Μετά τις συνεχόμενες σεισμικές δονήσεις των προηγούμενων ημερών ανάμεσα σε Κρήτη και Σαντορίνη, ολόκληρη η επιστημονική κοινότητα έχει κινητοποιηθεί ώστε να δει τι ακριβώς συμβαίνει με το φαινόμενο που έχει κάνει έντονη την παρουσία του, με σεισμούς που ξεπερνούν τα 3 Ρίχτερ.
Παρόλο που η πλειοψηφία των επιστημόνων είναι καθησυχαστική και δηλώνει πως δεν συντρέχει ιδιαίτερος λόγος ανησυχίας, όλοι τους παρακολουθούν από κοντά το ηφαίστειο, όχι γιατί φοβούνται κάποια έκρηξη του, αλλά επειδή τους προβληματίζουν αρκετά οι σεισμικές δονήσεις.
Μιλώντας στην «Espresso», λένε πως η περίοδος ηρεμίας του ηφαίστειο έφτασε στο τέλος της τις αρχές του 2011 .Ωστόσο τονίζουν πως αυτό δεν είναι κάτι που εγκυμονεί κινδύνους.
Συγκεκριμένα, η Michelle Parks, γεωλόγος του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, σημειώνει πως «κάτι σημαντικό συμβαίνει. Το δείχνουν οι μεταβολές στη θερμοκρασία του νερού και η αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα. Υπάρχει ηφαιστειακή δραστηριότητα. Ενδεχομένως υπάρχει ενεργοποίηση του ηφαιστείου σε βάθος. Ωστόσο ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους είναι οι τοπικοί σεισμοί. Το ηφαίστειο δεν έχει τη δύναμη να δώσει έκρηξη. Αλλά οι σεισμοί ειδικά από την πλευρά της καλντέρας, μπορούν να προκαλέσουν ζημιές».
Την ίδια ανησυχία για τους τοπικούς σεισμούς τρέφει και ο δρ Γεράσιμος Παπαδόπουλος που τόνισε πως «έχει ανιχνευτεί μια αλλαγή από αργή σε ταχεία άνοδο, ένα είδος καθίζησης που συμπίπτει με την έναρξη ενός σμήνους σεισμών σε μια ακτίνα 15 χλμ. από το βόρειο τμήμα της καλντέρας».
Οι καθηγητές Μιχάλης Φυτίκας και Κώστας Παπαζάχος από την άλλη, λένε πως «δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας». Τόνισαν ωστόσο πως «πρέπει να συνεχιστεί η παρακολούθηση του ηφαιστείου, με περισσότερους σεισμογράφους και επιστημονικά όργανα, ώστε να υπάρξει έγκαιρη προειδοποίηση αν κάτι αλλάξει στο μέλλον».
Τέλος, ο Ευθύμιος Λέκκας, καθηγητής του Τμήματος Γεωλογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ξεκαθαρίζει πως «δεν υπάρχει ιδιαίτερος φόβος για το άμεσο μέλλον για μεγάλη σεισμική δόνηση στη Σαντορίνη. Υπάρχει όμως κάποια δραστηριότητα την οποία και παρακολουθούν τα ελληνικά σεισμολογικά ινστιτούτα».