Η 3η Σεπτέμβρη του ΔΝΤ
Του Αλέξη Π. Μητρόπουλου*
Το ΠΑΣΟΚ ιδρύθηκε στις ειδικές εθνικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της Μεταπολίτευσης. Συσπείρωσε ένα μεγάλο μέρος αγνών αγωνιστών κατά της χούντας, αλλά στελεχώθηκε και από ένα ευρύτερο στρώμα αστών πολιτικών, που λίγο ή καθόλου είχαν εκτεθεί με τη δικτατορία.
Απευθύνθηκε με το συνθετικό και αναλυτικό, προοδευτικό λόγο του Ανδρέα Παπανδρέου στα πλατιά, «μη προνομιούχα», κοινωνικά στρώματα, χωρίς όμως σαφήνεια ταξικών αναφορών, ανεξαρτήτως της επίκλησης της μαρξιστικής ορολογίας.
Η ανταπόκριση της διψασμένης κοινωνίας ήταν άμεση και, παρά τις σφοδρές επιθέσεις εναντίον του από τους εκπροσώπους της παλαιάς τάξης πραγμάτων, έπεισε ότι αποτελεί, ως πολιτικό υποκείμενο και πρόγραμμα, ρεαλιστική εναλλακτική πολιτική πρόταση. Η εσωκομματική πάλη, κυρίως με τους συν-ιδρυτές της Δημοκρατικής Άμυνας, οδήγησε στην εκκαθάριση και αποβολή τους, παρότι πολλά επιφανή στελέχη της (όπως ο αείμνηστος Σάκης Καράγιωργας) δεν αμφισβητούσαν την προεδρία Παπανδρέου, αλλά επέμεναν (και σωστά) στις δημοκρατικές διαδικασίες. Ο Α. Παπανδρέου έλεγξε πλήρως τον νέο φορέα, συνεχίζοντας με την εκκαθάριση και άλλων μικρότερων κομματικών ομάδων, οι οποίες περιελάμβαναν αξιόλογους ιδεολογικούς, επιστημονικούς και αγωνιστικούς θύλακες.
Με την πειθήνια «τρόικα» του Εκτελεστικού Γραφείου και μιαν ευρύτερη και αφοσιωμένη σκληρά κομματική ομάδα (που συχνά διερρήγνυετις ιεραρχίες), έλεγξε απόλυτα το Κίνημα, αλλά και τη διαδικασία παραγωγής και ανάδειξης στελεχών, καθώς και τους μηχανισμούς ιδεολογίας και επικοινωνίας.
Η υποταγή στον αρχηγό
Το ΠΑΣΟΚ ουδέποτε ανέπτυξε πάγιες δημοκρατικές διαδικασίες, ούτε η ηγεσία του έθεσε ποτέ ένα παρόμοιο στόχο, όπως συμβαίνει με όλα τα συγκεντρωτικά – πατερναλιστικά κόμματα. Δεν κατάφερε να γίνει δημοκρατικό σοσιαλιστικό κόμμα «νέου τύπου».
Ο κεντρικός κομματικός μηχανισμός, οι βουλευτές του, οι υπουργοί του, οι υποψήφιοι για τις σημαντικές πολιτικές, αυτοδιοικητικές, συνδικαλιστικές και διοικητικές θέσεις, ουδέποτε αναδείχθηκαν μέσα από διαφανείς δημοκρατικές διαδικασίες, παρά τα διαρκή (αλλά μειοψηφικά) διαβήματά μας.
Η υποταγή στον αρχηγό, η κολακεία των αδυναμιών του, η ευνοιοκρατία, η συκοφάντηση των αντιπάλων των κεντρικών στελεχών, η σπίλωση και ο παραγκωνισμός κάθε αντίθετης άποψης, υπήρξαν οι μέθοδοι συντήρησης και διαιώνισης του αρχηγικού προτύπου και της ομόκεντρης βασικής κομματικής ομάδας.
Γι’ αυτό, οι «ιδεολογικές» συγκρούσεις που προέκυψαν στα 37 χρόνια παρουσίας του, ήταν κυρίως εξουσιαστικές μάχες για τη νομή της κομματικής εξουσίας, εκτός από την πρώτη με τη Δημοκρατική Άμυνα και λιγότερο με τη νεολαία (1975-1976), καθώς και ορισμένες σοβαρές μεν, αλλά μεμονωμένες, τοποθετήσεις και φωνές που, καίτοι είχαν ευρεία αποδοχή στη βάση, αποσιωπούνταν ή αποδοκιμάζονταν από την κορυφή.
Στο πρώτο και πιο καθοριστικό Συνέδριο, που έγινε με καθυστέρηση 10 ολόκληρων χρόνων (!), τον Μάιο του 1984, διεξήχθη η πρώτη (και τελευταία) σοβαρή ιδεολογική πάλη.
