Κωνσταντίνος Γρίβας
Ένα φονικό δίχτυ στο Αιγαίο μπορεί να μετατρέψει την Ελλάδα σε κυρίαρχη δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο και σημαντικό παράγοντα στο παιχνίδι της παγκόσμιας ισχύος.
Εχουμε εξετάσει τις διεθνείς τάσεις στις ισορροπίες ισχύος, οι οποίες οδηγούν στην ανάπτυξη ικανοτήτων αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής (A2/AD) τόσο από ...
Εχουμε εξετάσει τις διεθνείς τάσεις στις ισορροπίες ισχύος, οι οποίες οδηγούν στην ανάπτυξη ικανοτήτων αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής (A2/AD) τόσο από ...
τις μεγάλες ευρασιατικές δυνάμεις όσο και από τις ΗΠΑ. Επίσης, έχουμε αναφέρει ότι η αρχιπελαγική δομή του Αιγαίου Πελάγους αποτελεί ιδανική βάση έδρασης παρόμοιων πολυπλεγμάτων («grids–of–grids») αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής.
Η ανάπτυξή τους θα μπορούσε να αποτελέσει στρατηγικό παράγοντα διαμόρφωσης των στρατηγικών ισορροπιών στις ελληνοτουρκικές ισορροπίες ισχύος υπέρ της Ελλάδας. Η σχετική προσπάθεια, συνδεδεμένη με «οικοσυστήματα καινοτομίας», σαν αυτά που περιγράφει ο καθηγητής Ιωσήφ Σηφάκης, που θα αξιοποιούν τις εξελίξεις στον χώρο της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ), θα μπορούσαν να επιτύχουν δραστική αναβάθμιση των εγχώριων μαχητικών και αποτρεπτικών ικανοτήτων με πολύ χαμηλό κόστος.
Ακόμη θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αποφασιστικός παράγοντας ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας και περιορισμού του κύματος εξόδου νέων επιστημόνων προς το εξωτερικό.
Εκτός από εξελιγμένα συστήματα πυροβολικού, τα πολυπλέγματα αυτά μπορούν να διαθέτουν και άλλα οπλικά συστήματα, θαλάσσια και εναέρια. Για παράδειγμα, τα υπάρχοντα υποβρύχια του Πολεμικού Ναυτικού, ιδιαίτερα αυτά που διαθέτουν σύστημα αναερόβιας πρόωσης (ΑΙΡ), μπορούν να αποτελέσουν κρίσιμο παράγοντα ελέγχου μεγάλων θαλάσσιων εκτάσεων.
Υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι οπλισμένα με τορπίλες νέας τεχνολογίας και μεγάλου βεληνεκούς. Πιθανώς, σε δεύτερο χρόνο, να είναι εφοδιασμένα με ισχυρούς αλγορίθμους «αντιληπτικής τεχνητής νοημοσύνης» (perceptual AI), που θα διευκολύνουν δραστικά τον διαχωρισμό εχθρικών πλοίων από φίλια ή ουδέτερα από το ακουστικό τους ίχνος.
Δομές σμήνωσης
Επίσης, μέρη του «μείγματος» προβολής ισχύος αυτών των πολυπλεγμάτων, μεταξύ των άλλων, μπορούν να αποτελέσουν υποβρύχια–νάνοι και μη επανδρωμένα υποβρύχια οχήματα (UUV), οπλισμένα με προηγμένες τορπίλες μεγάλου βεληνεκούς, μικρά ταχύπλοα σκάφη, επανδρωμένα και μη, σε δομές σμήνωσης (swarming), εφοδιασμένα με πυραυλικά συστήματα προσβολής στόχων εντός, εκτός και πέραν της γραμμής της θέας (LOS, NLOS και BLOS αντιστοίχως).
Το ίδιο και μη επανδρωμένα αεροχήματα, ελικόπτερα αλλά και τα υπάρχοντα μαχητικά αεροσκάφη, εφοδιασμένα με νέα όπλα προσβολής στόχων από μεγάλες αποστάσεις (stand off). Ο συνδυασμός αυτών των πλατφορμών σε μια ενοποιημένη δομή μάχης θα μπορούσε να επιτρέψει στην Ελλάδα να καλύψει το Αιγαίο, αλλά και μεγάλο μέρος της Ανατολικής Μεσογείου με ένα φονικό και αδιαπέραστο δίχτυ.
