Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

Σκέψεις για την τύχη της πρώην οικίας «Τσαλόπουλου» στο κέντρο της Κατερίνης



Του Νικολάου Γραίκου


Ο λόγος για τον οποίο παραθέτουμε τις παρούσες σκέψεις μας αφορούν την τύχη του προσφάτως ανακαινισθέντος και σημαντικότερου ίσως ιστορικού κτιρίου της Κατερίνης, της πρώην οικίας Τσαλοπούλου, για το οποίο το τελευταίο διάστημα ο Δήμος επιδεικνύει ιδιαίτερη κινητικότητα για την αξιοποίησή του.
Όπως είναι γνωστό στην Κατερίνη τα υλικά κατάλοιπα του παρελθόντος είναι γλίσχρα και γι΄αυτό παραπάνω από πολύτιμα. Το κτίριο της πρώην οικίας Τσαλόπουλου, η οποία κτίστηκε το 1908, αποτελεί ένα από τα ελάχιστα αυτά κατάλοιπα που διασώθηκαν και εξαίρετο δείγμα εκλεκτικιστικής αρχιτεκτονικής όχι μόνο για την Κατερίνη, αλλά και για τον ευρύτερο κεντρομακεδονικό χώρο. Γι΄ αυτό το λόγο το 1979 χαρακτηρίστηκε από το ΥΠΠΟ ως «έργο τέχνης, το οποίο χρήζει ειδικής κρατικής προστασίας». Το 2000 ο Δήμος Κατερίνης ξεκίνησε τις διαδικασίες αποκατάστασής του και σήμερα μετά από μία δεκαετία και με τη συνεργασία της αρμόδιας Εφορίας Αρχαιοτήτων και του αναδόχου εργολάβου, το κτίριο είναι έτοιμο, χωρίς όμως ακόμα να έχει παραδοθεί στο Δήμο, παρόλο που εγκαινιάστηκε στο πλαίσιο των Αικατερινείων, στις 25 Νοεμβρίου 2009.


Η απόφαση του Δήμου Κατερίνης για την ίδρυση Μουσείου Παλαιών Εντύπων
Το υπέροχο αυτό κτίριο, το οποίο κόστισε στην Κατερινιώτισσα και στον Κατερινιώτη περίπου 1,5 εκατομμύρια ευρώ (μαζί με την απαλλοτρίωση) σήμερα αναμένει να στεγάσει τις πολιτιστικές δραστηριότητες, για τις οποίες ετοιμάστηκε και να αποδοθεί έτσι στο λαό της Κατερίνης, ο οποίος θα το χαρεί ως δική του πολιτιστική κληρονομιά. Ποιος όμως θα αποφασίσει για τις δραστηριότητες αυτές; Όπως προαναφέραμε στη σύντομη εισαγωγή μας, η πολιτισμική δυναμική ενός τόπου εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο με τον οποίο οι σημερινοί κάτοικοι θα καταφέρουν να ομογενοποιήσουν τη διαχρονική μνήμη με το παρόν και το μέλλον του τόπου, μέσα από διαδικασίες διαλόγου, τόσο με τις άυλες «φωνές» του παρελθόντος, όσο και με τις πραγματικές υλικές «φωνές» του σήμερα. Έγινε αυτό στην περίπτωση της πρώην οικίας Τσαλόπουλου; Δυστυχώς όχι.
Ο Δήμος Κατερίνης, χωρίς ευρύτερο προηγούμενο (ή επόμενο) διάλογο το 2008 αποδέχθηκε την καταρχήν αξιέπαινη πρόταση Κατερινιώτη κατοίκου του εξωτερικού να παραχωρήσει την προσωπική του συλλογή παλαιών εντύπων και βιβλίων με τον όρο όμως να ιδρυθεί Μουσείο Παλαιών Βιβλίων και Εντύπων, το οποίο θα στεγαστεί στο νεοανακαινισμένο κτίριο. Για το σκοπό αυτό το Δημοτικό Συμβούλιο σε δύο αντιφατικές συνεδριάσεις του το 2008 (660/9-10-2008 και 676/31-10-2008, η δεύτερη επανορθωτική της πρώτης) αποφάσισε ομόφωνα τη σύναψη προγραμματικής σύμβασης μεταξύ του Δήμου Κατερίνης και της Επιτροπής Ερευνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με βάση την οποία ο δεύτερος συμβαλλόμενος αναλάμβανε να πραγματοποιήσει μελέτη καταγραφής και έρευνας της εν λόγω συλλογής παλαιών βιβλίων, πλήρη μουσειολογική μελέτη και προτάσεις για κατάλληλο τεχνολογικό εξοπλισμό τού υπό ίδρυση Μουσείου στην πρώην οικία Τσαλόπουλου.
Η μελέτη, η οποία στοίχισε 18.000 ευρώ, ολοκληρώθηκε μετά από δύο περίπου έτη (παραλαβή από το Δ. Σ. με την υπ. αρ. 472/12-10-2010 απόφασή του), προϋπολογίζοντας το όλο έργο της ίδρυσης και του εξοπλισμού του Μουσείου στο ποσόν των 197.000 ευρώ. Στην εισαγωγή της μελέτης διατυπώνεται και η παρακάτω συνοπτική αξιολογική κρίση για την ιδιωτική συλλογή, η οποία «[…] αποτελείται από ένα μικρό αριθμό βιβλίων, τα οποία προέρχονται από την συλλογή του Oliver Cromwell […] Η συλλογή αν και μικρή, περιέχει σημαντικά έργα του 17ου αιώνα, που αποτελούν ιστορικές πηγές καθώς και έργα του 18ου μέχρι και στις αρχές του 20ου αιώνα». Λόγω του συγκεκριμένου μικρού αριθμού βιβλίων και της «σημαντικής» (σύμφωνα με την ακριβή διατύπωση) αξίας της συλλογής η μελέτη προτείνει μετά την ίδρυση του Μουσείου τον εμπλουτισμό του με την αγορά κι άλλων βιβλίων.

