουν τις αναλύσεις αυτές. Οι θέσεις τους προβάλλονται τακτικά από ένα μέρος των Μ.Μ.Ε.
Η ανάλυση τους για το χρέος και τα ελλείμματα αθωώνει τον καπιταλισμό, αφού ανάγει το αποτέλεσμα (το υπέρογκο χρέος) σε αιτία των προβλημάτων (κατεδάφιση κοινωνικών κατακτήσεων, διάλυση ασφαλιστικού συστήματος, ανατροπή εργασιακών σχέσεων κ.α.). Όμως οι αρνητικές αυτές αλλαγές έχουν δρομολογηθεί εδώ και χρόνια με βασικό επιχείρημα την ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Η συνθήκη του Μάαστριχτ θεσμοθετούσε τις βασικές ελευθερίες (κεφαλαίου, εμπορευμάτων, εργαζομένων,…… ) των πολυεθνικών εταιριών της Ευρώπης. Η οικονομική κρίση επιτάχυνε αυτές τις αλλαγές.
Το χρέος το δημιούργησε η ανισότιμη θέση της Ελλάδας στην Ε.Ε., η απαξίωση της βιομηχανικής και της αγροτικής παραγωγής, η μετατροπή της σε χώρα υπηρεσιών, η μέσω των ευρωπαϊκών κονδυλίων επιχορήγηση των πολυεθνικών εταιρειών της Ευρώπης για έργα και προμήθειες, πολλές φορές αχρείαστες, η λειτουργία του δημοσίου, όχι ως παράγοντα φιλολαϊκής ανάπτυξης ,αλλά για την ενσωμάτωση τμήματος των λαϊκών στρωμάτων στη λογική εξυπηρέτησης του καπιταλισμού.
Η κρίση δεν είναι κρίση χρέους αλλά κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, κρίση πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους. Μαζεύτηκαν πολλά κεφάλαια στα χέρια των καπιταλιστών από την προηγούμενη κερδοφορία τους τα οποία δεν είναι πλέον αποδοτικά, κερδοφόρα. Δεν μπορούν να τα ρίξουν στην αγορά για να τους αποφέρουν κέρδος όπως πριν(επενδύσεις, δανεισμός, μετοχές κ.α.) Στα κεφάλαια τους υπάρχει ο κίνδυνος της απαξίωσης, δηλαδή να χάσουν την αξία τους.
Δυο τρόποι υπάρχουν για να μη γίνει αυτό. Ο ένας ,να μειώσουν την αξία ,το κόστος της εργατικής δύναμης, απολύοντας, μειώνοντας τους μισθούς και τις κοινωνικές δαπάνες (ασφάλιση υγεία, εκπαίδευση). Τα κεφάλαια που εξοικονομούνται μεταφέρονται στην κεφαλαιοκρατία (100 δις ευρώ στις τράπεζες).
Ο άλλος τρόπος, να εκμεταλλευτείς τη μείωση της αξίας των ακινήτων, των επιχειρήσεων (μικρών) ώστε να γίνει πιο συμφέρουσα η εξαγορά τους. Θα καταστραφεί ένα μέρος του κεφαλαίου. Στη διαδικασία αυτή οι μεγάλοι θα αντέξουν περισσότερο και θα αμειφθούν για αυτό εξαγοράζοντας τους μικρούς. Μέσα από αυτή την ανθρώπινη- κοινωνική καταστροφή (π.χ. διπλασιασμός των αυτοκτονιών στην Ελλάδα), που παλιότερα γινόταν με πόλεμο, ελπίζει το σύστημα να ξεπεράσει την κρίση του.
Ένα σύστημα όμως που ξεπερνά την κρίση του μέσα από την καταστροφή ανθρώπων, παραγωγικών μέσων, περιβάλλοντος δεν αξίζει να υπάρχει. Έτσι εκ των πραγμάτων μπαίνει το ζήτημα της αλλαγής του κοινωνικού συστήματος. Η ΚΡΙΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ και είναι όλη δική του. Είναι κρίση του τρόπου παραγωγής και διανομής των προϊόντων, κρίση δηλαδή της υλικής βάσης του κοινωνικού συστήματος, υπαρξιακή κρίση.