Βέβαια, η Τουρκία μπορεί να αναπτύξει και αυτή παρόμοια πλέγματα (για την ακρίβεια ήδη το κάνει, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Όμως, το γεγονός παραμένει ότι η αρχιπελαγική δομή του Αιγαίου προσφέρει στην Ελλάδα ένα τεράστιο δυνητικό πλεονέκτημα.
Η Τουρκία αναμένεται, έτσι και αλλιώς, να δώσει έμφαση στην απόκτηση οπλικών συστημάτων υψηλού γοήτρου, όπως είναι τα «ημιαεροπλανοφόρα» που εκτιμάται ότι θα ενταχθούν στο οπλοστάσιό της τα επόμενα χρόνια. Τα συστήματα αυτά δεν εντάσσονται στη βληματοκεντρική λογική των πολυπλεγμάτων αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής. Αντιθέτως, μπορεί να αποτελέσουν εξαιρετικά ελκυστικούς στόχους για αυτά.
Ελληνική αναβάθμιση
Εκτός όμως από τις ικανότητες αντιμετώπισης της τουρκικής πολεμικής μηχανής και συνακόλουθα και φρεναρίσματος του διογκούμενου τουρκικού αναθεωρητισμού στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, τυχόν ανάπτυξη παρόμοιων πολυπλεγμάτων θα επέφερε άμεση στρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας στο διεθνές σύστημα, μετατρέποντάς την σε παράγοντα διαμόρφωσης των ευρύτερων ισορροπιών.
Συγκεκριμένα, αυτό το αρχιπελαγικό φονικό δίχτυ θα μετέτρεπε την Ελλάδα σε κλειδοκράτορα του Αιγαίου, αλλά σε μεγάλο βαθμό και της Ανατολικής Μεσογείου. Συνακόλουθα, θα την αναγόρευε στον παράγοντα που θα ήλεγχε το εσωτερικό αίθριο της Παγκόσμιας Νήσου, δηλαδή του συμπλέγματος Ευρασίας–Αφρικής, κατά την ορολογία του Sir Halford Mackinder.
Ο ρόλος του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου στις διεθνείς ισορροπίες ήταν πολύ μεγάλος ήδη από τον 19ο αιώνα και σήμερα είναι ακόμη πιο σημαντικός. Η ανάλυση των λόγων που συμβαίνει κάτι τέτοιο ξεφεύγει από το περιορισμένο πλαίσιο αυτού του κειμένου.
Εδώ αρκεί να πούμε ότι, ακόμη και με αυστηρά γεωγραφικούς όρους, αν ρίξουμε μια ματιά στο «ημιπαγκόσμιο» διεθνές σύστημα που προκύπτει μετά τη διαφαινόμενη τήξη των αρκτικών πάγων, βλέπουμε ότι το σύμπλεγμα Ευρασίας–Αφρικής έχει ένα γεωγραφικό κέντρο, τη Μεσόγειο. Και το κέντρο του κέντρου είναι η Ανατολική Μεσόγειος.
Η αξιοποίηση, λοιπόν,της υβριδικής «θαλασσοχερσαίας» δομής του Αιγαίου, έτσι ώστε να μετατραπεί σε χώρο αναντίρρητης ελληνικής στρατιωτικής κυριαρχίας, αναβαθμίζει δραστικά τον στρατηγικό ρόλο της Ελλάδας. Και μάλιστα με έναν τρόπο που συνδυάζεται πλήρως με τον υπάρχοντα γεωπολιτικό της προσανατολισμό, εξαιτίας της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ, την ΕΕ και γενικότερα στη θέση της στη δυτική αρχιτεκτονική ασφαλείας.
Συνακόλουθα (υπό φυσιολογικές συνθήκες), δεν θα πρέπει να προκαλέσει τη συνήθη υστερική αντίδραση του «δεν θα μας αφήσουν οι Αμερικανοί», η οποία προκύπτει όταν κάποιος τολμάει να μιλήσει για ενίσχυση του αυτόνομου γεωπολιτικού ρόλου της Ελλάδας.
Ακόμη περισσότερο, η Ελλάδα μπορεί να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ στο θεμελιώδες επίπεδο της στρατιωτικής επιστήμης, αξιοποιώντας τα δόγματα του στρατού της Πολυχωρικής Μάχης (Multi Domain Battle / MDB) και των «Διαχωρικών Πυρών» (Cross Domain Fires) του αμερικανικού Στρατού. Άρα, η ενίσχυση των στρατηγικών σχέσεων με τις ΗΠΑ, που αποτελεί το εμμονικό ιδεατό των ελληνικών ελίτ, μπορεί να προκύψει άμεσα.
