Η εξομολόγηση μίας γυναίκας που κατηγορείται πως σκότωσε τον άντρα της
Ως μια βάναυσα κακοποιημένη γυναίκα παρουσιάζεται μέσα από το κελί των
φυλακών Κορυδαλλού η 42χρονη Αλεξάνδρα Μασιαλά. Κατηγορείται ότι το
βράδυ της 12ης Οκτωβρίου του 2012, με τη βοήθεια φίλου της, δολοφόνησαν
τον άντρα της Μιλτιάδη Δράμαλη στο σπίτι που ζούσαν, σε μια φτωχική
γειτονιά της Λαμίας.
Η μοιραία γυναίκα, που χαρακτηρίστηκε από πολλούς
ως «δεύτερη παπαδιά», ανοίγει την ψυχή της στο «Εθνος της Κυριακής»,
περιγράφοντας μια ζωή γεμάτη πόνο, ξύλο, απειλές για τη ζωή της και τη
ζωή των δύο παιδιών της, ηλικίας 7 και 11 ετών. Συντετριμμένη, πίσω από
τα κάγκελα φωνάζει πως όλη η Λαμία ήξερε τα... πέτρινα χρόνια που πέρασε
πλάι στον άντρα της!
«Με το θύμα ήμασταν παντρεμένοι τα τελευταία 11 χρόνια και έχουμε δύο παιδιά. Μετά τη γέννηση του πρώτου μας παιδιού άρχισαν τα προβλήματα. Ο σύζυγός μου ήταν αλκοολικός και πολύ βίαιος. Ζούσα ένα μαρτύριο», λέει χαρακτηριστικά.
«Βίαιος»
«Οι καβγάδες και οι εντάσεις ήταν καθημερινό φαινόμενο και σχεδόν πάντα κατέληγε να με κακοποιεί πολύ άσχημα. Με χτυπούσε πάρα πολύ, πολλές φορές μέχρι λιποθυμίας. Ασκούσε ψυχολογική και σωματική βία και όχι μόνο. Συνέχισε να με χτυπά ακόμα και την περίοδο που ήμουν έγκυος στον δεύτερο γιο μου και κινδύνευσα να αποβάλω. Οταν τα παιδιά μεγάλωσαν λίγο, φερόταν βίαια και σε αυτά, ειδικά στον μεγάλο μου γιο. Τον είχε χτυπήσει πολλές φορές και πολύ άσχημα, χωρίς λόγο. Έμπαινα στη μέση να τα προστατεύσω και κατέληγε να χτυπά εμένα. Ζούσαμε έναν εφιάλτη. Προσπάθησα να σώσω και εμένα και τα παιδιά μου.
Πήγα σε ψυχολόγο να με συμβουλέψει να βοηθήσει τα παιδιά. Από την κακοποίηση και τον συνεχή φόβο που βίωναν και το κλίμα που επικρατούσε στην οικογένεια είναι σε τραγική ψυχολογική κατάσταση. Τον παρακαλούσα να έρθει και αυτός. Δεν το δεχόταν ότι έχει πρόβλημα. Απαγόρευσε και σε εμάς να πηγαίνουμε.
Αναγκάστηκα να δανείζομαι χρήματα από τους γονείς μου και να πηγαίνω τα παιδιά κρυφά στον ψυχολόγο. Η κατάσταση κάθε μέρα γινόταν και χειρότερη». Ο πατέρας και σύζυγος, Μιλτιάδης Δράμαλης, ήταν χειριστής μηχανημάτων έργων στην πόλη της Λαμίας. Το γεγονός ότι η δουλειά είχε «πέσει» τον τελευταίο καιρό τον είχε στρέψει σε αγροτικές εργασίες και συγκεκριμένα στο βαμβάκι. Η Αλεξάνδρα δούλευε σε κολυμβητικό όμιλο της πόλης.
Η μικροκαμωμένη γυναίκα δεν είχε απασχολήσει ποτέ πριν την κοινωνία της Λαμίας. Οι περισσότεροι τη συναντούσαν μαζί με τα δύο της παιδιά να τα πηγαίνει στο κολυμβητήριο ή στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών.
Το τι αληθινά, όμως, συμβαίνει μέσα σε μια οικογένεια το ξέρουν μόνο τα μέλη της και αυτό πρέπει τώρα να τεκμηριώσει η Αλεξάνδρα Μασιαλά, δηλαδή την εφιαλτική ζωή που της «προσέφερε» το θύμα: «Πήγα σε δικηγόρο και ξεκίνησα τις διαδικασίες διαζυγίου. Ο άντρας μου εξαγριώθηκε. Αυτό που ακολούθησε δεν είχε προηγούμενο? Ξύλο, απειλές μέχρι και ότι θα κάνει κακό στα παιδιά, ότι θα με σκοτώσει μου έλεγε. Τον φοβόμασταν? και εγώ και εκείνα. Κάθε μέρα με παρακαλούσαν να φύγουμε. Δεν ήθελαν να κοιμούνται στο σπίτι. Τα έπαιρνα και κοιμόμασταν στους γονείς μου που μένουν κάτω από το σπίτι μας».
