Δευτέρα 4 Ιουνίου 2018

Ναυτιλία: Αιώνια και παγκόσμια δύναμη του Ελληνισμού



Του Γεωργίου Π. Μαλούχου

 Η ιστορία της ελληνικής ναυτιλίας δεν μετριέται σε χρόνια. Ούτε σε δεκαετίες. Ούτε καν σε αιώνες. Μετριέται, στην πραγματικότητα, σε χιλιετίες. 

Λιναρδάκη Ζήνα, Πλοία αγκυροβολημένα. Λάδι σε καμβά, 69χ79 εκ. Συλλογή Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδας 

Η... 





ιστορία της ελληνικής ναυτιλίας δεν μετριέται σε χρόνια. Ούτε σε δεκαετίες. Ούτε καν σε αιώνες. Μετριέται, στην πραγματικότητα, σε χιλιετίες. Δεν θα ήταν συνεπώς δυνατόν, στο πλαίσιο αυτού του ειδικού αφιερώματος, να πάμε πίσω στις απαρχές της. Επικεντρωθήκαμε στον προηγούμενο, τον 20ό αιώνα, ο οποίος υπήρξε από τους πιο καθοριστικούς, μα και ενδιαφέροντες όλης αυτής της διαδρομής. Γιατί είναι σε αυτή την εκατονταετία που η ελληνική ναυτιλία αφενός «ανδρώθηκε» με τέτοια ορμή, σταθερότητα και επιτυχία και, αφετέρου, επειδή σε αυτή την περίοδο γεννήθηκαν κύριοι σημερινοί θεσμοί της, όπως η ΕΕΕ, το 1916. Kυρίως όμως επειδή σε αυτή την εποχή οργανώθηκε και θεσμοποιήθηκε η συσχέτιση της ναυτιλίας με την ελεύθερη πλέον Ελλάδα, που η μακρά και επώδυνη διαδικασία εθνικής της ολοκλήρωσης εκπληρώθηκε πλήρως μόλις το 1947 με την πρόσκτηση της Δωδεκανήσου. Τέλος, ένας ακόμη λόγος κάνει σημαντικό το να κοιτάζουμε πίσω, ειδικά σήμερα: κοιτάζοντας πίσω οι λαοί με Ιστορία βλέπουν μπροστά. Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ έλεγε: «Εθνος που ξεχνά το παρελθόν, δεν έχει μέλλον».

Η εποχή της επικράτησης

Η Ιστορία μάς μετράει. Εχει σημασία. Και η ιστορία της ναυτιλίας μας έχει πρωταρχική: εκεί ανιχνεύονται οι αξίες, οι αγώνες, οι ελπίδες, οι ρίζες που έγιναν δέντρο. Αυτός ο τελευταίος από τους πολλούς αιώνες, τις χιλιετίες, που μετρούν τόσο ο Ελληνισμός όσο και η ναυτιλία του είναι η εποχή της ιστορικά παράλληλης μεγέθυνσης και επικράτησής τους. Αυτή τη ματιά σε εκείνα που μας διαμόρφωσαν υπηρετεί λοιπόν και ο ιστορικός χαρακτήρας αυτού του ενθέτου.

Ηταν λοιπόν στη διάρκεια αυτής της περιόδου που η ελληνική ναυτιλία έφτασε στα πρωτοφανή της παγκόσμια επίπεδα, τα οποία καθρεφτίζουν τόσο καθαρά τη μοναδική σχέση του Ελληνισμού με τη θάλασσα. Που εξηγεί το πώς ένας λαός λίγο περισσότερων των δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων κυριαρχεί κατά κράτος σήμερα στους ωκεανούς της Γης. Και ήταν τα τελευταία πενήντα χρόνια που, σε μεγάλο βαθμό και μέσα από τα «Ποσειδώνια», αυτή η υπεροχή προβλήθηκε συστηματικά διεθνώς και που η Ελλάδα γίνεται πλέον, κάθε δύο χρόνια, ο ασυναγώνιστος πόλος έλξης της παγκόσμιας ναυτιλιακής κοινότητας.