Όχι μονοδιάστατα
Βέβαια, κατά την άποψη του γράφοντος, η ανάπτυξη παρόμοιων ικανοτήτων θα ήταν τραγικό λάθος να αναπτυχθεί μονοδιάστατα μέσα στο πλαίσιο μιας αυστηρά αμερικανοκεντρικής πολιτικής. Αντιθέτως, θα πρέπει να αποτελέσει ένα χαρτί στα χέρια της Αθήνας για να επαναδιαμορφώσει μια παραγωγική σχέση και με τη Μόσχα, η οποία επίσης θα χρειάζεται να έχει καλές σχέσεις με τον κλειδοκράτορα της αιγαιακής πύλης.
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι θα πρέπει να αποτελέσει μια βάση έδρασης, ώστε να οικοδομηθεί μια αυτόφωτη, αυτόνομη και εθνοκεντρική μακρόπνοη υψηλή στρατηγική. Ωστόσο, παρόμοιες απόψεις είναι δεδομένο ότι προκαλούν αναφυλακτικό σοκ τόσο στις εγχώριες ελίτ, αλλά και σε απογοητευτικά μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης. που έχει μάθει με παβλοφικό τρόπο, να θεωρεί αξιωματικά αναντίρρητο το «ανήκομεν εις την Δύσιν».
Ακόμη, όμως, και στο πλαίσιο μιας μονολιθικής προσήλωσης στον ευρωατλαντισμό, έχει καταστεί πλέον ξεκάθαρο ότι είναι αντιπαραγωγική και επικίνδυνη η λειτουργία της Ελλάδας ως παθητικό εξάρτημα της δυτικής αρχιτεκτονικής ασφαλείας. Είναι επικίνδυνο μία χώρα να περιμένει να ανταμειφθεί ακριβώς γιατί είναι πειθαρχική και άβουλη. Η απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συρία το έδειξε για μια ακόμη φορά.
Άρα, η Ελλάδα, ακόμη και για να λειτουργήσει με βάση μια αμερικανοκεντρική στρατηγική, χρειάζεται έναν αυτόνομο και αυτόφωτο ρόλο. Και η ανάπτυξη παρόμοιων ικανοτήτων θα της προσφέρει ένα αυξημένο ειδικό βάρος μέσα στη δυτική αρχιτεκτονική ασφαλείας. Θα της επιτρέψει να λειτουργήσει ως ανεξάρτητος παίκτης στο μεγάλο παιχνίδι της παγκόσμιας κυριαρχίας και όχι ως απόφυση των ΗΠΑ και της «Ενωμένης» Ευρώπης.
*Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Η ανάπτυξή τους θα μπορούσε να αποτελέσει στρατηγικό παράγοντα διαμόρφωσης των στρατηγικών ισορροπιών στις ελληνοτουρκικές ισορροπίες ισχύος υπέρ της Ελλάδας. Η σχετική προσπάθεια, συνδεδεμένη με «οικοσυστήματα καινοτομίας», σαν αυτά που περιγράφει ο καθηγητής Ιωσήφ Σηφάκης, που θα αξιοποιούν τις εξελίξεις στον χώρο της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ), θα μπορούσαν να επιτύχουν δραστική αναβάθμιση των εγχώριων μαχητικών και αποτρεπτικών ικανοτήτων με πολύ χαμηλό κόστος.
Ακόμη θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αποφασιστικός παράγοντας ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας και περιορισμού του κύματος εξόδου νέων επιστημόνων προς το εξωτερικό.
Εκτός από εξελιγμένα συστήματα πυροβολικού, τα πολυπλέγματα αυτά μπορούν να διαθέτουν και άλλα οπλικά συστήματα, θαλάσσια και εναέρια. Για παράδειγμα, τα υπάρχοντα υποβρύχια του Πολεμικού Ναυτικού, ιδιαίτερα αυτά που διαθέτουν σύστημα αναερόβιας πρόωσης (ΑΙΡ), μπορούν να αποτελέσουν κρίσιμο παράγοντα ελέγχου μεγάλων θαλάσσιων εκτάσεων.
Υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι οπλισμένα με τορπίλες νέας τεχνολογίας και μεγάλου βεληνεκούς. Πιθανώς, σε δεύτερο χρόνο, να είναι εφοδιασμένα με ισχυρούς αλγορίθμους «αντιληπτικής τεχνητής νοημοσύνης» (perceptual AI), που θα διευκολύνουν δραστικά τον διαχωρισμό εχθρικών πλοίων από φίλια ή ουδέτερα από το ακουστικό τους ίχνος.
Δομές σμήνωσης
Επίσης, μέρη του «μείγματος» προβολής ισχύος αυτών των πολυπλεγμάτων, μεταξύ των άλλων, μπορούν να αποτελέσουν υποβρύχια–νάνοι και μη επανδρωμένα υποβρύχια οχήματα (UUV), οπλισμένα με προηγμένες τορπίλες μεγάλου βεληνεκούς, μικρά ταχύπλοα σκάφη, επανδρωμένα και μη, σε δομές σμήνωσης (swarming), εφοδιασμένα με πυραυλικά συστήματα προσβολής στόχων εντός, εκτός και πέραν της γραμμής της θέας (LOS, NLOS και BLOS αντιστοίχως).
Το ίδιο και μη επανδρωμένα αεροχήματα, ελικόπτερα αλλά και τα υπάρχοντα μαχητικά αεροσκάφη, εφοδιασμένα με νέα όπλα προσβολής στόχων από μεγάλες αποστάσεις (stand off). Ο συνδυασμός αυτών των πλατφορμών σε μια ενοποιημένη δομή μάχης θα μπορούσε να επιτρέψει στην Ελλάδα να καλύψει το Αιγαίο, αλλά και μεγάλο μέρος της Ανατολικής Μεσογείου με ένα φονικό και αδιαπέραστο δίχτυ.
Βέβαια, η Τουρκία μπορεί να αναπτύξει και αυτή παρόμοια πλέγματα (για την ακρίβεια ήδη το κάνει, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Όμως, το γεγονός παραμένει ότι η αρχιπελαγική δομή του Αιγαίου προσφέρει στην Ελλάδα ένα τεράστιο δυνητικό πλεονέκτημα.
Η Τουρκία αναμένεται, έτσι και αλλιώς, να δώσει έμφαση στην απόκτηση οπλικών συστημάτων υψηλού γοήτρου, όπως είναι τα «ημιαεροπλανοφόρα» που εκτιμάται ότι θα ενταχθούν στο οπλοστάσιό της τα επόμενα χρόνια. Τα συστήματα αυτά δεν εντάσσονται στη βληματοκεντρική λογική των πολυπλεγμάτων αντιπρόσβασης και άρνησης περιοχής. Αντιθέτως, μπορεί να αποτελέσουν εξαιρετικά ελκυστικούς στόχους για αυτά.
Ελληνική αναβάθμιση
Εκτός όμως από τις ικανότητες αντιμετώπισης της τουρκικής πολεμικής μηχανής και συνακόλουθα και φρεναρίσματος του διογκούμενου τουρκικού αναθεωρητισμού στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, τυχόν ανάπτυξη παρόμοιων πολυπλεγμάτων θα επέφερε άμεση στρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας στο διεθνές σύστημα, μετατρέποντάς την σε παράγοντα διαμόρφωσης των ευρύτερων ισορροπιών.
Συγκεκριμένα, αυτό το αρχιπελαγικό φονικό δίχτυ θα μετέτρεπε την Ελλάδα σε κλειδοκράτορα του Αιγαίου, αλλά σε μεγάλο βαθμό και της Ανατολικής Μεσογείου. Συνακόλουθα, θα την αναγόρευε στον παράγοντα που θα ήλεγχε το εσωτερικό αίθριο της Παγκόσμιας Νήσου, δηλαδή του συμπλέγματος Ευρασίας–Αφρικής, κατά την ορολογία του Sir Halford Mackinder.
Ο ρόλος του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου στις διεθνείς ισορροπίες ήταν πολύ μεγάλος ήδη από τον 19ο αιώνα και σήμερα είναι ακόμη πιο σημαντικός. Η ανάλυση των λόγων που συμβαίνει κάτι τέτοιο ξεφεύγει από το περιορισμένο πλαίσιο αυτού του κειμένου.
Εδώ αρκεί να πούμε ότι, ακόμη και με αυστηρά γεωγραφικούς όρους, αν ρίξουμε μια ματιά στο «ημιπαγκόσμιο» διεθνές σύστημα που προκύπτει μετά τη διαφαινόμενη τήξη των αρκτικών πάγων, βλέπουμε ότι το σύμπλεγμα Ευρασίας–Αφρικής έχει ένα γεωγραφικό κέντρο, τη Μεσόγειο. Και το κέντρο του κέντρου είναι η Ανατολική Μεσόγειος.
