Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

Πόρισμα – κόλαφος κατά Δ.Χριστόφια για την έκρηξη στο Μαρί

Πόρισμα – κόλαφος κατά Δ.Χριστόφια για την έκρηξη στο Μαρί

Κόλαφος για την κυβέρνηση Χριστόφια αποτελεί το πόρισμα της Επιτροπής Άμυνας της Κυπριακής Βουλής αναφορικά με τις συγκλονιστικές ευθύνες για την τραγωδία στη Ναυτική Βάση της Εθνοφρρουράς στο Μαρί, η οποία παραδόθηκε σήμερα στο Γενικό Εισαγγελέα, Πέτρο Κληρίδη, και στον Πρόεδρο της Μονομελούς ερευνητικής Επιτροπής, Πόλυ Πολυβίου.

Πόρισμα που καταδεικνύει μεταξύ άλλων την περιφρόνηση της κυβέρνησης Χριστόφια για την ασφάλεια της Εθνοφρουράς και εξηγεί γιατί η μοναδική ασπίδα του Έθνους στην Κύπρο, έχει αφεθεί στην τύχη της από τότε που ανέλαβε την εξουσία ο Δ.Χριστόφιας.
Πρόκειται για 40σέλιδο έγγραφο το οποίο περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και πεντασέλιδη τοποθέτηση του ΑΚΕΛ, του κόμματος του Δ.Χριστόφια, στην οποία διατυπώνεται η αντίθεση του με το περιεχόμενο, αφού θεωρεί «λανθασμένη την απόδοση πολιτικών ευθυνών πριν την ολοκλήρωση των ερευνών». Στο πόρισμα η Επιτροπή ζητεί εμμέσως πλην σαφώς να ασκηθούν ποινικές διώξεις κατά του Δ.Χριστόφια και αξιωματούχων της κυβέρνησής του.
«Η κοινοβουλευτική επιτροπή Άμυνας, αφού μελέτησε όλα τα γραπτά και προφορικά στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον της και αφού τα αξιολόγησε και εκτίμησε τη βαρύτητα τους, προχώρησε στις πιο κάτω διαπιστώσεις:
Η απόφαση για κατάσχεση του φορτίου έγινε με καθαρά πολιτικά κριτήρια.
Σε σχέση με το στάδιο που αφορά το χρόνο πριν τη λήψη της απόφασης για την κατάσχεση του πλοίου από τις κυπριακές αρχές, η επιτροπή σημειώνει ότι δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πλήρως και με ακρίβεια όλες τις ενέργειες στις οποίες προέβη η Κυπριακή Δημοκρατία και προς ποια κατεύθυνση, ούτε και αν εξαντλήθηκαν από τη Δημοκρατία όλες οι δυνατότητες να απαλλαγεί με διεθνώς αποδεκτό τρόπο από το φορτίο αυτό.
Η επιτροπή έχει σχηματίσει την άποψη, αναφέρεται στα συμπεράσματα, ότι η απόφαση για κατάσχεση του φορτίου έγινε με καθαρά πολιτικά κριτήρια, σημειώνοντας παράλληλα ότι κατά τη λήψη μιας τέτοιας απόφασης, θα έπρεπε να είχε συνεκτιμηθεί η δυνατότητα της Κύπρου και όλων των αρμοδίων υπηρεσιών που διαθέτει να χειριστούν το φορτίο, χωρίς να κινδυνεύει η δημόσια ασφάλεια και υγεία και χωρίς να εκτίθεται σε κίνδυνο η ζωή και η σωματική ακαιρεότητα οποιωνδήποτε προσώπων ή ομάδων πολιτών.
Θα έπρεπε επίσης, σύμφωνα με την επιτροπή, να είχαν ενεργοποιηθεί στο έπακρο όλοι οι μηχανισμοί και οι διαδικασίες να διασφαλιστούν αυτά τα αγαθά των πολιτών. Αυτό θα έπρεπε να αποτελεί το βασικό και καθοριστικό κριτήριο της κυβέρνησης έναντι οποιωνδήποτε άλλων πολιτικών της επιλογών και το σημαντικότερο μέλημα της«.