Ασυναγώνιστο διεθνές επίτευγμα

Ενα και μόνο μέγεθος είναι αρκετό για να δείξει τη σημασία του 20ού αιώνος για την ελληνική ναυτιλία, που μεγάλωσε σταδιακά μαζί με την ίδια την Ελλάδα: όπως αναφέρει το 1916 στην συνέντευξή του που ακολουθεί ο απελευθερωτής του Ανατολικού Αιγαίου, μέγας ήρωας των Βαλκανικών Πολέμων, Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης, εκείνη την εποχή η ελληνική ναυτιλία αντιπροσώπευε το 2% παγκοσμίως και ο ίδιος την εξάρει όχι πρωτίστως για την οικονομική της σημασία, αλλά για το έργο της στους εθνικούς αγώνες. Σήμερα, ακριβώς έναν αιώνα μετά, αντιπροσωπεύει το 20%! Ποιος άλλος κλάδος και σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου έχει να επιδείξει επίτευγμα που έστω και να πλησιάζει από μακρυά κάτι σαν αυτό; Και όμως, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης στο μεγίστης σημασίας αυτό ιστορικό ντοκουμέντο, όπως και σήμερα, έτσι και τότε, στρεβλώσεις και απερίσκεπτες αντιλήψεις τις οποίες ο Κουντουριώτης ο ίδιος μας καλεί επιτακτικά να αποβάλλουμε, έβρισκαν συχνά πρόσφορο έδαφος.

Αν ο Ελληνισμός είχε ένα επίγραμμα που θα συμπύκνωνε όλα όσα τον έκαναν μεγάλο στην Ιστορία, αυτό δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από «Ανοιχτοί ορίζοντες». Ανοιχτοί στην αναζήτηση, στο πνεύμα, στη δράση, στην περιπέτεια, στη δημιουργία, στην ανακάλυψη, στα μεγάλα ερωτήματα και στις προκλήσεις που η αναμέτρηση μαζί τους βρίσκεται στη βάση όλων των μεγάλων πολιτισμών, όλων ανεξαιρέτως των εποχών και των τόπων όπου ο άνθρωπος δημιούργησε. Και αν αναζητούσε κανείς αυτό το επίγραμμα στη σημερινή Ελλάδα, ως συνέχεια του μακραίωνου αυτού πολιτισμού της που κάποτε καθόρισε ανεπίστρεπτα την πορεία όχι μόνον της ίδιας αλλά και του κόσμου, δεν θα μπορούσε να το ανιχνεύσει εντονότερα πουθενά περισσότερο από ό,τι στη ναυτιλία της. Στη δύναμη που επιτρέπει σε αυτόν τον τόπο να κρατά σήμερα στα χέρια του την πρώτη θέση διεθνώς αντιπροσωπεύοντας περίπου το 20% του παγκόσμιου στόλου, κάνοντας πράξη, μεταφορικά και κυριολεκτικά, αυτούς τους ανοιχτούς ορίζοντες στον σύγχρονο κόσμο. Οποτε ο Ελληνισμός και η Ελλάδα έζησαν με ανοικτότητα, μεγαλούργησαν. Οποτε την αρνήθηκαν, αρνήθηκαν ουσιαστικά τον ίδιο τους τον εαυτό και συρρικνώθηκαν. Η ναυτιλία ήταν πάντοτε και παραμένει μία από τις πιο απτές και ζωογόνες εκφράσεις αυτής της ανοικτότητας. Γι’ αυτό και βρήκε τη μοναδική της θέση όχι μόνον στην ανόρθωση της χώρας σε δύσκολους καιρούς, αλλά και στην τέχνη της, λαϊκή μα εξίσου και λόγια, στη λαογραφία της, στα ήθη και στο ήθος της, στη διαμόρφωση της συνολικής της ταυτότητας μέσα στους αιώνες. Η ναυτιλία, ο Ελληνισμός και η Ελλάδα είναι έννοιες μεταξύ τους αξεχώριστες.