Τότε ηττήθηκε η σημαντικότερη ιδεολογική κριτική, με αντιπροτάσεις που δεν τέθηκαν ποτέ σε ψηφοφορία (Αντώνης Τρίτσης, Μιχάλης Χαραλαμπίδης, Αλέξης Μητρόπουλος κ.ά.) και οριστικοποιήθηκαν τα πάντα: ο παραγκωνισμός και η προγραφή αυτών που είχαν άποψη και τόλμησαν να θέσουν υποψηφιότητα, κόντρα στην επίσημη λίστα του Προέδρου και του Πολιτικού Γραφείου, και να πρωτεύσουν (σημ.: η πρώτη διαγραφή ήταν του υπογράφοντος στα τέλη του 1984)” η αρχηγική δομή” τα ηγετικά πρόσωπα” η ιδεολογία” οι εσωτερικές συμμαχίες” ο διεθνής προσανατολισμός της χώρας.
Εκκρεμής η 3η Σεπτέμβρη
Η πορεία του ελπιδοφόρου Κινήματος ήταν προδιαγεγραμμένη: θα άφηνε το πρόγραμμα του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού και των ριζικών αλλαγών και θα περιοριζόταν στην καλύτερη (εν σχέσει με τη Δεξιά) διαχείριση του συστήματος.
Η Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη θα παρέμενε ένα έωλο κείμενο, κενό κυβερνητικού περιεχομένου, ενταφιασμένο «στο ιερόν» του Κινήματος, απ’ όπου θα ανασυρόταν κατά καιρούς, για να αναρριπίσει πρόσκαιρα συνθήματα κομματικού πατριωτισμού και κινηματικής περηφάνιας, άνευ πραγματικού ερείσματος. Το στρεβλό και ετερόνομο μοντέλο ανάπτυξης, οι κοινωνικές δομές, η γενικότερη επικοινωνιακή κουλτούρα, βάδιζαν στις ίδιες καταδικασμένες ρότες.
Έτσι, το ΠΑΣΟΚ δεν άφησε καμιά ουσιαστική σφραγίδα στην ιδεολογία, στο μοντέλο ανάπτυξης, σε μόνιμες διεθνείς επιρροές, σε νέο πολιτικό και κομματικό πολιτισμό.
Η συνένωση των λεγόμενων «δημοκρατικών δυνάμεων» και η ανάδειξή τους ως του άλλου πόλου του δικομματικού συστήματος, προσέδωσε μεν μιαν αστική εξισορρόπηση, απεμπόλησε όμως τον στόχο της κοινωνικής απελευθέρωσης, ακόμη και από τις κυρίαρχες οικονομικο-επιχειρηματικές οικογένειες – κάτι που είχε επισημάνει και ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Καραμανλής, περιγράφοντάς το ως το μέγιστο εμπόδιο για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική πρόοδο.
Απλώς, μετά την πολύχρονη διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, η συγκέντρωση της οικονομίας ήταν τέτοια που μια εκατοντάδα και κάτι οικογένειες (για τις οποίες παραπονιόταν ο γενάρχης της Ν.Δ.) μετρούνταν πλέον στα δάχτυλα των χεριών.
Έτσι, λίγη σημασία έχει το ότι ήρθε στην εξουσία το παραγκωνισμένο άλλο μισό του πληθυσμού, το οποίο μονοπωλούσε το δεξιό κράτος και παρακράτος, αφού ο συμφυρμός του με τα συμφέροντα εξανέμισε κάθε ανανεωτική, δημιουργική του πνοή.
Η κοινωνική πολιτική, όμως, είναι βιώσιμη μόνο όταν στηρίζεται σε αυτοδύναμη παραγωγική ανάπτυξη και σε έναν σύγχρονο, ευρύ, αντιγραφειοκρατικό και ανταγωνιστικό δημόσιο τομέα. Την ανυπαρξία αυτού του μοντέλου βιώνουμε σήμερα. Δεν ελήφθησαν ποτέ μόνιμες πρωτοβουλίες για αλλαγή του ετερόνομου μοντέλου ανάπτυξης και για τη συγκρότηση μιας ευρείας κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας που θα το στηρίξει.
Οι «εκσυγχρονιστές»
Με τον θάνατο του Α. Παπανδρέου, το 1996, και την έλευση του «εκσυγχρονιστικού» μπλοκ υπό τον Κ. Σημίτη, ξεχάστηκε ακόμη και κάθε λεκτική αναφορά για τα παραπάνω. Η χώρα ενσωματώθηκε στις αγορές, παραδόθηκε στην αναποτελεσματική ιδιωτική πρωτοβουλία, παραιτήθηκε παντελώς από το στόχο για αυτοδύναμη ανάπτυξη και εγκλωβίστηκε βιαστικά στην καταπλεονεκτική λειτουργία των κανόνων της ΟΝΕ, τα θλιβερά αποτελέσματα των οποίων πληρώνουμε σήμερα.
