Είχε βιαστεί στα 17 της και είχε αναγκαστεί να τη δώσει
για υιοθεσία.
Σε ολόκληρη τη ζωή της, στα 94 χρόνια της, η Μίνκα Ντίσμπροου αναζητούσε το κοριτσάκι που είχε δώσει για υιοθεσία όταν ήταν 17 χρονών. Κρατούσε πάντα μία ασπρόμαυρη φωτογραφία με το μωρό, τη μοναδική εικόνα που είχε από τη μικρή της κόρη.
Η ζωή της επιφύλασσε μία πολύ μεγάλη έκπληξη 77 χρόνια μετά, όταν ο εγγονός που δεν ήξερε ότι είχε την αναζήτησε και τη βρήκε το 2006!
Η Μίνκα πέρασε δύσκολα παιδικά κι εφηβικά χρόνια δουλεύοντας σκληρά σε φάρμα στη Νότια Ντακότα. Στα 17 της, το 1928, έπεσε θύμα βιασμού ενώ έκανε πικ νικ με μία φίλη της, με αποτέλεσμα να μείνει έγκυος και να φέρει στον κόσμο ένα κοριτσάκι.
«Δεν ξέραμε τι να κάνουμε, δεν ξέραμε τι να πούμε. κι έτσι δεν είπαμε τίποτα», θυμάται. Γύρισε στη φάρμα και στην καθημερινή σκληρή ζωή της αλλά μήνα με το μήνα το σώμα της άρχισε να αλλάζει. Πιστεύοντας πως τα μωρά τα φέρνει ο... πελαργός, η Μίνκα δεν ήξερε τι της συνέβαινε αλλά η μητέρα της και ο πατριός της την έστειλαν σε έναν ξενώνα για κορίτσια όπου γέννησε τη μικρή Μπέτι Τζέιν. Η καρδιά της τής έλεγε πως ήθελε πολύ αυτό το μωρό αλλά το μυαλό της και η μητέρα της τής είπαν πως δεν μπορούσε να γυρίσει στη φάρμα με ένα μωρό στην αγκαλιά. Έτσι η μικρή δόθηκε σε έναν πάστορα και τη γυναίκα του που ήθελαν να υιοθετήσουν ένα παιδί και η Μίνκα ήλπιζε να της χαρίσουν το σπίτι που εκείνη δεν μπορούσε.
Δεν τους γνώρισε ποτέ ούτε ήξερε τα ονόματά τους. Αλλά μάθαινε τακτικά μέσω της υπηρεσίας υιοθεσιών τα νέα του μωρού. Μέχρι που η διοίκηση του κέντρου άλλαξε και τελικά η Μίνκα έχασε επαφή με το κοριτσάκι.
Η ζωή της προχώρησε. Παντρεύτηκε έναν έμπορο φρούτων κι έκανε άλλα δύο παιδιά. έκανε πολλές διαφορετικές δουλειές και άλλαξε πολλές φορές τόπο κατοικίας- έφτασε μέχρι τη Ρόδο!- και κατέληξε τελικά στην πόλη Σαν Κλεμέντε κοντά στο Σαν Ντιέγκο.
Μία μέρα χτύπησε το τηλέφωνό της κι ένας άνδρας από την Αλαμπάμα άρχισε να τη ρωτά για το παρελθόν της. Εκείνη ενοχλήθηκε αλλά άφωνη τον άκουσε να τη ρωτά αν θέλει να μιλήσει στην Μπέτι Τζέιν!
Το όνομά της ήταν πλέον Ρουθ Λι. Είχε μεγαλώσει από τον πάστορα και τη γυναίκα του που την είχαν υιοθετήσει, είχε παντρευτεί και είχε έξι παιδιά, ένα από τα οποία είχε τηλεφωνήσει στη... γιαγιά του!
Παρότι η Ρουθ ήξερε σε όλη τη ζωή της πως ήταν υιοθετημένη, η αναζήτηση της βιολογικής της μητέρας άρχισε στα εβδομήντα της χρόνια, όταν εμφάνισε καρδιακά προβλήματα και οι γιατροί ζήτησαν το ιστορικό της οικογένειάς της. Τότε ο γιος της αποφάσισε να ψάξει τη γυναίκα που είχε φέρει τη μητέρα του στον κόσμο.
Ένα μήνα αργότερα μάνα και κόρη αγκαλιάζονταν και πάλι για πρώτη φορά έπειτα από 77 χρόνια.