Αψηφώντας θύελλες και φουρτούνες τόσο των υδάτινων όσο και των σύγχρονων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών «ωκεανών», ο Ελληνισμός πέτυχε σταδιακά στον 20ό αιώνα να εκτοπίσει χώρες-μεγαθήρια και να καταστεί η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη στον κόσμο. Ισως επειδή, ως φορέας μιας ζώσας αδιάλειπτης παράδοσης χιλιάδων ετών, ουδέποτε τις φοβήθηκε. Αντιθέτως, πάντοτε τον προκαλούσαν: εκεί που πολλοί άλλοι θα δείλιαζαν, η ελληνική ναυτοσύνη έμπαινε μπροστά και άνοιγε δρόμους. Οχι μόνον οι εφοπλιστές: πάνω από όλους οι έλληνες καπεταναίοι και ναυτικοί, που επιστρατεύοντας την εμπειρία, τη γνώση, την ορθή κρίση, τον επαγγελματισμό, αλλά μαζί και το πάθος, το ήθος και την ταχύτητα της σκέψης τους, κατορθώνουν πάντοτε να φτάνουν πιο μακριά. Ετσι είναι που το μοναδικό αυτό επίτευγμα όχι μόνον δημιουργήθηκε αλλά και διατηρήθηκε σε ένα περιβάλλον παγκόσμιο, ολοένα και πιο δυσχερές και ανταγωνιστικό.

Η σημασία των «Ποσειδωνίων»

Αυτούς τους ανοιχτούς ορίζοντες επιβεβαιώνουν, σταθερά κάθε δύο χρόνια, εδώ και μισό αιώνα τα «Ποσειδώνια». Δεν πρόκειται απλώς για μία «έκθεση», ούτε για ένα «κοινωνικό γεγονός», όπως ίσως ορισμένοι μπορεί να πιστεύουν. Πρόκειται για μια συγκέντρωση δυνάμεων διεθνούς εμβέλειας, τη σημαντικότερη του είδους της παγκοσμίως, που όμοιά της δεν συναντά κανείς αλλού. Και, ασφαλώς, πρόκειται ευρύτερα για το κορυφαίο διεθνές γεγονός που λαμβάνει χώρα συστηματικά επί ελληνικού εδάφους. Είναι, κατά κάποιον τρόπο, ένα ιδιότυπο «προσκύνημα» ολόκληρου του κόσμου σε αυτά που αντιπροσωπεύει ο αξιακός και υπαρξιακός κώδικας του Ελληνισμού για την ανοικτότητα και τη δίψα του ελεύθερου ανθρώπου να πηγαίνει πάντοτε όλο και πιο πέρα. Ετσι είναι που για ακόμη μία φορά εφέτος, για πέντε ημέρες, από τις 4 μέχρι τις 8 Ιουνίου, ο θαλασσινός σφυγμός του πλανήτη θα χτυπά στην Ελλάδα.

Οπως αναφέρουν οι διοργανωτές, η έκθεση προβάλλει τα επιτεύγματα της ελληνικής ναυτιλίας και τη μοναδικότητα της ελληνικής ναυτοσύνης και παράλληλα τον έντονο διεθνή χαρακτήρα της ναυτιλίας, ενώ αποτελεί πλατφόρμα ενημέρωσης για τις τελευταίες εξελίξεις της παγκόσμιας ναυτιλίας αφού εκεί επιλέγουν οι εταιρείες να παρουσιάσουν τα νέα τους προϊόντα, τις πιο σύγχρονες τεχνολογίες και τις τελευταίες τάσεις στον χώρο της ναυτιλίας. Κάθε διοργάνωση υπολογίζεται ότι αφήνει τελικά πίσω της περισσότερα από 60 εκατομμύρια ευρώ στη χώρα με διάφορους τρόπους, τόσο από τους περισσότερους από 10.000 επισκέπτες που έρχονται στην Ελλάδα κάθε δύο χρόνια για αυτόν το σκοπό ενισχύοντας έντονα τον τουρισμό στην Αθήνα και όχι μόνον, όσο και από τις συμφωνίες που κλείνουν στην ίδια την έκθεση.

