Ο Αντισυνταγματάρχης Παύλος Κουρούπης, αν και άγνωστος στους πολλούς, αποτελεί μία εμβληματική προσωπικότητα.
Ο...
Ο...
Παύλος Κουρούπης γεννήθηκε 1929 στα Δεντρά Μεσσηνίας. Ήταν παιδί αγροτικής, πολύτεκνης οικογένειας. Όνειρό του ήταν να γίνει αξιωματικός. Το πραγματοποίησε το 1952 αποφοιτώντας από την Σχολή Ευελπίδων. Πολυμαθέστατος, συνέχισε τις σπουδές του και αποφοίτησε και από τη Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου.
Επίσης αρίστευσε στην Ανωτέρα Σχολή Πολέμου. Την εποχή εκείνη νυμφεύθηκε την Μαρία Καρβούνη και απέκτησε μια κόρη, την Ευαγγελία. Το 1972 στάλθηκε στην Κύπρο, όπου ανέλαβε τη διοίκηση του 251 Τάγματος Πεζικού. Επικεφαλής του τάγματός του βρέθηκε στις 20 Ιουλίου στο Πεντεμίλι, απέναντι στις τουρκικές δυνάμεις που ετοιμάζονταν να εισβάλουν.
Η νύχτα της 19ης προς την 20η Ιουλίου κύλησε ανήσυχη. Τα ξημερώματα μερικοί Τούρκοι βατραχάνθρωποι έφτασαν κολυμπώντας από ένα ταχύπλοο πολεμικό στην ακτή του Πεντεμιλίου. Στόχος τους ήταν να αναγνωρίσουν την ακτή, αναζητώντας ναρκοπέδια, θαλάσσια ή ξηράς. Δεν βρήκαν τίποτα. Οι Τούρκοι έγιναν αντιληπτοί από ελληνική περίπολο, οι άνδρες της οποίας άνοιξαν πυρ. Οι Τούρκοι αποσύρθηκαν χωρίς απώλειες.
Στο μεταξύ ο τουρκικός στολίσκος πλησίαζε στην ακτή. Βάσει του σχεδίου η απόβαση θα γινόταν στην ακτή του Πεντεμιλίου. Οι Τούρκοι όμως αρχικά, κατευθύνθηκαν κατά λάθος σε άλλο σημείο. Έτσι η απόβαση που είχε προγραμματιστεί για τις 05:30 άρχισε να εκτελείται στις 07:20. Από τις 05:15 η τουρκική Αεροπορία άρχισε σφοδρό βομβαρδισμό στρατιωτικών αλλά και πολιτικών στόχων κυρίως στην περιοχή της Κερύνειας-Λευκωσίας.
Στις 06:00 άρχισε η ρίψη αλεξιπτωτιστών προς ενίσχυση του θύλακα Λευκωσίας (Κιόνελι). Την ίδια ώρα, Τούρκοι καταδρομείς μεταφέρονταν στην Αγύρτα με ελικόπτερα, τα οποία, σύμφωνα με μαρτυρίες, ανεφοδιάστηκαν στο βρετανικό αεροπλανοφόρο «Ερμής», που, «εντελώς τυχαία», περιπολούσε εκείνο το πρωινό στα ανοιχτά της Κύπρου.
Οι τουρκικές αεραποβάσεις συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια της ημέρας. Στο Πεντεμίλι, αποβιβάστηκε αρχικά μια διμοιρία του 2ου Λόχου του 1ου Τάγματος Πεζοναυτών. Οι Τούρκοι δεν συνάντησαν αντίσταση. Έτσι αποβιβάστηκε ολόκληρο το τάγμα, χωρίς καμία ενόχληση. Κατόπιν άρχισαν να αποβιβάζονται δυνάμεις του 50ου Συντάγματος Πεζικού, με ΤΟΜΠ Μ-113 και μία μοίρα Πυροβολικού.
Απέναντι στις τουρκικές δυνάμεις βρισκόταν, όπως αναφέρθηκε, μόνο ένα μειωμένης σύνθεσης ελληνικό τάγμα, το 251 ΤΠ, με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Παύλο Κουρούπη. Το 251ΤΠ έλαβε διαταγή να αναπτυχθεί στο Πεντεμίλι μόλις στις 07:00. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι στα νώτα των θέσεων του τάγματος υπήρχε το τουρκοκυπριακό χωριό Τέμπλος, το ακρότατο όριο του τουρκοκυπριακού θύλακα Λευκωσίας – Αγύρτας – Τέμπλου.
