Σταύρος Λυγερός
Οι «πράσινοι» θεωρούν ότι η προφυλάκιση του Τσοχατζόπουλου εν μέσω προεκλογικής περιόδου προκαλεί πολιτικές εντυπώσεις σε βάρος του ΠΑΣΟΚ. Πιθανόν να έχουν κάποιο δίκιο, αλλά μόνο φανατικοί ισχυρίζονται ότι η... διαφθορά έχει κομματικό χρώμα. Μακάρι να ήταν έτσι. Το πρόβλημα θα ήταν ευεπίλυτο. Το γεγονός ότι έχουν προκύψει στοιχεία για τους Τσοχατζόπουλο, Τσουκάτο και Μαντέλη, όμως, δεν σημαίνει ότι το μαύρο πολιτικό χρήμα είναι υπόθεση αποκλειστικά του ΠΑΣΟΚ. Η διαφθορά και η διαπλοκή αφορούν και τα δύο κόμματα εξουσίας.
Οι μεγάλες εταιρείες που εξασφαλίζουν χρυσοφόρες συμβάσεις με το Δημόσιο δεν έχουν πολιτικές συμπάθειες. Χρηματοδοτούν κόμματα και πολιτικούς με επιρροή, που μπορούν να τους φανούν χρήσιμοι. Και βεβαίως λαδώνουν υπουργούς και υπηρεσιακούς παράγοντες, που βάζουν υπογραφή. Οι πολίτες δεν έχουν αυταπάτες και γι’ αυτό -συχνά ισοπεδωτικά- κατηγορούν σύσσωμο το κομματικό σύστημα. Ακόμα και φανατικοί ψηφοφόροι των δύο κομμάτων εξουσίας έχουν πάψει να πιστεύουν ότι οι διεφθαρμένοι βρίσκονται στο αντίπαλο και όχι στο δικό τους κόμμα. Γι’ αυτό και είναι θλιβερή η μετατροπή της κάθαρσης σε αντικείμενο κομματικού καβγά.
Η αλήθεια είναι ότι οι αρμοί του κομματικού συστήματος ακόμα και τώρα λειτουργούν σαν θερμοκήπιο για την ανάπτυξη αυτών των φαινομένων. Και οι δύο πολιτικές «φυλές» υπέκυπταν στα ίδια νεοπλουτίστικα κοινωνικά πρότυπα και στην ίδια ελαστική αντίληψη για την ηθική. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που αρκετά στελέχη τους εμφάνιζαν την ίδια ροπή προς την αρπαχτή. Πρωθυπουργοί και υπουργοί είχαν γενικά την τάση να ανέχονται την οσμή της διαφθοράς για λόγους αφενός διατήρησης του κομματικού στρατού και αφετέρου πελατειακών σχέσεων. Και όποτε έπρεπε να συγκαλύψουν χρησιμοποιούσαν εμμέσως τα ερείσματά τους στη Δικαιοσύνη. Εάν σήμερα οι πολιτικές ηγεσίες δείχνουν να έχουν αλλάξει κάπως στάση, αυτό οφείλεται στην εξωτερική πίεση της κοινής γνώμης και όχι σε μηχανισμό αυτοκάθαρσης. Συνειδητοποίησαν με καθυστέρηση ότι εάν δεν μπουν φυλακή ορισμένες κραυγαλέες περιπτώσεις, θα συμπαρασυρθούν και οι ίδιοι.
Είναι κοινό μυστικό ότι κομματικά ταμεία, αλλά και πρωτοκλασάτοι πολιτικοί ήταν από τους μεγάλους διακινητές μαύρου πολιτικού χρήματος. Προτιμούσαν τις σακούλες, επειδή έχουν το πλεονέκτημα ότι δεν αφήνουν ίχνη, όπως οι συναλλαγές μέσω του τραπεζικού συστήματος. Περιττό να αναφέρουμε ότι η πολιτεία δεν πραγματοποίησε ποτέ έρευνα για τη ροή πολιτικού χρήματος. Είναι άγραφος, αλλά πολύ ισχυρός κανόνας τα οικονομικά των κομμάτων και των πολιτικών να αντιμετωπίζονται από τις ελεγκτικές αρχές σαν ιερές αγελάδες. Δεν είναι τυχαίο ότι κραυγαλέα σκάνδαλα αποκαλύφθηκαν από έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στο εξωτερικό και όχι στο εσωτερικό. Η ελληνική Δικαιοσύνη εμποδίζεται από τον νόμο περί ευθύνης υπουργών, αλλά, υπενθυμίζουμε, ακόμα και όταν τα στοιχεία για το σκάνδαλο Siemens της είχαν έρθει στο πιάτο είχε δείξει απροθυμία να τα αξιοποιήσει. Ας ελπίσουμε ότι η υπόθεση Τσοχατζόπουλου θα είναι μόνο η αρχή.