Η παρατήρηση της εμπειρίας των αναπτυγμένων χώρων, στις οποίες συνέβησαν μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές και οι σχετικές μελέτες πολιτικής συμπεριφοράς έχουν αποτυπώσει εδώ και χρόνια συγκεκριμένους δείκτες κρίσης. Ας δούμε ποιοι είναι οι δείκτες αυτοί:
Η πόλωση πολιτών και εκλογικού σώματος. Την ώρα που η επίλυση των επειγόντων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Ελλάδα υποχρεώνει τους πάντες να βρουν σημεία προσέγγισης και να συνεργαστούν, στη χώρα μας συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Οι διαφορές υπογραμμίζονται, οι διαχωριστικές γραμμές επαναχαράσσονται, τα χάσματα διευρύνονται: μνημονιακοί και αντιμνημονιακοί, ευρωλάτρες και δραχμολάγνοι, πατριώτες και προδότες, μεταρρυθμιστές και οπισθοδρομικοί. Οι αυξανόμενοι υψηλοί τόνοι επιβεβαιώνουν ότι η πόλωση είναι γενικευμένη. Υπάρχει όμως και μια άλλη πόλωση: η σύγκρουση ανάμεσα σε όσους θέλουν τις αλλαγές και σε όσους δεν τις θέλουν, είτε γιατί βολεύονται, είτε γιατί φοβούνται. Ανάμεσα σε αυτούς που θέλουν να προχωρήσει γρήγορα μπροστά η χώρα και σε εκείνους που φρενάρουν, που απομυζούν, που παζαρεύουν.
Η αποστασιοποίηση των ψηφοφόρων και ο κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων. Κόμματα και πολιτικοί κατέρρευσαν με πάταγο. Οι εκδηλώσεις μίσους και οι αποδοκιμασίες απλώς το επιβεβαιώνουν. Οι έλληνες βιώνουν με τον πιο ηχηρό τρόπο την κατάρρευση του πελατειακού πολιτικού συστήματος που οι ίδιοι εξέθρεψαν πάνω από τριάντα χρόνια. Και σήμερα καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σε κόμματα που θεωρούν αναξιόπιστα και σε πολιτικούς που θεωρούν ακατάλληλους. Από την άλλη, οι πολιτικοί φαίνεται να μην έχουν καταλάβει, πόσο πολύ θα πρέπει να αλλάξουν. Η αναντιστοιχία μεταξύ πραγματικότητας και πολιτικού λόγου αυξάνεται, αντί να μειώνεται. Ο λαϊκισμός επίσης. Οι προβλέψεις περί της εισόδου στη Βουλή περιθωριακών, όπως το κόμμα καμένου ή της χρυσής αυγής, απλώς επιβεβαιώνουν τη σύγχυση και την έκταση του προβλήματος.
Η υποβάθμιση των θεσμών. Όλο και συχνότερα οι θεσμοί προσβάλλονται βάναυσα ή αγνοούνται. Η προσβολή του Προέδρου της Δημοκρατίας, οι απόπειρες εισβολής στη Βουλή, η προκλητική και συνεχής μη εφαρμογή των νόμων, η απαξίωση των αρχών, η πλήρως διαλυμένη και ανυπόληπτη δημόσια διοίκηση, η υπονόμευση της δικαιοσύνης, η ανυπαρξία των ρυθμιστικών αρχών είναι φαινόμενα που ενδημούν.
Οι συγκρούσεις εντός των διαφόρων ελίτ. Παρότι αυτά τα φαινόμενα δεν έχουν τόσο εξελιχθεί λόγω της ανυπαρξίας σοβαρών ελίτ στη χώρα, εντούτοις η σύγκρουση της “συμμορίας της δραχμής” (μέσω των πολιτικών, επιχειρηματικών και μηντιακών υποστηρικτών της) με τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις και το bras de fer μεταξύ των τραπεζών και της κυβέρνησης για το PSI είναι αρκετά χαρακτηριστικές. Οι συγκρούσεις των άτυπων κέντρων εξουσίας (που μέχρι τώρα συγκυβερνούσαν) όσο θα ψαλιδίζονται τα προνόμια τους (προοίμιο υπήρξε η σύγκρουση Παπανδρέου-Ψυχάρη) θα είναι η κορυφή του παγόβουνου. Ακόμη σημειώστε ότι οι αναταράξεις στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας μεταξύ μνημονιακών και μη, τεχνοκρατών και λαϊκιστών δεν πρόκειται να τελειώσουν στις επικείμενες εκλογές.
