Τώρα είναι η ώρα της Ιστορίας και όχι του Αναθέματος
Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου *
Το ανάθεμα προκύπτει από την κριτική της πολιτικής πρακτικής, στο βαθμό που η μεταρρύθμιση που προκαλείται μέσω αυτής εκλαμβάνεται ως κατάρα. Το ανάθεμα είναι ξαδέλφι της τυφλής ή απολιτικής βίας.
Ο λαός γράφει ιστορία στο βαθμό που αντιμετωπίζει κριτικά την καθεστωτική μεταρρύθμιση, ως πολιτική πρακτική κοινωνικής απορρύθμισης και κυριαρχίας μιας ελίτ.
Αυτή η διαφορά είναι κρίσιμη στη φάση του πολιτικού και κοινωνικού μετασχηματισμού που πλέον εισερχόμαστε εντατικώς, εκόντες-άκοντες. Δεν χάλασε ο κόσμος που το καθεστώς και οι οργανικοί ή περιστασιακοί πελάτες του μας αγνόησαν όλη αυτή την περίοδο καταλήγοντας στην πλέον δυσοίωνη χρεοκοπία που γνώρισε το ελληνικό κράτος.
Αλίμονο και να καταλάβαιναν τι λέγαμε όταν προτείναμε διαπραγματευτικές τακτικές αποφυγής της πτώχευσης, ή όταν αργότερα, κάπου στη μέση του 2009, προβάλαμε την ανάγκη για άμεση αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους της χώρας με ελληνική πρωτοβουλία και σχεδιασμό και πρόβλεψη για αναχρηματοδότηση του υπόλοιπου από ευρωπαϊκούς θεσμούς με ταυτόχρονη θέσπιση μακροχρόνιας αποπληρωμής, ή ακόμη όταν στο τέλος βλέποντας την απομόνωση της χώρας μας και τους κινδύνους αποικιοποίησής της στην ΕΕ προτείναμε την ανάπτυξη μιας στρατηγικής αυτόνομης ανάπτυξης έξω από τους θεσμούς του Συμφώνου Σταθερότητας και πιθανότατα έξω από την ΕΕ!
Αλίμονο και να καταλάβαιναν τι λέγαμε όταν προτείναμε διαπραγματευτικές τακτικές αποφυγής της πτώχευσης, ή όταν αργότερα, κάπου στη μέση του 2009, προβάλαμε την ανάγκη για άμεση αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους της χώρας με ελληνική πρωτοβουλία και σχεδιασμό και πρόβλεψη για αναχρηματοδότηση του υπόλοιπου από ευρωπαϊκούς θεσμούς με ταυτόχρονη θέσπιση μακροχρόνιας αποπληρωμής, ή ακόμη όταν στο τέλος βλέποντας την απομόνωση της χώρας μας και τους κινδύνους αποικιοποίησής της στην ΕΕ προτείναμε την ανάπτυξη μιας στρατηγικής αυτόνομης ανάπτυξης έξω από τους θεσμούς του Συμφώνου Σταθερότητας και πιθανότατα έξω από την ΕΕ!
Αλίμονο να αφομοίωνε ένα καθεστώς πατρώνων-πελατών αυτή τη λογική που δεν σύνεστηνε θεωρία, δεν αναπαριστούσε κάποια θεωρία και δεν βασιζόταν στη λογική της «λύσης προβλημάτων», όπως την υπερασπίζεται ο διάχυτος νεοφιλελευθερισμός μέσω του «learning by numbers»! Αλίμονο και τρισαλίμονο να αποδεχόντουσαν οι επιμέρους δομές του καθεστώτος, οι οποίες ταυτόχρονα αποτελούν πολιτισμικές και αντιληπτικές δομές τι προσπαθούσαμε να πούμε! Αν καταλάβαιναν τότε το ελληνικό καθεστώς δεν θα ήταν πραγματικότητα, αλλά απλώς μια αφηρημένη έννοια (abstract idea) στο μυαλό μου.
Δυστυχώς, το πελατειακό καθεστώς στην Ελλάδα δεν αποτελεί μια αναλυτική κατηγορία για τον γράφοντα και αρκετούς άλλους «συνοδοιπόρους», αλλά μια σκληρή, άκαμπτη, βαθιά ριζωμένη στη κοινωνία δομή εξουσίας και αναπαράστασης ισχύος. Μια δομή που παράγει και πολιτισμό και κοσμοαντίληψη, όπως επίσης και βασική ατομική αντίληψη. Αυτή είναι η αφανής, ύπουλη και πρόστυχη δομή η οποία δεν αντιμετωπίζεται σήμερα στο πλαίσιο του παραδοσιακού «διχασμού» αριστερά-δεξιά!