Οι πρόσφατες αποφάσεις του Δήμου Κατερίνης. Προβληματισμοί και ερωτήματα
Πρόσφατα ο Δήμος Κατερίνης αποφάσισε (αρ. απ. 352/29-7-2011), κατά πλειοψηφία αυτή τη φορά, και με τη διαδικασία του κατεπείγοντος (γιατί άραγε;) να «εγκρίνει την καταρχήν δωρεάν παραχώρηση χρήσης» του κτιρίου «στο υπό ίδρυση Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία “Ίδρυμα Μουσείου Παλαιών Εντύπων”», το οποίο θα ιδρυθεί από τον ιδιώτη/συλλέκτη. Μάλιστα στην ίδια απόφαση το Δημοτικό Συμβούλιο παραπέμπει σε νέα μελλοντική συνεδρίαση, στην οποία θα επικυρωθούν οι ακριβείς όροι της «δωρεάν παραχώρησης».
Ποιοι είναι όμως οι όροι της, τόσο σημαντικής για την πόλη και για το μέλλον του ιστορικού και του μοναδικού αυτού κτιρίου, απόφασης «δωρεάν παραχώρησης»; Σταχυολογούμε τα κυριότερα σημεία από το σχέδιο καταστατικού του Ιδρύματος, που επισυνάπτεται στην ανωτέρω απόφαση του Δ.Σ. και την επιστολή του ενδιαφερόμενου ιδιώτη και της συζύγου του προς το Δημοτικό Συμβούλιο (23-6-2011).
(α) Πρόθεση των ιδιωτών είναι να «δανείσουν» τα βιβλία (χίλιους περίπου τόμους) στο υπό ίδρυση Ίδρυμα/Μουσείο για 25 χρόνια. Μετά τη συμπλήρωση των 25 χρόνων τα βιβλία, που «έχουν δανείσει» οι ιδιώτες, αλλά και το «κτίριο “Αρχοντικό Τσαλόπουλου”» θα περιέλθουν στην «ιδιοκτησία» του αυτόνομου πλέον Ιδρύματος/Μουσείου.
(β) Οι σκοποί του Ιδρύματος θα είναι πολιτιστικοί, ερευνητικοί και εκπαιδευτικοί.
(γ) Ο ιδιώτης ορίζεται ισόβιος πρόεδρος του Ιδρύματος διατηρών μάλιστα τη δυνατότητα να ορίζει τον αντικαταστάτη του σε περίπτωση απουσίας του.
(δ) Η διοίκηση του Ιδρύματος θα ασκείται από δωδεκαμελές Δ.Σ., το οποίο θα διορίζεται εξ ημισείας από τον ιδιώτη και τον Δήμο Κατερίνης.
(ε) Το Δ.Σ. διοικεί το Ίδρυμα πλειοψηφικά. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του ιδιώτη/προέδρου.
(στ) Οι οικονομικοί πόροι του Ιδρύματος/Μουσείου προέρχονται από δωρεές, το Υπουργείο Πολιτισμού, τον Δήμο Κατερίνης και άλλους φορείς.
Πολλά και εύλογα ερωτήματα προκαλούν οι ανωτέρω όροι και μάλιστα εφόσον γίνουν αποδεκτοί σε μελλοντική συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου:
(α) Φαίνεται ότι όλοι οι όροι τίθενται απευθείας από τον ιδιώτη, ο οποίος προφανώς φοβούμενος ότι ο Δήμος δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί αποτελεσματικά τη συλλογή του αποφασίζει πρώτον να τη δανείσει κι όχι να τη δωρίσει και δεύτερον να προτείνει τον απόλυτο και ισόβιο έλεγχο του Ιδρύματος/Μουσείου από τον ίδιο. Μάλιστα ο αντιδήμαρχος και εισηγητής του θέματος στο Δημοτικό Συμβούλιο μεταφέρει και το επαπειλούμενο ενδεχόμενο η συλλογή να χαθεί από «δελεαστικές προτάσεις», που έγιναν στον ιδιώτη από άλλους Δήμους, πιέζοντας έτσι έμμεσα, για την αμεσότερη υιοθέτηση των όρων που θέτει ο ιδιώτης. Πάντως οι δελεαστικές αυτές προτάσεις από άλλους Δήμους ίσως ήταν προφορικές, γιατί δεν υπάρχουν γραπτά αντίγραφά τους στα τεκμήρια της συνεδρίασης.