Η ιδέα για αυτή την έκθεση ξεκίνησε με ελληνική πρωτοβουλία γύρω στο 1965 και πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στο Ζάππειο Μέγαρο το 1969, ενώ από το 1970 διοργανώνεται κάθε δύο χρόνια, τον Ιούνιο. Το 1976 μεταφέρθηκε για πρώτη φορά στον Πειραιά, στον επιβατικό Σταθμό του ΟΛΠ, συμβάλλοντας καθοριστικά στη διεθνή προβολή της πόλης ως παγκόσμιου ναυτιλιακού κέντρου. Από το 2006 στεγάστηκε στο Εκθεσιακό Κέντρο Ελληνικού, ενώ από το 2012 διοργανώνεται στο Metropolitan Expo, στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος». Η διοργάνωση των «Ποσειδωνίων» το 2016 συγκέντρωσε1.825 συμμετοχές από 90 χώρες, 22.366 επισκέπτες από 101 χώρες και 19 εθνικές συμμετοχές με μεγάλα περίπτερα. Συνολικά στην έκθεση συμμετείχαν 33.512 εκθέτες, επισκέπτες και δημοσιογράφοι. Κατά τη διάρκεια της Εκθεσης πραγματοποιήθηκαν συμφωνίες εκατομμυρίων δολαρίων με αποφάσεις και μνημόνια που υπεγράφησαν τόσο μεταξύ κυβερνήσεων ναυτικών κρατών όσο και ναυτιλιακών εταιρειών. Οι συμμετέχοντες, εκθέτες και επισκέπτες, εκπροσωπούν την ελληνική και την παγκόσμια ναυτιλιακή βιομηχανία και καλύπτουν όλο το φάσμα της: ναυπηγεία, ναυπηγοεπισκευαστικές μονάδες, ναυτιλιακούς πράκτορες, ασφαλιστικούς οργανισμούς, τράπεζες, οργανισμούς λιμένων, νηογνώμονες, επιθεωρητές πλοίων, νηολόγια, προμηθευτές εφοδίων πλοίων, προμηθευτές εξοπλισμού γραφείων υψηλής τεχνολογίας, εταιρείες παροχής υπηρεσιών τεχνικής υποστήριξης, εκδοτικές εταιρείες, κ.ά. Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι τα «Ποσειδώνια» είναι η μοναδική ελληνική έκθεση που λαμβάνει σε κάθε διοργάνωσή της το Trade Fair Certification του υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ, γεγονός που συνιστά άμεση παρότρυνση της αμερικανικής κυβέρνησης προς τις αμερικανικές εταιρείες να συμμετάσχουν στην έκθεση. Τα «Ποσειδώνια 2018» αναμένεται να είναι ακριβώς αυτό που ταιριάζει σε έναν διεθνή θεσμό που κλείνει του χρόνου, το 2019, τα πρώτα πενήντα του χρόνια: τα μεγαλύτερα και τα σημαντικότερα στην ιστορία τους, υπερβαίνοντας την επιτυχία ακόμα και εκείνων του 2016, σε μία διοργάνωση με οικοδεσπότη τη χώρα με την παγκοσμίως κυρίαρχη δύναμη των περισσότερων από 4.400 πλοίων με αξία που υπερβαίνει τα 22 δισ. δολάρια και που διαρκώς μεγαλώνει μέσα από συνεχείς νέες επενδύσεις τεχνολογικής και οικονομικής αιχμής.

