Όλο το απίστευτο παζάρι των τελευταίων ημερών για τον σχηματισμό κυβέρνησης κινείται ανάμεσα στα όρια του τραγικού και του γελοίου. Το τραγικό έγκειται στην κατάσταση της χώρας, η οποία ωστόσο δεν συνιστά είδηση – μήνες τώρα μιλούσαμε για κατάρρευση όταν οι εταίροι της συγκυβέρνησης μιλούσαν για σωτηρία. Το γελοίο θα το βρούμε σε όλο το εύρος των αποπειρών σχηματισμού κυβέρνησης.
Από τη νύχτα κιόλας των εκλογών γράφαμε ότι το πρόβλημα, ύστερα από το αποτέλεσμα, ήταν«Ποιος θα πάρει τον μουντζούρη».
● Προειδοποίηση δεύτερη, εξ ίσου σημαντική, η οποία φαίνεται να επιβεβαιώνεται ποικιλοτρόπως: «Κατά τα φαινόμενα, τις επόμενες μέρες, αν δεν έχουμε κάποια πολιτική έκπληξη, θα δούμε να εκτυλίσσεται ένα παιχνίδι εντυπώσεων με στόχο να μην πάρει κανείς πάνω του τον “μουντζούρη” της διαγραφόμενης αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης και της ενδεχόμενης προσφυγής σε νέες εκλογές».
Μέχρι στιγμής λοιπόν έχουμε πράγματι αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης η οποία να στηρίζεται σε μια «ξεκάθαρη πολιτική συμφωνία». Αντ’ αυτού βλέπουμε καθημερινά ένα σωρό αντιφατικά και αντικρουόμενα σενάρια να περνούν από μπροστά μας, εκπορευόμενα από Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ και δευτερευόντως από τη ΔΗΜΑΡ, τα οποία έχουν την ίδια υποσημείωση: οποιουδήποτε είδους κυβέρνηση είναι αποδεκτή, αρκεί σε αυτή να συμμετέχει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ποιος ΣΥΡΙΖΑ; Ο κατ’ αυτούς ανεύθυνος και αντιευρωπαϊκός σχηματισμός, ο οποίος θα μας βγάλει από το ευρώ. Παρ’ όλα αυτά δεν έχουμε καμιά αντίρρηση να κάνουμε κυβέρνηση μαζί του, να στηρίξουμε μια δική του ή να μας δώσει αυτός μια ψήφο ανοχής ή να μας στηρίξει διά της αποχής του.
Πώς όμως μια σειρά υπεύθυνες και φιλοευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις επιζητούν πάση θυσία την κολεγιά με ένα… «κόμμα της δραχμής»; Προφανώς μας κάνουν πλάκα. Εκτός αν είμαστε όλοι μαζί για το – απέραντο – φρενοκομείο.
Δεν θα συνεχίσουμε όμως με τα εκατέρωθεν επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα, διότι επιβάλλεται ο σεβασμός στην κοινή λογική. Εξ άλλου τα πράγματα, με βάση τις δημόσιες τοποθετήσεις όλων, είναι σαφέστατα: κανενός είδους «πολιτική συμφωνία» δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή διότι, απλούστατα, δεν έγινε καμιά προσπάθεια να επιτευχθεί.
Σε κάθε περίπτωση οι πολιτικές συμφωνίες προϋποθέτουν μερικά απλά πράγματα;
● Την ύπαρξη σαφών πολιτικών σχεδίων και προτάσεων, επαρκώς αξιολογημένων και κοστολογημένων, που θα μπορούσαν να μπουν στο τραπέζι μιας διαπραγμάτευσης ή να αποτελέσουν τη βάση της αμφισβήτησης των «μνημονίων». Κάτι τέτοιο όμως δεν κατατίθεται.
● Ένα μίνιμουμ κοινών στόχων, με συμφωνημένα τα μέσα με τα οποία θα επιτευχθούν. Επιπλέον συμφωνία απαιτείται για τα επιχειρήματα και τα όπλα που θα χρησιμοποιηθούν σε μια τυχόν διαπραγμάτευση με τους δανειστές, αλλά και τα όρια μέσα στα οποία θα μπορούσε να κινηθεί το ρίσκο που μοιραία θα αναληφθεί σε μια διαπραγμάτευση.
Αν κάποιος διέκρινε κάποιου είδους συζήτηση επ’ αυτών, ας το πει και σε μας, οι οποίοι προφανώς… δεν ξέρουμε τι μας γίνεται.
Εν τω μεταξύ όλοι οι εμπλακέντες στις συζητήσεις περί σχηματισμού κυβέρνησης διακηρύσσουν ότι επιζητούν, με πολλές αποχρώσεις και διατυπώσεις, κάποιου είδους «επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου».
● Τι είδους επαναδιαπραγμάτευση;
● Με ποιον στόχο;
● Σε ποιους όρους;
● Πώς θα γίνει αυτή η επαναδιαπραγμάτευση;
● Τι είναι ο καθένας διατεθειμένος να ρισκάρει σε αυτήν την επαναδιαπραγμάτευση;
Επί όλων των παραπάνω ερωτημάτων επικρατεί πλήρες σκοτάδι – τη στιγμή μάλιστα που η ευρωζώνη είναι σαφής: η συνέχιση της ροής του δανεισμού εκ μέρους της απαιτεί την πλήρη συμμόρφωση με τα «μνημόνια». Αντί απαντήσεων λοιπόν εισπράττουμε ασαφείς επικλήσεις του διεθνούς παράγοντα, της έκρηξης των ευρωπαϊκών λαών κατά της λιτότητας και του… «πατριωτισμού» των υποψήφιων διαπραγματευτών με την τρόικα.
Το ακόμη πιο τραγικό είναι ότι το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ. διαπραγματεύονται σήμερα τον σχηματισμό «κυβέρνησης προσωπικοτήτων», οι οποίες μπορεί να είναι και τεχνοκράτες.Με άλλα λόγια τα κόμματα αυτά μας λένε ότι, ακόμη μια φορά και ίσως πολύ περισσότερο, θα αναθέσουν σε μη πολιτικά πρόσωπα να κάνουν μια αμιγώς πολιτική διαπραγμάτευση. Αν υπάρχει προοπτική διαπραγμάτευσης…
Είτε σχηματιστεί κυβέρνηση είτε πάμε σε εκλογές, όσο λείπουν τα σαφή προγράμματα και ο κόσμος ψηφίζει ή κυβερνάται χωρίς να ξέρει τι του ξημερώνει, τόσο η πολιτική κρίση και αστάθεια, που εγκαινιάστηκε στις 6 Μαΐου, θα συνεχίζεται.
Προγράμματα λοιπόν χρειάζονται – και μάλιστα συνολικά. Και, κυρίως, ανοιχτά χαρτιά πάνω στο τραπέζι του πολιτικού πόκερ. Σε κάθε άλλη περίπτωση αυτό που ξημερώνει δεν μπορούμε ούτε να το φανταστούμε.
Ο ελληνικός λαός βρίσκεται ήδη πέρα από τα όριά του και όσοι παίξουν από εδώ και στο εξής με τη νοημοσύνη και την αξιοπρέπειά του θα το πληρώσουν πανάκριβα…
Γράφει ο Σ. Χριστακόπουλος για το «ΠΟΝΤΙΚΙ»