Ποσό τουλάχιστον 430 εκατ. ευρώ τον χρόνο εξασφαλίζει, για τη συνέχιση των προγραμμάτων των ήδη καταργηθέντων Οργανισμών Εργατικής Κατοικίας και Εργατικής Εστίας, η εισφορά (1,35%) των μισθωτών.
Παρά την κατάργηση της εργοδοτικής εισφοράς (1,10%) υπέρ ΟΕΚ και ΟΕΕ, η εργατική συμμετοχή θα διατηρηθεί και θα συνεχίσει να επιδοτεί τα κατασκευαστικά προγράμματα του ΟΕΚ και τη λειτουργία των βρεφονηπιακών σταθμών της Εστίας. Ηδη το κατασκευαστικό πρόγραμμα που είναι σε εξέλιξη έχει προϋπολογισμό περίπου 370 εκατ. ευρώ και θεωρείται βέβαιο ότι δεν θα αντιμετωπίσει πρόβλημα υλοποίησης με το κλείσιμο των δύο οργανισμών.
Σε αυτή τη συμφωνία διατήρησης της εργατικής εισφοράς και δημιουργίας ενός νέου ενδιάμεσου φορέα διαχείρισης του πόρου, στον οποίο θα μεταβιβάσουν τα κοινωνικά προγράμματα, κατέληξαν υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και ΓΣΕΕ. Ο κ. Γ. Κουτρουμάνης υποστηρίζει ότι με αυτόν τον τρόπο δεν πρόκειται να μειωθούν περαιτέρω παροχές των οργανισμών προς τους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους του ΙΚΑ. Στην πραγματικότητα, η μείωση της εισφοράς των εργοδοτών θα πλήξει περισσότερο το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και λιγότερο του δύο οργανισμούς για τους οποίους είχε συμφωνηθεί συγχώνευση προ εξαμήνου. Αλλωστε μέχρι σήμερα, από το σύνολο (2,45%) της εισφοράς υπέρ ΟΕΚ και ΟΕΕ, ποσοστό 1,10% απορροφούσε το ΙΚΑ.
Το πρόβλημα που ανακύπτει με το κλείσιμο των δύο φορέων βρίσκεται αλλού: στο εάν θα διατηρηθούν οι 1.350 θέσεις εργασίας. Από αυτές εκτιμάται ότι οι μόνες απόλυτα διασφαλισμένες είναι οι 300 των βρεφονηπιαγωγών, ενώ από τους 700 εργαζομένους του ΟΕΚ το 50% είναι μηχανικοί. Πάντως, το υπουργείο εκτιμά ότι δεν θα απαιτηθούν διοικητικές παρεμβάσεις και η όποια μείωση θα γίνει στο πλαίσιο της ανειλημμένης υποχρέωσης (νέο Μνημόνιο) για μείωση των δημοσίων υπαλλήλων κατά 15.000 άτομα, αφού προηγηθεί διαδικασία αξιολόγησης.
Ωστόσο, οι σοβαρότερες δυσκολίες δεν θα είναι η κατάργηση του ΟΕΚ και του ΟΕΕ αλλά η υλοποίηση των εργασιακών ρυθμίσεων και η προετοιμασία νέας ασφαλιστικής παρέμβασης (κύρια σύνταξη), βάσει των διατάξεων του νέου Μνημονίου.
Κατ’ αρχάς, ως προς την εφαρμογή των νέων εργασιακών (μείωση 22% στους μισθούς που ορίζονται από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, 32% μείωση στα κατώτατα όρια για νέους έως 25 ετών, απόσπαση από τους κοινωνικούς εταίρους της αρμοδιότητας που έχουν για την υπογραφή της ΕΓΣΣΕ, αναστολή των μισθολογικών ωριμάνσεων, μείωση του χρόνου μετενέργειας των συμβάσεων στους 3 μήνες) ως χρόνος έναρξης ορίζεται η 1η Μαρτίου του 2012. Οι νομικές υπηρεσίες του υπουργείου εκτιμούν ότι εκείνη η διάταξη του Μνημονίου, που δίδει περιθώριο ολοκλήρωσης του κοινωνικού διαλόγου μέχρι και τα τέλη Φεβρουαρίου, μεταθέτει ουσιαστικά και την έναρξη υλοποίησης των άλλων εργατικών διατάξεων για τον επόμενο μήνα.
Για τις τροποποιήσεις που ψήφισε η Βουλή αλλάζοντας θεμελιώδεις αρχές των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, δεν προβλέπεται σχέδιο νόμου. Η κυβέρνηση θα περιοριστεί στην εφαρμογή τους με επικείμενη πράξη του υπουργικού συμβουλίου. Ωστόσο, την ίδια ώρα, κι ενώ πολλά ζητήματα παραμένουν ακόμη ασαφή (επί παραδείγματι, ποια διασφάλιση υπάρχει ότι με τη μετάβαση στον βασικό μισθό μετά το τέλος του χρόνου μετενέργειας δεν θα μειωθούν οι αμοιβές κάτω και από τα επίπεδα της προηγούμενης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας;), στην αγορά εργασίας υπάρχει ήδη μεγάλη αναστάτωση σε σχέση με το τι και πότε θα εφαρμοστούν οι διατάξεις. Τόσο το Κέντρο Πληροφόρησης της ΓΣΕΕ (ΚΕΠΕΑ) όσο και τα νομικά γραφεία έχουν κατακλυστεί με ερωτήματα σχετικά με τη νομιμότητα ή μη των προειδοποιήσεων που έχουν ξεκινήσει σε πολλές επιχειρήσεις για μειώσεις μισθών 20% και άνω.
Μετατάξεις
Καταγγελίες για περίεργες μετατάξεις διατύπωσε ο αρμόδιος για θέματα εργασίας της Ν.Δ. Ν. Νικολόπουλος.
Σε ανακοίνωσή του αναφέρει ότι «σε συγκεκριμένο γραφείο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Ασφάλισης γίνονται αιτήσεις για μετατάξεις από τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας και τον Οργανισμό Εργατικής Εστίας σε ασφαλείς προορισμούς ώστε οι “κομματικά ημέτεροι” να αποφύγουν τυχόν απολύσεις μετά την κατάργηση των οργανισμών αυτών».