Δευτέρα 1 Μαΐου 2017

Οι τελευταίες ημέρες της Πηνελόπης Δέλτα - 27 Απριλίου - 2 Μαΐου 1941 (φώτο)


Στις 27 Απριλίου 1941 η Πηνελόπη Δέλτα πίνει δηλητήριο, ενώ μπαίνουν οι Γερμανοί στην Αθήνα. Πεθαίνει πέντε μέρες αργότερα.

Η τελευταία της γραπτή παράκληση προς τα παιδιά της... 
 
 
 

 
 
 
 
 
ήταν: «Παιδιά μου, ούτε παπά ούτε κηδεία. Παραχώστε με σε μια γωνιά του κήπου, αλλά μόνο αφού βεβαιωθείτε ότι δεν ζω πια. Φροντίστε τον πατέρα σας. Τον φιλώ σφιχτά. Π. Σ. Δέλτα.» Στον τάφο της χαράχτηκε μόνο η λέξη «Σιωπή». Έτσι τελείωσε η ζωή μιας αξιόλογη συγγραφέως, μιας μεγάλης παιδαγωγού, μιας φλογερής Ελληνίδας.

Η Πηνελόπη Δέλτα είχε βυθιστεί στο πένθος και είχε φορέσει μαύρα μερικά χρόνια, όταν είχε πληροφορηθεί το θάνατο του άντρα που αγάπησε βαθιά και δε μπόρεσε ποτέ να ζήσει μαζί του, του Ίωνα Δραγούμη το 1920. Όταν είχαν γνωριστεί στην Αλεξάνδρεια η Δέλτα είναι ήδη παντρεμένη και μητέρα τριών κοριτσιών. Ο γάμος της με τον Στέφανο Δέλτα το 1895 ήταν χωρίς έρωτα, αποτέλεσμα προξενιού, οικογενειακών σχεδιασμών, μια λύτρωση γιαυτήν από το αυταρχικό περιβάλλον του σπιτιού της. Έχει γεννήσει τις κόρες της Σοφία Μαυρογορδάτου, Βιργινία Ζάννα και Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου. Ο έρωτάς τους με τον Δραγούμη είναι κεραυνοβόλος. Η Δέλτα τον ομολογεί στον άντρα της για να της δώσει την πολυπόθητη ελευθερία της. Αυτός αρνείται. Ο δεσμός της με τον Ίωνα Δραγούμη τελειώνει όταν αυτός συνδέεται, με τη Μαρίκα Κοτοπούλη. 






«Μένω ακόμη ένα χρόνο, σου το έγραψα· αν με θέλεις ύστερα, αν δεν αλλάξεις, Ιων μου, αν θέλεις τότε, πάρε με... Και τώρα όμως αν με ήθελες δεν θα μπορούσα να σου πω πια όχι· τώρα δεν ξέρω πια τι θα πει τιμή και λόγος και όρκος· ξέρω πως στον κόσμο κάπου ζεις εσύ, πως μ' αγαπάς ακόμη, πως εσύ μπορείς να γίνεις δικός μου όποταν σε φωνάξω. Ιων μου, δεν σε φωνάζω· μα αν με θελήσεις ποτέ, ξέρεις πού είμαι· σε περιμένω πάντα και σ' αγαπώ σαν Μήδεια, είσαι το μόνο δίλημμα που ζει μέσα μου με φρικτή ένταση· τ' άλλα όλα πέθαναν, η αγάπη σου τα σκότωσε! Μη με φοβηθείς· αγαπώ άγρια, μα αγαπώ με φοβερή tendresse το χλωμό παιδί που με φίλησε στο στόμα εκεί στα πεύκα. Ιων μου, θα πεις πως είμαι τρελή, και το ξέρω, μα όπως εκείνο το βράδυ, που πρώτη φορά με ξανάβλεπες, ύστερα από την πρώτη απόπειρα, ήσουν "τρελός για μένα", έτσι κι εγώ είμαι τρελή για σένα... Και μεθώ και δεν ξέρω πια να λογαριάσω τι θα πει "τιμή" και "λόγος". Ξέρω μόνο πως σ' αγαπώ, τ' ακούς, Ιων; σ' αγαπώ άγρια και θέλω την αγκαλιά σου και το στόμα σου που φιλεί φρικτά, σε θέλω όλον, όλον, δικό μου για πάντα, και πονώ αλύπητα και ανυπόφορα, και μ' έρχεται να φύγω απόψε, πριν από το γράμμα μου, να μη σου μιλήσω πια, να μη σου γράψω "σ' αγαπώ", μόνο να έλθω εκεί, να ορμήσω στο σπίτι σου, να χυθώ στο λαιμό σου, και χωρίς λέξη, να πνίξω την αναπνοή σου, φιλώντας σε στο στόμα, ως που να κλείσεις τα μάτια σου και να πέσει το κεφάλι σου στον ώμο μου, χλωμό και αποκαμωμένο, μισοπεθαμένο από συγκίνηση και πόνο και χαρά που σκοτώνει. Το ξέρω πως είμαι τρελή· μα η αγάπη κάποιον τρελαίνει...» γράφει στον Δραγούμη το 1906.