Εκεί λοιπόν που ένας μαρξιστής βλέπει την κρίση του συστήματος, ο μικροαστός ανακαλύπτει την κρίση χρέους. Εκεί που ο μαρξιστής βλέπει την κρίση στην υλική βάση της κοινωνίας, ο μικροαστός αρκείται στην κρίση του πολιτικού συστήματος, της βουλής κ.ο.κ. Εκεί που ο μαρξιστής βλέπει στην ύπαρξη του καπιταλισμού την επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη και τα δικαιώματα της, ο μικροαστός κατηγορεί το χρέος και την εξάρτηση της χώρας.
Αναζητούν στη χαμένη τιμή της σοσιαλδημοκρατίας τη λύση των προβλημάτων των λαϊκών στρωμάτων και πριν απ όλα ενός τμήματος των αστών, συνήθως μικρομεσαίων, τους οποίους πλήττει η κρίση. Για το λόγο αυτό δε μπορούν να φτάσουν την ανάλυση τους σε βάθος, μια ανάλυση δηλαδή που θα αμφισβητήσει το σύστημα (και άρα θα πρέπει να συγκρουστείς για να το ανατρέψεις με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε οργάνωση, πειθαρχία και καθημερινούς αγώνες).Την ύπαρξη του συστήματος δεν την αμφισβητούν αλλά θέλουν την «ορθή» λειτουργία του που θα εξασφαλίσει τη δική τους ύπαρξη. Όσοι από αυτούς βρίσκονται πιο κοντά στην εργατική τάξη και «χαροπαλεύουν» μες τον καπιταλισμό μπορούν, ανάλογα και με τον κοινωνικό και ταξικό συσχετισμό δύναμης, ανάλογα με τη δύναμη της εργατικής τάξης, να γίνουν σύμμαχοί της , να τραβηχτούν στον επαναστατικό δρόμο και να δουν την προοπτική της ύπαρξής τους στα πλαίσια μιας άλλης κοινωνίας.
Αφού υπηρέτησαν το ΠΑ.ΣΟ.Κ., κάποιοι από αυτούς ,στις καλές εποχές της σοσιαλδημοκρατίας από επιτελικές θέσεις υιοθετούν όψιμα τη ρήση του Ανδρέα Παπανδρέου «Ή η χώρα θα εξαφανίσει το χρέος, ή το χρέος θα αφανίσει τη χώρα», έτσι γενικά και αόριστα.
Όμως η σοσιαλδημοκρατική πολιτική δεν ήταν παρά μια από τις πολιτικές μορφές του καπιταλισμού, του καπιταλισμού σε μια συγκεκριμένη ιστορική φάση ανάπτυξής του, με παρούσα την κοινότητα των σοσιαλιστικών χωρών που επηρέαζε τη λειτουργία του. Στη σύγχρονη φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού έχουν εξαλειφθεί οι διαφορές σοσιαλδημοκρατικής και νεοφιλελεύθερης πολιτικής για τον απλό λόγο ότι αυτός που καθορίζει την κυρίαρχη πολιτική είναι οι ανάγκες του κεφαλαίου και ο αρνητικός για την εργατική τάξη συσχετισμός δυνάμεων, μέσα σε συνθήκες οξύτατου ανταγωνισμού.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι, μέσα από μια ταξική- μαρξιστική ανάλυση της καπιταλιστικής κρίσης να βγάλουν η εργατική τάξη και ένα μέρος των μικροαστων, εν δυνάμει σύμμαχοι της, τα αναγκαία συμπεράσματα. Και όταν λέμε αναγκαία εννοούμε χρήσιμα για αυτους. Η εργατική τάξη και οι σύμμαχοι της πρέπει να απαρνηθούν τον προηγούμενο εαυτό τους και να οικοδομήσουν μια διαφορετική ταξική συνείδηση, αναγκαία προϋπόθεση του αγώνα για μια άλλη κοινωνία, τη δική τους κοινωνία. Τα βάσανα τους δε θεραπεύονται μέσα στον καπιταλισμό.
Ν. Σαλπιστης
μέλος της Ν.Ε. Πιερίας του Κ.Κ.Ε.
Αυτή η ανάλυση της κοινωνίας και η επιστημονική προσέγγιση των κοινωνικών φαινομένων θα σε οδηγήσει να βγάλεις σωστά συμπεράσματα. Και όταν λέμε σωστά συμπεράσματα, εννοούμε τα συμπεράσματα εκείνα που θα σε οδηγήσουν σε σωστές επιλογές, για υπεράσπιση των συμφερόντων σου.
