Μια
παιδαγωγική παρέμβαση στην εποχή της
εικόνας
του
ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΛΦΑ
Η
είδηση πρώτα πρώτα, ασχολίαστη (Τα Νέα,
18/04/2013): «Ο κόσμος περνά μπροστά από τα
μάτια μας. Και ο οίκος Prada συνδιοργανώνει
έναν διεθνή λογοτεχνικό διαγωνισμό για
να αναδείξει νέα ταλέντα. […] Το θέμα
του διαγωνισμού σχετίζεται με την
αναζήτηση της πραγματικότητας και τον
τρόπο που την αντιλαμβανόμαστε. Τίτλος
του:
«Views of the world. Images, marks, ideas» («Οψεις
του
κόσμου.
Εικόνες,
Σημεία, Ιδέες»).[…] Μέσα
από αυτήν την πρωτοβουλία ο ιταλικός
οίκος πολυτελείας σκοπό έχει να δώσει
και μία δημιουργική διάσταση στη νέα
συλλογή οπτικών που παρουσιάζει. Μέσα
από τους φακούς της φαντασίας προκύπτει
μία διαφορετική διάσταση του κόσμου…»
3.
Διαβάζουμε
όμως και για να αντισταθούμε στη γλωσσική
διάβρωση, στην ισοπέδωση της ιστορικής
προοπτικής και στην εμπορευματοποίηση
του πολιτισμού (Σβεν Μπίρκετς, Ελεγείες
του Γουτεμβέργιου.
Η
μοίρα της ανάγνωσης στην ηλεκτρονική
εποχή, Καστανιώτης, Αθήνα 1997).
Συγγραφέας και αναγνώστης: αυτοί
αποτελούν την καλή και την ανάποδη όψη
της γλώσσας και η γλώσσα είναι το μέσο
της βαθύτερης γνώσης μας. Από την άλλη,
όπως και ο υπότιτλος του βιβλίου αφήνει
να εννοηθεί, η κυριαρχία της ηλεκτρονικής
εποχής υποσκάπτει την παιδευτική,
ανθρωπιστική διάσταση της ανάγνωσης.
Ο φόβος του συγγραφέα για την αρνητική
κυριαρχία της μελλούμενης παν-ηλεκτρονικής
εποχής στηρίζεται και σε τρία συμπτώματα
που παρατηρεί στη σύγχρονη εποχή: τη
γλωσσική διάβρωση, την ισοπέδωση της
ιστορικής προοπτικής και τον μαρασμό
της εσωτερικής υπόστασης του ανθρώπου.
Ο βαθύτερος προβληματισμός του Μπίρκερτς
αφορά την ουσία του σύγχρονου πολιτισμού.
Το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην τεχνολογία
εν γένει αλλά στην τεράστια μεταμορφωτική
δύναμη των νέων τεχνολογικών συστημάτων,
συστημάτων που άλλαξαν τον ανθρώπινο
τρόπο επικοινωνίας (τη ζεστασιά της
ανθρώπινης επαφής, την αγάπη, την
οικειότητα) αντικαθιστώντας την ιστορία
και τον χρόνο της παράδοσης με τα δίκτυα
διασύνδεσης, την εμπορευματοποίηση του
πολιτισμού και την πίστη στη δύναμη του
δικτύου.
4.
Διαβάζουμε, τέλος και για να αλλάξουμε
τον κόσμο. Για
τη δημιουργική (άρα και απελευθερωτική
) δύναμη της φαντασίας ο Ροντάρι
σημειώνει πως αυτή είναι κοινή στον
απλό άνθρωπο, στον θεωρητικό επιστήμονα,
στον τεχνικό και παράλληλα είναι
ουσιαστική τόσο για τις επιστημονικές
ανακαλύψεις όσο και για την γέννηση
του έργου τέχνης. Επισημαίνει, επίσης,
τη σημασία του παραμυθιού, του μύθου,
στη ζωή μας εφόσον αυτά χρησιμεύουν
στη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου
ανθρώπου. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν
πρέπει να γίνει απλώς πειθήνιος
εργάτης ή επιμελής παραγωγός χωρίς
βούληση αλλά, αντίθετα, οφείλει να
γίνει ένας άνθρωπος που θα επιθυμεί
να αλλάξει την υπάρχουσα κοινωνία.
Ωστόσο, για να αλλάξουμε την κοινωνία,
θα πει ο ίδιος « χρειάζονται άνθρωποι
δημιουργικοί, που να ξέρουν να
χρησιμοποιούν τη φαντασία τους».
