Πέμπτη 21 Αυγούστου 2014

Ιρλανδία: Δύο Α και πολλή αυτογνωσία (από όλους)



Γράφει η Σοφία Βούλτεψη

Την Παρασκευή, 15 Αυγούστου, ο διεθνής οίκος αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας Fitch αναβάθμισε το κρατικό αξιόχρεο της Ιρλανδίας σε A-, με την υποσημείωση ότι «η ιρλανδική κυβέρνηση συνέχισε το πολυετές πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής μετά την έξοδό της από το πρόγραμμα της Τρόικας στα τέλη του 2013 και συνεχίζει να τηρεί τους εγχώριους δημοσιονομικούς κανόνες, όπως και αυτούς της ευρωζώνης».

Είχε προηγηθεί, τον Ιούνιο, ο οίκος Standard & Poor's, ο οποίος επίσης είχε ανεβάσει το κρατικό αξιόχρεο της Ιρλανδίας σε A- και επομένως ήδη δύο από τους τρείς οίκους αξιολόγησης έχουν επαναφέρει στην πολυπόθητη κατηγορία του Α.

Τον περασμένο Μάιο επίσης, ο οίκος Moody’s είχε αναβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της Ιρλανδίας σε Baa1 από Baa3, με την υποσημείωση ότι «το πιστωτικό προφίλ της Ιρλανδίας ανακάμπτει ταχύτερα από την κρίση χρέους της ευρωζώνης, ως αποτέλεσμα της ενεργητικότητας της οικονομίας και των προοπτικών ανάπτυξης».

Ήδη, από τον περασμένο Μάρτιο, η Ιρλανδία είχε αντλήσει 1 δις ευρώ κατά την πρώτη δημοπρασία δεκαετών ομολόγων της από τον Σεπτέμβριο του 2010, εδραιώνοντας την επιστροφή της στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.

Βέβαια, στις πρόσφατες ευρωεκλογές, το Εργατικό Κόμμα που μετέχει του κυβερνητικού συνασπισμού, υπέστη βαριά ήττα, πέφτοντας από το 13,9% στο 5,3%, με αποτέλεσμα την παραίτηση του αρχηγού του και αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γκίλμορ από την ηγεσία του κόμματος.

Αλλά το κόμμα δεν έφυγε από τον κυβερνητικό συνασπισμό – ούτε ο ίδιος από το κυβερνητικό του αξίωμα.

Όπως μάλιστα είπε ο πρωθυπουργός Έντα Κένι, ο οποίο εξήρε «το θάρρος του Γκίλμορ» στην επιβολή δύσκολων αποφάσεων, οι οποίες ωστόσο ήταν απαραίτητες για την ανάκαμψη της οικονομίας της χώρας, ο Γκίλμορ τον διαβεβαίωσε ότι «το Εργατικό κόμμα εξακολουθεί να είναι πλήρως δεσμευμένο σε μια σταθερή κυβέρνηση και την επίτευξη των δεσμεύσεών μας για την ενίσχυση της οικονομίας της Ιρλανδίας».

Σημειώστε επίσης ότι πριν από έναν μήνα, τον περασμένο Ιούλιο, ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ στην Ιρλανδία, Γερμανός Πέτερ Μπρόιερ, έφυγε από τη χώρα, δηλώνοντας στις εφημερίδες πως τον καλοδέχθηκαν τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο, αν και, όταν έφθασε στο Δουβλίνο και εγκαταστάθηκε σε γραφείο στην Κεντρική Τράπεζα, διαπίστωσε «μια απροθυμία στο ζήτημα της αμφισβήτησης της εξουσίας», που συνέβαλε στο «να μεγαλώσει περισσότερο η φούσκα και να προκαλέσει μεγαλύτερη ζημιά στην έκρηξή της».

Ο Μπρόιερ είπε επίσης πως σκοπός των επισκέψεων εκπροσώπων του ΔΝΤ στις χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα διάσωσης, είναι «η βαθύτερη κατανόηση του τρόπου σκέψης των αρχών αναφορικά με τις οικονομικές εξελίξεις και τις επιλογές πολιτικής».

