Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2012


Τέρμα τα δίφραγκα και οι κριτικές, εμπρός για εκλογές!...

Του Δημήτρη Α. Γιαννακόπουλου  (press-gr)

Κριτική κάνεις όσο υπάρχουν «δίφραγκα», όσο υπάρχει προορισμός, όσο υπάρχουν στόχοι και πρόγραμμα, όσο βλέπεις να αναπτύσσεται μια συγκεκριμένη στρατηγική. Όσο πιθανολογείς και ελπίζεις ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν όλα αυτά στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής αλλαγής ενός τελματωμένου πελατειακού κράτους. Αν τίποτε από αυτά δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, με γνώμονα την πρόοδο και...

ευημερία μιας κοινωνίας, τότε η κριτική είναι πόρνη που εκδίδεται στο πεζοδρόμιο της συμφοράς. Δεν με συμφέρει η καταστροφή της ελληνικής κοινωνίας και από τη στιγμή που δεν μπορώ να συμβάλω στην αναδημιουργία της, δίχως προηγουμένως να την δω να γίνεται στάχτη, δεν έχω λόγο να αναλύω κριτικά τα φαινόμενα της απόλυτης παρακμής. Τουλάχιστον στο διαδίκτυο. Στο επίπεδο των επιστημών και της συστηματοποίησης της γνώσης που θα μπορούσε να προκύψει από τη μεθοδολογική διερεύνηση και μελέτη αυτών, επ' ωφελεία των επόμενων γενεών όλου του κόσμου, είναι προφανώς άλλο ζήτημα. Αυτή είναι η απάντηση προς τους ελάχιστους φίλους που κατέκριναν την πρόθεση μου να σιωπήσω αυτή την περίοδο της…κοινωνικής τρέλας και της πολιτικής προστυχιάς! Με εντυπωσίασε θετικά η «κατανόηση» της στάσης μου από τους περισσότερους, στο βαθμό που δεν αποτελούσε ασφαλώς έκφραση αδιαφορίας ή ανακούφισης.
Κριτική - στην περίπτωση μας - κάνεις είτε για να βελτιωθεί η λειτουργία, είτε για να μεταβληθεί η δομή, που συμβάλει στην παραγωγή πολιτικών φαινομένων. Συνήθως τα πράγματα όμως είναι πιο σύνθετα στο πλαίσιο του κριτικού σχολιασμού, καθώς η λειτουργία μόνον δογματικά ή καθαρά θετικιστικά (οικονομιστικά) θα μπορούσε να διακριθεί από την δομή στην οποία εντάσσεται. Όπως έγινε φανερό, μέσω της δικής μου κριτικής ανάλυσης, η μελέτη της λειτουργίας (εκφράσεις και πολιτικές της αγοράς, επιλογές και τακτικές του πολιτικού συστήματος, κυβερνητικές αποφάσεις, διεθνείς σχέσεις, πρωτοβουλίες εντός της ΕΕ, λειτουργία των κομμάτων κλπ.), είναι κρίσιμο μέγεθος στο βαθμό που ενσωματώνει (αποκρυσταλλώνουν) μικροδομές εξουσίας και ισχύος, που αποτελούν συστημικό (systemic), τμήμα της γενικότερης δομής, που είναι το σύγχρονο κεφαλαιοκρατικό κράτος ή ο σημερινός μεταβιομηχανικός καπιταλισμός.
Έχει σημασία, στο σημείο που βρισκόμαστε ως χώρα και κοινωνία, μια τέτοια κριτική; Ίσως, αλλά αποκλειστικά στο βαθμό που συνδυαζόταν ή απλώς συνοδευόταν από μια στρατηγική εμπέδωσης μιας εναλλακτικής ηγεμονίας στην Ελλάδα, όπως επανειλημμένα επιχείρησα να εξηγήσω. Σε άλλη περίπτωση θα ήταν είτε μια άστοχη «φιλολογία» της κρίσης, είτε στρατευμένη δημοσιογραφία, είτε δραματουργία σε ένα σκηνικό παραπλάνησης του αποδέκτη. Εμείς όμως είχαμε στόχο να διεισδύσουμε και να αποκαλύψουμε τα δίχτυα των σημαντικών σχέσεων (significant relationships), που αναπαράγουν το πολιτικό φαινόμενο στην Ελλάδα και το συνδέουν με τις διεθνείς πολιτικές και σχέσεις εντός της ΕΕ, αποκαλύπτοντας το ιδεολογικό και πρακτικό καθεστώς που διευθύνει τον μηχανισμό, ο οποίος δίνει νόημα στις κυβερνητικές, κοινωνικές, οικονομικές ή ατομικές συμπεριφορές. Πρόκειται για το μονοπώλιο της εξουσίας. Έτσι, εστιάσαμε ιδιαίτερα στον μηχανισμό της διαπλοκής και στα επικοινωνιακά μοτίβα που αυτός ορίζει, στο πλαίσιο της κουλτούρας μέσω της οποίας τόσο οι πολίτες, όσο και (κυρίως) οι συλλογικοί φορείς πολιτικής ισχύος αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.
