Προκαλεί θλίψη πως η Ελληνική γη και περιουσία περνάει σε ξένα χέρια.
Ακόμα πιο σκληρό είναι όταν αυτό συμβαίνει με ολόκληρα χωριά ή νησιά.
Της Νεονάκη Βούλας
«Βόλτα» στο ερειπωμένο χωριό που «ξαναζωντανεύει» μέσα από τις περιγραφές ενός παλιού κατοίκου
Της Νεονάκη Βούλας
«Βόλτα» στο ερειπωμένο χωριό που «ξαναζωντανεύει» μέσα από τις περιγραφές ενός παλιού κατοίκου
Μελαγχολία κυριεύει κάποιον μπαίνοντας στο Φαρί, αφού “μυρίζει”
εγκατάλειψη, λεηλασία και πλιάτσικο, σε αυτό το χωριό που κάποτε
φιλοξενούσε 300 κατοίκους.
Το Φαρί είναι “κρυμμένο” πίσω από το χωριό Παναγιά, κοντά στο Ζαρό, και κανένας περαστικός της περιοχής δεν το εντοπίζει εύκολα.
Το Φαρί όμως “στέκει” εκεί, σιωπηλό, εγκαταλειμμένο, φανερώνοντας, στα κατεστραμμένα του σπίτια, τον “εφιάλτη” του πλιάτσικου.
Όπως ανέφερε στην εκπομπή «Ανδριανή» και τη Βούλα Νεονάκη ένας παλιός κάτοικος του χωριού, ο κ. Στέλιος Σηφάκης, “φαρί” ονόμαζαν οι Τούρκοι το άλογο.
Η καθημερινότητα στο Φαρί, πριν την εγκατάλειψη
Ο κ. Σηφάκης περιέγραψε την καθημερινή ζωή των κατοίκων στο Φαρί, προτού το χωριό ξεκινήσει να εγκαταλείπεται.
Η πρώτη εικόνα που “ξυπνούν” στην ψυχή του από τα παιδικά του χρόνια στο Φαρί είναι οι «βεγγέρες» που πραγματοποιούνταν στο χωριό. Όπως περιγράφει: «Σε αυτό το δρόμο κάθε βράδυ κάθονταν δέκα άτομα, εκεί άλλα πέντε και έκαναν τη λεγόμενη “βεγγέρα”. Ρολόγια δεν υπήρχαν τότε, σπάνια έβρισκε κανείς ρολόι. Και κάθονταν, με τα σημερινά δεδομένα, μέχρι τις 10 η ώρα 11 και έπειτα πήγαιναν για ύπνο. Το πρωί σηκώνονταν και έφτιαχναν τα ζώα τους.»
Όπως σχολιάζει: «Το Φαρί ήταν αγροτικό χωριό, χωριουδάκι ήταν. Ένα μικρό καφενεδάκι είχε που άνοιγε μόνο τα βράδια και τις γιορτές.», συμπληρώνοντας πως «Το 95% των κατοίκων ήταν αγράμματοι. Η μάνα μου δεν πήγε ποτέ στο χωριό και πέθανε 97 χρονών. Κι αν της έλεγες “Ένας τόνος κριθάρι με 1,10 πόσο κάνει”, σε δύο λεπτά στο έβρισκε. Τέτοιο μυαλό. Και δεν είχε πάει στο σχολείο…»
Ενώ, αναφορικά με τους ανθρώπους του χωριού τονίζει: «Τότε υπήρχε ανθρωπότητα, υπήρχε σεβασμός… Εγώ θυμάμαι πως τον πιο μεγάλο μου τον έλεγα , πάντα, “θείο”, χωρίς να μου το πει κανείς. […] Τώρα δεν υπάρχει τίποτα.»
«Όσοι ήταν πάνω από 20, έφυγαν όλοι»
Οι εικόνες από τη σημερινή εικόνα στο Φαρί “μιλούν” από μόνες τους… Όμως, τι ήταν αυτό που οδήγησε το χωριό στη λήθη;
Ο κ. Σηφάκης εξηγεί: «Το χωριό εγκαταλείφθηκε μετά την κατοχή, εξαιτίας της μετανάστευσης. Μάλλον, το “έφαγε” η Γερμανία. Έφυγαν πολλοί από εδώ και πήγαν στη Γερμανία. Εκείνοι που ήταν πάνω από 20 χρονών το ’60 έφυγαν όλοι και έπειτα, όσοι επέστρεψαν, δεν έμεινε κανείς εδώ. Πήγαν στις Μοίρες, το Ζαρό και το Ηράκλειο…»
Το πλιάτσικο “αποτελείωσε” την εικόνα της εγκατάλειψης
Εμφανώς συγκινημένος, ο κ. Σηφάκης επισκέφτηκε μαζί με τη Βούλα Νεονάκη το ερειπωμένο, πλέον, σπίτι της θείας του, αλλά και το αφημένο στο χρόνο σπίτι του πατέρα του.
