Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2014

«Άνθρωποι θεατές» του Γιώργου Ψωμιάδη



 
 
   Η Θεσσαλονίκη, που λέτε παίδες, μερικές φορές νομίζω οτι φέρνει λίγο στον Αλκιβιάδη. Αμφιλεγόμενη και αντιφατική. Άλλες φορές σε γεμίζει με πορφυρά χρώματα και γλυκιές μυρωδιές, αφήνοντας την ευτυχία να παρασύρει τις αισθήσεις σου επάνω από τον ρεμβώδη Θερμαϊκό, χαμογελώντας σου καλοσυνάτα, και άλλοτε αφυπνίζει μέσα σου ότι πιο ειδεχθές μπορεί να παράγει η ανθρώπινη αγριότητα, θαρρείς σε προδίδει.

Κάπου... 

δίπλα στην Καμάρα, στην γραφική Mελενίκου με τα φοιτητικά στέκια και τις ανέμελες νεανικές συζητήσεις μπορείς να δεις μια παρέα από άστεγους κρυμμένους πίσω από ένα μάτσο ξύλα και χαρτόκουτα. Βιγλίζουν τον κόσμο από τα χαμηλά καθώς σαρώνουν τους περαστικούς με την διαπεραστική ματιά τους, εκεί χάμω, κουλουριασμένοι μέσα σε μια κουβέρτα. Όχι δεν θα συνεχίσω τους μελοδραματισμούς και τις συναισθηματικές ρητορείες, γιατί σε τέτοια σκηνικά περιττεύουν οι ρομαντισμοί, η συγκίνηση σου σε καθιστά ευάλωτο, παθητικοποιήσαι πριν καν το πάρεις χαμπάρι. Άλλωστε, εικόνες σαν και αυτές δεν χωρούν εσκεμμένες εξάρσεις, η ωμότητα τους σε διαπερνά ασυνείδητα, άσχετα με το αν εθελοτυφλούμε μέσα στην υπερφίαλη υλοφροσύνη μας, αν σκοντάφτουμε μπροστά τους λες και είναι τροχοπέδη μέσα στην καθημερινότητα μας, αρνούμενοι να χαμηλώσουμε τα βλέφαρα για λίγα δεύτερα.

Όπου όμως υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά. Όπου η απανθρωπιά φωσφορίζει υπάρχουν ένοχοι. Δεν λέω…κατακριτέοι οι διεφθαρμένοι κυβερνώντες και οι χρηματισμένοι χαρτογιακάδες, αηδιαστικός ο τομαρισμός των δαιμόνιων τραπεζιτών, όμως αυτή τη φορά ας μην το πάμε τόσο μακριά. Γιατί καμιά εκατοσταριά μέτρα πιο πέρα, ένα μάτσο κομματολάγνοι νέοι στήνουν τσιμπούσι με τα κονδύλια των αρχηγών τους για να «υποδεχτούν» τους πρωτοετείς, το φρέσκο αίμα, τους πρωτάρηδες στο όργιο της κομματοκρατούμενης παιδείας. Μόλις δυο βήματα παραδίπλα τα ντρόγκια πάνε κι έρχονται μπροστά στα μάτια μας, τα φράγκα κόβουν βόλτες, και εμείς γινόμαστε βαπόρια με την αδιαφορία μας. Για όλους εμάς φωσφορίζει η απανθρωπιά, ακόμη και για το στιλάτο, απολιτικ κοριτσάκι που ποζάρει κάτω από το νέο i-phone με τo δωδεκάποντο και τα ολοκαίνουρια παπούτσια prada.

Η κοινωνία, αγαπημένοι μου νέοι, είναι σαν το τσιγάρο που ο άστεγος πετάει αυτή τη στιγμή μπροστά στα πόδια του γεμάτος απελπισία. Όσο εκτρέφεις με αυτήν τον εγωισμό και την ιδιοτέλεια σου, όσο εκστασιάζεσαι ρουφώντας ασύστολα τα όσα σου προσφέρει για την πάρτη σου, άλλο τόσο η κοινωνία σβήνει και εξανεμίζεται, απανθρακώνεται θα έλεγα, γίνεται καπνός και χόβολη. Άμα όμως αφεθείς στην απόλαυση αυτή για πιο πολύ, σιγά σιγά γεμίζεις πίσα και στάχτες. Σαπίζεις μέσα σου…μαζί με μια κοινωνία που ο ίδιος γονάτισες αδιαφορώντας.