Χωρίς όραμα και χωρίς επίγνωση, επιδόθηκε στην πιστωτική υπερεπέκταση και στην εικονική ανάπτυξη, με αποκορύφωμα τους υπερφίαλους και δαπανηρούς Ολυμπιακούς Αγώνες του doping και της εμπορευματοποίησης, κλείνοντας τα μάτια στη ραγδαία αποσυγκρότηση του πρωτογενούς και μεταποιητικού τομέα.
Έτσι, για ορισμένους, δεν φαίνεται ως σοβαρή ιδεολογική αποστασία το γεγονός ότι ο Πρόεδρος, έστω και αυτής της εκφυλισμένης Σοσιαλιστικής Διεθνούς, έβαλε τη χώρα στο ΔΝΤ, χωρίς αίσθηση ιδεολογικής και πολιτικής διακριτότητας, χωρίς εθνική αξιοπρέπεια και χωρίς συνειδητοποίηση των κινδύνων.
Η μετάλλαξη της σοσιαλιστικής ιδεολογίας σε άκρατο νεοφιλελευθερισμό, ο απύθμενος μινιστεριαλισμός, η εξουσιαστική συνείδηση «παντός καιρού», η ασυνέπεια λόγων και έργων, αναίρεσαν πλήρως την ιδρυτική του ιδεολογία. Είναι η άρνηση, η ευθεία αντιστροφή της 3ης του Σεπτέμβρη. Συγκροτούν τα όπλα ενός ανοικτού πολέμου εναντίον της κοινωνίας, που οδηγεί τον λαό και το έθνος σε επικίνδυνες ατραπούς.
Χωρίς εφεδρείες στα ανώτατα όργανα
Σήμερα, στα ανώτατα καθοδηγητικά όργανα του ΠΑΣΟΚ δεν υπάρχουν δυστυχώς γνήσιες σοσιαλιστικές και πατριωτικές εφεδρείες. Πρόσωπα, δηλαδή, που θα δώσουν πάλι ελπίδα και περηφάνια στις εκατοντάδες χιλιάδες έντιμων και αξιοπρεπών μεσαίων στελεχών, μελών και ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ. Όλα έχουν συμπράξει (με πράξεις ή παραλείψεις τους, με την υπακοή τους στην ηγεσία, με τη συμμετοχή τους στα όργανα, με την ανοχή τους στους κοινωνικο-οικονομικούς κανιβαλισμούς των δανειστών) στην παράδοση της πατρίδας στη Διεθνή Τριαρχία και στα αντικοινωνικά μνημόνια της ύφεσης και της ανεργίας. Η ελαφρά διαφοροποίηση ορισμένων στελεχών σε δευτερεύοντα ζητήματα της μνημονιακής πολιτικής απλώς χρησιμοποιείται από μερίδα των ΜΜΕ για τη γελοιοποίηση και την απαξίωση της δημοκρατικής διαδικασίας. Γιατί, με αυτό τον τρόπο, διασύρονται η έννοια και το περιεχόμενο της πραγματικής και ουσιαστικής εσωκομματικής αντιπολίτευσης στο κόμμα και την κυβέρνηση του Μνημονίου. Αν ένας σοσιαλιστής, βλέποντας την κατάντια της πατρίδας στην κάθειρξη των μνημονίων, ήθελε σήμερα να δώσει μια φιλοΠΑΣΟΚική
συμβουλή, θα συνιστούσε ένα ανοικτό Συ-νέδριο συγγνώμης και αυτοδιάλυσης, ούτως ώστε να διαρραγείτο θεσμικό εποικοδόμημα και να απεγκλωβιστούν τα χιλιάδες στελέχη που πίστεψαν και συνεχίζουν να πιστεύουν στον σοσιαλισμό και στην αυτοδύναμη οικονομική ανάπτυξη της πατρίδας. Γιατί η επιμονή του κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ στον καταστροφικό δρόμο του Μνημονίου εμποδίζει – συν τοις άλλοις – την πολιτική αναγέννηση της χώρας και την ανάδειξη της νέας, άφθαρτης, έντιμης και προοδευτικής πολιτικής γενιάς της.
* Ο Αλέξης Π. Μητρόπουλος (www.amitropoulos.gr, amitrop@otenet.gr) είναι πανεπιστημιακός και πρόεδρος της Ένωσης για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους (ΕΝΥΠΕΚΚ, www.enypekk.gr).