Έτσι ο Κουρούπης ήταν υποχρεωμένος να διαθέσει μέρος των δυνάμεών του προς την κατεύθυνση αυτή. Έναντι του προγεφυρώματος ανέπτυξε μόνο τον 1ο Λόχο και το Λόχο Υποστήριξης (λόχος βαρέων όπλων). Στις μικρές αυτές δυνάμεις διέθεσε και άνδρες του λόχου διοίκησης, γραφείς, μάγειρες και μερικούς επιστράτους που είχαν στο μεταξύ αφιχθεί. Το ΓΕΕΦ επίσης, έθεσε υπό τις διαταγές του έναν ουλαμό με 5 άρματα Τ-34.
Οι δύο ελληνικοί λόχοι βρέθηκαν απέναντι σε δύναμη συντάγματος, το οποίο υποστήριζε το Πυροβολικό και τα πυροβόλα των πολεμικών πλοίων, για να μην μιλήσουμε για την Αεροπορία. Παρά τις δυσκολίες τα ελληνικά τμήματα άνοιξαν πυρ καθηλώνοντας τους Τούρκους σε μια ζώνη πλάτους 350 και μήκους 1.000 μ. στην ακτή. Δυστυχώς το Ελληνικό Πυροβολικό δεν συμμετείχε στη μάχη.
Η δυνάμενη να προσβάλει το προγεφύρωμα 182 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού δεν εκτέλεσε πυρά, αναμένοντας διαταγές για να το πράξει. Τελικά άνοιξε πυρ όταν αντιλήφθηκε τον αγώνα των λόχων του 251 ΤΠ. Ακόμα χειρότερα, η 198η Πυροβολαρχία Ορειβατικού Πυροβολικού που ήταν ταγμένη στο δεσπόζον ύψωμα του Προφήτη Ηλία δεν άνοιξε ποτέ πυρ.
Οι ελληνικές αδυναμίες έγιναν γρήγορα αντιληπτές από τους Τούρκους, οι οποίοι άρχισαν σταδιακά να επιχειρούν διεύρυνση του προγεφυρώματος. Η πρώτη απόπειρα αποκρούστηκε από τους άνδρες του 1/251 Λόχου. Υπό την πίεση όμως των ισχυρών τουρκικών δυνάμεων οι δύο ελληνικοί λόχοι υποχρεώθηκαν σε ελαφρά σύμπτυξη.
Στην ακτή ο Κουρούπης με τους 250-300 άνδρες του εξακολουθούσε να κρατά 3.500 Τούρκους της Αποβατικής Ταξιαρχίας «Τσακμάκ» καθηλωμένους. Ευτυχώς οι Τούρκοι δεν κατόρθωσαν να αποβιβάσουν στην ακτή την ίλη αρμάτων Μ-47 που προοριζόταν να ενισχύσει την ταξιαρχία.
Το Τάγμα, βάσει των σχεδίων, θα έπρεπε να ενισχυθεί άμεσα από το επιστρατευόμενο 3ο Τακτικό Συγκρότημα (306 και 316 Τάγματα Επιστράτευσης). Στις κρίσιμες αυτές ώρες, το 3ο Τακτικό Συγκρότημα, δεν κατόρθωσε να ενισχύσει το μαχόμενο 215 ΤΠ. Το 306 ΤΕ δεν συγκροτήθηκε ουσιαστικά ποτέ και από το 316 ΤΕ συγκροτήθηκε μόνο μια διλοχία.
Η κατάσταση για τους Τούρκους μεταβλήθηκε στο Πεντεμίλι με την άφιξη του διοικητή της 39ης Μεραρχίας Πεζικού υποστράτηγου Ντεμιρέλ, ο οποίος κατάφερε να βάλει μια τάξη και να οργανώσει τις επόμενες κινήσεις των αποβιβασθέντων δυνάμεων.
Ο χρόνος πίεζε τους Τούρκους. Στις 11:00 οι τουρκικές δυνάμεις κινήθηκαν προς τον αρχικό τους ΑΝΣΚ, δηλαδή την Κυρήνεια. Απέναντί τους βρισκόταν οι καταπονημένοι δύο λόχοι του ηρωικού 251 ΤΠ, που πολεμούσαν συνεχώς επί δύο μέρες και μερικοί επίστρατοι του 306 ΤΕ στην ίδια την Κυρήνεια. Στις δυνάμεις αυτές προστέθηκαν και περίπου 150 καταδρομείς της 33ης Μοίρας Καταδρομών.