Παρ’ όλα αυτά – και παρά το γεγονός ότι ο Μπρόιερ ακολούθησε μια πολιτική ανοιχτών θυρών – δεν απέφυγε τα στραβοπατήματα.

Τον Ιούνιο έκανε το λάθος να προβλέψει πως η Τζόαν Μπάρτον θα είναι με βεβαιότητα η επόμενη ηγέτης των Εργατικών, πριν από την σχετική ψηφοφορία.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης το γεγονός ότι ο Μπρόιερ είπε σε αποχαιρετιστήριες συνεντεύξεις του (Irish Times) πως το ΔΝΤ έμαθε από τα σφάλματά του σε άλλες χώρες, προσθέτοντας πως το γεγονός ότι έδωσε στην Ιρλανδία τη δυνατότητα να έχει την «ιδιοκτησία» των πολιτικών της αποτέλεσε κλειδί στην «επιτυχία του προγράμματος» στη χώρα.

Είπε επίσης ότι «υπήρχε συμφωνία στη διάγνωση του προβλήματος και τους στόχους της θεραπευτικής διαδικασίας από το πρώιμο στάδιο».

«Όταν έφθασα στη χώρα πριν από τρία χρόνια, ο κόσμος έλεγε πως το πρόγραμμα δεν λειτουργεί. Για παράδειγμα το κόστος δανεισμού ήταν πάνω από το 14% και σήμερα έχει φθάσει το 2,5% - κανείς δεν πίστευε ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί. Σίγουρα, η καταπολέμηση της κρίσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο δημιούργησε μια σημαντική διαφορά, ωστόσο η Ιρλανδία κατάφερε να διαφοροποιηθεί με μια συνεπή εφαρμογή της πολιτικής, που ήταν δύσκολη κυρίως όταν η κρίση του ευρώ υπονόμευε την εμπιστοσύνη και καθυστερούσε την ανάκαμψη».

Παραδεχόμενος πως μεγάλη μερίδα του κόσμου δεν έχει δει την αλλαγή στις προοπτικές ανάπτυξης να μεταφράζεται σε αλλαγές στην καθημερινή του ζωή, ο Μπρόιερ έσπευσε να προσθέσει:

«Εντύπωσή μου είναι πως υπάρχει ένα εξαιρετικό επίπεδο αυτογνωσίας. Οι Ιρλανδοί αντιστάθηκαν στον πειρασμό να επιρρίψουν την ευθύνη σε άλλους για την φούσκα και την τραπεζική κρίση. Χωρίς να θέλω να υποτιμήσω τις σοβαρές επιπτώσεις της κρίσης σε πολλούς ανθρώπους, υπάρχει η αίσθηση ανάμεσα στους Ιρλανδούς πως έχουν βιώσει άλλες κρίσεις στο παρελθόν και ότι θα καταφέρουν να ξεπεράσουν και αυτήν. Αυτό το μείγμα αισιοδοξίας και επιμονής προκαλεί το θαυμασμό».

Αυτά συνέβαιναν στην Ιρλανδία όταν, τον περασμένο Μάρτιο, τη χώρα επισκεπτόταν ο κ. Τσίπρας, για να διαβεβαιώσει τους Δουβλινέζους πως δεν υπάρχει ούτε ιρλανδικό success story, αμφισβητώντας τον τραγουδιστή Μπόνο, που μπροστά στην Άγκελα Μέρκελ, στο συνέδριο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, είχε υποστηρίξει ότι η « ο ιρλανδικός λαός ξελάσπωσε τον ιρλανδικό λαό. Μας… αλλά τα καταφέραμε»!

Σίγουρα από τα παραπάνω μπορούν να εξαχθούν μερικά πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα – και για τους Ιρλανδούς και για το γεγονός ότι διευκολύνθηκαν στην οικειοποίηση του προγράμματος, επομένως και στην επιτυχία του…