Εκεί, στο φακό της εκπομπής «Ανδριανή», το σπίτι “ζωντάνεψε” και πάλι, πήρε και πάλι χρώμα και πάλι ζωή, μέσα από τις περιγραφές του κ. Σηφάκη.
«Εδώ, σε αυτό το σημείο, γεννηθήκαμε 7 παιδιά και η κατάληξη τώρα είναι αυτή! Ό,τι λείπει το έχουνε πάρει. Όσοι έφυγαν προσωρινά, άφησαν στο σπίτι όλα τους τα υπάρχοντα, με την υπόσχεση πως θα τα έπαιρναν. Κι όμως “τα πήραν κάποιοι άλλοι”», εξομολογείται ο κ. Σηφάκης.
Όπως σχολιάζει ο ίδιος, στο Φαρί είχαν παραμείνει κάποιοι κάτοικοι μέχρι και τα μέσα, περίπου, της δεκαετίας του ’80, «τα χάλια αυτά (σσ. αναφερόμενος στο πλιάτσικο) έγιναν αργότερα». «Το φταίξιμο είναι δικό μας (σσ. των κατοίκων), που το χωριό εγκαταλείφθηκε. Βέβαια, τεράστιο ρόλο έπαιξε και το πλιάτσικο που έγινε αργότερα.», συμπληρώνει ο κ. Σηφάκης.
Κι αυτό γιατί, όταν έφυγαν οι περισσότεροι κάτοικοι, εξ’ αιτίας της μετανάστευσης, απλώς σταμάτησε ο χρόνος: Τα σπίτια παρέμειναν ως είχαν, με την ελπίδα πως, κάποτε, θα κατοικούνταν ξανά. Μετά το πλιάτσικο, όμως, ο τόπος θυμίζει σκηνικό πολέμου.
Η μοναδική ημέρα που το χωριό “ζωντανεύει” ξανά
Πάντως, υπάρχει μία ημέρα του χρόνου που το Φαρί αποκτά ξανά χρώμα, αποκτά και πάλι ζωή, γεμίζει με φωνές, χαμόγελα και κόσμο.
Αυτή είναι η 29η Αυγούστου, η ημέρα της εορτής του Αγίου Ιωάννη του Ριγολόγου, καθώς ο Άγιος Ιωάννης ο Ριγολόγος είναι το μοναδικό χτίσμα το οποίο άντεξε στο πλιάτσικο…
Πως σχολιάζει ο ίδιος το… πωλητήριο στο Φαρί;
Ο κ. Σηφάκης δεν παρέλειψε να σχολιάσει και τη φημολογία πως το Φαρί πρόκειται να πουληθεί, αναφέροντας: «Δεν συμφωνούμε, αλλά από το να διαλυθούν όλα, ας τα πάρει κάποιος να τα ξαναχτίσει, να τα ξαναφτιάξει. Εμείς δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό. Μπορώ τώρα εγώ, στα 80 μου χρόνια, να ξαναχτίσω το σπίτι του πατέρα μου;», συμπληρώνοντας ότι «Εκτός από ορισμένους που αντιδρούν, μάλλον το χωριό θα πουληθεί. Βέβαια, αν θέλουν να τα πάρουν τσάμπα δεν τους τα δίνουν.»
«Δε βαριέσαι…»
Ο κ. Σηφάκης, όμως, δεν παραλείπει να αναφερθεί και στη δική του ευθύνη, στην ευθύνη του κάθε κατοίκου του, πάλαι ποτέ, όμορφου χωριού της Μεσαράς, σχολιάζοντας χαρακτηριστικά πως «το σφάλμα είναι δικό μας», κι αυτό γιατί «παρόλο που βλέπαμε αυτή την κατάσταση δεν δίναμε πολλή σημασία», συμπληρώνει.
«Έχω ευθύνη κι εγώ. Αν ξεσηκωνόταν η δική μου γενιά πριν από 20 χρόνια, που το χωριό δεν είχε γίνει έτσι… Αν βάζαμε σκοπιά, βρε αδερφέ, αλλά ο ένας “δε βαριέσαι εγώ έχω τη δουλειά μου”, ο άλλος το ίδιο και έκανε τη “δουλειά” του το πλιάτσικο… Επομένως ναι, φέρουμε ευθύνη!», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Σηφάκης, όπως αναφέρεται στο neakriti.gr.