Η πορεία ενός αιώνος

Για να επιτύχουμε όμως να προσδώσουμε σε αυτή την έκδοση τη σημασία μα και την προστιθέμενη αξία που της αρμόζουν, πήγαμε ακόμη πιο πίσω και από την ίδια τη διοργάνωση των «Ποσειδωνίων». Γιατί; Ακριβώς επειδή, όπως αναφέρθηκε, η θεσμοθέτησή τους ήταν αποτέλεσμα αλλά και το επιστέγασμα μιας μακράς διαδικασίας ιστορικής εξέλιξης που συνδέεται με την πορεία της ελληνικής ναυτιλίας σε ολόκληρο τον ταραγμένο 20ό αιώνα. Η ελληνική ναυτιλία, όπως θα διαπιστώσει αναλυτικά ο αναγνώστης αυτής της έκδοσης, ήταν πάντοτε δυναμικά και αποτελεσματικά παρούσα στους εθνικούς αγώνες του Ελληνισμού και της Ελλάδας. Ειδικά εν προκειμένω, ως προς τον 20ό αιώνα, μέσα από σειρά εθνικών αλλά και παγκοσμίων πολέμων στους οποίους η Ελλάδα ηρωικά πρωταγωνίστησε, αλλά και έπειτα από τις περιόδους της μαύρης τριπλής ξένης κατοχής και των εκτεταμένων καταστροφών που όλα αυτά είχαν για καιρό μετά αφήσει πίσω τους. Από τα μέσα της δεκαετίας του ΄50 η χώρα εισήλθε πια σε διαδικασία σταθεροποίησης και συνολικής ανασυγκρότησης. Τότε ήταν που για πρώτη φορά στην πολυχιλιετή ιστορία της η, ιστορικά πάντοτε παγκοσμιοποιημένη, ελληνική ναυτιλία ξεκινά πλέον να συζητεί το συστηματικό «επαναπατρισμό» μεγάλου μέρους της καθώς και την καινοφανή θεσμική οργάνωσή της σε συνεργασία με την ελληνική πολιτεία. Αλλά, κυρίως, τότε είναι που οι μεγάλες επενδύσεις που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα, σε πολύ μεγάλο βαθμό από τον ελληνικό εφοπλιστικό κόσμο, αρχίζουν σταδιακά να αλλάζουν τη μορφή της χώρας μέσα από τη μετάβαση σε ένα νέο επίπεδο ανάπτυξης. Στις επενδύσεις αυτές, οι έλληνες εφοπλιστές είτε με τα νέα τους πλοία και τις χιλιάδες θέσεις εργασίας που αυτά προσφέρουν τόσο στη θάλασσα όσο και στη στεριά, είτε μέσα από άλλες παραγωγικές δραστηριότητες εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης, «επιστρέφουν» δυναμικά στην Ελλάδα δίνοντας καθοριστική ανάσα ζωής, δουλειάς και ανάπτυξης στον τόπο που επί δεκαετίες χειμάστηκε από καταστροφές. Τότε είναι και που ο Πειραιάς αυξάνει πια σταδιακά τη δύναμή του ως κύριο διεθνές ναυτιλιακό κέντρο.

Αν και όχι επαρκώς γνωστή στην πλήρη έκτασή της, η συμβολή της ελληνικής ναυτοσύνης στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας σε εκείνη την ανορθωτική περίοδο υπήρξε κεφαλαιώδης. Είναι πια η εποχή που έπειτα από τόσες περιπέτειες ο ελληνικός εφοπλισμός μπορεί, για πρώτη φορά, να εκπληρώσει την παλαιά διακαή επιθυμία: να θέσει τις βάσεις του στον ίδιο του τον τόπο. Μέσα από την ταραγμένη πορεία του 20ού αιώνος ήταν τελικά που η ελληνική ναυτιλία, παλεύοντας επίμονα, βρέθηκε σήμερα να κατέχει και να διευρύνει διαρκώς την πρώτη θέση στον κόσμο. Αυτής της μακράς πορείας ήταν που τα «Ποσειδώνια» ήρθαν, τελικά, ως η φυσική εξέλιξη.

Ολη αυτή τη συνεκτική μα εν πολλοίς, ακόμη και σήμερα, αφανή για πολλούς σε όλο το μέγεθος και τη σημασία της πορεία επιχειρεί να ιχνηλατήσει η παρούσα έκδοση. Για τις ανάγκες της και για να επιτύχουμε να ανασυνθέσουμε αυτή τη μακρά ιστορική αλυσίδα εξελίξεων, τόσο ως προς την ιστορία της ελληνικής ναυτιλίας του 20ού αιώνος όσο και ως προς τα «Ποσειδώνια», επιστρατεύσαμε το εγκυρότερο αλλά και πλέον ποικιλόμορφο υλικό που επιτρέπει μία πολυπρισματική και σε βάθος προσέγγιση των εν λόγω θεμάτων.