Και γιατί όλα αυτά; Μα, για να προσδώσει η κριτική μας πολιτική δυναμική στις πραγματικά προοδευτικές δυνάμεις. Σε εκείνους που επιθυμούσαν να μην καταστραφεί η κοινωνία και να διαλυθεί το κράτος στη φάση ενός τυφλού νεοφιλελευθέρου μετασχηματισμού, όπου μας οδήγησε (εγκλώβισε) το καιροσκοπικό καθεστώς της Ελλάδας, για να διασώσει τα προνόμιά του και να διαιωνίσει την κυριαρχία του ως εντολοδόχος των νέων προστάτιδων δυνάμεων της χώρας. Όλα αυτά είχαν νόημα στο βαθμό που δεν θα φτάναμε στο σημείο, όπου οι κυβερνήτες σαν τον εισπράκτορα των παλιών αστικών λεωφορείων, θα φώναζαν: «τέρμα τα δίφραγκα», δηλαδή, εδώ αποβιβάζονται όσοι πλήρωσαν για την διαδρομή μέχρι εδώ. Όποιος θέλει να συνεχίσει θα πρέπει να καταβάλει άλλο ένα δίφραγκο. Εντάξει, αλλά τι γίνεται με αυτούς που θέλουν να συνεχίσουν, αλλά δεν έχουν τις δύο δραχμές; Μα, τι λέμε τώρα! Ο ρεαλισμός επιτάσσει είτε να δανειστούν το ποσό για να το καταβάλουν στον εισπράκτορα, είτε να κατέβουν από το όχημα (ευρωζώνη, καθημερινότητα, επιχειρηματικότητα κλπ.). Και όσοι δεν μπορούν να δανειστούν τι θα κάνουν; Θα μείνουν στη στάση να κοιτούν τα λεωφορεία να φεύγουν, μέχρι να πέσουν λιπόθυμοι στο πεζοδρόμιο ή ας κάνουν …χαρακίρι, διδάσκει το καθεστώς των πολιτικάντηδων που μεταμορφώθηκε ξαφνικά σε καθεστώς τεχνοκρατών. Άλλη λύση δεν υπάρχει: «τέρμα τα δίφραγκα», καθώς τα ψέματα περί ισχυρής Ελλάδας και περί χωρών-μελών της ευρωζώνης που δεν πτωχεύουν τελείωσαν. Τώρα αρχίζουν οι απειλές, τα τελεσίγραφα και οι τσαμπουκάδες από τον «εισπράκτορα». Άντε τώρα να κάνεις κριτική, δίχως να αρχίσει ή επανάληψη όσων μέχρι τώρα εξιστόρησες και εναγωνίως επισήμανες!
Όχι, ας μην δώσουμε τη διάσταση της φάρσας στην πενταετή διαδικτυακή επικοινωνία μας! Ας σώσουμε τουλάχιστον το επίπεδό της, καθώς οι προοδευτικές-κοινωνικές δυνάμεις που δήθεν δεν «μασάνε» από απειλές και τελεσίγραφα, μοιάζει να αντεπιτίθενται με αντίστοιχα «μέσα» του λόγου, δίχως όμως …μέσα πρακτικής πολιτικής και στρατηγική. Τα τελευταία τα κατασκευάζεις στη κοινωνία, μέσω της κριτικής ανάλυσης και μέσω μιας ευέλικτης πολιτικής στάσης συνεργασιών πολιτικών φορέων και με μεθοδολογία συμπόρευσης κοινωνικών στρωμάτων που μετατρέπονται ταχύτατα σε μια κοινή τάξη, ως αποτέλεσμα της κρίσης: την τάξη των αποκλεισμένων. Αναφέρομαι στους ανέργους, στους εργάτες, στους φτωχούς αγρότες, στους νέους επιστήμονες, στους φτωχούς μισθοσυντήρητους, στους απελπισμένους μικροεπιχειρηματίες και έντιμους επιτηδευματίες που γονατίζουν μπροστά στην δομική ύφεση. Όλοι αυτοί έχουν λόγους να συμπράξουν για να απαντήσουν στην επίθεση των διαπλεκομένων και των ύπουλων Συγκυβερνόντων, οι οποίοι δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να μεταφέρουν στην ελληνική κοινωνία τους εκβιασμούς «συμμόρφωσης στο αδιέξοδο», που με απίθανο θράσος, ιδεολογικές παρωπίδες μηχανιστικού τύπου και επιπολαιότητα ορίζουν το ΔΝΤ και το χρηματοπιστωτικό λόμπυ που βρίσκεται από πίσω του καθώς και η βιομηχανική ελίτ της ΕΕ.