Τελειώνοντας
σκέφτομαι μια ομιλία του Γιώργου Σεφέρη,
στη Βαρκελώνη, για τα εγκαίνια της 13ης
Έκθεσης Παλαιού Βιβλίου, στις 15
Σεπτεμβρίου 1964. Στην ομιλία του ο
Σεφέρης υπογράμμιζε ανάμεσα σε άλλα το
ρόλο του αναγνώστη ως συνδημιουργού,
ως ευφάνταστου συνεκτελεστή της
αναγνωστικής πράξης. Ταυτόχρονα,
επεσήμανε και την ουμανιστική διάσταση
του βιβλίου, το βιβλίο ως κάτι βαθύτερα
ανθρώπινο, ως πράξη πίστης του ανθρώπου,
προετοιμάζοντας με τον τρόπο αυτόν και
πολλές από τις νεοτερικές αντιλήψεις
για το βιβλίο και τη σημασία του. Γράφει
ο Σεφέρης: «Τα βιβλία είναι πράγματα
της φύσης μας∙ είναι εμείς, όσοι και
αν είμαστε∙ είναι μια ανθρώπινη φύση,
που μας προεκτείνει προς τις ρίζες μας,
με την πείρα και τη σοφία των περασμένων
γενεών∙ και που, με τα οράματά μας, την
προεκτείνουμε προς το μέλλον [...] Θα
έλεγα πως τα βιβλία είναι σαν τα αναρίθμητα
κλειδιά ενός μεγάλου οργάνου εκκλησιάς,
του οποίου οι μουσικοί είμαστε εμείς.
Εξαρτώνται από την ιδιοφυία μας, από
την τόλμη μας∙ εξαρτώνται επίσης από
τα ελαττώματά μας. Αν είναι έτσι, αν
πιστεύουμε στον άνθρωπο, αν πιστεύουμε
στην ανθρωπότητα, με την ίδια αυτή πράξη
πίστης θα πιστέψουμε και στη σημασία
του βιβλίου. Γιατί στον κόσμο μας που
προχωρεί ψηλαφητά, όλα εξαρτώνται από
μια πράξη πίστης [...]» (Δοκιμές, τ. Β΄, σ.
189).
Κλειδιά
ενός εκκλησιαστικού οργάνου, μουσικούς,
ιδιοφυία, εμπνευσμένους δασκάλους,
πίστη και τόλμη χρειαζόμαστε για να
γραφούν έργα που επηρέασαν την εποχή
τους. Αν βεβαίως πιστεύουμε στην
ανθρωπότητα. Και όχι Prada,
images
και διαφημίσεις οπτικών ειδών. Η
μοναδική απάντηση απέναντι σε αυτήν
την πρόκληση είναι η συνειδητοποίηση
της αξίας της ανάγνωσης, μιας ανάγνωσης
σε βάθος και απολύτως ριζοσπαστικής,
που θα ξεκινά ήδη από την παιδική και
εφηβική ηλικία και θα μεταφέρεται έτσι
σε όλη τη ζωή του ανθρώπου. Το υλικό των
αξιανάγνωστων κειμένων, αυτών δηλαδή
που μπορούν να αλλάξουν ριζικά τις
απόψεις μας και τις συνήθειές μας
προσφέροντάς μας έναν κόσμο άξιο να
κατοικηθεί και να κατανοηθεί είναι ο
κανόνας της δυτικής λογοτεχνίας, από
το ρεαλιστικό μυθιστόρημα του 18ου
και του 19ου
αιώνα μέχρι το μοντερνιστικό πρόγραμμα
του 20ου αιώνα: Παπαδιαμάντης
βεβαίως και Δημήτρης Χατζής και Θανάσης
Βαλτινός και δεκάδες άλλοι δικοί μας
του 20ού αιώνα αλλά και -κυρίως αυτό- η
δίψα των μεγάλων μαστόρων: Virginia
Woolf,
Hawthorne,
Poe,
James,
Shakespeare,
Hardy,
Hesse,
Salinger,
Miller,
Hemingway,
Joseph
Brodsky,
Pavese,
Stendhal,
Tolstoy,
Δοστογιέφσκι,
Auden,
Benjamin,
Musil,
Lowry,
Yourcenar,
Jack
London,
Bellow,
Toni
Morrison,
Marquez,
Christa
Wolf,
Thomas
Bernhard,
Lessing,
Konrad.
[Το
κείμενο αυτό αποτελεί συντομευμένη
εκδοχή της ομιλίας που δόθηκε για την
Παγκόσμια Ημέρα Βιβλίου, στις 23 Απριλίου
20013, στην Κοζάνη. Τον διευθυντή του
περιοδικού Παρέμβαση Βασίλη Καραγιάννη
και συν-ομιλητή ευχαριστώ θερμώς για
τη φιλοξενία και από τη θέση αυτή].