Δευτέρα 8 Αυγούστου 2011

Κοινοβουλευτικές στρούγκες και ο «ελεύθερος ανταγωνισμός» ως πρόσχημα για τη διάλυση της κοινωνίας

του Σωτήρη Καλαμίτση, Δικηγόρου

[απάντηση στο αοριστόλογο, ως συνήθως, άρθρο του υπουργού Ραγκούση στο «ΕΘΝΟΣ» της 07.08.2011]

Παλαιότερα οι άδειες ίδρυσης και λειτουργίας φαρμακείου ήσαν περιορισμένες, εξ ου και το επάγγελμα του φαρμακοποιού «κλειστό». ΄Επρεπε να συνταξιοδοτηθεί, να παραιτηθεί ή να αποβιώσει ένας φαρμακοποιός που διατηρούσε φαρμακείο, για να εισέλθει στο επάγγελμα ένας άλλος. Αποτέλεσμα; Η άδεια είχε οικονομική αξία, το ύψος της οποίας εξαρτάτο και από τη θέση, όπου λειτουργούσε το φαρμακείο [π.χ. στο κέντρο της πόλης, πλησίον νοσοκομείου ή καταστήματος ασφαλιστικού Ταμείου], πράγμα που σημαίνει ότι η αξία της άδειας τελούσε σε συνάρτηση και με τον κύκλο εργασιών του φαρμακείου. Τότε, μάλιστα, η αξία της άδειας εκφραζόταν σε λίρες Αγγλίας, όπως ακριβώς η αξία κάθε σημαντικού περιουσιακού στοιχείου.
Ήλθε, όμως, η «εθνοσωτήριος» και εν μια νυκτί «άνοιξε» διάπλατα το επάγγελμα.... Όποιος είχε τα τυπικά προσόντα ελάμβανε άδεια ίδρυσης και λειτουργίας φαρμακείου. Οι άδειες έχασαν την αξία τους, όπως ακριβώς τώρα χάνουν την αξία τους οι άδειες των ταξί. Με την «αποκατάσταση» της δημοκρατίας ο νομοθέτης θέσπισε ορισμένα κριτήρια χορήγησης αδείας, όπως π.χ. η τήρηση ελαχίστων αποστάσεων μεταξύ των ιδρυομένων φαρμακείων, ώστε να μη γίνει ζούγκλα το επάγγελμα. Θεσπίσθηκαν, βεβαίως, και ποικίλες εξαιρέσεις [π.χ. μη τήρηση αποστάσεων προκειμένου για συστεγαζόμενα φαρμακεία ή προκειμένου για μεταφερόμενο λόγω εξώσεως φαρμακείο], οι οποίες με τον καιρό και με αλλεπάλληλες φωτογραφικές, εν πολλοίς, διατάξεις έγιναν χρήσιμο εργαλείο στα χέρια των καταστρατηγούντων τον νόμο. Αποτέλεσμα;
Η άδεια φαρμακείου απέκτησε και πάλι οικονομική αξία. Ο συνταξιοδοτούμενος φαρμακοποιός δεν πουλάει πλέον την άδειά του και τη θέση του φαρμακείου του αντί υψηλού τιμήματος. Πουλάει μόνο τη θέση του φαρμακείου του. Πέρυσι «ξανάνοιξε» το επάγγελμα του φαρμακοποιού, αλλά μέσα σε όρια και με κριτήρια που θέτουν ακόμη και διατάξεις του κοινοτικού δικαίου, επειδή ο φαρμακοποιός δεν πουλάει κασέρι ή λουκάνικα, αλλά φάρμακο, το οποίο δεν μπορεί και δεν πρέπει να επιτρέπεται να διαθέτει ο περιπτεράς ή ο ταξιτζής ή ο ποδηλατάς.