Στο δεύτερο συμπέρασμα της η επιτροπή διαπιστώνει ότι η απόφαση για την εκφόρτωση και τοποθέτηση στη συνέχεια του φορτίου στο συγκεκριμένο χώρο, λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί η δέουσα τεχνοκρατική προεργασία, με επιπολαιότητα και προχειρότητα δυσανάλογη με τη σοβαρότητα του επικίνδυνου φορτίου.
«Η επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η απόφαση για την τοποθέτηση του φορτίου στη Ναυτική Βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» λήφθηκε μέσα σε πολύ σύντομο χρόνο, χωρίς να έχει προηγηθεί εμπεριστατωμένη μελέτη εμπειρογνωμόνων και χωρίς να έχουν συνεκτιμηθεί όλοι οι παράγοντες που θα διασφάλιζαν τη δημόσια ασφάλεια και υγεία, αλλά και τις ζωτικές πηγές ενέργειας της χώρας και κατ επέκταση τα οικονομικά συμφέροντα της.
Δεν προηγήθηκε, η ενδεδειγμένη δειγματοληψία και η εξειδικευμένη χημική ανάλυση του περιεχομένου του φορτίου, η οποία θα καταδείκνυε τη φύση του περιεχομένου του και τις ενδεχόμενες αντιδράσεις του υπό τις καιρικές συνθήκες φύλαξης του. Το πόσο λανθασμένη υπήρξε η επιλογή αυτή αποδείχτηκε εκ των υστέρων, με τη φονική έκρηξη και όλα τα συνεπακόλουθα της«.
Στο τρίτο συμπέρασμα της η επιτροπή κάνει λόγο για «συμπεριφορά ολιγωρίας, αναβλητικότητας, αμέλειας, ανακολουθίας, έλλειψης συντονισμού«. 
»Παρά το γεγονός, ότι η επικινδυνότητα του φορτίου ήταν γνωστή εξ αρχής και καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας κατάσχεσης, εκφόρτωσης, μεταφοράς και φύλαξης του φορτίου στη Ναυτική Βάση, από όλους ανεξαίρετα τους εμπλεκομένους, πολιτικούς και τεχνοκράτες, ιδιαίτερα λόγω της σήμανσης του, όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές επέδειξαν μια συμπεριφορά ολιγορίας, αναβλητικότητας, αμέλειας, ανακολουθίας, έλλειψης συντονισμού μεταξύ τους και αποσπασματικότητας στο χειρισμό του θέματος, που υποδηλοί, σύμφωνα με την επιτροπή, ότι η επικινδυνότητα αυτή τουλάχιστον υποτιμήθηκε ή και αγνοήθηκε»
«Ο βαθμός της επικινδυνότητας αυτής ίσως να μην ήταν σε όλους γνωστός, όφειλαν όμως οι αρμόδιοι είτε να ζητήσουν την εκπόνηση είτε να προβούν οι ίδιοι στις αναγκαίες τεχνοκρατικές μελέτες, ώστε να τον διαπιστώσουν καθώς επίσης να διαπιστώσουν και τις ενδεχόμενες διαστάσεις που θα μπορούσε να λάβει κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες φύλαξης.
Οι οποιοιδήποτε πολιτικοί λόγοι και σκοπιμότητες θα έπρεπε να παραμερίζονταν ή και να αγνοούνταν ενόψει των ενδεχόμενων κινδύνων σε ανθρώπινες ζωές. Οι ενδεχόμενοι κίνδυνοι αυτοανάφλεξης, έκρηξης και η απρόβλεπτη αντίδραση του περιεχομένου του φορτίου κάτω από τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες και συνεπώς η ανάγκη να διαφοροποιηθεί η κατάσταση σε σχέση με τη φύλαξη του φορτίου στο δεδομένο χώρο διαβιβάστηκαν προς το Υπουργείο Εξωτερικών.