Η Πηνελόπη, κόρη του Εμμανουήλ Μπενάκη και της Βιργινίας Χωρέμη, γεννήθηκε το 1874 και πέρασε τα παιδικά της χρόνια στην Αλεξάνδρεια, στην ελληνική παροικία της οποίας ο πατέρας της ήταν μέλος σημαντικό. Ο πατέρας της, συνταγμένος πολιτικά και ιδεολογικά στην τρικουπική παράδοση, που θέλει την Ελλάδα «σύγχρονο κράτος κατά τα πρότυπα της φιλελεύθερης Δύσης», εγκαθίσταται στην Αθήνα και το 1910 γίνεται υπουργός του νεοσύστατου υπουργείου Εθνικής Οικονομίας στην κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου.

Η Πηνελόπη, τρίτο κατά σειρά παιδί του ζευγαριού, μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον αυστηρό, σκληρό, καταπιεστικό, και η πατρική και μητρική εξουσία εκδηλώνονται η κάθε μια με το δικό της τρόπο πάνω στα παιδιά, και κυρίως με την έλλειψη κατανόησης και ψυχικής επαφής, την επιβολή φόβου και την ατσαλάκωτη, σιδερένια πειθαρχία. Η Πηνελόπη, σαν υπερευαίσθητο και συναισθηματικό παιδί, είναι ευάλωτος δέκτης αυτής της ατμόσφαιρας, που θέλει τη γυναίκα απόλυτα εξαρτημένη από τον άντρα – αφέντη, κοινωνικά και ατομικά χειραγωγούμενη. Μας παρέδωσε την ατμόσφαιρα της εποχής και του σπιτιού της στο βιβλίο της «Πρώτες ενθυμήσεις». Η Δέλτα συνδέεται με τους κύκλους των δημοτικιστών και αλληλογραφεί με το περιοδικό «Νουμάς», που θεωρείται προπύργιο του δημοτικισμού. 