Για την εργατική τάξη, δημιούργημα ενός νέου κοινωνικού συστήματος του καπιταλισμού, η ανάλυση δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο μέχρι την υπεράσπιση των συμφερόντων της μέσα στον καπιταλισμό(άλλωστε η υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης μέσα στο εκμεταλλευτικό σύστημα είναι πρόσκαιρη). Πρέπει να συνεχίζει μέχρι τη χειραφέτηση της από το αστικό κράτος και την κεφαλαιοκρατία, τη μετατροπή της από τάξη για τους άλλους σε τάξη για τον εαυτό της (με την κοινωνική επανάσταση και την οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνίας, του σοσιαλισμού).Η ανάλυση αυτή ονομάστηκε μαρξιστική.
Αυτή η αλλαγή στη συνείδηση της εργατικής τάξης είναι μια δύσκολη διαδικασία. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν τα κόμματα(κομμουνιστικά) που είναι οι φορείς της ανάλυσης αυτής, ο εργάτης είναι δέσμιος με χίλια δύο νήματα από την ιδεολογία και τα επιχειρήματα της άρχουσας τάξης, κυριαρχείται από το φόβο και τις ψεύτικες ελπίδες , επηρεάζεται από τις αναλύσεις εκπροσώπων των μικροαστικών στρωμάτων. Μέρος των μικροαστικών στρωμάτων είναι αντίθετα στον καπιταλισμό (ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης), γιατί πλήττονται από την κρίση αλλά το μόνο που θέλουν, από τη θέση τους στην κοινωνία, είναι να προστατεύσουν την ύπαρξη τους, τα συμφέροντα τους, ως μικροαστών.
Η αντίθεση τους στον καπιταλισμό δεν είναι αντίθεση ριζοσπαστική και ανατρεπτική αλλά ευκαιριακή, πρόσκαιρη, διορθωτική. Για το λόγο αυτό, όσο δηλαδή υπερασπίζονται το μικροαστισμό τους, δεν επιδιώκουν τη ριζοσπαστική μετατροπή της αντίθεσής τους, οι αναλύσεις των κοινωνικών φαινομένων που κάνουν είναι κολοβές, αποσπασματικές και επιφανειακές, γιατί ούτε θέλουν, ούτε μπορούν να κάνουν κάτι διαφορετικό.
Όλη αυτή η εισαγωγή γίνεται για να τοποθετήσουμε τις διαφορετικές αναλύσεις που γίνονται για τις αιτίες της κρίσης, τους υπεύθυνους και τις προτεινόμενες λύσεις για έξοδο από την κρίση σε ένα θεωρητικό πλαίσιο, σε ένα ερμηνευτικό σχήμα.
ΔΥΟ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
Παρατηρούμε τους τελευταίους μήνες στα μέσα ενημέρωσης να διαμορφώνεται μια προσπάθεια ερμηνείας της κρίσης στη χώρα μας που κινείται πάνω σε ένα βασικό άξονα. Ότι η κρίση είναι αποτέλεσμα του χρέους και των ελλειμμάτων· επίσης ότι είναι κρίση των πολιτικών θεσμών και κρίση όλων των κομμάτων.
Από την ανάλυση αυτή προκύπτουν και οι προτάσεις για το ξεπέρασμα της κρίσης. Στο πεδίο της οικονομίας προκύπτει η πρόταση για μη πληρωμή του επαχθούς χρέους, έξοδος από την ευρωζώνη( όχι την Ε.Ε.)επιστροφή στη δραχμή. Στο πεδίο των πολιτικών θεσμών προτάσεις όπως μείωση των βουλευτών από 300 σε 200, αναθεώρηση του συντάγματος κ.α.
Οι φορείς της ανάλυσης αυτής δε συμφωνούν πάντα μεταξύ τους, έχουν όμως ένα κοινό χαρακτηριστικό. Απουσιάζει από την ανάλυση τους η ταξική προσέγγιση της κοινωνίας, δηλαδή ότι η κοινωνία είναι χωρισμένη σε τάξεις με συγκεκριμένα συμφέροντα, η αντίθεση κεφαλαίου -εργασίας, η επαναστατική αλλαγή, η εκμεταλλευτική φύση του καπιταλισμού. Αναφέρονται γενικά για τη χώρα, την πατρίδα, την Ελλάδα. Φιλοδοξούν να εκπροσωπήσουν τους «αγανακτισμένους» και τη «Σπίθα».