Η συνεννόηση και πολιτική σύμπραξη ιδεολογικά διακριτών κοινωνικών ομάδων, θα μπορούσε να δώσει δημοκρατική λύση στο αδιέξοδο της αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους και της επιχειρούμενης επιβολής μιας κατάφορα αντεθνικής και αντικοινωνικής δανειακής σύμβασης στο κοινωνικό σώμα. Και τούτο προϋποθέτει την άμεση προσφυγή σε γενικές εκλογές, προτού το χρεοστάσιο αποκτήσει αυξημένη θεσμική ισχύ, διαστρέφοντας ασφαλώς το σύνταγμα. Αυτή η βουλή δεν νομιμοποιείται να κυρώσει καμία απολύτως νέα δανειακή σύμβαση, από τη στιγμή κατά την οποία πρόκειται να διαλυθεί αμέσως μετά. Όπως είναι έξω από οποιαδήποτε δημοκρατική ηθική η λάθρα επιχειρούμενη αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους, όχι από την χώρα μας (με πρωτοβουλία της χώρας μας), αλλά μετά από (την μεταξύ τους) συμφωνία των ιδιωτών και κρατικών ή υπερκρατικών δανειστών της χώρας. Φτάσαμε ακόμα και η αναδιάρθρωση μετά από δύο χρόνια παραπλάνησης και κερδοσκοπίας με το ελληνικό χρέος, να μας επιβάλλεται αντί να την έχουμε αναζητήσει εμείς ως προϋπόθεση για την ένταξη σε οποιονδήποτε μηχανισμό της ΕΕ!! Αυτό δεν είναι αναδιαπραγμάτευση του δημόσιου χρέους ενός ανεξάρτητου κράτους, αλλά μιας υποτελούς πολιτείας που έχει απεμπολήσει το δικαίωμα άσκησης της κυριαρχίας της, προσβάλλοντας ασφαλώς κατάφωρα την έννοια της λαϊκής κυριαρχίας. Στο σημείο αυτό καλό είναι να αφήσουμε τα «παραπλανητικά», κατανοώντας, ότι άλλο είναι η υποχώρηση της λαϊκής κυριαρχίας σε θεσμικό επίπεδο λόγω της ένταξης της χώρας μας σε υπερεθνικές δομές και εντελώς διαφορετικό η απεμπολή δικαιωμάτων που παραμένουν αναπαλλοτρίωτα στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς οικονομικής πρακτικής.
Αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους δεν έκανε ποτέ κανείς μετά από συμφωνία των δανειστών μεταξύ τους, την οποία να καλείται να αποδεχθεί το κράτος που χρεοκοπεί και μάλιστα ως δήθεν δώρο για να αντισταθμιστεί η στρατηγική εσωτερικής υποτίμησης, ώστε θεωρητικά μετά από μία δεκαετία το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ να φτάσει στο ύψος που είχε πριν την δήλωση αδυναμίας δανεισμού από την κυβέρνηση της χώρα μας. Δεν έχει τόσο σημασία το τελευταίο, το οικονομικό μέρος που ούτως ή άλλως είναι αυθαίρετο, το κρίσιμο είναι η διαδικασία που ακολουθείται. Η Ελλάδα έχει πάψει να συμπεριφέρεται ως κυρίαρχο κράτος και είναι απόλυτη χυδαιότητα να θεωρεί κανείς ότι αυτό είναι το φυσιολογικό αποτέλεσμα κάθε «χρεωμένου». Το ελληνικό κράτος δεν είναι ιδιώτης, αλλά συμπεριφέρεται σαν ιδιώτης, ακυρώνοντας μαζοχιστικά την ύπαρξη του. Νομικά προκύπτει ένα τεράστιο ζήτημα και πολιτικά ένα μεγαλύτερο: Η Ελλάδα πρώτα διολίσθησε σε χώρα υπό καθεστώς υποτέλειας με την ένταξη της στον ατομικό μηχανισμό - μέσω του άμεσου κρατικού δανεισμού από χώρες της ευρωζώνης – ενώ τώρα το διευθυντήριο της ευρωζώνης παζαρεύει με τους τραπεζίτες την μεταφορά της κυριαρχίας της χώρας για τα επόμενα χρόνια. Δηλαδή ενόψει το νέου χρεοστασίου η κυριαρχία της Ελλάδας διαμοιράζεται μεταξύ του τραπεζικού συστήματος και των θεσμικών και παραθεσμικών κέντρων των αποφάσεων της ΕΕ. Και τούτο γίνεται ΚΑΤ’ ΕΞΑΙΡΕΣΗ και με πραξικοπηματική διαδικασία που στηρίζεται σε ένα καθεστώς εκτάκτου ανάγκης που ισοδυναμεί με καθεστώς πολιορκίας.
Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΛΑΟΣ, παραδίδουν την χώρα στο χρηματοπιστωτικό λόμπυ και στους Γερμανούς με τους Κεντροευρωπαίους συμμάχους τους. Αυτό καταδηλώνει σοβαρή εκτροπή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Τέτοιο δικαίωμα δεν θα είχαν ακόμη και αν είχαμε χάσει πόλεμο. Πόσο μάλλον που καταλήξαμε σε αυτή την διαδικασία μετά από διαρκείς διολισθήσεις, και αφού πρώτα διεξήχθησαν εκλογές με πλαστά στοιχεία, παραπλανητικά δήθεν προγράμματα και πασιφανή εξαπάτηση του εκλογικού σώματος. Η μορφή του εκλογικού σώματος που ανέδειξε την παρούσα βουλή, είναι εύλογο ότι δεν έχει καμία σχέση με την τρέχουσα, καθώς η πραγματικότητα τότε ήταν απολύτως διαφορετική από την σημερινή. Ενώ την κύρια ευθηνή στην εξαπάτηση και σε όσα ακολούθησαν με τα μνημόνια και τα χρεοστάσια φέρει η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, την κύρια ευθύνη για την παράδοση της χώρας για την επόμενη δεκαετία (τουλάχιστον) φέρει η ηγεσία της ΝΔ. Ο κ. Σαμαράς αποδείχθηκε εξίσου δόλιος με τον κ. Παπανδρέου. Φαίνεται ότι δεν τον ενδιαφέρει να κυβερνήσει, αλλά να αναλάβει την διαχείριση μιας υποτελούς χώρας (vessel state). Δικαίωμά του οι επιθυμίες του, αλλά όχι η πρακτική που ακολουθεί.