Οι λοιπές ενισχύσεις που το ΓΕΕΦ σκόπευε να αποστείλει, στις οποίες περιλαμβανόταν και ο120ος Λόχος Βαρέων Όπλων, η μόνη ελληνική μονάδα που διέθετε σοβαρά αντιαρματικά όπλα (σοβιετικά κατευθυνόμενα Α/Τ βλήματα) δεν πρόλαβαν να φθάσουν. Οι καταδρομείς πήραν θέσεις στο πλευρό του 251 ΤΠ, εκεί όπου υποτίθεται θα έπρεπε να συναντήσουν και το 306 ΤΕ, το οποίο αυθαίρετα είχε υποχωρήσει στην Κυρήνεια.
Οι καταδρομείς ήταν επίλεκτοι, αλλά δεν διέθεταν ούτε σοβαρά, ούτε αρκετά αντιαρματικά όπλα. Και οι Τούρκοι επιτέθηκαν ακριβώς εναντίον τους, αγκιστρώνοντας απλώς τα λοιπά ελληνικά τμήματα. Η κατάληξη της μάχης ήταν αναμενόμενη. Παρά τον ηρωικό και αιματηρό αγώνα, οι καταδρομείς υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν. Οι γραμμές τους έσπασαν και μεμονωμένα οι άνδρες άρχισαν να υποχωρούν προς την Κυρήνεια. Το ίδιο έπραξαν και οι άνδρες του 251, που κινδύνευαν να περικυκλωθούν.
Τα υποχωρούντα τμήματα δεν είχαν ελπίδα να κρατήσουν την πόλη. Παρόλα αυτά αγωνίστηκαν γενναία και θυσιάστηκαν. Αυτή ήταν και η περίπτωση του αντισυνταγματάρχη Παύλου Κουρούπη, του υποδιοικητή του ταγματάρχη Τσιάκκα και του λοχαγού των καταδρομέων Νικολάου Κατούντα. Λίγο πριν την είσοδο της Κυρήνειας, η ομάδα του Κουρούπη που αποτελούταν από 11 άνδρες και τον ταγματάρχη Τσιάκκα, περικυκλώθηκαν από ένα λόχο Τούρκων, και αμέσως άρχισε η μάχη.
Ο Κουρούπης με το Σμίθ & Γουένσον στο χέρι, έδωσε εντολή στους άνδρες του να σπάσουν το θανάσιμο κύκλο, σε ένα μικρό ρέμα στα ανατολικά, στο οποίο δεν είχαν φτάσει ακόμη οι Τούρκοι. Αυτοί αρνήθηκαν να τον εγκαταλείψουν. Τότε τους διέταξε να φύγουν. Και μόνο τότε αυτά τα παλικάρια συγκινημένα αποφάσισαν να φύγουν. Ο διοικητής και ο υποδιοικητής τους όμως παρέμειναν για να τους καλύψουν. «Φεύγοντας οι στρατιώτες άκουγαν τους πυροβολισμούς από το χώρο που έμειναν οι δύο Ελλαδίτες αξιωματικοί, σιγά-σιγά να αραιώνουν έως ότου σώπασαν τελείως» (αφήγηση διασωθέντα στρατιώτη).
Ο αντισυνταγματάρχης Παύλος Κουρούπης, αγνοείται από τότε, μαζί με τον ταγματάρχη Τσιάκκα. Στις 27 Μαρτίου 1995, ο δημοσιογράφος Πέτρος Κασιμάτης αποκάλυψε στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» το συγκλονιστικότερο, έως τότε, ντοκουμέντο.
Η ΕΥΠ είχε εντοπίσει, μέσω ενός Έλληνα συνταγματάρχη ο οποίος προσποιήθηκε τον ιχθυέμπορο, έξι αγνοούμενους στο Μπολού της Τουρκίας και άλλους επτά στο Ντενιζλί. Ο συνταγματάρχης, ονόματι Γιαννόπουλος, μίλησε για λίγο με την πρώτη ομάδα, αφού δωροδόκησε τους δεσμοφύλακες. Όλοι τους ήταν σε άθλια κατάσταση.