Κασιμάτης , Χρυσόγονος, Βαρουφάκης, Καζάκης, Τσακαλώτος, Μπέης είναι μερικοί από τους διανοούμενους που ασπάζονται και προβάλλουν τις αναλύσεις αυτές. Οι θέσεις τους προβάλλονται τακτικά από ένα μέρος των Μ.Μ.Ε.
Η ανάλυση τους για το χρέος και τα ελλείμματα αθωώνει τον καπιταλισμό, αφού ανάγει το αποτέλεσμα (το υπέρογκο χρέος) σε αιτία των προβλημάτων (κατεδάφιση κοινωνικών κατακτήσεων, διάλυση ασφαλιστικού συστήματος, ανατροπή εργασιακών σχέσεων κ.α.). Όμως οι αρνητικές αυτές αλλαγές έχουν δρομολογηθεί εδώ και χρόνια με βασικό επιχείρημα την ανταγωνιστικότητα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Η συνθήκη του Μάαστριχτ θεσμοθετούσε τις βασικές ελευθερίες (κεφαλαίου, εμπορευμάτων, εργαζομένων,…… ) των πολυεθνικών εταιριών της Ευρώπης. Η οικονομική κρίση επιτάχυνε αυτές τις αλλαγές.
Το χρέος το δημιούργησε η ανισότιμη θέση της Ελλάδας στην Ε.Ε., η απαξίωση της βιομηχανικής και της αγροτικής παραγωγής, η μετατροπή της σε χώρα υπηρεσιών, η μέσω των ευρωπαϊκών κονδυλίων επιχορήγηση των πολυεθνικών εταιρειών της Ευρώπης για έργα και προμήθειες, πολλές φορές αχρείαστες, η λειτουργία του δημοσίου, όχι ως παράγοντα φιλολαϊκής ανάπτυξης ,αλλά για την ενσωμάτωση τμήματος των λαϊκών στρωμάτων στη λογική εξυπηρέτησης του καπιταλισμού.
Η κρίση δεν είναι κρίση χρέους αλλά κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, κρίση πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους. Μαζεύτηκαν πολλά κεφάλαια στα χέρια των καπιταλιστών από την προηγούμενη κερδοφορία τους τα οποία δεν είναι πλέον αποδοτικά, κερδοφόρα. Δεν μπορούν να τα ρίξουν στην αγορά για να τους αποφέρουν κέρδος όπως πριν(επενδύσεις, δανεισμός, μετοχές κ.α.) Στα κεφάλαια τους υπάρχει ο κίνδυνος της απαξίωσης, δηλαδή να χάσουν την αξία τους.
Δυο τρόποι υπάρχουν για να μη γίνει αυτό. Ο ένας ,να μειώσουν την αξία ,το κόστος της εργατικής δύναμης, απολύοντας, μειώνοντας τους μισθούς και τις κοινωνικές δαπάνες (ασφάλιση υγεία, εκπαίδευση). Τα κεφάλαια που εξοικονομούνται μεταφέρονται στην κεφαλαιοκρατία (100 δις ευρώ στις τράπεζες).
Ο άλλος τρόπος, να εκμεταλλευτείς τη μείωση της αξίας των ακινήτων, των επιχειρήσεων (μικρών) ώστε να γίνει πιο συμφέρουσα η εξαγορά τους. Θα καταστραφεί ένα μέρος του κεφαλαίου. Στη διαδικασία αυτή οι μεγάλοι θα αντέξουν περισσότερο και θα αμειφθούν για αυτό εξαγοράζοντας τους μικρούς. Μέσα από αυτή την ανθρώπινη- κοινωνική καταστροφή (π.χ. διπλασιασμός των αυτοκτονιών στην Ελλάδα), που παλιότερα γινόταν με πόλεμο, ελπίζει το σύστημα να ξεπεράσει την κρίση του.
Ένα σύστημα όμως που ξεπερνά την κρίση του μέσα από την καταστροφή ανθρώπων, παραγωγικών μέσων, περιβάλλοντος δεν αξίζει να υπάρχει. Έτσι εκ των πραγμάτων μπαίνει το ζήτημα της αλλαγής του κοινωνικού συστήματος. Η ΚΡΙΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ και είναι όλη δική του. Είναι κρίση του τρόπου παραγωγής και διανομής των προϊόντων, κρίση δηλαδή της υλικής βάσης του κοινωνικού συστήματος, υπαρξιακή κρίση.
