Χάνουν τους νέους τα παραδοσιακά Μ.Μ.Ε. ...
Κερδίζει το Διαδίκτυο...
Με βάση πρόσφατη δημοσκόπηση της εταιρείας Κάπα Research στην εφημερίδα «Το Βήμα», η εμπιστοσύνη των νέων τόσο στον έντυπο Τύπο, όσο και -προπαντός- στην Τηλεόραση, είναι ιδιαίτερα χαμηλή. Μόλις 22% για τον Τύπο και
9% για την Τηλεόραση...
Τα ποσοστά αυτά έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την εμπιστοσύνη που δείχνουν οι νέοι στο Διαδίκτυο, όπου τα σχετικά ποσοστά φτάνουν τους επτά στους δέκα.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν μια θεμελιώδη αλλαγή συσχετισμών στον χώρο των Μ.Μ.Ε., η οποία θα επηρεάσει με τρόπο καταλυτικό τόσο τις πολιτικές, όσο και τις κοινωνικές δομές στα επόμενα χρόνια.
Μια ιδιάζουσα πλευρά της συμπεριφοράς αυτής των νέων, είναι ότι δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αφορά στους νέους διαχρονικά, η μια γενικότερη μόνιμη αλλαγή στις κοινωνικές συμπεριφορές. Κοινώς, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι όταν οι νέοι θα μεγαλώσουν, θα αλλάξουν συνήθειες. Αντίθετα από τη μέχρι σήμερα εξέλιξη των πραγμάτων φαίνεται πιθανότερο ότι όχι απλώς θα διατηρήσουν την ίδια συμπεριφορά, αλλά σταδιακά θα επηρεάζουν όλο και περισσότερο τη συμπεριφορά έναντι της Τηλεόρασης και του Τύπου των (συρρικνούμενων ως ποσοστό στο σύνολο του πληθυσμού) μεγαλύτερων ηλικιών.
Η ύπαρξη ή έλλειψη εμπιστοσύνης επίσης δεν επηρεάζει μόνο τη σημερινή χρήση των διαφόρων Μέσων Ενημέρωσης. Επηρεάζει και τη μελλοντική χρήση, καθώς η διαθεσιμότητα του Διαδικτύου και οι ταχύτητές του θα αυξάνονται. Επηρεάζει επίσης και τον βαθμό κοινωνικής επιρροής των Μέσων. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι όσο περνά ο χρόνος και η τεχνολογία εξελίσσεται, το Διαδίκτυο θα μετατρέπει την αυξημένη εμπιστοσύνη σε αυξημένη χρήση και αυξημένη επιρροή.
Πώς όμως θα επηρεάσει τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις το φαινόμενο αυτό;
Η αυξημένη εμπιστοσύνη στο Διαδίκτυο σημαίνει άνοδο μιας διαδραστικής και πολυποίκιλης πηγής πληροφόρησης, στην οποία ακόμα και οι μεγαλύτεροι «παίκτες» έχουν ατομικά μικρό μερίδιο και βρίσκονται υπό διαρκή και δυναμική «επιτήρηση» από την πλευρά των χρηστών. Επίσης σημαίνει τη λειτουργία απόλυτα ανεξέλεγκτων πηγών πληροφόρησης όπου πρωταγωνιστούν οι ίδιοι οι χρήστες (π.χ. Twitter και Facebook).
Σημαίνει επίσης τη δυνατότητα ατόμων ή οργανισμών, που αποτελούν πηγές πληροφόρησης, να έρχονται σε απευθείας επαφή με την κοινή γνώμη, χωρίς την κυρίαρχη μέχρι πρότινος διαμεσολάβηση των παραδοσιακών Μέσων Ενημέρωσης.
Όλα αυτά οδηγούν σε κοινωνίες πιο ανεξάρτητες, πιο κατακερματισμένες, πιο κριτικές και επιφυλακτικές, οι οποίες θα πρέπει να αναζητήσουν εντελώς νέους τρόπους για να διαμορφώσουν κοινωνικές και πολιτικές πλειοψηφίες, οι οποίες να διαρκούν στο χρόνο. Οι παραδοσιακοί τρόποι και μεθοδολογίες (το πρωτοσέλιδο και το παράθυρο δηλαδή), θα αποδίδουν όλο και λιγότερο.
Επίσης οι εξελίξεις αυτές έχουν αντίστοιχες συνέπειες και για τα ίδια τα παραδοσιακά Μέσα, τα οποία πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η ανάκτηση της αξιοπιστίας τους δεν είναι πολυτέλεια, είναι πλέον όρος επιβίωσης. Με δεδομένο τον ανταγωνισμό και την κριτική του Διαδικτύου, ειδικά τα έντυπα Μέσα μπορούν να ανταγωνιστούν μόνο σε ποιότητα περιεχομένου. Χωρίς αξιοπιστία όμως η ποιότητα δεν πρόκειται να αποδώσει. Το αντίστοιχο ισχύει και για την Τηλεόραση. Στην εποχή που οι πάντες κυκλοφορούν με μια κάμερα στο χέρι, το κλειδί είναι η σύνθεση μιας πραγματικής εικόνας που είναι αξιόπιστη και χρήσιμη για τον χρήστη, που κατακλύζεται από έναν ποταμό πληροφοριών.
Μπορούν να τα επιτύχουν αυτά τα παραδοσιακά Μέσα στην Ελλάδα; Με τη σημερινή νοοτροπία και αντίληψη, που συνέβαλλε σημαντικά στη σημερινή κατάσταση της χώρας, αποκλείεται. Αν αλλάξουν ριζικά, ίσως να μπορούν να το καταφέρουν. Για την ώρα κάτι τέτοιο πάντως, δεν φαίνεται ακόμα να συμβαίνει.