Η αξιοποίηση, λοιπόν,της υβριδικής «θαλασσοχερσαίας» δομής του Αιγαίου, έτσι ώστε να μετατραπεί σε χώρο αναντίρρητης ελληνικής στρατιωτικής κυριαρχίας, αναβαθμίζει δραστικά τον στρατηγικό ρόλο της Ελλάδας. Και μάλιστα με έναν τρόπο που συνδυάζεται πλήρως με τον υπάρχοντα γεωπολιτικό της προσανατολισμό, εξαιτίας της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ, την ΕΕ και γενικότερα στη θέση της στη δυτική αρχιτεκτονική ασφαλείας.
Συνακόλουθα (υπό φυσιολογικές συνθήκες), δεν θα πρέπει να προκαλέσει τη συνήθη υστερική αντίδραση του «δεν θα μας αφήσουν οι Αμερικανοί», η οποία προκύπτει όταν κάποιος τολμάει να μιλήσει για ενίσχυση του αυτόνομου γεωπολιτικού ρόλου της Ελλάδας.
Ακόμη περισσότερο, η Ελλάδα μπορεί να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ στο θεμελιώδες επίπεδο της στρατιωτικής επιστήμης, αξιοποιώντας τα δόγματα του στρατού της Πολυχωρικής Μάχης (Multi Domain Battle / MDB) και των «Διαχωρικών Πυρών» (Cross Domain Fires) του αμερικανικού Στρατού. Άρα, η ενίσχυση των στρατηγικών σχέσεων με τις ΗΠΑ, που αποτελεί το εμμονικό ιδεατό των ελληνικών ελίτ, μπορεί να προκύψει άμεσα.
Όχι μονοδιάστατα
Βέβαια, κατά την άποψη του γράφοντος, η ανάπτυξη παρόμοιων ικανοτήτων θα ήταν τραγικό λάθος να αναπτυχθεί μονοδιάστατα μέσα στο πλαίσιο μιας αυστηρά αμερικανοκεντρικής πολιτικής. Αντιθέτως, θα πρέπει να αποτελέσει ένα χαρτί στα χέρια της Αθήνας για να επαναδιαμορφώσει μια παραγωγική σχέση και με τη Μόσχα, η οποία επίσης θα χρειάζεται να έχει καλές σχέσεις με τον κλειδοκράτορα της αιγαιακής πύλης.
Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι θα πρέπει να αποτελέσει μια βάση έδρασης, ώστε να οικοδομηθεί μια αυτόφωτη, αυτόνομη και εθνοκεντρική μακρόπνοη υψηλή στρατηγική. Ωστόσο, παρόμοιες απόψεις είναι δεδομένο ότι προκαλούν αναφυλακτικό σοκ τόσο στις εγχώριες ελίτ, αλλά και σε απογοητευτικά μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώμης. που έχει μάθει με παβλοφικό τρόπο, να θεωρεί αξιωματικά αναντίρρητο το «ανήκομεν εις την Δύσιν».
Ακόμη, όμως, και στο πλαίσιο μιας μονολιθικής προσήλωσης στον ευρωατλαντισμό, έχει καταστεί πλέον ξεκάθαρο ότι είναι αντιπαραγωγική και επικίνδυνη η λειτουργία της Ελλάδας ως παθητικό εξάρτημα της δυτικής αρχιτεκτονικής ασφαλείας. Είναι επικίνδυνο μία χώρα να περιμένει να ανταμειφθεί ακριβώς γιατί είναι πειθαρχική και άβουλη. Η απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συρία το έδειξε για μια ακόμη φορά.
Άρα, η Ελλάδα, ακόμη και για να λειτουργήσει με βάση μια αμερικανοκεντρική στρατηγική, χρειάζεται έναν αυτόνομο και αυτόφωτο ρόλο. Και η ανάπτυξη παρόμοιων ικανοτήτων θα της προσφέρει ένα αυξημένο ειδικό βάρος μέσα στη δυτική αρχιτεκτονική ασφαλείας. Θα της επιτρέψει να λειτουργήσει ως ανεξάρτητος παίκτης στο μεγάλο παιχνίδι της παγκόσμιας κυριαρχίας και όχι ως απόφυση των ΗΠΑ και της «Ενωμένης» Ευρώπης.
*Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών