Η ομάδα μάχης, αναφέρουν τα διάφορα στρατιωτικά εγχειρίδια, είναι ο μικρότερος τακτικός σχηματισμός μάχης. Ένας αριθμός ομάδων συγκροτούν μια διμοιρία, οι διμοιρίες λόχους, οι λόχοι τάγματα και ούτω καθεξής. Κατά...
συνέπεια η ομάδα είναι το κύτταρο ενός στρατού, το μικρότερο λειτουργικό τμήμα του που μπορεί να αναλάβει μια συγκεκριμένη αποστολή μόνη ή σε συνεργασία με άλλες ομάδες.
Τα ονόματα από φημισμένες στρατιές, σώματα, μεραρχίες που έγραψαν ιστορία ακούγονται ακόμα. Πίσω από όλα αυτά όμως κρύβεται το συλλογικό αποτέλεσμα των μικρών, άσημων ομάδων μάχης, των μικρών κυττάρων δηλαδή που στην πραγματικότητα έκριναν το αποτέλεσμα των μαχών βάσει των σχεδιασμών των ανώτερων κλιμακίων.
Το αυτό ισχύει φυσικά και για όλους τους στρατούς που έδρασαν στον Β’ ΠΠ, αλλά και σε προηγούμενους πολέμους. Η ομάδα μάχης ως έννοια υπάρχει από παλιά με πολλές και διαφορετικές ονομασίες. Πάντοτε αποτελούσε το μικρότερο τακτικό τμήμα ενός στρατού μόνο που σε προηγούμενες εποχές δεν είχε απαραίτητα την ικανότητα ανάπτυξης αυτόνομης δράσης, λόγω ακολουθούμενων τακτικών.
Έτσι στην αρχαία Ελλάδα το αντίστοιχο της ομάδας μάχης ήταν ο στίχος της φάλαγγας των οπλιτών ή των σαρισσοφόρων. Το αυτό ίσχυε σχεδόν από την πρώτη ιστορική αναφορά σε στρατούς. Σχεδόν πάντα, στους αρχαίους στρατούς, ο στίχος αντιστοιχούσε σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε ομάδα μάχης.
Στους αρχαίους Σουμερίους φαίνεται πως είχε δύναμη 6-10 ανδρών με επικεφαλής τον “Ουγκουλά” (δέκαρχος). Και στον Ασσυριακό στρατό η “ομάδα” είχε 10 άνδρες, όπως και στους Χετταίους. Στην αρχαία Αίγυπτο βασική μονάδα μάχης ήταν ο λόχος (Σα), που υποδιαιρείτο σε πέντε “διμοιρίες” των 50 ανδρών και αυτές με την σειρά τους σε πέντε “ομάδες” των 10 ανδρών.
Στον Μυκηναϊκό στρατό επίσης φαίνεται πως η “ομάδα” είχε δύναμη 10 ανδρών. Στους Έλληνες των κλασικών χρόνων ο στίχος είχε δύναμη 8 ανδρών, όσο και ο στίχος (το βάθος) της απλής οπλιτικής φάλαγγας. Των Σπαρτιατών όμως είχε δύναμη έξι ανδρών διότι, λόγω ανώτερης εκπαίδευσης, αλλά και λειψανδρίας, τάσσονταν σε λιγότερο βαθείς σχηματισμούς. Οι Πέρσες επίσης χρησιμοποιούσαν δεκαρχίες.
Στον Μαεκδονικό στρατό ο στίχος της φάλαγγας είχε δύναμη 16 ανδρών και ονομαζόταν “λόχος” ακριβώς διότι είχε διπλάσια δύναμη από τον στίχο της οπλιτικής φάλαγγας.
Στη Ρώμη το αντίστοιχο ήταν η λεγόμενη δεκαρχία (Contubernium), που αποτελείτο από όμως οκτώ στρατιώτες και έναν υπαξιωματικό, ήταν οι στίχοι και οι δεκαρχίες των Βυζαντινών, οι στίχοι των ευρωπαϊκών στρατών της Αναγέννησης μέχρι και τις αρχές του 18ου αιώνα και τα μετέπειτα αντίστοιχά τους μέχρι τους Ναπολεόντειους Πολέμους, όταν οι ομάδες δεν είχαν πρακτική αξία, αλλά ήταν κυρίως οργανωτικές διαιρέσεις.
Στον Γαλλικό Στρατό του Ναπολέοντα η ομάδα είχε δύναμη 12-15 ανδρών και διοικείτο από δεκανέα. Στον Βρετανικό Στρατό της ίδια περιόδου η ομάδα είχε δύναμη 20-25 ανδρών. Ακόμα μεγαλύτερες σε αριθμητική ισχύ ήταν οι ομάδες του Αυστριακού Στρατού, διαθέτοντας αρχικά περίπου 40-50 άνδρες. Επειδή η δύναμη αυτή δεν μπορούσε να διοικηθεί από έναν υπαξιωματικό, οι ομάδες έγιναν μικρότερες, με τη μισή της αρχικής τους δύναμης, διοικούμενες από δεκανέα.
Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει όταν ο πεζός στρατιώτης, λόγω των αλλαγών στον οπλισμό, άρχισε να γίνεται πιο αυτόνομος, ξεφεύγοντας από το ασφυκτικό πλαίσιο δράσης της εκάστοτε φάλαγγας, λεγεώνας ή τάγματος γραμμής.
Η ομάδα μάχης είχε και πρακτική αξία πλέον στις μονάδες ακροβολιστών και αναδείχθηκε στον ρόλο που κατέχει έως και σήμερα κατά τη διάρκεια του Α’ ΠΠ, όταν υιοθετήθηκαν πλέον, υποχρεωτικά εκ των πραγμάτων, πιο χαλαροί σχηματισμοί και κυρίως όταν τέθηκε σε υπηρεσία στα τμήματα πεζικού το οπλοπολυβόλο-ελαφρύ πολυβόλο.
Ουσιαστικά η ομάδα μάχης όπως τη γνωρίζουμε σήμερα είναι προϊόν της ανάγκης εξασφάλισης της απρόσκοπτης δράσης του αυτομάτου αυτού όπλου και της προστασίας του.
Η σύγχρονη ομάδα μάχης «χτίστηκε» γύρω από το στοιχείο οπλοπολυβόλου-ελαφρού πολυβόλου που της διατέθηκε και αναλόγως εξελίχθηκε και η τακτική χρήση της που δεν είναι, σε γενικές γραμμές, παρά η γνωστή τακτική του πυρός και της κινήσεως.
Κατά τον Α’ ΠΠ τα γερμανικά τμήματα εφόδου, τα περίφημα Stosstruppen, εφοδιάστηκαν με οπλοπολυβόλα Madsen και ελαφρά πολυβόλα MG 15 και συγκροτήθηκαν σε ομάδες μάχης, μαχόμενες με την τακτική του πυρός και της κινήσεως, πέραν των μονολιθικών τακτικών που ίσχυαν, εν πολλοίς, κατά την έναρξη του Μεγάλου Πολέμου.
Σύντομα την τακτική αυτή ακολούθησαν και οι Βρετανοί , χρησιμοποιώντας το περίφημο ελαφρό πολυβόλο Lewis και οι Γάλλοι με το κακής κατασκευής οπλοπολυβόλο Chauchat.
ΠΗΓΗ
Τα ονόματα από φημισμένες στρατιές, σώματα, μεραρχίες που έγραψαν ιστορία ακούγονται ακόμα. Πίσω από όλα αυτά όμως κρύβεται το συλλογικό αποτέλεσμα των μικρών, άσημων ομάδων μάχης, των μικρών κυττάρων δηλαδή που στην πραγματικότητα έκριναν το αποτέλεσμα των μαχών βάσει των σχεδιασμών των ανώτερων κλιμακίων.
Το αυτό ισχύει φυσικά και για όλους τους στρατούς που έδρασαν στον Β’ ΠΠ, αλλά και σε προηγούμενους πολέμους. Η ομάδα μάχης ως έννοια υπάρχει από παλιά με πολλές και διαφορετικές ονομασίες. Πάντοτε αποτελούσε το μικρότερο τακτικό τμήμα ενός στρατού μόνο που σε προηγούμενες εποχές δεν είχε απαραίτητα την ικανότητα ανάπτυξης αυτόνομης δράσης, λόγω ακολουθούμενων τακτικών.
Έτσι στην αρχαία Ελλάδα το αντίστοιχο της ομάδας μάχης ήταν ο στίχος της φάλαγγας των οπλιτών ή των σαρισσοφόρων. Το αυτό ίσχυε σχεδόν από την πρώτη ιστορική αναφορά σε στρατούς. Σχεδόν πάντα, στους αρχαίους στρατούς, ο στίχος αντιστοιχούσε σε αυτό που σήμερα ονομάζουμε ομάδα μάχης.
Στους αρχαίους Σουμερίους φαίνεται πως είχε δύναμη 6-10 ανδρών με επικεφαλής τον “Ουγκουλά” (δέκαρχος). Και στον Ασσυριακό στρατό η “ομάδα” είχε 10 άνδρες, όπως και στους Χετταίους. Στην αρχαία Αίγυπτο βασική μονάδα μάχης ήταν ο λόχος (Σα), που υποδιαιρείτο σε πέντε “διμοιρίες” των 50 ανδρών και αυτές με την σειρά τους σε πέντε “ομάδες” των 10 ανδρών.