Η νύχτα που... έσβησαν τα κεριά
Ήταν η νύχτα των γενεθλίων της Αλεξάνδρας. Στη γιορτή κάλεσε τον σύζυγό της, με τον οποίο βρισκόταν σε διάσταση. Οταν έσβησαν τα κεράκια, ο 45χρονος, που είχε πιει λίγο παραπάνω, αποφάσισε να μείνει στο διαμέρισμα του πρώτου ορόφου. Ανέβηκε λοιπόν μόνος του πάνω και κοιμήθηκε στον καναπέ.
Εκεί τον βρήκε και ο δράστης, που μπήκε στο σπίτι από πόρτα που είχε αφήσει ανοιχτή η Αλεξάνδρα.
Ο Ταξιάρχης Γεωργίου πυροβόλησε τον άτυχο άνδρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού από πολύ κοντινή απόσταση, με κυνηγετικό όπλο τύπου «φλόμπερ» και σκάγια μεγαλύτερα από αυτά που χρησιμοποιούνται για κυνήγι αγριογούρουνου! Ο θάνατός του ήταν ακαριαίος. «Τον δράστη τον γνώριζα από παλιά. Δεν είχαμε δεσμό. Εχουν ακουστεί πολλές ανακρίβειες. Δεν είχαμε καμία ερωτική σχέση. Ηξερε τον εφιάλτη που ζούσα.
Όλη η Λαμία άλλωστε το ήξερε. Κάποια στιγμή όταν του είπα τι είχε γίνει με το παιδί μού είπε να με βοηθήσει, μου είπε ''έχω και εγώ παιδιά, σε καταλαβαίνω''. Μου είπε ότι θα πιάσει τον άντρα μου και θα τον απειλήσει... να μην απλώσει ξανά χέρι σε εμένα και τα παιδιά, ότι θα του τρίξει τα δόντια. Εγώ δεν του είπα ποτέ να σκοτώσει. Ουτε και τον είχα ικανό για κάτι τέτοιο. Δεν είχα άλλη επιλογή, ήμουν απελπισμένη, φοβόμουν. Δεν με ένοιαζε για τη δική μου τη ζωή. Είχα υπομείνει πολλά, αλλά έπρεπε να κάνω κάτι για τα παιδιά μου. Εκείνο το βράδυ ο άνθρωπος που σκότωσε τον άντρα μου, μου είχε πει: ''Μη φοβάσαι δεν θα ξαναπειράξει το παιδί... Θα καταλάβει ότι δεν είστε μόνοι... Εχω τον τρόπο να σε βοηθήσω, να μην σας ξαναχτυπήσει...».
«Με το θύμα ήμασταν παντρεμένοι τα τελευταία 11 χρόνια και έχουμε δύο παιδιά. Μετά τη γέννηση του πρώτου μας παιδιού άρχισαν τα προβλήματα. Ο σύζυγός μου ήταν αλκοολικός και πολύ βίαιος. Ζούσα ένα μαρτύριο», λέει χαρακτηριστικά.
«Βίαιος»
«Οι καβγάδες και οι εντάσεις ήταν καθημερινό φαινόμενο και σχεδόν πάντα κατέληγε να με κακοποιεί πολύ άσχημα. Με χτυπούσε πάρα πολύ, πολλές φορές μέχρι λιποθυμίας. Ασκούσε ψυχολογική και σωματική βία και όχι μόνο. Συνέχισε να με χτυπά ακόμα και την περίοδο που ήμουν έγκυος στον δεύτερο γιο μου και κινδύνευσα να αποβάλω. Οταν τα παιδιά μεγάλωσαν λίγο, φερόταν βίαια και σε αυτά, ειδικά στον μεγάλο μου γιο. Τον είχε χτυπήσει πολλές φορές και πολύ άσχημα, χωρίς λόγο. Έμπαινα στη μέση να τα προστατεύσω και κατέληγε να χτυπά εμένα. Ζούσαμε έναν εφιάλτη. Προσπάθησα να σώσω και εμένα και τα παιδιά μου.
Πήγα σε ψυχολόγο να με συμβουλέψει να βοηθήσει τα παιδιά. Από την κακοποίηση και τον συνεχή φόβο που βίωναν και το κλίμα που επικρατούσε στην οικογένεια είναι σε τραγική ψυχολογική κατάσταση. Τον παρακαλούσα να έρθει και αυτός. Δεν το δεχόταν ότι έχει πρόβλημα. Απαγόρευσε και σε εμάς να πηγαίνουμε.