9% για την Τηλεόραση...
Τα ποσοστά αυτά έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την εμπιστοσύνη που δείχνουν οι νέοι στο Διαδίκτυο, όπου τα σχετικά ποσοστά φτάνουν τους επτά στους δέκα.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν μια θεμελιώδη αλλαγή συσχετισμών στον χώρο των Μ.Μ.Ε., η οποία θα επηρεάσει με τρόπο καταλυτικό τόσο τις πολιτικές, όσο και τις κοινωνικές δομές στα επόμενα χρόνια.
Μια ιδιάζουσα πλευρά της συμπεριφοράς αυτής των νέων, είναι ότι δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αφορά στους νέους διαχρονικά, η μια γενικότερη μόνιμη αλλαγή στις κοινωνικές συμπεριφορές. Κοινώς, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι όταν οι νέοι θα μεγαλώσουν, θα αλλάξουν συνήθειες. Αντίθετα από τη μέχρι σήμερα εξέλιξη των πραγμάτων φαίνεται πιθανότερο ότι όχι απλώς θα διατηρήσουν την ίδια συμπεριφορά, αλλά σταδιακά θα επηρεάζουν όλο και περισσότερο τη συμπεριφορά έναντι της Τηλεόρασης και του Τύπου των (συρρικνούμενων ως ποσοστό στο σύνολο του πληθυσμού) μεγαλύτερων ηλικιών.
Η ύπαρξη ή έλλειψη εμπιστοσύνης επίσης δεν επηρεάζει μόνο τη σημερινή χρήση των διαφόρων Μέσων Ενημέρωσης. Επηρεάζει και τη μελλοντική χρήση, καθώς η διαθεσιμότητα του Διαδικτύου και οι ταχύτητές του θα αυξάνονται. Επηρεάζει επίσης και τον βαθμό κοινωνικής επιρροής των Μέσων. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι όσο περνά ο χρόνος και η τεχνολογία εξελίσσεται, το Διαδίκτυο θα μετατρέπει την αυξημένη εμπιστοσύνη σε αυξημένη χρήση και αυξημένη επιρροή.
Πώς όμως θα επηρεάσει τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις το φαινόμενο αυτό;
Η αυξημένη εμπιστοσύνη στο Διαδίκτυο σημαίνει άνοδο μιας διαδραστικής και πολυποίκιλης πηγής πληροφόρησης, στην οποία ακόμα και οι μεγαλύτεροι «παίκτες» έχουν ατομικά μικρό μερίδιο και βρίσκονται υπό διαρκή και δυναμική «επιτήρηση» από την πλευρά των χρηστών. Επίσης σημαίνει τη λειτουργία απόλυτα ανεξέλεγκτων πηγών πληροφόρησης όπου πρωταγωνιστούν οι ίδιοι οι χρήστες (π.χ. Twitter και Facebook).
Σημαίνει επίσης τη δυνατότητα ατόμων ή οργανισμών, που αποτελούν πηγές πληροφόρησης, να έρχονται σε απευθείας επαφή με την κοινή γνώμη, χωρίς την κυρίαρχη μέχρι πρότινος διαμεσολάβηση των παραδοσιακών Μέσων Ενημέρωσης.
Όλα αυτά οδηγούν σε κοινωνίες πιο ανεξάρτητες, πιο κατακερματισμένες, πιο κριτικές και επιφυλακτικές, οι οποίες θα πρέπει να αναζητήσουν εντελώς νέους τρόπους για να διαμορφώσουν κοινωνικές και πολιτικές πλειοψηφίες, οι οποίες να διαρκούν στο χρόνο. Οι παραδοσιακοί τρόποι και μεθοδολογίες (το πρωτοσέλιδο και το παράθυρο δηλαδή), θα αποδίδουν όλο και λιγότερο.
Επίσης οι εξελίξεις αυτές έχουν αντίστοιχες συνέπειες και για τα ίδια τα παραδοσιακά Μέσα, τα οποία πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η ανάκτηση της αξιοπιστίας τους δεν είναι πολυτέλεια, είναι πλέον όρος επιβίωσης. Με δεδομένο τον ανταγωνισμό και την κριτική του Διαδικτύου, ειδικά τα έντυπα Μέσα μπορούν να ανταγωνιστούν μόνο σε ποιότητα περιεχομένου. Χωρίς αξιοπιστία όμως η ποιότητα δεν πρόκειται να αποδώσει. Το αντίστοιχο ισχύει και για την Τηλεόραση. Στην εποχή που οι πάντες κυκλοφορούν με μια κάμερα στο χέρι, το κλειδί είναι η σύνθεση μιας πραγματικής εικόνας που είναι αξιόπιστη και χρήσιμη για τον χρήστη, που κατακλύζεται από έναν ποταμό πληροφοριών.
Μπορούν να τα επιτύχουν αυτά τα παραδοσιακά Μέσα στην Ελλάδα; Με τη σημερινή νοοτροπία και αντίληψη, που συνέβαλλε σημαντικά στη σημερινή κατάσταση της χώρας, αποκλείεται. Αν αλλάξουν ριζικά, ίσως να μπορούν να το καταφέρουν. Για την ώρα κάτι τέτοιο πάντως, δεν φαίνεται ακόμα να συμβαίνει.
marketingweek.gr