Ένας από αυτούς ήταν ο Παύλος Κουρούπης. Σύμφωνα με τον Κασιμάτη η ΕΥΠ οργάνωσε επιχείρηση απεγκλωβισμού τους, στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ένας άντρας σε ανταλλαγή πυρών με τους Τούρκους. Από τότε τα ίχνη του ηρωικού αντισυνταγματάρχη χάθηκαν.
Επίσης αρίστευσε στην Ανωτέρα Σχολή Πολέμου. Την εποχή εκείνη νυμφεύθηκε την Μαρία Καρβούνη και απέκτησε μια κόρη, την Ευαγγελία. Το 1972 στάλθηκε στην Κύπρο, όπου ανέλαβε τη διοίκηση του 251 Τάγματος Πεζικού. Επικεφαλής του τάγματός του βρέθηκε στις 20 Ιουλίου στο Πεντεμίλι, απέναντι στις τουρκικές δυνάμεις που ετοιμάζονταν να εισβάλουν.
Η νύχτα της 19ης προς την 20η Ιουλίου κύλησε ανήσυχη. Τα ξημερώματα μερικοί Τούρκοι βατραχάνθρωποι έφτασαν κολυμπώντας από ένα ταχύπλοο πολεμικό στην ακτή του Πεντεμιλίου. Στόχος τους ήταν να αναγνωρίσουν την ακτή, αναζητώντας ναρκοπέδια, θαλάσσια ή ξηράς. Δεν βρήκαν τίποτα. Οι Τούρκοι έγιναν αντιληπτοί από ελληνική περίπολο, οι άνδρες της οποίας άνοιξαν πυρ. Οι Τούρκοι αποσύρθηκαν χωρίς απώλειες.
Στο μεταξύ ο τουρκικός στολίσκος πλησίαζε στην ακτή. Βάσει του σχεδίου η απόβαση θα γινόταν στην ακτή του Πεντεμιλίου. Οι Τούρκοι όμως αρχικά, κατευθύνθηκαν κατά λάθος σε άλλο σημείο. Έτσι η απόβαση που είχε προγραμματιστεί για τις 05:30 άρχισε να εκτελείται στις 07:20. Από τις 05:15 η τουρκική Αεροπορία άρχισε σφοδρό βομβαρδισμό στρατιωτικών αλλά και πολιτικών στόχων κυρίως στην περιοχή της Κερύνειας-Λευκωσίας.
Στις 06:00 άρχισε η ρίψη αλεξιπτωτιστών προς ενίσχυση του θύλακα Λευκωσίας (Κιόνελι). Την ίδια ώρα, Τούρκοι καταδρομείς μεταφέρονταν στην Αγύρτα με ελικόπτερα, τα οποία, σύμφωνα με μαρτυρίες, ανεφοδιάστηκαν στο βρετανικό αεροπλανοφόρο «Ερμής», που, «εντελώς τυχαία», περιπολούσε εκείνο το πρωινό στα ανοιχτά της Κύπρου.
Οι τουρκικές αεραποβάσεις συνεχίστηκαν σε όλη τη διάρκεια της ημέρας. Στο Πεντεμίλι, αποβιβάστηκε αρχικά μια διμοιρία του 2ου Λόχου του 1ου Τάγματος Πεζοναυτών. Οι Τούρκοι δεν συνάντησαν αντίσταση. Έτσι αποβιβάστηκε ολόκληρο το τάγμα, χωρίς καμία ενόχληση. Κατόπιν άρχισαν να αποβιβάζονται δυνάμεις του 50ου Συντάγματος Πεζικού, με ΤΟΜΠ Μ-113 και μία μοίρα Πυροβολικού.
Απέναντι στις τουρκικές δυνάμεις βρισκόταν, όπως αναφέρθηκε, μόνο ένα μειωμένης σύνθεσης ελληνικό τάγμα, το 251 ΤΠ, με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Παύλο Κουρούπη. Το 251ΤΠ έλαβε διαταγή να αναπτυχθεί στο Πεντεμίλι μόλις στις 07:00. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι στα νώτα των θέσεων του τάγματος υπήρχε το τουρκοκυπριακό χωριό Τέμπλος, το ακρότατο όριο του τουρκοκυπριακού θύλακα Λευκωσίας – Αγύρτας – Τέμπλου.