Οι λογικές αντιθέσεις μεταξύ κράτους και ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Η χρόνια καταστρεπτική επιρροή των συντεχνιακών κατεστημένων στην οικονομία, η σκανδαλώδης προστασία των δημοσίων υπαλλήλων εις βάρος του ιδιωτικού τομέα και των εργαζομένων του, οι αντιστάσεις της κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας αναδεικνύουν καθημερινά τις αντιθέσεις μεταξύ κράτους και ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Ο ανταγωνισμός των επιχειρηματικών συμφερόντων για την κατοχύρωση μεριδίων αγοράς. Η παρατεταμένη κρίση και η ύφεση της οικονομίας σε συνδυασμό με τις κακές επιδόσεις των περισσοτέρων επιχειρήσεων οξύνουν τον ανταγωνισμό. Πολλές επιχειρήσεις ήδη δίνουν αγώνα επιβίωσης. Η κατανάλωση μειώνεται, η “πίτα” μικραίνει και η μάχη για την κατοχύρωση των μεριδίων αγοράς γίνεται εντονότερη.
Το πρώτο βήμα για να λύσεις ένα πρόβλημα είναι να το ορίσεις σωστά. Το μεγαλύτερο, ίσως, μειονέκτημα των ηγεσιών της πατρίδας μας είναι ότι αναζητούν τις λύσεις στα κομματικά εγχειρίδια της δεκαετίας του ’80. Επιπλέον, με το αφελές επιχείρημα ότι “εδώ είμαστε Ελλάδα”, δεν αξιοποιούν στο παραμικρό τη διεθνή εμπειρία. Δεν παίρνουν μαθήματα από ό,τι συνέβη στις άλλες χώρες, ποια σωστά και ποια λάθη έγιναν, πώς αντιμετώπισαν παρόμοιες καταστάσεις, πώς έκαναν τις αναγκαίες αλλαγές.
Η Ελλάδα είναι και θα είναι για τα επόμενα δέκα με είκοσι χρόνια, μια χώρα σε μετάβαση. Επομένως, κάθε λύση θα πρέπει να λαμβάνει διαρκώς υπόψη την εξέλιξη των παραπάνω δεικτών.
Είμαστε μια κλειστή κοινωνία, με κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία, χαμηλή ανταγωνιστικότητα, παρωχημένο εκπαιδευτικό σύστημα, αναποτελεσματικό δημόσιο, ανθηρή παραοικονομία, χαμηλό δείκτη γνώσης χρήσης των νέων τεχνολογιών και μικρό βαθμό προσαρμοστικότητας.
Χρειάζονται πολλές, μεγάλες και γρήγορες διαρθρωτικές αλλαγές. Η εξάλειψη της φοροδιαφυγής, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, η απλοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας, η μείωση της γραφειοκρατίας, η κατάργηση των προνομίων, η αύξηση της παραγωγικότητας, η ταχύτητα απονομής της δικαιοσύνης, ο περιορισμός της σπατάλης και της κλοπής στο σύστημα υγείας, ο εκσυγχρονισμός του δημοσίου, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, οι αποκρατικοποιήσεις, η προσέλκυση επενδύσεων, η καταπολέμηση της ανεργίας και πολλά άλλα πρέπει να προχωρήσουν άμεσα.
Ενόψει των εκλογών, πιέστε τους πάντες να τοποθετούνται συγκεκριμένα και αναλυτικά για κάθε μία από τις παραπάνω αλλαγές που χρειάζεται να γίνουν.Μη δώσετε σε κανέναν το περιθώριο να ξεφύγει με γενικολογίες, θεωρίες και λαϊκισμούς. Όσοι δεν έχουν την ειλικρίνεια και το σθένος να μιλήσουν ξεκάθαρα στους πολίτες για το πού βρισκόμαστε και τι πρέπει να γίνει, όσοι δεν μπορούν να αναμετρηθούν με τα προβλήματα και να τα λύσουν, πρέπει έγκαιρα να αποκαλυφθούν και να παραμεριστούν.
Οι αλλαγές δεν περιμένουν. Η μετάβαση θα γίνει ούτως ή άλλως: είτε με τη θέλησή μας, είτε ως αποτέλεσμα αφόρητων πιέσεων. Είναι στο χέρι μας, αν οι προσεχείς εκλογές θα γίνουν ανάχωμα ή πολλαπλασιαστής της κρίσης.