Το πλιάτσικο δεν άφησε κανέναν σημάδι ανθρώπινής ύπαρξης στο Φαρί. σήμερα, όλες οι πόρτες των σπιτιών είναι ανοιχτές, μα είναι θαμμένες οι ιστορίες των ανθρώπων που έζησαν σε αυτό το χωρίο.
Το Φαρί είναι “κρυμμένο” πίσω από το χωριό Παναγιά, κοντά στο Ζαρό, και κανένας περαστικός της περιοχής δεν το εντοπίζει εύκολα.
Το Φαρί όμως “στέκει” εκεί, σιωπηλό, εγκαταλειμμένο, φανερώνοντας, στα κατεστραμμένα του σπίτια, τον “εφιάλτη” του πλιάτσικου.
Όπως ανέφερε στην εκπομπή «Ανδριανή» και τη Βούλα Νεονάκη ένας παλιός κάτοικος του χωριού, ο κ. Στέλιος Σηφάκης, “φαρί” ονόμαζαν οι Τούρκοι το άλογο.
Η καθημερινότητα στο Φαρί, πριν την εγκατάλειψη
Ο κ. Σηφάκης περιέγραψε την καθημερινή ζωή των κατοίκων στο Φαρί, προτού το χωριό ξεκινήσει να εγκαταλείπεται.
Η πρώτη εικόνα που “ξυπνούν” στην ψυχή του από τα παιδικά του χρόνια στο Φαρί είναι οι «βεγγέρες» που πραγματοποιούνταν στο χωριό. Όπως περιγράφει: «Σε αυτό το δρόμο κάθε βράδυ κάθονταν δέκα άτομα, εκεί άλλα πέντε και έκαναν τη λεγόμενη “βεγγέρα”. Ρολόγια δεν υπήρχαν τότε, σπάνια έβρισκε κανείς ρολόι. Και κάθονταν, με τα σημερινά δεδομένα, μέχρι τις 10 η ώρα 11 και έπειτα πήγαιναν για ύπνο. Το πρωί σηκώνονταν και έφτιαχναν τα ζώα τους.»
Όπως σχολιάζει: «Το Φαρί ήταν αγροτικό χωριό, χωριουδάκι ήταν. Ένα μικρό καφενεδάκι είχε που άνοιγε μόνο τα βράδια και τις γιορτές.», συμπληρώνοντας πως «Το 95% των κατοίκων ήταν αγράμματοι. Η μάνα μου δεν πήγε ποτέ στο χωριό και πέθανε 97 χρονών. Κι αν της έλεγες “Ένας τόνος κριθάρι με 1,10 πόσο κάνει”, σε δύο λεπτά στο έβρισκε. Τέτοιο μυαλό. Και δεν είχε πάει στο σχολείο…»
Ενώ, αναφορικά με τους ανθρώπους του χωριού τονίζει: «Τότε υπήρχε ανθρωπότητα, υπήρχε σεβασμός… Εγώ θυμάμαι πως τον πιο μεγάλο μου τον έλεγα , πάντα, “θείο”, χωρίς να μου το πει κανείς. […] Τώρα δεν υπάρχει τίποτα.»
«Όσοι ήταν πάνω από 20, έφυγαν όλοι»
Οι εικόνες από τη σημερινή εικόνα στο Φαρί “μιλούν” από μόνες τους… Όμως, τι ήταν αυτό που οδήγησε το χωριό στη λήθη;
Ο κ. Σηφάκης εξηγεί: «Το χωριό εγκαταλείφθηκε μετά την κατοχή, εξαιτίας της μετανάστευσης. Μάλλον, το “έφαγε” η Γερμανία. Έφυγαν πολλοί από εδώ και πήγαν στη Γερμανία. Εκείνοι που ήταν πάνω από 20 χρονών το ’60 έφυγαν όλοι και έπειτα, όσοι επέστρεψαν, δεν έμεινε κανείς εδώ. Πήγαν στις Μοίρες, το Ζαρό και το Ηράκλειο…»
Το πλιάτσικο “αποτελείωσε” την εικόνα της εγκατάλειψης
Εμφανώς συγκινημένος, ο κ. Σηφάκης επισκέφτηκε μαζί με τη Βούλα Νεονάκη το ερειπωμένο, πλέον, σπίτι της θείας του, αλλά και το αφημένο στο χρόνο σπίτι του πατέρα του.