Πρόκειται για κείμενα σχετικά με τα ίδια τα «Ποσειδώνια» αλλά και με την ιστορία της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας από τις αρχές του 20ού αιώνος μέχρι και το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου από το ιστορικό περιοδικό «Ναυτικά Χρονικά». Κείμενα του αντιναυάρχου Ε.Α. Ιωάννη Παλούμπη Π.Ν., μελετητή και συγγραφέα επί των θεμάτων που σχετίζονται τόσο με το Πολεμικό Ναυτικό όσο και με την ελληνική εμπορική ναυτιλία για την καθοριστική συμβολή της στον εθνικό και συμμαχικό αγώνα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κείμενα για την πορεία και την ανασυγκρότησή της κατά την κρίσιμη μεταπολεμική περίοδο από το Greek Shipping Miracle, το πρώτο διαδικτυακό μουσείο για τη ναυτιλία, τα οποία αποτελούν δύο από τις δώδεκα ενότητες που παρουσιάζουν τη νεότερη ιστορία της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας. Επίσης φιλοξενούνται σε αυτή την έκδοση τα πλέον πρόσφατα στοιχεία, 2017-2018, της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών για το παρόν και το μέλλον της ναυτιλίας, καθώς και ορισμένα από τα κύρια συμπεράσματα από σχετική μελέτη του ΙΟΒΕ του 2013. Ακόμη, κείμενα του ιστορικού περιοδικού «Οικονομικός Ταχυδρόμος» σχετικά με τη μετάβαση της ναυτιλίας από τον 20ό στον 21ο αιώνα κατά τις δύο προηγούμενες κρίσιμες δεκαετίες. Oπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, προκειται ίσως για τα πλέον εμβληματικά και «προφητικά» κείμενα της ελληνικής δημοσιογραφίας για τη ναυτιλία. Αναφέρονται ιδίως στη σχέση με τις γνωστές, πάγιες, επίμονες και ιδιαιτέρως επιζήμιες όχι απλώς για τη ναυτιλία αλλά και εξίσου για τη χώρα στρεβλώσεις του ελληνικού κράτους, με την υπογραφή τού επί τρεις και πλέον δεκαετίες διευθυντή του Γιάννη Μαρίνου. Ο «Οικονομικός Ταχυδρόμος» υπό τον Γιάννη Μαρίνο υπήρξε αναμφίβολα καθοριστικής σημασίας έντυπο για την εποχή του.

Εργα μεγάλων δασκάλων: Ασπρογέρακας και Βολανάκης

Κατόπιν της ευγενούς αδείας του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδος, της ΕΕΕ, του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη, του Ιδρύματος Β. & Μ. Θεοχαράκη, της Ποσειδώνια ΑΕ, του Hellenic Maritime Museum, του περιοδικού «Αργώ» και του περιοδικού «Ναυτικά Χρονικά», ο αναγνώστης έχει εδώ την ευκαιρία να έρθει σε επαφή όχι μόνον με κορυφαία κείμενα για την ιστορία της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας του 20ού αιώνος, αλλά και με εξαιρετικής αξίας εικαστικό και ιδιαίτερης σπανιότητας φωτογραφικό υλικό το οποίο αποτελεί συστατικό τμήμα της έκδοσης. Την πρωτοκαθεδρία έχει ασφαλώς ένας από τους κορυφαίους έλληνες και ευρωπαίους δημιουργούς του δεύτερου μισού του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνος, ο Κωνσταντίνος Βολανάκης, μεγάλος δημιουργός και εν μέρει θεματολογικός ανανεωτής της «Σχολής του Μονάχου» και πατέρας της ελληνικής θαλασσογραφίας, όπως, μεταξύ άλλων, και ο Νικόλαος Ασπρογέρακας, έργο του οποίου φιλοξενείται στο εξώφυλλο. Οπως και η ίδια η ναυτιλία και η μακραίωνη ιστορία της αποτελούν κομμάτι της ψυχής του Ελληνισμού και της Ελλάδας, έτσι ακριβώς και το έργο αυτών των δημιουργών συνιστά ύψιστη καλλιτεχνική και πνευματική αποτύπωσή τους. Στους παραπάνω φορείς, στις διοικήσεις και στους εκπροσώπους τους απευθύνονται θερμότατες ευχαριστίες. Επίσης θερμότατες ευχαριστίες οφείλονται στη δρα Νίκη Καλογηράτου, σύμβουλο έκδοσης αυτού του ενθέτου.

