Ευθυμογράφημα του Άκη Παρισιάδη
Γεια, είμαι ο Κλέαρχος. Τώρα θα σας συστηθώ, να μάθετε κάποια πράγματα για εμένα. Είμαι ο Κλέαρχος. Σταθερή δουλειά δεν έχω, αλλά έχω δυνατό δόντι. Δεν εννοώ την οδοντοστοιχία μου, αλλά το μέσον. Ναι, έχω δυνατό μέσον. Έναν υπουργό και έναν βουλευτή από το αντίπαλο κόμμα. Στις περασμένες εκλογές είχα υποσχεθεί ψήφο και στους δύο, με αντάλλαγμα να με διορίσουν κάπου. Τους ψήφισα και τους δύο και ας ήταν από διαφορετικά κόμματα. Έκανα κάτι που κανένας δε θα το σκεφτόταν. Πήγα και ψήφισα δυο φορές. Δεν ξέρω όμως, αλλά λίγο αργότερα, ήλθε ένα περιπολικό και με συνέλαβε.
Ευτυχώς όμως με την παρέμβαση ενός άλλου βουλευτή, του τρίτου μου μέσου που όμως δεν τον ψήφισα, ήλθε και με πήρε από το τμήμα. Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω γιατί με συνέλαβαν. Μάλλον ήταν για τα αυγά που είχα κλέψει από το κοτέτσι του κυρ-Λάμπη στο χωριό, αλλά αυτό έγινε όταν ήμουν δέκα ετών και απ’ ότι έμαθα το έγκλημα έχει παραγραφεί. Την επομένη των εκλογών πήγα και ζήτησα δουλειά. Ο μεν υπουργός είχε πονοκέφαλο γιατί ήπιε πολύ από τη χαρά του και δεν μπορούσε να με δει, ενώ ο άλλος που έχασε και αυτός ήπιε πολύ από τη στεναχώρια του και τον πήγαν στο νοσοκομείο για ενέσεις καφεΐνης. Το τρίτο μου μέσο δεν εκλέχτηκε για μία ψήφο. Συνεχίζω να συστήνομαι.
Γεια, είμαι ο Κλέαρχος. Τώρα θα σας συστηθώ, να μάθετε κάποια πράγματα για εμένα. Είμαι ο Κλέαρχος. Σταθερή δουλειά δεν έχω, αλλά έχω δυνατό δόντι. Δεν εννοώ την οδοντοστοιχία μου, αλλά το μέσον. Ναι, έχω δυνατό μέσον. Έναν υπουργό και έναν βουλευτή από το αντίπαλο κόμμα. Στις περασμένες εκλογές είχα υποσχεθεί ψήφο και στους δύο, με αντάλλαγμα να με διορίσουν κάπου. Τους ψήφισα και τους δύο και ας ήταν από διαφορετικά κόμματα. Έκανα κάτι που κανένας δε θα το σκεφτόταν. Πήγα και ψήφισα δυο φορές. Δεν ξέρω όμως, αλλά λίγο αργότερα, ήλθε ένα περιπολικό και με συνέλαβε.
Ευτυχώς όμως με την παρέμβαση ενός άλλου βουλευτή, του τρίτου μου μέσου που όμως δεν τον ψήφισα, ήλθε και με πήρε από το τμήμα. Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω γιατί με συνέλαβαν. Μάλλον ήταν για τα αυγά που είχα κλέψει από το κοτέτσι του κυρ-Λάμπη στο χωριό, αλλά αυτό έγινε όταν ήμουν δέκα ετών και απ’ ότι έμαθα το έγκλημα έχει παραγραφεί. Την επομένη των εκλογών πήγα και ζήτησα δουλειά. Ο μεν υπουργός είχε πονοκέφαλο γιατί ήπιε πολύ από τη χαρά του και δεν μπορούσε να με δει, ενώ ο άλλος που έχασε και αυτός ήπιε πολύ από τη στεναχώρια του και τον πήγαν στο νοσοκομείο για ενέσεις καφεΐνης. Το τρίτο μου μέσο δεν εκλέχτηκε για μία ψήφο. Συνεχίζω να συστήνομαι.
Είμαι ο Κλέαρχος και γεννήθηκα μια τσικνοπέμπτη. Εκεί μάλλον οφείλεται η ροπή που έχω στα ψητά, στα τηγανητά, στα λαδερά στα κρέατα. Ευτυχώς δηλαδή που δε γεννήθηκα Καθαροδευτέρα. Θα έτρωγα αλάδωτη τη
φασολάδα και για παρηγοριά θα είχα τον χαλβά και χαλβάς δεν είμαι. Από
μικρός ήμουν πολύ συμπαθής σε όλους. Ο κάθε δάσκαλος που είχα, επειδή με αγαπούσε φαίνεται και με ήθελε να με βλέπει, με κρατούσε δυο χρονιές στην ίδια τάξη. Αυτό συνέχισε μέχρι και την έκτη δημοτικού. Αλλά δεν ξέρω πως, μάλλον είχα πολύ ανάπτυξη, οι συμμαθητές μου στην έκτη ήταν 11 και εγώ
ήμουν 17. Ακόμα δεν μπορώ να το εξηγήσω. Ενώ ήμουν έτοιμος να πάω στο γυμνάσιο με πήραν στο στρατό. Και εκεί με συμπαθούσαν πολύ, αφού ο διοικητής μου όλο κρατήσεις μου έδινε. Ούτε μία τιμητική άδεια για να μη με
αποχωριστεί. Και όταν με έστειλε να φυλάσσω τη βραχονησίδα στη μέση του πελάγου ένα δάκρυ φάνηκε να κυλάει από τα μάτια του. Φυσούσε πολύ και σκόνη μπήκε μέσα. Αλλά και αργότερα στις δουλειές που έκανα από τη πρώτη ημέρα μου έδιναν επίδομα. Απ’ όλες τις δουλειές έπαιρνα επίδομα αποζημίωσης και δεν πήγαινα ξανά. Και στις γυναίκες έχω φοβερές επιτυχίες. Όλες
οι σχέσεις μου ολοκληρώθηκαν κατά το ήμισυ. Εγώ ήθελα. Μετά τη ζωή που
έκανα, του μποέμ και του δον-ζουάν, αποφάσισα να αράξω και εγώ σ’ ένα
λιμανάκι. Η γυναίκα όμως που βρήκα δεν έμοιαζε με λιμανάκι, αλλά με τη διώρυγα του Σουέζ. Μου την προξένεψε η θεια μου η Ευγενία. «Καλό κορίτσι, μου έλεγε, να το πάρεις». «Δεν είμαι παλιατζής θεία, της έλεγα. Αυτή κάνει μόνο για υλικά κατεδαφίσεως». «Πάρ’ την, μου έλεγε η θεια μου η Ευγενία, να σε δω γαμπρό στην εκκλησία
δίπλα της, να βγείτε και φωτογραφίες». «Εντάξει θεια, της λέω. Θα την
πάρω. Πες μου όμως πως τη λένε;» Μαρίκα μου λέει η θεια μου. Παράξενο να έχει αυτή η μπετονιέρα ανθρώπινο όνομα, σκέφτηκα. Με τα πολλά και τα λίγα γνωριστήκαμε, ντύθηκα γαμπρός, η Μαρίκα νύφη, θέλαμε 10.000 στρέμματα τούλι για να βάλει, μπήκαμε στην εκκλησία, όλα καλά ώσπου με πάτησε το πόδι στο «η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα». Εγώ είχα δώσει 50.000 δραχμές, τότε ήταν οι δραχμές,
στον ψάλτη για να μην το πει, αλλά η Μαρίκα το έμαθε και του έδωσε 55.000. Παρέλυσα, έπεσα, την ώρα που έπεφτα κρατήθηκα από την ουρά του νυφικού και πέφτει και η Μαρίκα πάνω μου και παρασέρνει και τον κουμπάρο.
Μελάνιασα, πρασίνισα, γελούσε ο κόσμος, ο παπάς τραβούσε τα γένια του, η
θεια μου η Ευγενία έκλαιγε από συγκίνηση, η Μαρίκα σφήνωσε μέσα στο
νυφικό, του κουμπάρου σχίστηκε το παντελόνι και ο ψάλτης μετρούσε τα
λεφτά. Ήρθε ένας γιατρός, συνήλθα, συνεχίσαμε το μυστήριο, σταθήκαμε να
μας ευχηθούν, περαστικά μου έλεγαν. Μετά πραγματοποιήσαμε την επιθυμία
της θειας μου και πήγαμε για φωτογραφίες. Ο φωτογράφος δυσκολεύτηκε να
με βγάλει μαζί με τη Μαρίκα. Δηλαδή και μόνη της ήταν αδύνατον να
χωρέσει μέσα στο φακό, λόγω του όγκου της. Τελικά τα καταφέραμε να
βγάλουμε μόνο μία και με αυτήν τη μία γέμισε όλο το φιλμ και όλο το
άλμπουμ. Μετά πήγαμε στο γλέντι, χορέψαμε βαλς και ήθελα τρία επεισόδια
για να την αγκαλιάσω. Τελικά ήλθε ο κουμπάρος, ήλθε ο αδελφός του
κουμπάρου, ήλθε και ένας περαστικός πρώην παλαιστής και καταφέραμε να
την αγκαλιάσουμε. Τελείωσε το γλέντι, πήγαμε στο νυφικό μας κρεβάτι και
αντί να τη σηκώσω εγώ στα χέρια με σήκωσε αυτή. Πέρασα μια πρώτη νύχτα
του γάμου αξέχαστη. Όλη τη νύχτα την έβγαλα στο μπαλκόνι, επειδή η
Μαρίκα ροχάλιζε, σαν κονκορτ έκανε.
Είμαι
ο Κλέαρχος και αυτή περίπου είναι η περιγραφή της ζωής μου। Μέσα από εδώ
θα σας λέω κάποια γεγονότα της ζωής μου, λίγο χιουμοριστικά και ίσως σε
μερικά ταυτιστείτε και εσείς. Βέβαια το χώρο για να γράφω η lefteria δε μου τον έδωσε πολύ αυθόρμητα। Έβαλα να πάρει τηλέφωνο
η Μαρίκα!
Τα λέμε
Κλέαρχος
Άκης Παρισιάδης