Ωστόσο για δύο και πλέον έτη η επίκληση των πολιτικών λόγων φαίνεται να υπερτερούσε των ενδεχόμενων κινδύνων, ώστε να μην κριθεί σκόπιμη η εκποίηση διάθεση ή με άλλο τρόπο απαλλαγή από το φορτίο.
Από την άλλη και αφού η επικινδυνότητα ήταν δεδομένη δεν λήφθηκαν τα ενδεδειγμένα προσωρινά ή μόνιμα μέτρα ούτε και τα στοιχειώδη για τη σωστή φύλαξη του φορτίου αυτού με τρόπο που να μην απειλούνταν κίνδυνοι αλλοίωσης, έκρηξης, ή αυτοανάφλεξής του, μέχρι την παραπέρα διάθεσή του.
Η προσωρινή του φύλαξη από την Εθνική Φρουρά στη συγκεκριμένη Βάση, η οποία φαίνεται να συνίστατο σε φύλαξη από εξωτερικούς κινδύνους, εκ των πραγμάτων κατέστη μόνιμη και εφόσον οι πολιτικοί λόγοι που κατά την άποψη της εκτελεστικής εξουσίας επέβαλλαν τη διατήρηση του φορτίου εξακολουθούσαν να υφίστανται, τα ενδεικνυόμενα μέτρα θα έπρεπε να είχαν ληφθεί προ πολλού ανεξαρτήτως οποιουδήποτε συνεπαγόμενου κόστους.
Ακόμα και στις 10 Φεβρουαρίου του 2011, όταν σε σύσκεψη στο Υπουργείο Άμυνας αποφασίστηκε να ληφθούν δείγματα για χημικό έλεγχο του φορτίου με εισήγηση του Υπουργού Εξωτερικών σε χημείο της Κύπρου ή του εξωτερικού, η διαδικασία αυτή δεν προχωρησε ποτέ, με αποτέλεσμα η σχετική ανάλυση να διενεργηθεί από το Γενικό Χημείο του Κράτους, δυστυχώς μετά το τραγικό συμβάν, όταν προσήχθησαν σε αυτό από την Αστυνομία δείγματα του φορτίου που είχαν ληφθεί από το Φεβρουάριο του 2011.
Μια έγκαιρη εξειδικευμένη χημική ανάλυση του περιεχομένου του φορτίου σε συνδυασμό με την ανάθεση στη συνέχεια σε ομάδα έμπειρων πυροτεχνουργών και άλλων ειδικών να αξιολογήσουν τα αποτελέσματά της, σίγουρα θα έδιδε σωστές απαντήσεις για ενδεχόμενη συμπεριφορά του φορτίου αυτού στις καιρικές συνθήκες της Κύπρου και θα οδηγούσε με ασφάλεια στην αντίστοιχη λήψη των αναγκαίων μέτρων για αποφυγή του τραγικού συμβάντος.
Πέραν όμως τούτου και μετά τη διαπίστωση στην ίδια σύσκεψη της 10ης Φεβρουαρίου του 2011 της μεταβολής που φαίνεται να υπήρξε στους πολιτικούς λόγους που μέχρι κάποιο χρόνο σύμφωνα με την άποψη του Υπουργείου Εξωτερικών και του Διπλωματικού Γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας επέβαλλαν τη διατήρηση του φορτίου στην Κύπρο, δεν ενεργοποιήθηκαν και δεν προχώρησαν οποιεσδήποτε διαδικασίες για τη διάθεση του φορτίου ή την απαλλαγή από αυτό μέχρι την ημέρα της τραγικής έκρηξης.