Στον Μυκηναϊκό στρατό επίσης φαίνεται πως η “ομάδα” είχε δύναμη 10 ανδρών. Στους Έλληνες των κλασικών χρόνων ο στίχος είχε δύναμη 8 ανδρών, όσο και ο στίχος (το βάθος) της απλής οπλιτικής φάλαγγας. Των Σπαρτιατών όμως είχε δύναμη έξι ανδρών διότι, λόγω ανώτερης εκπαίδευσης, αλλά και λειψανδρίας, τάσσονταν σε λιγότερο βαθείς σχηματισμούς. Οι Πέρσες επίσης χρησιμοποιούσαν δεκαρχίες.
Στον Μαεκδονικό στρατό ο στίχος της φάλαγγας είχε δύναμη 16 ανδρών και ονομαζόταν “λόχος” ακριβώς διότι είχε διπλάσια δύναμη από τον στίχο της οπλιτικής φάλαγγας.
Στη Ρώμη το αντίστοιχο ήταν η λεγόμενη δεκαρχία (Contubernium), που αποτελείτο από όμως οκτώ στρατιώτες και έναν υπαξιωματικό, ήταν οι στίχοι και οι δεκαρχίες των Βυζαντινών, οι στίχοι των ευρωπαϊκών στρατών της Αναγέννησης μέχρι και τις αρχές του 18ου αιώνα και τα μετέπειτα αντίστοιχά τους μέχρι τους Ναπολεόντειους Πολέμους, όταν οι ομάδες δεν είχαν πρακτική αξία, αλλά ήταν κυρίως οργανωτικές διαιρέσεις.
Στον Γαλλικό Στρατό του Ναπολέοντα η ομάδα είχε δύναμη 12-15 ανδρών και διοικείτο από δεκανέα. Στον Βρετανικό Στρατό της ίδια περιόδου η ομάδα είχε δύναμη 20-25 ανδρών. Ακόμα μεγαλύτερες σε αριθμητική ισχύ ήταν οι ομάδες του Αυστριακού Στρατού, διαθέτοντας αρχικά περίπου 40-50 άνδρες. Επειδή η δύναμη αυτή δεν μπορούσε να διοικηθεί από έναν υπαξιωματικό, οι ομάδες έγιναν μικρότερες, με τη μισή της αρχικής τους δύναμης, διοικούμενες από δεκανέα.
Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει όταν ο πεζός στρατιώτης, λόγω των αλλαγών στον οπλισμό, άρχισε να γίνεται πιο αυτόνομος, ξεφεύγοντας από το ασφυκτικό πλαίσιο δράσης της εκάστοτε φάλαγγας, λεγεώνας ή τάγματος γραμμής.
Η ομάδα μάχης είχε και πρακτική αξία πλέον στις μονάδες ακροβολιστών και αναδείχθηκε στον ρόλο που κατέχει έως και σήμερα κατά τη διάρκεια του Α’ ΠΠ, όταν υιοθετήθηκαν πλέον, υποχρεωτικά εκ των πραγμάτων, πιο χαλαροί σχηματισμοί και κυρίως όταν τέθηκε σε υπηρεσία στα τμήματα πεζικού το οπλοπολυβόλο-ελαφρύ πολυβόλο.
Ουσιαστικά η ομάδα μάχης όπως τη γνωρίζουμε σήμερα είναι προϊόν της ανάγκης εξασφάλισης της απρόσκοπτης δράσης του αυτομάτου αυτού όπλου και της προστασίας του.
Η σύγχρονη ομάδα μάχης «χτίστηκε» γύρω από το στοιχείο οπλοπολυβόλου-ελαφρού πολυβόλου που της διατέθηκε και αναλόγως εξελίχθηκε και η τακτική χρήση της που δεν είναι, σε γενικές γραμμές, παρά η γνωστή τακτική του πυρός και της κινήσεως.
Κατά τον Α’ ΠΠ τα γερμανικά τμήματα εφόδου, τα περίφημα Stosstruppen, εφοδιάστηκαν με οπλοπολυβόλα Madsen και ελαφρά πολυβόλα MG 15 και συγκροτήθηκαν σε ομάδες μάχης, μαχόμενες με την τακτική του πυρός και της κινήσεως, πέραν των μονολιθικών τακτικών που ίσχυαν, εν πολλοίς, κατά την έναρξη του Μεγάλου Πολέμου.
Σύντομα την τακτική αυτή ακολούθησαν και οι Βρετανοί , χρησιμοποιώντας το περίφημο ελαφρό πολυβόλο Lewis και οι Γάλλοι με το κακής κατασκευής οπλοπολυβόλο Chauchat.
ΠΗΓΗ