Έτσι, λοιπόν, η αξία ενός φαρμακείου συνεχίζει να διαμορφώνεται από παράγοντες ανεξάρτητους από τη δραστηριότητα και εργατικότητα του φορέα αυτού φαρμακοποιού. Παράδειγμα: φαρμακείο που λειτουργεί δίπλα σε κατάστημα του ΙΚΑ έχει μεγαλύτερη αξία από φαρμακείο που λειτουργεί σε απομακρυσμένη γειτονιά. Και τούτο, διότι το πρώτο φαρμακείο πραγματοποιεί μεγαλύτερο κύκλο εργασιών και, κατ’ επέκταση, επιτυγχάνει υψηλότερα κέρδη. Αίφνης, όμως, ο Διοικητής του ΙΚΑ αποφασίζει τη μεταφορά του καταστήματος κοντά στην απομακρυσμένη γειτονιά, όπου λειτουργεί το δεύτερο φαρμακείο. Αποτέλεσμα: το πρώτο φαρμακείο χάνει αξία, ενώ το δεύτερο φαρμακείο αποκτά μεγαλύτερη αξία.
Ποίος παράγων συνετέλεσε σ’ αυτό το αποτέλεσμα; Το τυχαίο [συνήθως] πραγματικό περιστατικό ότι το κατάστημα του ΙΚΑ μεταφέρθηκε για λόγους εξοικονόμησης πόρων ή καλλίτερης οργάνωσης των υπηρεσιών τού ΙΚΑ.

