H προσφυγή στη δικαιοσύνη δεν συνεπάγεται αναστολή της καταβολής της έκτακτης εισφοράς, επισημαίνει σε εγκύκλιο του το υπουργείο Οικονομικών, στην οποία παρέχονται επίσης διευκρινίσεις σχετικά με τις εξαιρέσεις και τις απαλλαγές από την καταβολή της έκτακτης εισφοράς.
Χαρακτηριστικό είναι ότι η εγκύκλιος ξεκαθαρίζει ότι άνεργοι φορολογούμενοι που μετά την 1η Ιανουαρίου 2011 απέκτησαν έστω και ένα ευρώ πραγματικού εισοδήματος, θα πληρώσουν κανονικά την έκτακτη εισφορά.
Σε ότι αφορά τους ανέργους ορίζεται ότι για να τύχουν απαλλαγής, θα πρέπει ισχύουν δύο προϋποθέσεις:
- να είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο των μακροχρόνια ανέργων του ΟΑΕΔ ή να λαμβάνουν επίδομα ανεργίας. Σε καμία άλλη περίπτωση δεν προβλέπεται απαλλαγή.
- να μην έχουν κατά τη χρήση του 2011 πραγματικά εισοδήματα άλλης πηγής έστω και μικρού ποσού.
Η εγκύκλιος διευκρινίζει ότι από την εισφορά απαλλάσσεται μόνο το επίδομα ανεργίας από τον ΟΑΕΔ και όχι άλλες ειδικές επιδοτήσεις , ακόμα κι αν καταβάλλονται από τον ΟΑΕΔ ή από άλλα Ταμεία και Οργανισμούς.
Διευκρινίζεται εξάλλου ότι δεν απαλλάσσονται ούτε τα εφάπαξ ποσά κοινωνικής ενίσχυσης που καταβλήθηκαν ελεύθερα φόρου από τον ΟΑΕΔ, σε απολυόμενους της Ολυμπιακής Αεροπορίας και άλλων Οργανισμών, διότι αυτά δεν αποτελούν ποσά αποζημιώσεων.
Επίσης οι φορολογούμενοι που διέκοψαν την εργασία τους προκειμένου να εκπληρώσουν τη στρατιωτική τους θητεία, εξαιρούνται της εισφοράς αλληλεγγύης, εφόσον κατά το χρόνο της βεβαίωσης της εισφοράς δεν έχουν πραγματικά εισοδήματα.
Από το τέλος επιτηδεύματος εξαιρούνται, μόνο οι ατομικές επιχειρήσεις εφόσον για τον επιτηδευματία υπολείπονται τρία χρόνια από το έτος συνταξιοδότησής του, με τη διευκρίνιση ότι ως έτος συνταξιοδότησης νοείται το εξηκοστό πέμπτο έτος της ηλικίας. Ειδικότερα διευκρινίζεται ότι εξαιρούνται όσοι γεννήθηκαν πριν την 1-1-1949.
Όσον αφορά την εξαίρεση των ελευθέρων επαγγελματιών και των ατομικών εμπορικών επιχειρήσεων κατά τα πέντε πρώτα έτη από την πρώτη τους έναρξη, σημειώνεται ότι η πρώτη έναρξη πρέπει να είναι μετά την 1-1-2006. Στις περιπτώσεις που ο επιτηδευματίας έχει πραγματοποιήσει στο παρελθόν κι άλλη έναρξη, δεν εξαιρείται ακόμη κι αν τη συγκεκριμένη έναρξη την έχει διακόψει.