Έτσι ο Κουρούπης ήταν υποχρεωμένος να διαθέσει μέρος των δυνάμεών του προς την κατεύθυνση αυτή. Έναντι του προγεφυρώματος ανέπτυξε μόνο τον 1ο Λόχο και το Λόχο Υποστήριξης (λόχος βαρέων όπλων). Στις μικρές αυτές δυνάμεις διέθεσε και άνδρες του λόχου διοίκησης, γραφείς, μάγειρες και μερικούς επιστράτους που είχαν στο μεταξύ αφιχθεί. Το ΓΕΕΦ επίσης, έθεσε υπό τις διαταγές του έναν ουλαμό με 5 άρματα Τ-34.
Οι δύο ελληνικοί λόχοι βρέθηκαν απέναντι σε δύναμη συντάγματος, το οποίο υποστήριζε το Πυροβολικό και τα πυροβόλα των πολεμικών πλοίων, για να μην μιλήσουμε για την Αεροπορία. Παρά τις δυσκολίες τα ελληνικά τμήματα άνοιξαν πυρ καθηλώνοντας τους Τούρκους σε μια ζώνη πλάτους 350 και μήκους 1.000 μ. στην ακτή. Δυστυχώς το Ελληνικό Πυροβολικό δεν συμμετείχε στη μάχη.
Η δυνάμενη να προσβάλει το προγεφύρωμα 182 Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού δεν εκτέλεσε πυρά, αναμένοντας διαταγές για να το πράξει. Τελικά άνοιξε πυρ όταν αντιλήφθηκε τον αγώνα των λόχων του 251 ΤΠ. Ακόμα χειρότερα, η 198η Πυροβολαρχία Ορειβατικού Πυροβολικού που ήταν ταγμένη στο δεσπόζον ύψωμα του Προφήτη Ηλία δεν άνοιξε ποτέ πυρ.
Οι ελληνικές αδυναμίες έγιναν γρήγορα αντιληπτές από τους Τούρκους, οι οποίοι άρχισαν σταδιακά να επιχειρούν διεύρυνση του προγεφυρώματος. Η πρώτη απόπειρα αποκρούστηκε από τους άνδρες του 1/251 Λόχου. Υπό την πίεση όμως των ισχυρών τουρκικών δυνάμεων οι δύο ελληνικοί λόχοι υποχρεώθηκαν σε ελαφρά σύμπτυξη.
Στην ακτή ο Κουρούπης με τους 250-300 άνδρες του εξακολουθούσε να κρατά 3.500 Τούρκους της Αποβατικής Ταξιαρχίας «Τσακμάκ» καθηλωμένους. Ευτυχώς οι Τούρκοι δεν κατόρθωσαν να αποβιβάσουν στην ακτή την ίλη αρμάτων Μ-47 που προοριζόταν να ενισχύσει την ταξιαρχία.
Το Τάγμα, βάσει των σχεδίων, θα έπρεπε να ενισχυθεί άμεσα από το επιστρατευόμενο 3ο Τακτικό Συγκρότημα (306 και 316 Τάγματα Επιστράτευσης). Στις κρίσιμες αυτές ώρες, το 3ο Τακτικό Συγκρότημα, δεν κατόρθωσε να ενισχύσει το μαχόμενο 215 ΤΠ. Το 306 ΤΕ δεν συγκροτήθηκε ουσιαστικά ποτέ και από το 316 ΤΕ συγκροτήθηκε μόνο μια διλοχία.
Η κατάσταση για τους Τούρκους μεταβλήθηκε στο Πεντεμίλι με την άφιξη του διοικητή της 39ης Μεραρχίας Πεζικού υποστράτηγου Ντεμιρέλ, ο οποίος κατάφερε να βάλει μια τάξη και να οργανώσει τις επόμενες κινήσεις των αποβιβασθέντων δυνάμεων.
Ο χρόνος πίεζε τους Τούρκους. Στις 11:00 οι τουρκικές δυνάμεις κινήθηκαν προς τον αρχικό τους ΑΝΣΚ, δηλαδή την Κυρήνεια. Απέναντί τους βρισκόταν οι καταπονημένοι δύο λόχοι του ηρωικού 251 ΤΠ, που πολεμούσαν συνεχώς επί δύο μέρες και μερικοί επίστρατοι του 306 ΤΕ στην ίδια την Κυρήνεια. Στις δυνάμεις αυτές προστέθηκαν και περίπου 150 καταδρομείς της 33ης Μοίρας Καταδρομών.