(β) Η πλειοψηφία του Δ.Σ. αποδεχόμενη –τουλάχιστον καταρχήν- τους όρους που θέτει ο ιδιώτης, στην ουσία υιοθετεί και τους υποδηλούμενους «φόβους» του, περί της αδυναμίας του Δήμου να διαχειριστεί την περιουσία του.
(γ) Το Δημοτικό Συμβούλιο βασίζει την απόφασή του για «δωρεάν παραχώρηση» του ακινήτου στο άρθρο 185 του Ν. 3463/2006 περί οικονομικής διοίκησης και περιουσίας των Ο.Τ.Α., όπου στο εδάφιο 2 αναφέρεται ότι με απόφαση του Δ.Σ. «επιτρέπεται να παραχωρείται δωρεάν η χρήση ακινήτων σε άλλα νομικά πρόσωπα, που ασκούν αποκλειστικά και μόνο δραστηριότητα, η οποία είναι κοινωφελής ή προάγει τα τοπικά συμφέροντα». Όμως στην προκειμένη περίπτωση για ένα Ίδρυμα, το οποίο πρακτικά θα ελέγχεται πλήρως από ένα και μοναδικό πρόσωπο, δεν προκαλούνται εύλογα ερωτήματα για την ικανότητά του να προάγει αμερόληπτα κοινωφελή συμφέροντα;
(δ) Πώς είναι δυνατόν να γίνεται έστω και καταρχήν δεκτός ο όρος, που θέτουν με την επιστολή τους προς το Δ.Σ. (23/6/2011) ο ιδιώτης με τη σύζυγό του, ότι μετά το πέρας της πλήρως ελεγχόμενης 25ετίας όλη η συλλογή αλλά και το κτίριο της πρώην οικίας Τσαλόπουλου, θα περιέλθει στην ιδιοκτησία του Ιδρύματος, το οποίο θα αποσυνδεθεί πλήρως από τον Δήμο;
(ε) Δεν διευκρινίζεται για τα ποιος θα πληρώσει τα 197.000 ευρώ, που προβλέπονται από τη μελέτη του Α.Π.Θ., για τον εξοπλισμό του υπό ίδρυση Μουσείου (δεν συμπεριλαμβάνονται τα 18.000 ευρώ που πλήρωσαν ήδη οι δημότες για τη σύνταξη της μελέτης). Οι ιδιώτες στην επιστολή τους προς το Δ.Σ. αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι: «Η ολοκλήρωση της επίπλωσης του κτιρίου θα πραγματοποιηθεί με δικά μας έξοδα». Τι εννοούν όμως με τους όρους «επίπλωση» και «ολοκλήρωση»;
(στ) Οι στόχοι του Ιδρύματος/Μουσείου είναι πράγματι πολύπλευροι (ιστορικοί, παλαιογραφικοί, εκπαιδευτικοί κ.ά.). Μπορεί όμως το βάρος της επιλογής των μελών, τα οποία εκ των πραγμάτων θα πρέπει να έχουν εξειδικευμένες ικανότητες, να ανατίθεται στην καλή προαίρεση και τη σοφία ενός, δηλ. του προέδρου; Για παράδειγμα σε άλλα Ιδρύματα αναφέρεται στο καταστατικό η ύπαρξη διοικούντων μελών με συγκεκριμένες ιδιότητες, π.χ. διπλωματούχοι αρχιτέκτονες, ιστορικοί της τέχνης, αρχαιολόγοι, μουσειοπαιδαγωγοί, παλαιογράφοι κ.ά. Δεν θα πρέπει να συμβαίνει το ίδιο και στο εν λόγω Ίδρυμα. Αλήθεια ποιες θα είναι οι ιδιότητες των πρώτων μελών του Δ.Σ. στο υπό ίδρυση Ίδρυμα;
Πρόσθετα ερωτήματα προκύπτουν από τις πρόσφατες εξελίξεις, όπως για παράδειγμα για την χρησιμότητα ίδρυσης Μουσείου Παλαιών Εντύπων στην πόλη μας και για την αναγκαιότητα ένταξης των πολιτιστικών δραστηριοτήτων του κτιρίου σε μια συνολική πολιτική αξιοποίησης κι άλλων κτιρίων του ιστορικού κέντρου της πόλης. Αλλά για τα θέματα αυτά και για τις δικές μας προτάσεις θα επανέλθουμε στο αμέσως προσεχές διάστημα με νέο άρθρο μας.