Το 1932 πρωτοδημοσιεύεται ο περίφημος «Τρελαντώνης», που αναφέρεται στα κατορθώματα του αδελφού της Αντωνίου Μπενάκη και στο καλοκαίρι των παιδιών της οικογένειας στην Καστέλα. Το βιβλίο είναι σταθμός για την ελληνική παιδική λογοτεχνία και μ’ αυτό η Δέλτα τάσσεται αναφανδόν υπέρ του δημοτικισμού. Το 1935 πρωτοδημοσιεύεται ο «Μάγκας» και δυο χρόνια αργότερα το «Στα μυστικά του Βάλτου». Η Δέλτα έχει ήδη στραφεί στον πλούτο που αποτελεί για την πρόσφατη ελληνική ιστορία ο Μακεδονικός Αγώνας, ενώ παράλληλα γράφει το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημά της «Ρωμιοπούλες», που το αρχίζει το 1927 και το τελειώνει το 1939. Άλλα έργα της είναι τα: «Για την Πατρίδα» και «Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου», όπου καταπιάνεται με τον βυζαντινό ελληνισμό, και το περίφημο «Παραμύθι χωρίς όνομα», όπου με μια καταπληκτική συμβολική γλώσσα περνά τα παιδαγωγικά της μηνύματα χωρίς ίχνος διδακτισμού, φυσικά, αβίαστα, όπως μόνο η ίδια η ζωή μπορεί να το κάνει.




Η προσωπική της γνωριμία με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και το ουσιαστικό της ενδιαφέρον για τα κοινά, για την πολιτική κατάσταση της πατρίδας της, την οδηγούν στην τήρηση του αρχείου της με τίτλο: «Ελευθέριος Βενιζέλος, ημερολόγιο, αναμνήσεις, μαρτυρίες, αλληλογραφία». Η Πηνελόπη Δέλτα έζησε από κοντά όλη αυτή την ταραγμένη εποχή του μεγάλου εθνικού διχασμού. Τον ασυμφιλίωτο χωρισμό των Ελλήνων σε φιλομοναρχικούς ή αντιβενιζελικούς, που ενώνονται με το βαθύ μίσος για το Βενιζέλο, ηγέτη του κόμματος των Φιλελευθέρων, και σε αντιβασιλικούς ή βενιζελικούς, που είναι φανατικοί πολέμιοι του θρόνου. Το 1933, επί κυβερνήσεως Π. Τσαλδάρη, που είναι επικεφαλής του «Λαϊκού Κόμματος», με το Βενιζέλο στην Αντιπολίτευση και μετά την αποτυχία του κινήματος του Ν. Πλαστήρα, του «μαύρου καβαλάρη» της μικρασιατικής εκστρατείας, ένα βράδυ του Ιουνίου γίνεται δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου, ενώ αυτός και η γυναίκα του επέστρεφαν από γεύμα στο σπίτι των Δέλτα στην Κηφισιά. Η περιγραφή του γεγονότος από την Πηνελόπη Δέλτα αποτελεί ένα συναρπαστικό πολιτικό κείμενο. Το 1941 ο Φίλιππος Δραγούμης εμπιστεύθηκε στη Δέλτα τα ημερολόγια και το αρχείο του αδερφού του, Ίωνα Δραγούμη, στα οποία η Δέλτα πρόσθεσε περίπου 1000 χειρόγραφες σελίδες με σχόλια για το έργο του Δραγούμη.




Το 1935, μετά από εγκατάσταση του ζεύγους Δέλτα στην Φραγκφούρτη, όπου ο Στέφανος διηύθυνε το εκεί υποκατάστημα της εταιρείας «Χωρέμης, Μπενάκης και Σία», η οικογένεια εγκαθίσταται οριστικά πλέον στην Κηφισιά, στο πυργόσπιτο που βρίσκεται στη συμβολή τον οδών Εμμ. Μπενάκη και Στέφανου Δέλτα χτισμένο από τον πατέρα της Εμμ. Μπενάκη. Ακριβώς απέναντι βρίσκεται το άλλο πυργόσπιτο που οι Δέλτα αγόρασαν και ονομάζεται Σοβιράλι από τις πρώτες συλλαβές των ονομάτων των τριών θυγατέρων του ζεύγους, Σοφίας, Βιργινίας και Αλεξάνδρας. Η πνευματική της κληρονομιά κατέκτησε τις καρδιές των Ελληνόπουλων και της έδωσε μια αδιαπραγμάτευτη θέση στα νεοελληνικά γράμματα.

Πηγή: thetoc.gr