Οι λοιπές ενισχύσεις που το ΓΕΕΦ σκόπευε να αποστείλει, στις οποίες περιλαμβανόταν και ο120ος Λόχος Βαρέων Όπλων, η μόνη ελληνική μονάδα που διέθετε σοβαρά αντιαρματικά όπλα (σοβιετικά κατευθυνόμενα Α/Τ βλήματα) δεν πρόλαβαν να φθάσουν. Οι καταδρομείς πήραν θέσεις στο πλευρό του 251 ΤΠ, εκεί όπου υποτίθεται θα έπρεπε να συναντήσουν και το 306 ΤΕ, το οποίο αυθαίρετα είχε υποχωρήσει στην Κυρήνεια.
Οι καταδρομείς ήταν επίλεκτοι, αλλά δεν διέθεταν ούτε σοβαρά, ούτε αρκετά αντιαρματικά όπλα. Και οι Τούρκοι επιτέθηκαν ακριβώς εναντίον τους, αγκιστρώνοντας απλώς τα λοιπά ελληνικά τμήματα. Η κατάληξη της μάχης ήταν αναμενόμενη. Παρά τον ηρωικό και αιματηρό αγώνα, οι καταδρομείς υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν. Οι γραμμές τους έσπασαν και μεμονωμένα οι άνδρες άρχισαν να υποχωρούν προς την Κυρήνεια. Το ίδιο έπραξαν και οι άνδρες του 251, που κινδύνευαν να περικυκλωθούν.
Τα υποχωρούντα τμήματα δεν είχαν ελπίδα να κρατήσουν την πόλη. Παρόλα αυτά αγωνίστηκαν γενναία και θυσιάστηκαν. Αυτή ήταν και η περίπτωση του αντισυνταγματάρχη Παύλου Κουρούπη, του υποδιοικητή του ταγματάρχη Τσιάκκα και του λοχαγού των καταδρομέων Νικολάου Κατούντα. Λίγο πριν την είσοδο της Κυρήνειας, η ομάδα του Κουρούπη που αποτελούταν από 11 άνδρες και τον ταγματάρχη Τσιάκκα, περικυκλώθηκαν από ένα λόχο Τούρκων, και αμέσως άρχισε η μάχη.
Ο Κουρούπης με το Σμίθ & Γουένσον στο χέρι, έδωσε εντολή στους άνδρες του να σπάσουν το θανάσιμο κύκλο, σε ένα μικρό ρέμα στα ανατολικά, στο οποίο δεν είχαν φτάσει ακόμη οι Τούρκοι. Αυτοί αρνήθηκαν να τον εγκαταλείψουν. Τότε τους διέταξε να φύγουν. Και μόνο τότε αυτά τα παλικάρια συγκινημένα αποφάσισαν να φύγουν. Ο διοικητής και ο υποδιοικητής τους όμως παρέμειναν για να τους καλύψουν. «Φεύγοντας οι στρατιώτες άκουγαν τους πυροβολισμούς από το χώρο που έμειναν οι δύο Ελλαδίτες αξιωματικοί, σιγά-σιγά να αραιώνουν έως ότου σώπασαν τελείως» (αφήγηση διασωθέντα στρατιώτη).
Ο αντισυνταγματάρχης Παύλος Κουρούπης, αγνοείται από τότε, μαζί με τον ταγματάρχη Τσιάκκα. Στις 27 Μαρτίου 1995, ο δημοσιογράφος Πέτρος Κασιμάτης αποκάλυψε στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» το συγκλονιστικότερο, έως τότε, ντοκουμέντο.
Η ΕΥΠ είχε εντοπίσει, μέσω ενός Έλληνα συνταγματάρχη ο οποίος προσποιήθηκε τον ιχθυέμπορο, έξι αγνοούμενους στο Μπολού της Τουρκίας και άλλους επτά στο Ντενιζλί. Ο συνταγματάρχης, ονόματι Γιαννόπουλος, μίλησε για λίγο με την πρώτη ομάδα, αφού δωροδόκησε τους δεσμοφύλακες. Όλοι τους ήταν σε άθλια κατάσταση.
Ένας από αυτούς ήταν ο Παύλος Κουρούπης. Σύμφωνα με τον Κασιμάτη η ΕΥΠ οργάνωσε επιχείρηση απεγκλωβισμού τους, στη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκε ένας άντρας σε ανταλλαγή πυρών με τους Τούρκους. Από τότε τα ίχνη του ηρωικού αντισυνταγματάρχη χάθηκαν.