Εδώ πλέον ο λόγος περνά στον λαό. Μόνον αυτός μπορεί να επιβάλει εκλογές ακυρώνοντας την συμφωνία του πολιτικού υποκόσμου που καμώνεται ότι πολιτεύεται στο πλαίσιο της «Συμφωνίας (των) Κυρίων» Παπαδήμου, Παπανδρεόυ, Σαμαρά, Καρατζαφέρη. Ακριβολογώ χαρακτηρίζοντάς τους πολιτικό υπόκοσμο, καθώς ο πολιτικός κόσμος κυβερνά με λαϊκά σύμφωνα και όχι παραβιάζοντας κάθε έννοια δημοκρατικού πολιτεύματος. Στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα διότι τα οικονομικά ατυχήματα αντιμετωπίζονται πολιτικά μέσω της πολιτικής συμμετοχής. Τα οικονομικά αδιέξοδα δεν μετατρέπονται σε πολιτικά από την στιγμή που παρεμβαίνει ο μηχανισμός των γενικών εκλογών. Στην Ελλάδα σήμερα η οικονομική κατάρρευση ακολουθείται από ένα πολιτικό αδιέξοδο και αυτό με τεράστια ευθύνη του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος και των διαπλεκομένων. Τι κάνετε τέλος πάντων εδώ; Οδηγείτε την χώρα στην ανωμαλία για να επιβιώσει όπως-όπως ένα ελεεινό πελατειακό καθεστώς και ένα κομματικό σύστημα απόλυτα εξευτελισμένο διεθνώς, έχοντας στην πλάτη σωρεία σκανδάλων; Μετατρέπετε την χρεοκοπία που προκαλέσατε και αυτή σε σκάνδαλο: στο μεγαλύτερο σκάνδαλο όλων των εποχών της νεότερης ελληνικής ιστορίας; Δεν αντιλαμβάνεστε ότι είναι τεράστιο πολιτικό σκάνδαλο να διαπραγματεύεστε δήθεν την αναδιάρθρωση και το νέο πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης, όλοι εσείς που δεν είχατε την πολιτική αρετή να αποφύγετε την πτώχευση ή αργότερα να κάνετε την αναδιάρθρωση ορθόδοξα και επ’ ωφελεία του ελληνικού λαού και όχι των τραπεζιτών και των χρηματιστών; Άραγε πόσο μεγαλύτερο σκάνδαλο από αυτό προετοιμάζεστε να διαπράξετε εντός του κοινοβουλίου; Θα μπορούσε ποτέ μία βουλή που εξελέγη με το σύνθημα «λεφτά υπάρχουν», να παραδώσει την χώρα και τον ορισμό του εθνικού συμφέροντος στους δανειστές της, αφού πρώτα τους μετέτρεψε σε επικυρίαρχους; Αυτό το πολιτικό έγκλημα είναι δυνατόν να πιστεύει κανείς ότι δεν θα έρθει στιγμή που θα αναζητήσει φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς; Γιατί οδηγείτε τα πράγματα στα άκρα; Γιατί τόση ανευθυνότητα;
Τώρα δεν υπάρχει πλέον κανένα περιθώριο. Ή ο λαός δηλώνει την αποφασιστικότητά του να περιφρουρήσει την λαϊκή κυριαρχία, απαιτώντας να προηγηθούν εκλογές της απόφασης για τη νέα δανειακή σύμβαση και την αναδιάρθρωση, που πολύ κακώς ξεκίνησε όπως ξεκίνησε και συνδέθηκε απολύτως με την μορφή της εσωτερικής υποτίμησης και υποβάθμισης των αξιών στην χώρα, ή θα σκύψουμε το κεφάλι και θα υποστούμε τον εξευτελισμό από όσους ορίζουν την σημασία του «τέρμα τα δίφραγκα». Μήπως ήρθε η ώρα του ελληνικού λαού να επαναορίσει την σημασία αυτής της φράσης, λέγοντας «τέρμα τα δίφραγκα» σε όσους λάθρα επιβαίνουν και μάλιστα σοφάρουν το «λεωφορείο» που φέρει την ταμπέλα Ελληνική Δημοκρατία; Σε κάθε περίπτωση, η κριτική στο πλαίσιο αυτό αισθάνεται άβολα. Ασκήθηκε από τον γράφοντα για να επηρεάσει αυτούς οι οποίοι θα μπορούσαν θεωρητικά να δράσουν για να διαμορφώσουν συνθήκες εναλλακτικής ηγεμονίας στον τόπο, ώστε να αναπτυχθεί ένα ρεύμα εκδημοκρατισμού και ριζικής παραγωγικής αναδιάρθρωσης. Από την στιγμή που αυτοί στην πλειονότητά τους δεν δείχνουν ικανοί να δώσουν πολιτική διάσταση με πρακτικό τρόπο στις παρατηρήσεις του γράφοντα σε ο, τι αφορά στόχους, πρόγραμμα και στρατηγική για μία αυτόνομη προοδευτική διακυβέρνηση – την οποία όρισα με πολλές δεκάδες διαδικτυακά σημειώματα – ας αναλάβει ο λαός να τους πείσει επί του πρακτέου. Τώρα που η κριτική τελειώνει μαζί με τα δίφραγκα, ήρθε η ώρα του λαού να κρίνει αν θα συνεχίσει να διαβιεί λάθρα και υποκριτικά ή αν θα αναζητήσει εκ νέου την εθνική αξιοπρέπεια παράλληλα με ένα νέο καθεστώς, που αν μη τι άλλο θα γεννά την ελπίδα ότι η ισότητα και η ελευθερία, όπως και η ευημερία, δεν αποτελούν δανεικό όνειρο.