Άρνηση να αναγνωρίσουν ότι οι ίδιοι είχαν συγκεκριμένη αρμοδιότητα για να προβούν σε ενέργειες. Η επιτροπή με λύπη της διαπιστώνει από τις απόψεις που εκφράστηκαν από τον κύκλο των προσώπων που κλήθηκαν ενώπιόν της και που είχαν ή θα έπρεπε να είχαν άμεση εμπλοκή στο όλο ζήτημα και στο χειρισμό του μια γενική άρνηση όχι μόνο να αναλάβουν το μέρος της όποιας ευθύνης ενδεχομένως τους αναλογεί για το συμβάν, αλλά να αναγνωρίσουν ότι οι ίδιοι είχαν συγκεκριμένη αρμοδιότητα για να προβούν σε ενέργειες ή να λάβουν μέτρα ή να αναλάβουν πρωτοβουλίες στο χειρισμό διάφορων πτυχών του όλου ζητήματος.
Η διαπίστωση μάλιστα αυτή καλύπτει από τα χαμηλότερα στη διοικητική ιεραρχία πρόσωπα μέχρι του πολιτικούς προϊστάμενους τους, περιλαμβανομένου του Διπλωματικού Γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Έχει προκύψει αβίαστα από την εικόνα που παρουσίασε η πλειονότητα των εμπλεκόμενων ενώπιον της επιτροπής ότι όχι απλά αρνούνται να αναγνωρίσουν την αρμοδιότητα και το ρόλο τους επί του όλου ζητήματος, αλλά ενδεχομένων να μην γνώριζαν στην πραγματικότητα ή να τελούσαν σε σύγχυση για το ποιος ήταν αρμόδιος για τις διάφορες πτυχές του θέματος, γεγονός που μπορεί να αποδοθεί σε κακή διοίκηση αλλά και κακή διαχείριση σε πολιτικό επίπεδο της όλης κατάστασης.
Η επιτροπή δεν επιθυμεί να υπεισέλθει σε σχόλια σε σχέση με το τελευταίο στάδιο των γεγονότων
Η επιτροπή δεν επιθυμεί να υπεισέλθει σε σχόλια σε σχέση με το τελευταίο στάδιο των γεγονότων που οδήγησαν στο τραγικό συμβάν που ξεκινά από τον εντοπισμό του διογκωμένου φορτίου και τους περαιτέρω χειρισμούς που ακολούθησαν μέχρι την έκρηξη.
Η επιτροπή αναμένει ωστόσο ότι οι αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, ασκώντας τις αρμοδιότητές τους για την απόδοση ποινικών ή άλλων ευθυνών σε σχέση με το συμβάν, δεν θα επικεντρωθούν στην αναζήτηση ευθυνών αναφορικά με αυτό και μόνο το στάδιο, διότι η κατάληξη του τραγικού περιστατικού είναι το αποτέλεσμα μιας αλυσιδωτής σειράς πράξεων και παραλείψεων επί δύο και πλέον έτη.
Υπήρξαν αντιφατικά στοιχεία ή αντιφατικές θέσεις και πληροφορίες Η επιτροπή έχει επίσης διαπιστώσει στα πλαίσια της ακρόασης των προσώπων που προσήλθαν ενώπιόν της, αλλά και από τη μελέτη στοιχείων που κατατέθηκαν σ’ αυτήν, ότι σε κάποιες περιπτώσεις υπήρξαν αντιφατικά στοιχεία ή αντιφατικές θέσεις και πληροφορίες σε σχέση με τα ίδια γεγονότα, διαπίστωση που μπορεί να αποδοθεί ίσως στη σύγχυση αρμοδιοτήτων που παρατηρήθηκε ή και σε ενδεχόμενη προχειρότητα με την οποία τύγχαννα χειρισμού ορισμένα ζητήματα».
Κανονικά, ο μόνος δρόμος που μένει στην κυβέρνηση Χριστόφια, μετά από αυτό το πόρισμα είναι ο δρόμος της παραίτησης και της ποινικής διερεύνησης των ευθυνών κάθε ενεός εμπλεκόμενου μέλους της ξεχωριστά.