Το μήνυμα του Κουντουριώτη στους Ελληνες του 21ου αιώνος

Ας επιτραπεί όμως και μία ακόμη τελευταία αναφορά. Ενα ιδιαίτερο ευχαριστώ στη διευθύντρια της ΕΕΕ κυρία Κατερίνα Πέππα, που έθεσε υπόψη μου ένα πολύτιμο κείμενο, το οποίο και είναι το πρώτο που θα έχει τη δυνατότητα να διαβάσει ο αναγνώστης αυτής της έκδοσης. Μία σπάνια συνέντευξη που είχε δώσει πριν από 102 χρόνια ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης με θέμα την ελληνική εμπορική ναυτιλία και την εθνική σημασία της για αυτόν τον τόπο, την ελευθερία του και τον λαό του, τα οποία και επιβεβαιώθηκαν ιστορικά πολλάκις. Για να μείνει πάντοτε κανείς στον 20ό αιώνα (χωρίς δηλαδή καν να αναφερθεί στη ζωτικής σημασίας συμβολή της ναυτιλίας στον Αγώνα της ελληνικής εθνεγερσίας), αυτό συνέβη στους Βαλκανικούς Πολέμους, λίγο μετά τους οποίους ο ναύαρχος Κουντουριώτης έδωσε αυτή τη συνέντευξη, όπως και αργότερα, στον Εθνικό Αγώνα για την Ελευθερία 1940-1944, αλλά και στην ακόλουθη τιτάνια προσπάθεια ανοικοδόμησης αυτού του τόπου μέσα από τα ερείπια.

Ο ναύαρχος Κουντουριώτης δεν ήταν απλώς κάποιος που ανήλθε, και μάλιστα πολλές φορές, στα ύπατα ελληνικά αξιώματα – τέτοια κατέκτησαν πολλοί στο διάβα της Ιστορίας, αρκετοί εκ των οποίων σύντομα ξεχάστηκαν και από την ίδια και από τον λαό, ενίοτε δε περιέπεσαν και στις λιγότερο φωτεινές σελίδες της. Ο ναύαρχος Κουντουριώτης υπήρξε ο απελευθερωτής του Ανατολικού Αιγαίου και των νησιών του. Και ο σημερινός Ελληνισμός, ειδικά αυτή την ώρα, πρέπει να ακούσει με πάρα πολύ μεγάλη προσοχή και σοβαρότητα όλα όσα έχει να του «πει». Είναι καθηλωτικό το πόσα καθοριστικά έχει να μας διδάξει.

Ολα τα παραπάνω συνθέτουν κάτι πολύ περισσότερο από ένα σύνηθες αφιέρωμα: δημιουργούν ένα συναρπαστικό ψηφιδωτό που όχι μόνο διαφωτίζει σε βάθος τον αναγνώστη, μα ταυτόχρονα του προσφέρει και ένα μαγευτικό ταξίδι στη σύγχρονη ελληνική ναυτική ιστορία. Στα «ψηλά» αλλά και στα «χαμηλά», από τα οποία διήλθε σε όλες αυτές τις δεκαετίες, χωρίς όμως ποτέ να το βάλει κάτω, ενταγμένη στο ευρύτερο, γεμάτο συνεχείς ανατροπές, ιστορικό της πλαίσιο.

Αλλά και κάτι ακόμη πιο σημαντικό: του δείχνουν πώς ο Ελληνισμός, ακόμη και στις πιο δύσκολες εποχές, αν το θελήσει, μπορεί να κοιτάζει πάντοτε με αισιοδοξία και δύναμη προς το μέλλον. Δείχνουν σε όλους μας ότι η θέληση και η απόφαση για ένα καλύτερο αύριο, αυτές είναι που κρατούν, όχι μόνον στη θάλασσα αλλά συνολικά, τους ορίζοντες ανοικτούς και συνιστούν, όπως αναφέρθηκε, υπαρξιακή παράμετρο του Ελληνισμού μέσα στους αιώνες. Αυτές είναι που γεννούν το ισχυρό, ελεύθερο μέλλον.