Αναγκάστηκα να δανείζομαι χρήματα από τους γονείς μου και να πηγαίνω τα παιδιά κρυφά στον ψυχολόγο. Η κατάσταση κάθε μέρα γινόταν και χειρότερη». Ο πατέρας και σύζυγος, Μιλτιάδης Δράμαλης, ήταν χειριστής μηχανημάτων έργων στην πόλη της Λαμίας. Το γεγονός ότι η δουλειά είχε «πέσει» τον τελευταίο καιρό τον είχε στρέψει σε αγροτικές εργασίες και συγκεκριμένα στο βαμβάκι. Η Αλεξάνδρα δούλευε σε κολυμβητικό όμιλο της πόλης.
Η μικροκαμωμένη γυναίκα δεν είχε απασχολήσει ποτέ πριν την κοινωνία της Λαμίας. Οι περισσότεροι τη συναντούσαν μαζί με τα δύο της παιδιά να τα πηγαίνει στο κολυμβητήριο ή στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών.
Το τι αληθινά, όμως, συμβαίνει μέσα σε μια οικογένεια το ξέρουν μόνο τα μέλη της και αυτό πρέπει τώρα να τεκμηριώσει η Αλεξάνδρα Μασιαλά, δηλαδή την εφιαλτική ζωή που της «προσέφερε» το θύμα: «Πήγα σε δικηγόρο και ξεκίνησα τις διαδικασίες διαζυγίου. Ο άντρας μου εξαγριώθηκε. Αυτό που ακολούθησε δεν είχε προηγούμενο? Ξύλο, απειλές μέχρι και ότι θα κάνει κακό στα παιδιά, ότι θα με σκοτώσει μου έλεγε. Τον φοβόμασταν? και εγώ και εκείνα. Κάθε μέρα με παρακαλούσαν να φύγουμε. Δεν ήθελαν να κοιμούνται στο σπίτι. Τα έπαιρνα και κοιμόμασταν στους γονείς μου που μένουν κάτω από το σπίτι μας».
Η νύχτα που... έσβησαν τα κεριά
Ήταν η νύχτα των γενεθλίων της Αλεξάνδρας. Στη γιορτή κάλεσε τον σύζυγό της, με τον οποίο βρισκόταν σε διάσταση. Οταν έσβησαν τα κεράκια, ο 45χρονος, που είχε πιει λίγο παραπάνω, αποφάσισε να μείνει στο διαμέρισμα του πρώτου ορόφου. Ανέβηκε λοιπόν μόνος του πάνω και κοιμήθηκε στον καναπέ.
Εκεί τον βρήκε και ο δράστης, που μπήκε στο σπίτι από πόρτα που είχε αφήσει ανοιχτή η Αλεξάνδρα.
Ο Ταξιάρχης Γεωργίου πυροβόλησε τον άτυχο άνδρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού από πολύ κοντινή απόσταση, με κυνηγετικό όπλο τύπου «φλόμπερ» και σκάγια μεγαλύτερα από αυτά που χρησιμοποιούνται για κυνήγι αγριογούρουνου! Ο θάνατός του ήταν ακαριαίος. «Τον δράστη τον γνώριζα από παλιά. Δεν είχαμε δεσμό. Εχουν ακουστεί πολλές ανακρίβειες. Δεν είχαμε καμία ερωτική σχέση. Ηξερε τον εφιάλτη που ζούσα.
Όλη η Λαμία άλλωστε το ήξερε. Κάποια στιγμή όταν του είπα τι είχε γίνει με το παιδί μού είπε να με βοηθήσει, μου είπε ''έχω και εγώ παιδιά, σε καταλαβαίνω''. Μου είπε ότι θα πιάσει τον άντρα μου και θα τον απειλήσει... να μην απλώσει ξανά χέρι σε εμένα και τα παιδιά, ότι θα του τρίξει τα δόντια. Εγώ δεν του είπα ποτέ να σκοτώσει. Ουτε και τον είχα ικανό για κάτι τέτοιο. Δεν είχα άλλη επιλογή, ήμουν απελπισμένη, φοβόμουν. Δεν με ένοιαζε για τη δική μου τη ζωή. Είχα υπομείνει πολλά, αλλά έπρεπε να κάνω κάτι για τα παιδιά μου. Εκείνο το βράδυ ο άνθρωπος που σκότωσε τον άντρα μου, μου είχε πει: ''Μη φοβάσαι δεν θα ξαναπειράξει το παιδί... Θα καταλάβει ότι δεν είστε μόνοι... Εχω τον τρόπο να σε βοηθήσω, να μην σας ξαναχτυπήσει...».