Απαιτείται μια άλλη λογική προσέγγιση, που θα εκφράζεται στρατηγικά περικλείοντας μια σύγχρονη διαλεκτική των σχέσεων εξουσίας στον τόπο μας. Αυτό δεν αντιφάσκει πουθενά με την γενική θεώρηση του Μαρξ και θα μπορούσε να θεωρηθεί εμπλουτισμός του μαρξισμού με στοιχεία αντιπατριαρχικά και μια ανάλυση που εστιάζει στην στρατηγική ως εργαλείο χειραφέτησης και όχι ως σύστημα χειραφέτησης του λαού. Μιλώ για την οδό προς που συμφιλιώνει την ισότητα με την ελευθερία στην κατεύθυνση προς τον σοσιαλισμό και όχι για κάποιας μορφής σοσιαλιστική επανάσταση, όπου σαφώς παραπέμπει η δεύτερη (μετασταλινική) προσέγγιση. Αναφέρομαι στην ώρα του ελληνικού λαού, ο οποίος θα μπορούσε να γράψει αντικειμενικά Ιστορία μόνον αν απέφευγε την παγίδα του «αναθέματος» και οργανωνόταν σε ένα κίνημα ανατροπής του καθεστώτος. Αυτό το κίνημα δεν απαιτεί ιδεολογική συμφωνία, δεν εξαρτάται από κανενός είδους κοινή κοσμοαντίληψη. Προϋποθέτει όμως την εκπόνηση μιας στρατηγικής με την έννοια της λογικής που προανέφερα: εργαλείο κοινωνικοπολιτικού μετασχηματισμού με σαφή, προσυμφωνημένη προοδευτική κατεύθυνση και όχι σύστημα μετασχηματισμού.
Αν συμφωνήσουμε σε αυτό τότε θα μπορούσε να διαμορφωθεί ένα νέο «ΕΑΜ», το οποίο ασφαλώς να μην αποτελεί ιστορική φάρσα: να διατηρηθεί, δηλαδή, μόνον η βασική δομή των αρχών του για λαϊκή κυριαρχία και εθνική ανεξαρτησία, πολιτικό πλουραλισμό, διαβούλευση σε αμεσοδημοκρατική βάση και αυτοκυβέρνηση με πατριωτικά χαρακτηριστικά. Τα τελευταία αν τα συνδέσεις με την αντίσταση κατά των «κακών και ανάλγητων ευρωπαίων» που δήθεν εχθρεύονται την χώρα μας και εποφθαλμιούν τον πλούτο μας την πάτησες.
Ο ελληνικός λαός θα γράψει Ιστορία μόνον σε ένα καθαρό τετράδιο. Σε αυτό δεν θα πρέπει να υπάρχουν ξεθωριασμένες εικόνες του παρελθόντος, μόνον στρατηγικές και ιδέες για ριζοσπαστικό εκδημοκρατισμό με ανατροπή των δομών του πελατειακού καπιταλισμού που κυριαρχεί στη χώρα. Αυτό μπορεί να γίνει είτε επαναστατικά, είτε μέσω μιας αριστερής μεταρρύθμισης, η οποία θα αναθεωρήσει καταρχήν τη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και τον αναπτυξιακό ρόλο του καθενός. Θα θεμελιώσει ένα σύγχρονο Κράτος Δικαίου με πολιτική ελευθερία και αναλογική εκπροσώπηση, κοινωνική πρόνοια και παρεμπόδιση ανάπτυξης μονοπωλίων ή συγκρότησης καρτέλ κάθε είδους, απελευθέρωση των δημοσίων συχνοτήτων από τους νταβάδες και ενθάρρυνση της διάδοσης ιδεών, καθώς και επιχειρηματικών καινοτόμων πρωτοβουλιών με έμφαση την τεχνολογία αιχμής και την τεχνολογία παραγωγής και διοίκησης …κλπ.
Δεν είναι ακατόρθωτα όλα αυτά στο βαθμό που συνειδητοποιήσουμε την πολιτική πραγματικότητα που διαμορφώνει η πτώχευση της χώρας μας. Δεν επιθυμώ ασφαλώς να «καπελώσω» κανέναν, δεν εκφράζω κανέναν άλλο πέραν του εαυτού μου και δεν θέλω να προτείνω στην αριστερά στο σύνολό της και στην κοινωνία των πολιτών καμία απολύτως στρατηγική συνεργασίας. Με το σημείωμα αυτό, που θεωρώ ότι αποτελεί και το τέλος της δικής μου παρέμβασης στην απομυθοποίση της παρούσης κρίσης, θα επιθυμούσα να στοχαστούμε όλοι ξανά στο πλαίσιο την Ιστορίας και όχι σε αυτό του Αναθέματος. Η «δική» μου προσέγγιση αποτελεί αντίλογο όχι στη βία, αλλά στην γλώσσα της βίας, την οποία θεωρώ κοινωνικά επιζήμια και πολιτικά αντιδραστική – ιδιαίτερα αυτή την περίοδο. Ας το προσέξουμε!
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.