Με τα ταξί συμβαίνει ό,τι συνέβαινε με τα φαρμακεία προ της 21.04.1967. Ο αριθμός των χορηγουμένων αδειών, αν και αυξανόμενος κατά καιρούς, εξακολουθεί να είναι περιορισμένος με αποτέλεσμα η άδεια ταξί να έχει αποκτήσει αξία αναλόγως της έδρας του. Άλλη αξία έχει το ταξί της Καβάλας και άλλη αξία έχει το ταξί της Αθήνας. Το κόμιστρο καθορίζεται από το κράτος, όπως και η τιμή του φαρμάκου, προκειμένου για το «ανοικτό» επάγγελμα του φαρμακοποιού. Διερωτώμαι γιατί ο κ. Ραγκούσης δεν καταργεί σε πρώτο στάδιο τη διατίμηση στο κόμιστρο, ώστε κάθε ταξιτζής να εισπράττει ό,τι θέλει και, έτσι, να υπάρξει ανταγωνισμός με συμπίεση της τιμής προς όφελος του καταναλωτή. Γιατί θα πρέπει σε διαδρομές από και προς το αεροδρόμιο ή λιμάνι να υπάρχει συγκεκριμένη πρόσθετη αμοιβή ή συγκεκριμένη αμοιβή για κάθε μεταφερόμενη αποσκευή; Γιατί θα πρέπει να υπάρχει δώρο Πάσχα και Χριστουγέννων στο ταξί; Γιατί η νυκτερινή «κούρσα» πρέπει να επιβαρύνεται υποχρεωτικά;
Γιατί υπάρχει υποχρεωτική διπλή ταρίφα; Γιατί πρέπει να υπάρχει ελάχιστο κόμιστρο; Δεν άκουσα από τον κ. Ραγκούση τίποτε μέχρι στιγμής για την παράμετρο αυτή. Ποίο θα είναι το όφελος του καταναλωτή από το άνοιγμα του επαγγέλματος του ταξιτζή κ. υπουργέ; Ο ανταγωνισμός δεν υποτίθεται πως είναι ο στόχος της απελευθέρωσης οποιουδήποτε επαγγέλματος, ο οποίος ανταγωνισμός οδηγεί σε συμπίεση τιμών προς όφελος του καταναλωτή, εν προκειμένω του επιβάτη;
Για να αντιληφθούμε, λοιπόν, ότι στην ουσία η κυβέρνηση παίζει και ότι η εμπέδωση του ανταγωνισμού αποτελεί απλό πρόσχημα, αρκεί να αναφερθώ στο άνοιγμα του επαγγέλματος του δικηγόρου. Στα πλαίσια αυτού του ανοίγματος καταργήθηκαν οι ελάχιστες αμοιβές που παριστώντο με τα περίφημα γραμμάτια προείσπραξης που εξέδιδαν οι Δικηγορικοί Σύλλογοι. Έτσι, μπορεί ο δικηγόρος να συμφωνήσει σήμερα με τον πελάτη αμοιβή κατώτερη της καταργηθείσης ελάχιστης. Τούτο, όμως, ισχύει μόνον θεωρητικά, διότι στην πράξη το κράτος επιβάλλει στους δικηγόρους να εξακολουθούν στην ουσία να εισπράττουν την «καταργηθείσα» ελάχιστη αμοιβή. Πώς; Βάφτισε την ελάχιστη αμοιβή «νόμιμη» και όρισε ότι, ακόμη και αν ο δικηγόρος εισπράξει αμοιβή κατώτερη της νόμιμης, είναι υποχρεωμένος να πληρώσει επί της νόμιμης αμοιβής ορισμένα ποσά που πλήρωνε και προηγουμένως επί της ελάχιστης αμοιβής [υπέρ Ταμείου Συντάξεων, Ταμείου Προνοίας κ.λπ.].
Ποιος δικηγόρος, όμως, θα χρεώσει σήμερα αμοιβή κατώτερη της νόμιμης, ήτοι της πάλαι ποτέ ελάχιστης, η οποία και είναι γλοίσχρα, προ πάντων όταν ο φορολογικός ελεγκτής θα ισχυρισθεί ότι δεν είναι δυνατόν να έχει εισπράξει ο δικηγόρος αμοιβή € 100 μόνον για υπόθεση, για την οποία η νόμιμη αμοιβή ανέρχεται σε € 1.500; Ουδείς. Πώς εξυπηρετείται με τον τρόπο αυτό ο ανταγωνισμός προς όφελος του καταναλωτή/εντολέα, αδυνατώ να αντιληφθώ.
Επανερχόμενος στα ταξί θεωρώ ότι η απελευθέρωση του επαγγέλματος άλλους σκοπούς εξυπηρετεί. Ο ανταγωνισμός είναι πρόσχημα. Απλώς, όλη η αναταραχή που έχει προκληθεί φέρνει για μία ακόμη φορά αντιμέτωπες μεταξύ τους διάφορες κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες.
Οι ξενοδόχοι θέλουν να μεταφέρουν τους πελάτες τους με ίδια μέσα ή με μίσθωση πούλμαν, και καλά κάνουν. Ο κάθε επιβάτης θέλει να χρησιμοποιεί απαστράπτον ταξί με πεντακάθαρο και όχι λιγδιάρη οδηγό, με τον οποίο θα μπορεί να συνεννοηθεί στα ελληνικά, που θα είναι ευγενής και υπομονετικός, που θα γνωρίζει τον χάρτη της πόλης του, ώστε να τον μεταφέρει με ταχύτητα και ασφάλεια στον προορισμό του χωρίς κολπάκια με περίεργες διαδρομές που αυξάνουν αδικαιολόγητα το κόμιστρο. Και καλά κάνει. Η κυβέρνηση τί κάνει; Γιατί οι δεκτές από τους ταξιτζήδες και σύμφωνες με τις αρχές ανοίγματος του επαγγέλματος του ταξιτζή θέσεις Ρέππα με κανόνες αντικαταστάθηκαν από τις χωρίς κανόνες αυταρχικές θέσεις Ραγκούση;
Τί εξυπηρετεί το «διαίρει και βασίλευε» που εφαρμόζει η κυβέρνηση, ενώ ισχυρίζεται ότι επιδιώκει τη συναίνεση σε κάθε επίπεδο; Της αρκεί η συναίνεση της ΝΔ και αδιαφορεί για τη συναίνεση των πολιτών; Με άλλα λόγια, η «δημοκρατική και σοσιαλιστική» κυβέρνηση βλέπει τους πολίτες ως απλές αγέλες προβάτων στα μαντριά των κομμάτων εξουσίας;
Μόνο σ’ αυτή τη θεώρηση παραπέμπει η έκκληση της κυβέρνησης προς τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Σαμαρά να συνετίσει τον «φίλο του» εκπρόσωπο των ταξιτζήδων Λυμπερόπουλο. Το αποδεικνύει, άλλωστε, η ύπαρξη των μαντριών που ονομάζονται κοινοβουλευτικές ομάδες.

Σωτήριος Καλαμίτσης
Δικηγόρος


http://taxalia.blogspot.com/