Εκεί, στο φακό της εκπομπής «Ανδριανή», το σπίτι “ζωντάνεψε” και πάλι, πήρε και πάλι χρώμα και πάλι ζωή, μέσα από τις περιγραφές του κ. Σηφάκη.
«Εδώ, σε αυτό το σημείο, γεννηθήκαμε 7 παιδιά και η κατάληξη τώρα είναι αυτή! Ό,τι λείπει το έχουνε πάρει. Όσοι έφυγαν προσωρινά, άφησαν στο σπίτι όλα τους τα υπάρχοντα, με την υπόσχεση πως θα τα έπαιρναν. Κι όμως “τα πήραν κάποιοι άλλοι”», εξομολογείται ο κ. Σηφάκης.
Όπως σχολιάζει ο ίδιος, στο Φαρί είχαν παραμείνει κάποιοι κάτοικοι μέχρι και τα μέσα, περίπου, της δεκαετίας του ’80, «τα χάλια αυτά (σσ. αναφερόμενος στο πλιάτσικο) έγιναν αργότερα». «Το φταίξιμο είναι δικό μας (σσ. των κατοίκων), που το χωριό εγκαταλείφθηκε. Βέβαια, τεράστιο ρόλο έπαιξε και το πλιάτσικο που έγινε αργότερα.», συμπληρώνει ο κ. Σηφάκης.
Κι αυτό γιατί, όταν έφυγαν οι περισσότεροι κάτοικοι, εξ’ αιτίας της μετανάστευσης, απλώς σταμάτησε ο χρόνος: Τα σπίτια παρέμειναν ως είχαν, με την ελπίδα πως, κάποτε, θα κατοικούνταν ξανά. Μετά το πλιάτσικο, όμως, ο τόπος θυμίζει σκηνικό πολέμου.
Η μοναδική ημέρα που το χωριό “ζωντανεύει” ξανά
Πάντως, υπάρχει μία ημέρα του χρόνου που το Φαρί αποκτά ξανά χρώμα, αποκτά και πάλι ζωή, γεμίζει με φωνές, χαμόγελα και κόσμο.
Αυτή είναι η 29η Αυγούστου, η ημέρα της εορτής του Αγίου Ιωάννη του Ριγολόγου, καθώς ο Άγιος Ιωάννης ο Ριγολόγος είναι το μοναδικό χτίσμα το οποίο άντεξε στο πλιάτσικο…
Πως σχολιάζει ο ίδιος το… πωλητήριο στο Φαρί;
Ο κ. Σηφάκης δεν παρέλειψε να σχολιάσει και τη φημολογία πως το Φαρί πρόκειται να πουληθεί, αναφέροντας: «Δεν συμφωνούμε, αλλά από το να διαλυθούν όλα, ας τα πάρει κάποιος να τα ξαναχτίσει, να τα ξαναφτιάξει. Εμείς δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό. Μπορώ τώρα εγώ, στα 80 μου χρόνια, να ξαναχτίσω το σπίτι του πατέρα μου;», συμπληρώνοντας ότι «Εκτός από ορισμένους που αντιδρούν, μάλλον το χωριό θα πουληθεί. Βέβαια, αν θέλουν να τα πάρουν τσάμπα δεν τους τα δίνουν.»
«Δε βαριέσαι…»
Ο κ. Σηφάκης, όμως, δεν παραλείπει να αναφερθεί και στη δική του ευθύνη, στην ευθύνη του κάθε κατοίκου του, πάλαι ποτέ, όμορφου χωριού της Μεσαράς, σχολιάζοντας χαρακτηριστικά πως «το σφάλμα είναι δικό μας», κι αυτό γιατί «παρόλο που βλέπαμε αυτή την κατάσταση δεν δίναμε πολλή σημασία», συμπληρώνει.
«Έχω ευθύνη κι εγώ. Αν ξεσηκωνόταν η δική μου γενιά πριν από 20 χρόνια, που το χωριό δεν είχε γίνει έτσι… Αν βάζαμε σκοπιά, βρε αδερφέ, αλλά ο ένας “δε βαριέσαι εγώ έχω τη δουλειά μου”, ο άλλος το ίδιο και έκανε τη “δουλειά” του το πλιάτσικο… Επομένως ναι, φέρουμε ευθύνη!», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Σηφάκης, όπως αναφέρεται στο neakriti.gr.
Το πλιάτσικο δεν άφησε κανέναν σημάδι ανθρώπινής ύπαρξης στο Φαρί. σήμερα, όλες οι πόρτες των σπιτιών είναι ανοιχτές, μα είναι θαμμένες οι ιστορίες των ανθρώπων που έζησαν σε αυτό το χωρίο.