Εκεί λοιπόν που ένας μαρξιστής βλέπει την κρίση του συστήματος, ο μικροαστός ανακαλύπτει την κρίση χρέους. Εκεί που ο μαρξιστής βλέπει την κρίση στην υλική βάση της κοινωνίας, ο μικροαστός αρκείται στην κρίση του πολιτικού συστήματος, της βουλής κ.ο.κ. Εκεί που ο μαρξιστής βλέπει στην ύπαρξη του καπιταλισμού την επίθεση ενάντια στην εργατική τάξη και τα δικαιώματα της, ο μικροαστός κατηγορεί το χρέος και την εξάρτηση της χώρας.
Αναζητούν στη χαμένη τιμή της σοσιαλδημοκρατίας τη λύση των προβλημάτων των λαϊκών στρωμάτων και πριν απ όλα ενός τμήματος των αστών, συνήθως μικρομεσαίων, τους οποίους πλήττει η κρίση. Για το λόγο αυτό δε μπορούν να φτάσουν την ανάλυση τους σε βάθος, μια ανάλυση δηλαδή που θα αμφισβητήσει το σύστημα (και άρα θα πρέπει να συγκρουστείς για να το ανατρέψεις με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε οργάνωση, πειθαρχία και καθημερινούς αγώνες).Την ύπαρξη του συστήματος δεν την αμφισβητούν αλλά θέλουν την «ορθή» λειτουργία του που θα εξασφαλίσει τη δική τους ύπαρξη. Όσοι από αυτούς βρίσκονται πιο κοντά στην εργατική τάξη και «χαροπαλεύουν» μες τον καπιταλισμό μπορούν, ανάλογα και με τον κοινωνικό και ταξικό συσχετισμό δύναμης, ανάλογα με τη δύναμη της εργατικής τάξης, να γίνουν σύμμαχοί της , να τραβηχτούν στον επαναστατικό δρόμο και να δουν την προοπτική της ύπαρξής τους στα πλαίσια μιας άλλης κοινωνίας.
Αφού υπηρέτησαν το ΠΑ.ΣΟ.Κ., κάποιοι από αυτούς ,στις καλές εποχές της σοσιαλδημοκρατίας από επιτελικές θέσεις υιοθετούν όψιμα τη ρήση του Ανδρέα Παπανδρέου «Ή η χώρα θα εξαφανίσει το χρέος, ή το χρέος θα αφανίσει τη χώρα», έτσι γενικά και αόριστα.
Όμως η σοσιαλδημοκρατική πολιτική δεν ήταν παρά μια από τις πολιτικές μορφές του καπιταλισμού, του καπιταλισμού σε μια συγκεκριμένη ιστορική φάση ανάπτυξής του, με παρούσα την κοινότητα των σοσιαλιστικών χωρών που επηρέαζε τη λειτουργία του. Στη σύγχρονη φάση ανάπτυξης του καπιταλισμού έχουν εξαλειφθεί οι διαφορές σοσιαλδημοκρατικής και νεοφιλελεύθερης πολιτικής για τον απλό λόγο ότι αυτός που καθορίζει την κυρίαρχη πολιτική είναι οι ανάγκες του κεφαλαίου και ο αρνητικός για την εργατική τάξη συσχετισμός δυνάμεων, μέσα σε συνθήκες οξύτατου ανταγωνισμού.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι, μέσα από μια ταξική- μαρξιστική ανάλυση της καπιταλιστικής κρίσης να βγάλουν η εργατική τάξη και ένα μέρος των μικροαστων, εν δυνάμει σύμμαχοι της, τα αναγκαία συμπεράσματα. Και όταν λέμε αναγκαία εννοούμε χρήσιμα για αυτους. Η εργατική τάξη και οι σύμμαχοι της πρέπει να απαρνηθούν τον προηγούμενο εαυτό τους και να οικοδομήσουν μια διαφορετική ταξική συνείδηση, αναγκαία προϋπόθεση του αγώνα για μια άλλη κοινωνία, τη δική τους κοινωνία. Τα βάσανα τους δε θεραπεύονται μέσα στον καπιταλισμό.
Ν. Σαλπιστης
μέλος της Ν.Ε. Πιερίας του Κ.Κ.Ε.